Τι θα έλεγε ο Χανς Κέλσεν, ένας εκ των κορυφαίων νομικών του 20ου αιώνα, εάν ζούσε σήμερα με την άνοδο των αντισυστημικών κομμάτων και της Ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη; Τι θα έλεγε για την ποιότητα της Δημοκρατίας σήμερα; Θα έδινε την ίδια μάχη και θα υπερασπιζόταν με το ίδιο σθένος την Δημοκρατία;
Θα επέμενε ότι ο συμβιβασμός είναι αναγκαία συνθήκη για την επικράτηση της Δημοκρατίας και της εδραίωσης της Δικαιοσύνης;
Με βάση τη θεώρηση του Κέλσεν, η Δημοκρατία έχει τα απαραίτητα συνταγματικά εργαλεία και εκείνους τους κανόνες δικαίου, που απαντά ακόμα και στους αρνητές της. Αυτό, το υποστήριξε την περίοδο του Μεσοπολέμου με τους εθνικοσοσιαλιστές στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Το ίδιο θα υποστήριζε ενδεχομένως και την περίοδο 2010-2020 στην Ελλάδα για την Χρυσή Αυγή, αλλά και ευρύτερα για την πορεία της Δημοκρατίας στην Ευρώπη.
Σύμφωνα με την οπτική του, δεν νοούνται κόμματα εκτός του κοινοβουλευτικού πλαισίου, και ο ίδιος δεν θέλει μια ασταθή, ούτε και άμεση δημοκρατία. Δίνει ιδιαίτερη σημασία στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία και τον κοινοβουλευτισμό. Εξάλλου, ο Κέλσεν είχε ως βασική συνισταμένη την θεώρηση ότι η αρχή της νομιμότητας διέπει τις πράξεις του Κράτους. Και όπως σημειώνει ο Καθηγητής Παύλος Σούρλας, «ο Κέλσεν, με το να εμμένει ανυποχώρητα στην κανονιστική διάσταση των πολιτικών εννοιών, καταγγέλλει τους ισχυρισμούς περί του αντιθέτου ως προαγγέλους του ολοκληρωτισμού».
Επί της ουσίας δεν είναι της άποψης, με οδηγό τα όσα έχει υπερασπιστεί, ότι πρέπει να απαγορευτεί η παρουσία ενός κόμματος, από τη στιγμή που συμμετέχει στους θεσμούς της Δημοκρατίας και αποτελεί συστατικό στοιχείο της. Κυρίως, θα προσπαθούσε να πείσει τους πολίτες να συμμετέχουν σε δημοκρατικά κόμματα και με την ενεργή τους παρουσία τα όποια αντιδραστικά, φασιστικά, αυταρχικά, ολοκληρωτικής αντίληψης κόμματα, να τα θέσει εκτός πλαισίου με τη δημοκρατική απομόνωσή τους.
Κυρίως, θα προσπαθούσε να πείσει τους πολίτες να συμμετέχουν σε δημοκρατικά κόμματα και με την ενεργή τους παρουσία τα όποια αντιδραστικά, φασιστικά, αυταρχικά, ολοκληρωτικής αντίληψης κόμματα, να τα θέσει εκτός πλαισίου με τη δημοκρατική απομόνωσή τους
Ο ίδιος ο Κέλσεν απαντά με έμμεσο τρόπο, από το χθες για το σήμερα, και είναι ενδεικτική η επισήμανσή του: «[Η καθαρή θεωρία του δικαίου] είναι, για τους φασίστες, μια μορφή δημοκρατικού φιλελευθερισμού, για τους φιλελεύθερους όμως δημοκράτες, ή τους σοσιαλιστές, ανοίγει τον δρόμο στον φασισμό. Οι κομμουνιστές τη θεωρούν έκφραση του καπιταλιστικού κρατισμού, ενώ ο καπιταλιστικός εθνικισμός την αντιμετωπίζει σαν χονδροειδή μπολσεβικισμό, ή σαν κεκαλυμμένο ανασχισμό. Το πνεύμα που τη διέπει, για ορισμένους, συγγενεύει, με τον καθολικό σχολαστικισμό, ενώ άλλοι βλέπουν σε αυτήν τις απόψεις που χαρακτηρίζουν την προτεσταντική αντίληψη για το δίκαιο και το κράτος. Άλλοι, τέλος, την απορρίπτουν για τον αθεϊσμό της. Εν συντομία, κανένα πολιτικό ρεύμα δεν έχει συλλάβει τη θεωρία του δικαίου αυτή καθ’ εαυτήν. Τούτο αποδεικνύει την καθαρότητά της καλύτερα απ’ ότι θα μπορούσε να το κάνει και η ίδια».
Ο Κέλσεν έχει προσδιορίσει τη θέση και τη σημασία της ελευθερίας της δημοκρατίας, ιδίως σε σχέση με την έννοια της ισότητας. Για τον ίδιο, η Δημοκρατία στηρίζεται στην ελευθερία, αρκεί να υποτάσσεται κανείς μόνο στη θέλησή του στο πλαίσιο μιας πιο ελευθεριακής κατάστασης. Η ελευθερία της βούλησης είναι από την εποχή του Κοινωνικού Συμβολαίου ο ακρογωνιαίος λίθος της έκφρασης της Δημοκρατίας.
Η ελευθερία συνδυάζεται και ταυτίζεται με την αρχή της πλειοψηφίας και μέσα σε μια Δημοκρατία οφείλει η πλειοψηφία να αποδεχθεί την μειοψηφία και το αντίστροφο. Αυτή η σχέση πρέπει να υπάρχει όχι στη βάση μιας μορφής καταπίεσης που είναι αντίθετη στην έννοια της ελευθερίας, αλλά στο πλαίσιο της Δημοκρατίας όπως την εννοεί ο Κέλσεν.
Άρα οι όποιες αντιδράσεις, μομφές, επιθέσεις ακραίων, φανατικών, αυταρχικών και αντιδραστικών στοιχείων, θα απαντηθούν όχι όπως αυτοί θα ανέμεναν με τις δικές τους μεθόδους, αλλά με τα «εργαλεία» της Δημοκρατίας. Αυτή η στρατηγική διαπνέει τη φιλοσοφία του Κέλσεν που και στη σημερινή εποχή θα επεδίωκε την εμβάθυνση της Δημοκρατίας, της ενίσχυσης της Δικαιοσύνης και την ενίσχυση του συμβιβασμού ως βασικού στοιχείου ενός Κράτους Δικαίου.
Αυτή η στρατηγική διαπνέει τη φιλοσοφία του Κέλσεν που και στη σημερινή εποχή θα επεδίωκε την εμβάθυνση της Δημοκρατίας, της ενίσχυσης της Δικαιοσύνης και την ενίσχυση του συμβιβασμού ως βασικού στοιχείου ενός Κράτους Δικαίου
Η υπεράσπιση της Δημοκρατίας είναι σήμερα περισσότερο αναγκαία από ποτέ, καθώς αυξάνονται οι αντισυστημικές τάσεις με κεντρικό αξίωμα την περιφρόνηση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Ακόμα και τα πολιτικά δικαιώματα έχουν ως συστατικό στοιχείο τις ατομικές ελευθερίες και άρα το Κράτος δεν πρέπει να έχει εξουσία να επέμβει.
Σε αυτό το σημερινό περιβάλλον ο Κέλσεν θα είχε ως απάντηση την ενίσχυση και προάσπιση του Κράτους Δικαίου για να υπερασπιστεί τα δικαιώματα πάσης φύσεως. Ειδικά η ύπαρξη Συνταγματικών Δικαστηρίων σήμερα, το οποίο ο ίδιος θέσπισε στη διάρκεια του Μεσοπολέμου στην Αυστρία, αποτελούν ένα πολύτιμο δημοκρατικό εργαλείο για την πρόασπιση ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων.
Η θεωρία του παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη και η αναζήτηση απαντήσεων σε αρκετά σημερινά ερωτήματα που έχουν σχέση με το Κράτος Δικαίου, τη Δημοκρατία, τη Δικαιοσύνη και το Συμβιβασμό, βρίσκεται εν πολλοίς στα συγγράματά του που είναι «Φάρος Δημοκρατίας».
Στην κρίση που βιώνουμε σε πολλά επίπεδα τα τελευταία έτη, η Δημοκρατία αποδεικνύεται περισσότερο από ποτέ ουσιώδης, ενώπιον των αυταρχισμών πάσης φύσεως, ενώ το Κράτος Δικαίου αποτελεί το θεσμικό αποκούμπι με τους «μηχανισμούς» του για σειρά παρεμβάσεων στον πυρήνα της αυτονομίας, όπως π.χ. η περιστολή των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων που συνδέονται και με την ελευθερία.
Εστιάζοντας κανείς στον Κέλσεν, αναζητώντας απαντήσεις στο σήμερα, ειδικά για την Ελλάδα, οφείλει να ανατρέξει και στον κορυφαίο Συνταγματολόγο Αριστόβουλο Μάνεση που σημείωνε, για τη λαϊκή κυριαρχία σε συνδυασμό με το Σύνταγμα, με διάφορες αφορμές ότι όταν γίνεται επίκληση του άρθρου 1, παρ. 2 του Συντάγματος, το οποίο ορίζει, ότι «Θεμέλιο του Πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία», οφείλουμε να μην παραβλέπουμε την απαραίτητη συνέχεια που αναφέρει: «Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα».
Τροφή για σκέψη στις ζοφερές μέρες που ζούμε.
- Ο κ. Άρης Ραβανός είναι Δημοσιογράφος, Δικηγόρος – Διαπιστευμένος Διαμεσολαβητής, Δρ. Παν/μιου Πειραιώς, MPhil of Law (Νομική Αθηνών), ΜΒΑ, LLB.