fbpx
Παρασκευή, 11 Οκτωβρίου, 2024

Καταδίκη Πολωνίας από ΕΔΔΑ – Πολιτικές παρεμβάσεις στέρησαν το δικαίωμα του νομπελίστα Ειρήνης Λεχ Βαλέσα σε δίκαιη δίκη

Η Πολωνία πρέπει να λάβει τα κατάλληλα νομοθετικά και άλλα μέτρα για να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις ενός «ανεξάρτητου και αμερόληπτου δικαστηρίου που έχει συσταθεί με νόμο» και με την αρχή της ασφάλειας δικαίου

Χρόνος ανάγνωσης 3 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 3 λεπτά

Δείτε επίσης

Στην υπόθεση Wałęsa κατά Πολωνίας το Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη και παραβίαση του δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, με απόφαση που εξέδωσε την προηγούμενη Πέμπτη, στην υπόθεση Wałęsa v. Πολωνία (προσφυγή αριθ. 50849/21), έκρινε, ομόφωνα, ότι υπήρχαν:

– παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όσον αφορά το δικαίωμα του κ. Wałęsa σε ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο που έχει συσταθεί νομίμως·

– παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 λόγω παραβίασης της αρχής της ασφάλειας δικαίου·

– παραβίαση του άρθρου 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής).

Η υπόθεση αφορούσε μια πολιτική αγωγή που είχε ασκήσει ο πρώην πρόεδρος της χώρας από το 1990 ως το 1995 και βραβευμένος με Νόμπελ Ειρήνης κ. Wałęsa εναντίον ενός πρώην φίλου και συνεργάτη, του Krzysztof Wyszkowski, ο οποίος τον είχε κατηγορήσει δημοσίως για συνεργασία με τις μυστικές υπηρεσίες υπό το κομμουνιστικό καθεστώς.

Αν και είχε κερδίσει την υπόθεση, η τελική απόφαση υπέρ του είχε ανατραπεί, εννέα χρόνια αργότερα, από το Τμήμα Έκτακτης Αναθεώρησης και Δημοσίων Υποθέσεων μετά από έκτακτη προσφυγή του Γενικού Εισαγγελέα.

Το Δικαστήριο, εντούτοις, διαπίστωσε ειδικότερα, όπως έχει πράξει σε προηγούμενες υποθέσεις, ότι το Τμήμα Έκτακτου Ελέγχου και Δημοσίων Υποθέσεων, το οποίο είχε εξετάσει την έκτακτη προσφυγή, δεν ήταν «ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο που ιδρύθηκε με νόμο». Ως εκ τούτου, παραβιάστηκε το δικαίωμα άμυνας του W. Wałęsa.

Όσον αφορά το κατά πόσον η έκτακτη προσφυγή είχε παραβιάσει την αρχή της ασφάλειας δικαίου, όπως ισχυρίστηκε ο κ. Wałęsa, το Δικαστήριο σημείωσε ότι η ανάθεση στον Γενικό Εισαγγελέα –μέλος της εκτελεστικής εξουσίας που ασκούσε σημαντική εξουσία επί των δικαστηρίων και ασκούσε ισχυρή επιρροή στο Εθνικό Δικαστικό Συμβούλιο– απεριόριστης εξουσίας να αμφισβητεί σχεδόν οποιαδήποτε τελική δικαστική απόφαση, αντιβαίνει στις αρχές της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και της διάκρισης των εξουσιών.

Προς την ίδια κατεύθυνση κρίθηκε ότι η διαδικασία έκτακτης προσφυγής ήταν ασυμβίβαστη με τις αρχές της ασφάλειας δικαίου και του δεδικασμένου (υπόθεση που έχει επιλυθεί με τελεσίδικη απόφαση δεν μπορεί να αναπεμφθεί στο δικαστήριο για δεύτερη δίκη ή νέα έφεση), κρίνοντας ότι οι παραταθείσες προθεσμίες για την άσκηση έκτακτης προσφυγής που παρέχονταν στον Γενικό Εισαγγελέα και λειτουργούσαν αναδρομικά, όχι μόνο παραβίαζαν τις αρχές αυτές, αλλά επίσης δεν πληρούσαν την απαίτηση της προβλεψιμότητας του δικαίου για τους σκοπούς της Σύμβασης. Επιπλέον, διαπιστώθηκαν ενδείξεις επί τη βάσει των οποίων η κρατική αρχή είχε καταχραστεί τη διαδικασία έκτακτης προσφυγής για να προωθήσει τις δικές της πολιτικές απόψεις. Πράγματι, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι η υπόθεση του κ. Wałęsa δεν μπορούσε να διαχωριστεί από το πολιτικό της υπόβαθρο και το πολιτικό πλαίσιο στην Πολωνία εκείνη την εποχή και τη μακροχρόνια και δημόσια σύγκρουση μεταξύ του κ. Wałęsa και της ηγεσίας του κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS) και της κυβέρνησης συμμαχίας της Ενωμένης Δεξιάς. Η ανατροπή της οριστικής απόφασης είχε επηρεάσει δυσμενώς την ιδιωτική ζωή του κ. Wałęsa σε σημαντικό βαθμό και, ως εκ τούτου, συνιστούσε επέμβαση στο δικαίωμά του σεβασμού της ιδιωτικής του ζωής.

Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτή η παρέμβαση δεν ήταν «σύμφωνη με το νόμο», καθώς προήλθε από ένα όργανο που δεν ήταν «νόμιμο» δικαστήριο σύμφωνα με τη Σύμβαση, δεν είχε βασιστεί σε έναν «νόμο» που παρείχε κατάλληλες εγγυήσεις κατά της αυθαιρεσίας και αποκάλυπτε κατάχρηση της διαδικασίας εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.

Εφαρμόζοντας τη διαδικασία πιλοτικής απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 61 του Κανονισμού του Δικαστηρίου, το Δικαστήριο έκρινε ότι, προκειμένου να τερματιστούν οι συστημικές παραβιάσεις του άρθρου 6 παρ. 1 της Σύμβασης που εντοπίστηκαν σε αυτήν και σε προηγούμενες υποθέσεις, η Πολωνία πρέπει να λάβει τα κατάλληλα νομοθετικά και άλλα μέτρα για να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις ενός «ανεξάρτητου και αμερόληπτου δικαστηρίου που έχει συσταθεί με νόμο» και με την αρχή της ασφάλειας δικαίου.

Στον Λεχ Βαλέσα επιδικάσθηκε το ποσό των 30.000 ευρώ ως αποζημίωση.

Δείτε τη σχετική Έκδοση: Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) – Ερμηνεία κατ’ άρθρο

Δείτε τη σχετική Αρθρογραφία στη Qualex: Η προάσπιση του «Κράτους Δικαίου» ως ασπίδα της ευρωπαϊκής ενοποίησης

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -