Δυνάμει της ΥΑ 5186/23.1.2024 (ΦΕΚ Β/556/26.1.2024), του Υπουργού Ανάπτυξης, τέθηκαν στη διάθεση των συναλλασομένων πρότυπα καταστατικά για όλους τους εταιρικούς τύπους. Εντούτοις η ΥΑ αποτελεί παράδειγμα κάκιστης νομοθέτησης, καταδεικνύοντας -εκτός των άλλων- άγνοια από τους συντάκτες της βασικών κανόνων του εταιρικού δικαίου.
Η ΥΑ εκδόθηκε δυνάμει της νομοθετικής εξουσιοδότησης του άρθρ. 57 παρ. 3 N 4919/2022 περί ΓΕΜΗ & ΥΜΣ. Με την εξουσιοδότηση αυτή, ο Υπουργός Ανάπτυξης δύναται απλώς να εκδώσει πρότυπα καταστατικά με βάση το ισχύον εταιρικό δίκαιο και όχι βεβαίως να προβεί σε τροποποιήσεις του εταιρικού δικαίου. Αντ’ αυτού, η ΥΑ μέσω του κειμένου των πρότυπων καταστατικών και των οδηγιών συμπλήρωσης αυτών εισάγει κρίσιμες αποκλίσεις από το ισχύον εταιρικό δίκαιο, οι οποίες ως εκτός νομοθετικής εξουσιοδότησης δεν έχουν βεβαίως απολύτως καμία ισχύ.
«Η νομοθέτηση είναι κάτι πολύ σοβαρό για να αφήνεται στα χέρια αδαών»
Παράδειγμα πρώτο: στις οδηγίες συμπλήρωσης του πρότυπου καταστατικού ΟΕ και ΕΕ προβλέπεται ότι εάν οι εταίροι επιθυμούν να συμπληρώσουν στο καταστατικό τις εισφορές τους, θα πρέπει να λάβει χώρα εκτίμηση αυτών, σύμφωνα με το άρθρ. 17 Ν 4548/2018 περί ΑΕ για την εκτίμηση των εισφορών σε είδος (πράγμα που συνεπάγεται κόστος μερικών χιλιάδων ευρώ ως αμοιβή των εκτιμητών του άρθρ. 17 Ν 4548/2018). Όπως είναι γνωστό (προφανώς όχι στους συντάκτες της ΥΑ), στις προσωπικές εταιρίες το αν θα καταβληθούν εισφορές εν στενή εννοία (ΑΚ 742), όπως και το είδος και η αξία τους, αφορά αποκλειστικά τις εσωτερικές σχέσεις των εταίρων και όχι τους εταιρικούς δανειστές. Αντίθετα στην ΑΕ λόγω του θεσμού του μετοχικού κεφαλαίου οι εισφορές σε είδος θα πρέπει να αποτιμώνται ώστε να εξασφαλίζεται ο πραγματικός σχηματισμός του κεφαλαίου. Στις προσωπικές εταιρίες δεν υπάρχει ο θεσμός του κεφαλαίου ως νομικός – λογιστικός μηχανισμός προστασίας των εταιρικών δανειστών, οι οποίοι προστατεύονται μέσω της προσωπικής ευθύνης των εταίρων, γι’ αυτό και δεν προβλέπεται στο δίκαιο των προσωπικών εταιριών αποτίμηση των εισφορών σε είδος. Τα άτοπα της –εκτός νομοθετικής εξουσιοδότησης– παραπομπής στο άρθρ. 17 Ν 4548/2018 καταδεικνύονται και από τα εξής (ενδεικτικά): στην ΑΕ απαγορεύεται ως εισφορά σε είδος η εισφορά εργασίας (άρθρ. 17 παρ. 2 Ν 4548/2018), πράγμα που επιτρέπεται ρητά στις προσωπικές εταιρίες (ΑΚ 742). Πώς θα αποτιμηθεί η εισφορά εργασίας όταν το άρθρ. 17 Ν 4548/2018 δεν εφαρμόζεται στην εισφορά εργασίας; Πως είναι δε δυνατό να τεθεί θέμα αποτίμησης της εισφοράς εργασίας στις προσωπικές εταιρίες, όταν αυτή δεν αποτιμάται ούτε στην ΙΚΕ (βλ. άρθρ. 78 παρ. 2 N 4072/2012), που είναι κεφαλαιουχική εταιρία; Εάν δε δεν αποτιμηθεί η εισφορά εργασίας στις προσωπικές εταιρίες, γιατί θα πρέπει να αποτιμώνται τα άλλα είδη εισφοράς σε είδος; Επιπλέον, η έννοια της χρηματικής εισφοράς έχει διαφορετικό περιεχόμενο στις προσωπικές εταιρίες απ’ ό,τι στην ΑΕ (στην τελευταία ως χρηματική εισφορά νοείται μόνο η καταβολή σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό). Σημειώνεται δε, ότι σε αντίθεση με την ΟΕ και την ΕΕ, ως προς τις αστικές εταιρίες με νομική προσωπικότητα και τις κοινοπραξίες δεν προβλέπεται στην ΥΑ ανάλογη υποχρέωση αποτίμησης των εισφορών σε είδος: δηλαδή μπορούν οι εταίροι αντί να ιδρύσουν μια ΟΕ να χαρακτηρίσουν απλά την εταιρία τους ως κοινοπραξία αποφεύγοντας την αποτίμηση, αν και εφαρμοστέο δίκαιο στην κοινοπραξία με εμπορικό σκοπό θα είναι το δίκαιο της ΟΕ (άρθρ. 292 παρ. 3 Ν 4072/2012).
Παράδειγμα δεύτερο: ως προς την «γνήσια» κοινοπραξία προβλέπεται στην ΥΑ ότι μπορεί δυνητικά να αποκτήσει ικανότητα δικαίου με την εγγραφή στο ΓΕΜΗ, «εφόσον το επιθυμεί». Στην ΥΑ ως γνήσια κοινοπραξία χαρακτηρίζεται εκείνη της παρ. 1 του άρθρ. 293 Ν 4072/2012. Όμως όπως προκύπτει από την Αιτ.Έκθ. επί του άρθρ. 293 Ν 4072/2012, η παρ. 1 δεν αφορά τις «γνήσιες» κοινοπραξίες, αλλά γενικά τις κοινοπραξίες. Η «γνήσια» κοινοπραξία ρυθμίζεται στην παρ. 2 ως εταιρία με αντικείμενο το συντονισμό της δράσης των μελών της χωρίς η ίδια να ασκεί δραστηριότητα (έτσι ρητά η Αιτ.Έκθ. επί του άρθρ. 293 Ν 4072/2012). Η καταχώριση στο ΓΕΜΗ που προβλέπεται στην παρ. 1 δεν μπορεί παρά να αφορά την ασκούσα εμπορική δραστηριότητα «μη γνήσια» κοινοπραξία της παρ. 3 και όχι την μη ασκούσα εξωτερική δράση «γνήσια» κοινοπραξία της παρ. 2 του άρθρ. 293 Ν 4072/2012.
Εν κατακλείδι: Η νομοθέτηση είναι κάτι πολύ σοβαρό για να αφήνεται στα χέρια αδαών.
* Ο κ. Γιώργος Σωτηρόπουλος είναι Καθηγητής του Εμπορικού Δικαίου της Νομικής Σχολής Αθηνών και Δικηγόρος.