Το ΔΕΕ και η ΑΠΔΠΧ με σχετικώς πρόσφατες αποφάσεις τους επιβεβαίωσαν ότι το δικαίωμα στη λήθη είναι μια πρόκληση διαρκείας, ιδίως αν αναλογιστούμε ότι τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης εξελίσσονται με ταχύτητα φωτός και δεν «ξεχνούν».
Το δικαίωμα στη λήθη διαμορφώθηκε δυνάμει της από 13.05.2014 απόφασης του ΔΕΕ στην υπόθεση C-131/12 (απόφαση Costeja), και προσδιορίστηκε περαιτέρω στις Κατευθυντήριες Οδηγίες της Ομάδας Εργασίας του Άρθρου 29, ως το δικαίωμα ενός προσώπου να παύσει η σχετική με αυτό πληροφορία να συνδέεται με το ονοματεπώνυμό του μέσω του καταλόγου αποτελεσμάτων αναζήτησης στη μηχανή αναζήτησης που προκύπτει κατόπιν αναζήτησης του ονοματεπωνύμου του, εφόσον πλέον η πληροφορία «είναι ακατάλληλη, δεν είναι ή έχει πάψει να είναι συναφής με το οικείο ζήτημα ή είναι υπερβολική σε σχέση με τους ως άνω σκοπούς ή με τον χρόνο που έχει παρέλθει». Συμπεριλήφθηκε στον Γενικό Κανονισμό για την Προστασία Δεδομένων (ΓΚΠΔ) ως δικαίωμα διαγραφής (άρθρο 17), από το οποίο προβλέπονται εξαιρέσεις που συνεπάγονται ότι δεν είναι απόλυτο, αλλά ότι πρέπει να σταθμίζεται με άλλα θεμελιώδη δικαιώματα, τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας [απόφαση ΔΕΕ της 24ης.09.2019 (C‑136/17) σκ. 57, ΔΕΕ της 8ης.12.2022 (C-460/20) σκ. 56].
Πεδίο εφαρμογής του δικαιώματος στη λήθη είναι το επιγραμμικό περιβάλλον των μηχανών αναζήτησης. Το παρόν άρθρο ασχολείται με δύο πρόσφατες αποφάσεις στο πλαίσιο αιτημάτων διαγραφής σε μηχανή αναζήτησης, την από 08.12.2022 απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση C‑460/20 (Α) και την απόφαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) 1/2023 (Β), και καταλήγει σε κάποιες σκέψεις σχετικά με τον ρόλο της ραγδαίως εξελισσόμενης τεχνητής νοημοσύνης (AI), που απασχολεί την επικαιρότητα ως φλέγον ζήτημα.
Α. Απόφαση ΔΕΕ 8ης Δεκεμβρίου 2022 στην υπόθεση C‑460/20, TU, RE κατά Google LLC
Αντιμέτωπο με αίτηση προδικαστικής απόφασης στο πλαίσιο δίκης, με αντικείμενο αίτημα διαγραφής δεδομένων από τη μηχανή αναζήτησης Google, το ΔΕΕ κλήθηκε να αποφανθεί αφενός επί της επιρροής ισχυρισμού του αιτούντος περί ανακρίβειας των ταξινομημένων από τη μηχανή αναζήτησης πληροφοριών, και αφετέρου επί αιτήματος αφαίρεσης φωτογραφιών που εμφανίζονται με μορφή μικρογραφιών (thumbnails).
Αναφορικά με το ζήτημα των ισχυρισμών περί ανακρίβειας, το Δικαστήριο επανέλαβε την αρχή, ότι η μηχανή αναζήτησης δεν είναι υπεύθυνη για την εμφάνιση προσωπικών δεδομένων σε ιστοσελίδα, παρά μόνο για την ταξινόμηση της ιστοσελίδας αυτής στον κατάλογο αποτελεσμάτων (σκ. 52). Ωστόσο, το ζήτημα της ακρίβειας των περιεχόμενων σε ταξινομημένη ιστοσελίδα πληροφοριών είναι κρίσιμο για την αξιολόγηση αιτήματος διαγραφής του συνδέσμου της συγκεκριμένης ιστοσελίδας από τον κατάλογο αποτελεσμάτων της μηχανής αναζήτησης (σκ. 64-65). Σε περίπτωση, όμως, που ο αιτών τη διαγραφή επικαλεστεί την ως άνω ανακρίβεια ως δικαιολογητική βάση, ο τελευταίος φέρει το βάρος αποδείξεως αυτής, προσκομίζοντας αποδεικτικά στοιχεία, ενώ η μηχανή αναζήτησης δεν οφείλει να διερευνήσει πραγματικά περιστατικά προς την κατεύθυνση της απόδειξης της ακρίβειας ή της ανακρίβειας· οφείλει μόνο, εάν η ανακρίβεια προκύπτει προδήλως από τα προσκομισθέντα στοιχεία, να διαγράψει τους σχετικούς συνδέσμους (σκ. 68, 71). Επομένως, στην περίπτωση κατά την οποία ο αιτών προσκομίζει κρίσιμα και επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ικανά να στηρίξουν την αίτησή του και να τεκμηριώσουν την πρόδηλη ανακρίβεια των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στο ταξινομημένο περιεχόμενο, η μηχανή αναζήτησης υποχρεούται να κάνει δεκτή την αίτηση διαγραφής συνδέσμων. Το ίδιο ισχύει όταν ο αιτών υποβάλλει δικαστική απόφαση εκδοθείσα κατά του εκδότη του ιστοτόπου, η οποία ερείδεται στη διαπίστωση ότι πληροφορίες οι οποίες περιλαμβάνονται στο ταξινομημένο περιεχόμενο είναι ανακριβείς (σκ. 72).
Αναφορικά με το αίτημα αφαίρεσης φωτογραφιών από τα αποτελέσματα αναζήτησης εικόνων, οι οποίες έχουν δημοσιευθεί ως συνοδεία άρθρου και εμφανίζονται στα εν λόγω αποτελέσματα ως μικρογραφίες, το ΔΕΕ εξέτασε αν κατά την αξιολόγηση τέτοιον αιτημάτων πρέπει να λαμβάνεται υπόψη μόνον η πληροφοριακή αξία που έχουν οι μικρογραφίες στο ουδέτερο πλαίσιο του καταλόγου αποτελεσμάτων, ή, επιπρόσθετα, το αρχικό πλαίσιο της δημοσίευσης των φωτογραφιών. Λαμβάνοντας υπόψη το άμεσο αποτέλεσμα της εικόνας ως στοιχείου ταυτοποίησης ενός προσώπου και τη βαρύτητα της επέμβασης στην ιδιωτική ζωή που φέρει η εμφάνιση της εικόνας προσώπου στο διαδίκτυο (σκ. 94-95), κατέληξε ότι πρέπει να αξιολογείται μεν η «πληροφοριακή αξία των εν λόγω φωτογραφιών ανεξαρτήτως του πλαισίου της δημοσίευσής τους στην ιστοσελίδα από την οποία προέρχονται, αλλά λαμβανομένου υπόψη κάθε στοιχείου κειμένου το οποίο συνοδεύει άμεσα την εμφάνιση των φωτογραφιών στα αποτελέσματα αναζήτησης και δύναται να αποσαφηνίσει την πληροφοριακή αξία των φωτογραφιών» (σκ. 108).
Β. Απόφαση ΑΠΔΠΧ 1/2023
Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων, αντιμέτωπη και αυτή με διαφορά που γεννήθηκε κατόπιν αιτήματος διαγραφής συνδέσμων από τη μηχανή αναζήτησης Google, κλήθηκε να αξιολογήσει κατά πόσο είναι διαγραπτέα αποτελέσματα αναζήτησης σχετικά με τον επαγγελματικό βίο αιτούντος. Μολονότι η απόφαση παραπέμπει το ζήτημα στην Ολομέλεια, το σκεπτικό της θίγει το θέμα της προστασίας δεδομένων νομικών προσώπων. Κατ’ αρχήν, ο ΓΚΠΔ δεν εφαρμόζεται σε νομικά πρόσωπα, η Αρχή ωστόσο στρέφει την προσοχή στις διατυπώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ομάδας Εργασίας του Άρθρου 29, σύμφωνα με τις οποίες «πληροφορίες σχετικά με μονοπρόσωπες εταιρίες είναι δυνατόν να συνιστούν προσωπικά δεδομένα όταν παρέχεται η δυνατότητα προσδιορισμού της ταυτότητας φυσικών προσώπων», και «ορισμένοι κανόνες προστασίας δεδομένων μπορεί σε μερικές περιπτώσεις να εφαρμοσθούν εμμέσως σε πληροφορίες που αναφέρονται σε επιχειρήσεις ή σε νομικά πρόσωπα, όπως σε περίπτωση που το όνομα του νομικού προσώπου προέρχεται από το όνομα φυσικού προσώπου» (σκ. 5-6).
Αντί επιλόγου
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα Digital Watch observatory της Geneva Internet Platform, η τεχνητή νοημοσύνη αναμένεται να αποτελέσει αρωγό για τη διαχείριση αιτημάτων διαγραφής βάσει δικαιώματος στη λήθη. Στον αντίποδα, οι δυνατότητες που παρουσιάζουν προς το παρόν αυτές οι τεχνολογίες αποδεικνύονται ανεπαρκείς στην αξιολόγηση περίπλοκων δεδομένων και, εντέλει, στη λήψη αποφάσεων για τη διαγραφή τους. Παράλληλα, παρατηρείται αδυναμία «λήθης» στα ίδια τα συστήματα ΑΙ, γνωστό και ως πρόβλημα από-μάθησης (unlearning), το οποίο απαιτεί περαιτέρω εξέλιξη των σχετικών συστημάτων, αλλά και ισχυροποίηση του κανονιστικού πλαισίου.
Μελετώντας την πρόσφατη νομολογία, συμπεραίνει κανείς ότι τα κριτήρια που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για την αξιολόγηση αιτημάτων διαγραφής δεδομένων από μηχανές αναζήτησης αποτελούν γενικές κατευθύνσεις που αποκτούν νόημα στην ad hoc εφαρμογή τους. Αναλογιζόμενοι τις διαπιστωμένες αδυναμίες της τεχνητής νοημοσύνης, τις εκπεφρασμένες ανησυχίες σχετικά, αλλά και της ψήφισης του Ευρωπαϊκού Κανονισμού για την τεχνητή νοημοσύνη (AI Αct), προκύπτουν προβληματισμοί για το αν το κανονιστικό πλαίσιο μπορεί να αναμετρηθεί με την ταχύτητα των τεχνολογικών εξελίξεων, μετριάζοντας αυτές τις αδυναμίες. Το γεγονός ότι η μνήμη στο επιγραμμικό περιβάλλον φαίνεται να είναι αέναη, θέτει επί τάπητος αν το δικαίωμα στη λήθη μπορεί στην ουσία ποτέ να πραγματωθεί.
* Η κ. Γεωργία Μπάμια είναι Δικηγόρος, Associate στη Lambadarios Law Firm.