Η απόφαση αφορά την αντιπαράθεση δύο δικηγόρων, οι οποίοι ενεργούσαν ως πληρεξούσιοι δικηγόροι των αντιμαχόμενων πελατών τους σε μια σειρά από δικαστικές διαμάχες που είχαν ως αφετηρία οικονομικές διαφορές. Η διαμάχη επεκτάθηκε και στους ίδιους τους δικηγόρους, προκαλώντας ένταση και δημιουργώντας περαιτέρω δικαστικές ενέργειες μεταξύ τους.
Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια της εκδίκασης μιας υπόθεσης, ο ενάγων δικηγόρος προσκόμισε έγγραφο δήλωσης περί προσωπικού κωλύματος, λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων εκτός Αθηνών, ζητώντας αναβολή ή διακοπή της δίκης. Το δικαστήριο διέκοψε τη συνεδρίασή του για μεταγενέστερη ημερομηνία.
Ο αντίδικος δικηγόρος αμφισβήτησε την αλήθεια της δήλωσης του ενάγοντος, υποστηρίζοντας ότι επικαλούταν ψευδώς την απουσία του λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων στο Πανεπιστήμιο Ιονίου, καθώς αποδείχθηκε ότι βρισκόταν στην Αθήνα κατά την ημερομηνία που ισχυριζόταν πως θα βρισκόταν στην Κέρκυρα. Ακολούθησε εξώδικη διαδικασία και αγωγή από τον εναγόμενο κατά του ενάγοντος για αποζημίωση λόγω αδικοπραξίας, με βάση την κατηγορία της παράβασης του Κώδικα Δεοντολογίας του Δικηγορικού Λειτουργήματος και την τέλεση απάτης.
Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο ενάγων δεν διέπραξε το αδίκημα της απάτης ούτε παρέβη τον Κώδικα Δεοντολογίας, καθώς οι καταθέσεις και οι δηλώσεις του αφορούσαν πραγματικά περιστατικά που είχαν λάβει χώρα και δεν ήταν εμπιστευτικές πληροφορίες που θα έπρεπε να κρατήσει μυστικές. Κατά συνέπεια, το αίτημα για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη ο ενάγων εξαιτίας της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς του εναγομένου έγινε δεκτό.
Δείτε την απόφαση στη Qualex: ΤρΕφΑθ 1435/2023