Υπέρ της αρχής του τάχθηκαν η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και η Ελληνική Λύση, από την άλλη ΚΚΕ και Νέα Αριστερά δήλωσαν ότι καταψηφίζουν, ενώ Σπαρτιάτες, ΝΙΚΗ και Πλεύση Ελευθερίας επιφυλάχθηκαν για την Ολομέλεια.
Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Γιώργος Φλωρίδης, υπογράμμισε, κλείνοντας τη συζήτηση, ότι «το νομοσχέδιο έρχεται να υλοποιήσει τις προγραμματικές δηλώσεις συνολικά της κυβέρνησης», ενώ διαβεβαίωσε ότι, «στην Ολομέλεια, πάρα πολλές αν όχι όλες οι νομοτεχνικές παρατηρήσεις που έχουν διατυπωθεί θα ενσωματωθούν στο σχέδιο νόμου για να γίνει πιο λειτουργικό και να διασφαλίζει σίγουρα περισσότερο το μεγάλο έργο, το οποίο αναλαμβάνουν οι δικηγόροι».
Ακόμα, χαρακτήρισε λογικές τις αιτιάσεις ότι υπάρχουν σοβαρά κενά στο χώρο των δικαστικών υπαλλήλων, διαβεβαιώνοντας ότι καταβάλλονται όλες οι προσπάθειες για να λυθούν τα προβλήματα με τις προσλήψεις που είναι δρομολογημένες.
«Την περασμένη εβδομάδα ολοκληρώθηκαν οι διορισμοί και θα προσέλθουν στις θέσεις τους άμεσα 311 δικαστικοί υπάλληλοι που αποφοίτησαν την πρώτη περίοδο της εκπαίδευσης τους στην Εθνική Σχολή Δικαστών. Αυτή τη στιγμή είναι μέσα στη σχολή 224 και τον ερχόμενο Μάϊο θα προκηρυχθούν άλλες 350 θέσεις. Παράλληλα αναμένεται ο διορισμός 150 πολιτικών υπαλλήλων που περιλαμβάνονται στο θεσμό της δικαστικής αστυνομίας, από τον διενεργηθέντα διαγωνισμό του ΑΣΕΠ το 2022, οι οποίοι θα υπηρετήσουν κανονικά στα δικαστήρια. Άρα, αν κανείς αθροίσει τους αριθμούς αυτούς θα δει ότι σε περίπου ένα με ενάμιση χρόνο οι προσλήψεις θα αγγίξουν τους 1150 ως 1200. Δεν είναι ότι λύνουμε το πρόβλημα, αλλά τουλάχιστον ανακουφίζεται κάπως η κατάσταση για να μπορούν και τα δικαστήρια να λειτουργήσουν πιο εύρυθμα», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Φλωρίδης.
Έμφαση έδωσε ο κ. Φλωρίδης στις οφειλές των δικηγόρων για νομική βοήθεια, επισημαίνοντας ότι «επιχειρούμε να δώσουμε μια λύση στις εκκρεμείς υποθέσεις που δυστυχώς χρονίζουν έτσι ώστε να πάμε σε εξόφληση για τις οφειλές μέχρι το τέλος του 2023».
Όπως είπε, την οριστική λύση του προβλήματος θα δώσει η ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα ενώ για το διάστημα μέχρι την ολοκλήρωση της «δίνεται η δυνατότητα σε υπαλλήλους του υπουργείου δικαιοσύνης να μπορούν να απασχοληθούν αν το επιθυμούν με ένα επιμίσθιο 500 ευρώ κάθε μήνα, έτσι ώστε να μπορούν οι υποθέσεις να εξυπηρετούνται γρήγορα».
Επικριτικός ήταν ο κ. Φλωρίδης για αναφορές ορισμένων που διαφωνούν με το νομοσχέδιο ότι υπάρχει έλλειψη εγγυήσεων και απαξίωση των δημοσίων εγγράφων, επειδή κάποιες πράξεις πλέον θα εκδίδονται από τους δικηγόρους, αντιτείνοντας ότι «αυτό δεν περιποιεί τιμή για το δικηγορικό σώμα».
Δείτε το νομοσχέδιο εδώ
«Οι δικηγόροι είναι έτοιμοι να ανταπεξέλθουν σε αυτό το βαρύ καθήκον που αναλαμβάνουν με αίσθημα ευθύνης. Δεν μπορούμε να ξεκινάμε εξ ορισμού λέγοντας ότι οι δικηγόροι είναι ύποπτοι ότι θα τελούν παράνομες πράξεις ή ότι δεν θα κάνουν τη δουλειά τους όπως πρέπει και όπως ορίζει ο νόμος. Όσοι υψώνουν αυτές τις αιτιάσεις θα πρέπει να τις ξανασκεφτούν», τόνισε ο κ. Φλωρίδης.
Από την πλευρά του, ο Υφυπουργός Δικαιοσύνης, Ιωάννης Μπούγας, τόνισε ότι «για να μην δημιουργείται καμία ανασφάλεια δικαίου στους πολίτες, το ίδιο το σχέδιο νόμου προβλέπει τη δυνατότητα ανακοπής, άρα παροχής δικαιώματος εννόμου προστασίας σε περίπτωση που οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον ή δικαίωμα να εναντιωθεί προς τις πράξεις τις οποίες εκδίδουν οι δικηγόροι».
Τι είπαν οι φορείς
Είχαν προηγηθεί αρμόδιοι εξωκοινοβουλευτικοί φορείς που είχαν κληθεί να εκφράσουν τις απόψεις τους, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων έκανε λόγο για ένα νομοσχέδιο με θετικό πρόσημο, ενώ ορισμένες παρατηρήσεις εκφράστηκαν από εκπροσώπους συμβολαιογράφων και δικαστικών υπαλλήλων.
Ειδικότερα:
Την ικανοποίηση του εξέφρασε ο Δημήτρης Βερβεσός, πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, τονίζοντας ότι « είναι ένα απόλυτα θετικό νομοσχέδιο που λύνει ένα πάγιο αίτημα τους αναβαθμίζοντας το κύρους του δικηγόρου».
«Δεν έχει ξαναγίνει ιστορικά, τόσο μεγάλη μεταφορά δικαστικής ύλης στη νομική κοινότητα», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Βερβεσός.
Όπως υπογράμμισε, «οι δικηγόροι είμαστε απόλυτα θετικοί για τρεις κυρίως λόγους:
- Πρόκειται για μια σημαντική θεσμική αναβάθμιση, των δικηγόρων, μετά από μια 10ετή δύσκολη οικονομική περίοδο.
- Η μεταφορά δικηγορικής ύλης είναι ένας σημαντικός τρόπος απόκτησης εισοδήματος κυρίως για τους νέους δικηγόρους.
- Θα βοηθήσει στην επιτάχυνση και αποσυμφόρηση της δικαιοσύνης.
Με τις απόψεις του κ. Βερβεσού, συντάχθηκε και η Ασημίνα Στρίμπα, πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Κατερίνης.
Για «νομοσχέδιο με θετικό πρόσημο» έκανε λόγο η Μαργαρίτα Στενιώτη, πρόεδρος Εφετών και πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, σημειώνοντας ότι «η μεταφορά ύλης στους δικηγόρους θα είναι η απαρχή απαλλαγής φόρτου εργασίας από τους δικαστικούς».
«Ήταν ένα πάγιο αίτημα και η υλοποίησή του αποδεικνύει την έκφραση εμπιστοσύνης στους συλλειτουργούς της δικαιοσύνης, οι οποίοι έχουν τα εχέγγυα της αμεροληψίας για την έκδοση πιστοποιητικών και είναι βέβαιο ότι θα βοηθήσει στην επιτάχυνση της δικαιοσύνης», επεσήμανε.
Παράλληλα, συντάχθηκε με το «δίκαιο αίτημα των δικαστικών υπαλλήλων να τους δοθεί το επίδομα ειδικών συνθηκών», ενώ χαρακτήρισε «πολύ θετική» τη διάταξη για τη νομική βοήθεια, επισημαίνοντας ότι «θα συμβάλει στην άμεση εκκαθάριση πληρωμής της αποζημίωσης των δικηγόρων».
Θετικός δήλωσε και ο Βασίλης Καραναστάσης, πρόεδρος Πρωτοδικών, Αναπληρωτής υπεύθυνος Οικονομικών της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, προτείνοντας παράλληλα ορισμένες βελτιωτικές αλλαγές ώστε να μην επιβαρυνθούν οι υπάλληλοι των ειρηνοδικείων.
Ο Βασίλης Αρτόπουλος, πρόεδρος του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Ναυπλίου, ανέφερε ότι κανείς δεν διαφωνεί με την μεταφορά ύλης στους δικηγόρους, ωστόσο πρέπει να προσεχθεί η εγκυρότητα των δημόσιων εγγράφων και η ασφάλεια των συναλλαγών.
Υποστήριξε επίσης ότι, επειδή θα χαθεί μεγάλο μέρος της δουλειάς των συμβολαιογράφων, πρέπει να δοθούν οικονομικά κίνητρα για να παραμείνουν οι δικαστικοί υπάλληλοι στις περιφέρειες και στις δυσπρόσιτες περιοχές.
Ο Ανδρέας Τερζίμπασης, πρόεδρος της Ένωσης Ασκούμενων και Νέων Δικηγόρων Αθήνας, που δήλωσε ότι εκπροσωπεί 8.500 νέους δικηγόρους, υπογράμμισε ότι «είναι επιτακτική ανάγκη η αύξηση ύλης στους δικηγόρους, ως αντιστάθμισμα της μείωσης του εισοδήματος τους και πρέπει να συμπεριληφθούν και οι ασκούμενοι δικηγόροι, οι οποίοι βρίσκονται σε ένα καθεστώς απασχόλησης παντελώς αρρύθμιστο, παραμένοντας ανασφάλιστοι».
Η Δήμητρα Τζιμούρτα, αναπληρώτρια γραμματέας της Ομοσπονδίας Δικαστικών Υπαλλήλων Ελλάδος, μίλησε για ένα νομοσχέδιο «με το οποίο επέρχονται θεμελιώδεις αλλαγές με τη νέα διαδικασία για την έκδοση κληρονομητηρίου», ζήτησε αποσαφηνίσεις, ενώ υποστήριξε ότι θα επιβαρυνθούν με περαιτέρω φόρτο εργασίας οι δικαστικοί υπάλληλοι και πρότεινε να τους δοθεί οικονομική βοήθεια.
Ο Χαράλαμπος Περβανάς, πρόεδρος του Συλλόγου Δανειοληπτών και Προστασίας των Καταναλωτών Βορείου Ελλάδος, σημείωσε ότι το νομοσχέδιο αν και δεν σχετίζεται άμεσα με τα θέματα που απασχολούν τον Σύλλογο, άρα δεν υπάρχει κανένας λόγος για να διαφωνήσει, ωστόσο είναι μια αφορμή για να αποσαφηνιστεί η «γκρίζα ζώνη» που υπάρχει στην αισχροκέρδεια των funds έναντι των δανειοληπτών.
Στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκε και η Ανθή Γιαννούλου, νομική σύμβουλος του Ινστιτούτου Καταναλωτή/Γενικής Ομοσπονδίας Καταναλωτών Ελλάδος, εκτιμώντας πάντως ότι, η περαιτέρω εμπλοκή των δικηγόρων καθιστά τη δικαιοσύνη πιο ακριβή».
Θετική στο νομοσχέδιο εμφανίστηκε η Καλλιόπη Χριστακάκου-Φωτιάδη, πρόεδρος της Ένωσης Αστικολόγων, εκφράζοντας παράλληλα ορισμένες παρατηρήσεις ως προς την αστική, ποινική ευθύνη των δικηγόρων, ενώ χαρακτήρισε «πολύ θετική και ρηξικέλευθη τη διάταξη που αφορά την έκδοση κοινού κληρονομητηρίου».
Την αντίθεσή της σε διατάξεις του νομοσχεδίου για τα κληρονομητήρια, εξέφρασε η Ευαγγελία Ποδηματά, πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Δικονομολόγων, υποστηρίζοντας ότι μέχρι σήμερα η έκδοση τους ανήκει στην δικαιοδοσία των δικαστηρίων και η εκούσια αφαίρεση της από τα δικαστήρια και η υπαγωγή της σε μη δικαστικούς, δεν είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα.
«Η αφαίρεση ύλης από την δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων πρέπει εκ νέου να εξεταστεί. Υπάρχει θέμα αντισυνταγματικότητας στην αξίωση του πολίτη να έχει όλα τα εχέγγυα της ορθοκρισίας», ανέφερε μεταξύ άλλων.
Οι απόψεις της κ. Ποδηματά περί αντισυνταγματικότητας της διάταξης, προκάλεσαν την έντονη αντίδραση του κ. Βερβεσού, που έκανε λόγο για «νομικό ρατσισμό κατά των δικηγόρων οι οποίοι έχουν όλα τα εχέγγυα ως συλλειτουργοί της δικαιοσύνης».