Υπέρ του θεσμού του προσωπικού ιατρού, που αφορά όλους τους πολίτες άνω των 16 ετών, τάχθηκε το Συμβούλιο της Επικρατείας, απορρίπτοντας αιτήσεις Ιατρικών Συλλόγων με τις οποίες ζητούσαν να ακυρωθούν σχετικές υπουργικές αποφάσεις.
Το Δ’ Τμήμα του ΣτΕ με Πρόεδρο την Αντιπρόεδρο Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου, με σειρά αποφάσεων του (392-395/2024), απέρριψε ως αβάσιμες όλες τις αιτήσεις ακύρωσης με το σκεπτικό ότι οι προσβαλλόμενες κοινές υπουργικές αποφάσεις δεν συνιστούν μη προβλεπόμενη από το νόμο υπεξουσιοδότηση, όπως αβασίμως υποστηρίζουν οι προσφεύγοντες Ιατρικοί Σύλλογοι, καθώς το περιεχόμενο των κοινών υπουργικών αποφάσεων ουσιαστικά είναι επανάληψη, συνιστώντας διευκρινίσεις του νόμου 4931/2022 («Γιατρός για Όλους»).
Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα, κάθε πολίτης που έχει συμπληρώσει το 16ο έτος της ηλικίας του, αλλά και ο ενήλικος πληθυσμός γενικότερα, εγγράφονται υποχρεωτικά σε προσωπικό ιατρό, ο οποίος είτε υπηρετεί σε δημόσια μονάδα πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας (Κέντρα Υγείας, Τοπικές Ομάδες Υγείας (ΤΟΜΥ), κ.ά.), είτε είναι ιδιώτης συμβεβλημένος με τον ΕΟΠΥΥ.
Η επιλογή του προσωπικού ιατρού είναι ελεύθερη, ενώ η διαδικασία εγγραφής γίνεται ηλεκτρονικά μέσω ειδικής πλατφόρμας είτε από τον ίδιο τον πολίτη, είτε από τον γιατρό και το προσωπικό δημόσιων δομών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.
Στο ΣτΕ είχαν προσφύγει το πανελλήνιο επαγγελματικό σωματείο Ένωση Ιατρών ΕΟΠΥΥ, ο «Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος» και 34 γιατροί, ζητώντας να ακυρωθούν όλες οι κοινές υπουργικές αποφάσεις του 2022 που αφορούσαν το θεσμό του προσωπικού ιατρού, όπως και τα κίνητρα εγγραφής των πολιτών σε προσωπικό ιατρό, ο καθορισμός εγγραφής πολιτών σε προσωπικό ιατρό μέσω ιδιωτικών φαρμακείων και ο καθορισμός της αμοιβής των τελευταίων.
Δείτε την απόφαση στη Qualex: ΣτΕ 392/2024 (7μ)
Δείτε τη σχετική Έκδοση: Το Δημόσιο Δίκαιο της Υγείας