fbpx

ΣτΕ: Πρόστιμο «μαμούθ» σε λογιστή που εξέδωσε πλαστά τιμολόγια αλλά υπαναχώρησε – Στην επταμελή σύνθεση η υπόθεση

Δεν πρέπει να επιβληθεί το προβλεπόμενο πρόστιμο όταν ο υπαίτιος έκδοσης εικονικών φορολογικών στοιχείων, έγκαιρα και αυθόρμητα, ομολογεί προ του φορολογικού ελέγχου την παραβατική του συμπεριφορά, σύμφωνα με την πενταμελή σύνθεση του Συμβουλίου Επικρατείας

Χρόνος ανάγνωσης 3 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 3 λεπτά

Δείτε επίσης

Συνάδει με την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας η επιβολή ενός υπέρογκου προστίμου, για την ακρίβεια συνολικού ύψους 424.839,82 ευρώ, σε βάρος λογιστή που εξέδωσε πλαστά τιμολόγια για να λάβει έκπτωση επιστροφής ΦΠΑ και ειδικού φόρου κατανάλωσης, τελικώς όμως εκείνος για λόγους «ηθικής συνείδησης» υπαναχώρησε;

Σε αυτό το ερώτημα κλήθηκε να απαντήσει πρόσφατα το Συμβούλιο Επικρατείας, το οποίο, ωστόσο, έκρινε ότι στο βαθμό που το εν λόγω ζήτημα δεν έχει απασχολήσει τη νομολογία του Δικαστηρίου, παρέπεμψε την υπόθεση λόγω σπουδαιότητας στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος (ΣτΕ 249/2024)

Ιστορικό

Λογιστής, κατά τη διαχειριστική περίοδο του έτους 2001, συνέταξε είκοσι πέντε τιμολόγια πωλήσεως-δελτία αποστολής συνολικής αξίας 212.419,11 ευρώ. Ως εκδότες και λήπτες των εν λόγω τιμολογίων δήλωσε, εν αγνοία τους, τρίτα εμπλεκόμενα πρόσωπα. Ο ίδιος, κατά την επόμενη διαχειριστική περίοδο, κατέθεσε τα συγκεκριμένα φορολογικά στοιχεία στην αρμόδια ΔΟΥ, με αποτέλεσμα να λάβει έκπτωση επιστροφής ΦΠΑ και ειδικού φόρου κατανάλωσης συνολικού ποσού 24.851,94 ευρώ.

Εν συνεχεία, κατόπιν ελέγχου που διενεργήθηκε από το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος της Κεντρικής Μακεδονίας, κατέθεσε υπεύθυνη δήλωση αναφέροντας ότι τα τιμολόγια πώλησης-δελτία αποστολής ουδεμία σχέση είχαν με τους φερόμενους εκδότες και λήπτες, οι δε συναλλαγές ουδέποτε πραγματοποιήθηκαν, αλλά είναι γραμμένα και κατασκευασμένα από τον ίδιο εν αγνοία των εμπλεκόμενων προσώπων, με σκοπό την επιστροφή του αναλογούντος ΦΠΑ και ειδικού φόρου κατανάλωσης.

Τελικώς, ο έλεγχος είχε ως αποτέλεσμα να καταλογιστούν σε βάρος του λογιστή παραβάσεις έκδοσης πλαστών και εικονικών φορολογικών στοιχείων, κατά τη χρήση 2001, σε είκοσι πέντε περιπτώσεις. Έτσι, εκδόθηκε πράξη επιβολής προστίμου από τον Προϊστάμενο της οικείας ΔΟΥ, με την οποία επιβλήθηκε πρόστιμο συνολικού ύψους 424.839,82 ευρώ, κατ’ επίκληση του άρθρου 5 του Ν 2523/1997.

Η προσφυγή που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Βέροιας απορρίφθηκε καθότι κρίθηκε ότι, το δικαίωμα του Ελληνικού Δημοσίου δεν είχε παραγραφεί και ότι προς επιβολή των κυρώσεων λόγω έκδοσης πλαστών και εικονικών στοιχείων αρκεί η στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής υπόστασης της παράβασης ανεξάρτητα από το αν επήλθε ή όχι ζημία σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου. Ο λογιστής, εν συνεχεία, άσκησε έφεση, η οποία ομοίως απορρίφθηκε με το σκεπτικό ότι η θέσπιση με τις διατάξεις του Ν 2523/1997 συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού των προστίμων σε περιπτώσεις έκδοσης πλαστών και εικονικών φορολογικών στοιχείων εξασφαλίζει την ανάγκη διαφάνειας και τη σαφήνεια των κυρώσεων που επιβάλλονται σε βάρος των παραβατών, και δεν θεσπίζει μέτρο προδήλως ακατάλληλο και απρόσφορο ούτε υπερακοντίζει το δημόσιο σκοπό της αποφυγής της διαφθοράς των φορολογικών οργάνων, στον οποίο κυρίως αποβλέπει. Μάλιστα, οι ισχυρισμοί του λογιστή, ότι δηλαδή η όλη διαδικασία ελέγχου κινήθηκε ύστερα από δικές του ενέργειες από λόγους ηθικής συνείδησης, καθώς και ότι το παρανόμως εισπραχθέν ποσό επιστράφηκε πριν από την έκδοση της πράξης, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα το Δημόσιο να μην υποστεί ζημία, δεν είχαν ιδιαίτερη «τύχη» και απορρίφθηκαν.

Εν αναμονή της απόφασης της επταμελούς σύνθεσης του ΣτΕ

Η υπόθεση ήχθη ενώπιον του Συμβουλίου Επικρατείας το οποίο σημείωσε, ακολουθώντας πάγια νομολογία, ότι η έκδοση πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων και η επιβολή χρηματικής κύρωσης στο διπλάσιο της αξίας κάθε στοιχείου (άρθρο 5 παρ. 10, περ. β’ του Ν 2523/1997), δεν αντίκειται στην συνταγματική αρχή της αναλογικότητας. Ωστόσο, το Ανώτατο Ακυρωτικό έκρινε ότι, η εν λόγω διάταξη δεν επισύρει την προβλεπόμενη κύρωση σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο υπαίτιος έκδοσης εικονικών φορολογικών στοιχείων έγκαιρα και αυθόρμητα, δηλαδή πριν από οιονδήποτε φορολογικό έλεγχο, επισημαίνει ο ίδιος στην φορολογική Αρχή τα εικονικά φορολογικά στοιχεία αναλαμβάνοντας την ευθύνη της έκδοσής τους και ομολογώντας την παραβατική του συμπεριφορά, εκτός αν η ζημία που υφίσταται το Δημόσιο είναι τέτοια που δεν μπορεί πλέον να αποκατασταθεί.

Έτσι, λοιπόν, καθότι το εν λόγω ζήτημα δεν απαντάται στη νομολογία του Δικαστηρίου, το Συμβούλιο Επικρατείας, έκανε δεκτό τον ισχυρισμό του λογιστή, παραπέμποντας όμως την υπόθεση λόγω σπουδαιότητας στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος.

Την (παραπεμπτική) απόφαση εξέδωσε το Β’ Τμήμα του Συμβουλίου Επικρατείας με προεδρεύοντα τον Αντιπρόεδρο του Δικαστηρίου Σπύρο Μαρκάτη και με εισηγητή τον Παναγιώτη Τσούκα.

Δείτε την απόφαση στη Qualex: ΣτΕ 249/2024

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -