fbpx

ΣτΕ: «Φρένο» στην πειθαρχική ποινή δικηγόρου – Υπήρξαν στοιχειώδεις διαδικαστικές παραλείψεις

Εκτοπίστηκαν κρίσιμα στάδια της πειθαρχικής διαδικασίας που προηγούνται της εισαγωγής της υπόθεσης ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου, όπως τα στάδια της ανακριτικής προδικασίας, της σύνταξης κατηγορητηρίου και της απολογίας του πειθαρχικώς διωκόμενου

Χρόνος ανάγνωσης 2 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 2 λεπτά

Δείτε επίσης

Δεκτή έγινε από το Συμβούλιο της Επικρατείας αίτηση ακύρωσης δικηγόρου, στον οποίο είχε επιβληθεί από το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο Δικηγόρων η ποινή της προσωρινής παύσης για έναν μήνα. Όπως αποδείχθηκε, υπήρξαν σοβαρές διαδικαστικές πλημμέλειες σε κρίσιμα στάδια της πειθαρχικής διαδικασίας, κατά παράβαση του Κώδικα Δικηγόρων. Για τον λόγο αυτό, το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της χώρας ανέπεμψε την υπόθεση στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, προκειμένου τα πειθαρχικά παραπτώματα που του αποδόθηκαν να αξιολογηθούν με την τήρηση όλων των διαδικαστικών εγγυήσεων (ΣτΕ 207/2024).

Σύντομο ιστορικό

Ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, κατόπιν αναφοράς που έλαβε, διαπίστωσε ενέργειες οι οποίες εγείρουν αρνητικά σχόλια σε βάρος του Δικηγορικού Σώματος καθώς και μια σειρά παραπτωμάτων, γεγονός που τον οδήγησε στην άσκηση πειθαρχικής δίωξης σε βάρος δικηγόρου, «διότι προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις τελέσεως πειθαρχικού παραπτώματος».

Αφού ασκήθηκε πειθαρχική δίωξη και ορίστηκε εισηγητής, η υπόθεση εισήχθη απευθείας ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου για να συζητηθεί και να εκδοθεί απόφαση. Με το πέρας της αποδεικτικής διαδικασίας ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου, αποφασίστηκε η σύνταξη κατηγορητηρίου σε βάρος του αιτούντος.

Περαιτέρω, μετά τη σύνταξη του κατηγορητηρίου από τον εισηγητή της υπόθεσης και την απολογία του αιτούντος, το Πειθαρχικό Συμβούλιο, αφού θεώρησε ότι «ολοκληρώθηκε η προδικασία», έκρινε ότι ο αιτών υπέπεσε στο πειθαρχικό παράπτωμα που του αποδόθηκε, με αποτέλεσμα να του επιβληθεί η ποινή της προσωρινής παύσης για τρεις μήνες. Κατόπιν, όμως, έφεσης, η οποία έγινε δεκτή, επιβλήθηκε τελικώς στον αιτούντα η ποινή της προσωρινής παύσης για έναν μήνα. Ο ίδιος, όμως, δεν σταμάτησε εκεί, ασκώντας αίτηση ακύρωσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ισχυριζόμενος -μεταξύ άλλων- ότι δεν τηρήθηκε η προβλεπόμενη διαδικασία του άρθρου 154 του Κώδικα Δικηγόρων, δεδομένου ότι κατά την ακροαματική διαδικασία εξετάσθηκαν μάρτυρες, χωρίς προηγουμένως να έχει συνταχθεί κατηγορητήριο, χωρίς να έχει λάβει γνώση των στοιχείων του φακέλου και χωρίς να έχει απολογηθεί.

Η κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας

Το Συμβούλιο της Επικρατείας διαπίστωσε, πράγματι, ότι παραλείφθηκαν κρίσιμα στάδια της πειθαρχικής διαδικασίας που προηγούνται της εισαγωγής της υπόθεσης ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου, όπως τα στάδια της ανακριτικής προδικασίας, της σύνταξης κατηγορητηρίου και της απολογίας του πειθαρχικώς διωκόμενου. Μια τέτοια παράλειψη, σύμφωνα με το ΣτΕ, δεν μπορούσε να αναπληρωθεί από τη διεξαγωγή αποδείξεων ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου και τη σύνταξη κατηγορητηρίου από τον εισηγητή της υπόθεσης έπειτα από απόφαση του εν λόγω Συμβουλίου, δεδομένου, άλλωστε, ότι δυνατότητα για την έκδοση τέτοιας απόφασης υπάρχει μόνον σε περίπτωση διαφωνίας του Πειθαρχικού Συμβουλίου με τον εισηγητή της υπόθεσης, για το εάν θα πρέπει να υπάρξει κατηγορία.

Επομένως, εξαιτίας των παραπάνω διαδικαστικών πλημμελειών, η αίτηση ακύρωσης έγινε δεκτή μπλοκάροντας την απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου. Το ΣτΕ, τελικώς, ανέπεμψε την υπόθεση στο Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο Δικηγόρων προκειμένου να κριθεί εκ νέου η υπόθεση του αιτούντος δικηγόρου.


Δείτε την απόφαση στη Qualex: ΣτΕ 207/2024

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -