Οι νομοθετικές κινήσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης αλλά και οι πυκνές εξελίξεις των τελευταίων ημερών στον οικείο χώρο σηκώνουν, αναμφίβολα, συζήτηση. Μία τέτοια ενδιαφέρουσα και περιεκτική συζήτηση πραγματοποιήθηκε από τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Δικαιοσύνης Πάνο Αλεξανδρή και τη Δημοσιογράφο Ελευθερία Κόλλια στο 2ο Συνέδριο του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, υπό τον τίτλο «Το κράτος δικαίου ως πυλώνα ανάπτυξης και ευημερίας», στις 26 Ιουνίου, στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρεταννία.
Αρχικώς, ο κ. Αλεξανδρής, κληθείς να σχολιάσει την πρόσφατη επικαιρότητα σχετικά με την κατεπείγουσα προκαταρκτική πειθαρχική έρευνα για τις ενδεχόμενες ευθύνες δικαστικού και εισαγγελικού λειτουργού στην υπόθεση του Απόστολου Λύτρα, απάντησε ότι το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας, ακολουθώντας το Σύνταγμα και τον Κώδικα του Οργανισμού των Δικαστηρίων, έχει τη δυνατότητα να εκκινήσει τη διαδικασία έρευνας, εφόσον κρίνει ότι κάποιος δικαστικός λειτουργός υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας. Πρόκειται για ένα συνταγματικά κατοχυρωμένο προνόμιο του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας, τονίζοντας ότι τα πρόσωπα – στο πλαίσιο του θεσμικού τους ρόλου – είναι κρίσιμο να ασκούν κατά τρόπο ορθό τα θεσμικά τους καθήκοντα, έργο για το οποίο άλλωστε κρίνονται.
Βέβαια, χωρίς να αποφύγει τον σχολιασμό των γεγονότων της πρόσφατης επικαιρότητας, επεσήμανε ότι στην Ελλάδα, παρά την έντονη και κακώς εννοούμενη διάθεση ορισμένων, δεν υπάρχουν λαϊκά δικαστήρια. Τα δικαστήρια είναι συνταγματικά, ακολουθούν τους τύπους και το δίκαιο των αποδείξεων, τα δε πρόσωπα δικάζονται κατά τις αποδείξεις και όχι κατά τα κελεύσματα των τηλεδικών, όπως εξήγησε. Προς την ίδια κατεύθυνση, ο κ. Αλεξανδρής ανέφερε ότι υπάρχει σύγχυση που ενώ είναι δικαιολογημένη, ως έναν βαθμό, για τους πολίτες, ταυτοχρόνως είναι αδικαιολόγητη για τους συλλειτουργούς της Δικαιοσύνης. Η Δικαιοσύνη δεν διοικείται από την Πολιτεία, όπως με έμφαση υποστήριξε, ξεκαθαρίζοντας ότι το Υπουργείο βοηθά τους δικαστές στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. Από εκεί και πέρα, όπως τόνισε, οι τελευταίοι αναλαμβάνουν τα ηνία και ασκούν το δικαιοδοτικό τους έργο με ανεξαρτησία και ακεραιότητα.
«Στην Ελλάδα δεν έχουμε λαϊκά δικαστήρια, αντιθέτως έχουμε δικαστήρια τα οποία δικάζουν κατά το δίκαιο των αποδείξεων»
Σε ερώτημα της κ. Κόλλια για τους ποινικούς κώδικες και τις νέες διατάξεις για την ενδοοικογενειακή βία, ανέφερε ότι σύντομα αναμένονται τα αποτελέσματα της νομοθετικής πρωτοβουλίας προκειμένου να γίνει μια ουσιαστική αποτίμηση. «Απαιτείται χρόνος πάντοτε στη Δικαιοσύνη για να απορροφηθούν οι αλλαγές», όπως επί λέξει σημείωσε, επισημαίνοντας επιπλέον ότι πρέπει να εξεταστεί σε βάθος διετίας πώς το σύστημα αξιοποιεί τα νέα ταλέντα και ενισχύει τις φιλοδοξίες των προσώπων που θέλουν να προχωρήσουν και να εξελιχθούν.
Σχετικά με τον νέο δικαστικό χάρτη ο οποίος αποτελεί και τη βάση του μεταρρυθμιστικού έργου της κυβέρνησης στον χώρο της Δικαιοσύνης, ο Γενικός Γραμματέας σημείωσε ότι, καταρχήν, θα επιβαρυνθούν όλες οι διοικήσεις των δικαστηρίων, δεδομένου ότι πλέον θα πρέπει να γίνει η ανάθεση αρμοδιοτήτων στους τέως Ειρηνοδίκες (νυν Πρωτοδίκες). Πρόκειται, όπως παρατήρησε, για ένα δύσκολο διοικητικό έργο, το οποίο αυτή τη στιγμή πέφτει στους ώμους των Προϊσταμένων των διοικήσεων των δικαστηρίων σε όλη την Ελλάδα, στις δε περιπτώσεις της Αθήνας και του Πειραιά που έχουν περίπου το 55% της ύλης, θα υπάρξει μια μικρή καθυστέρηση στην εφαρμογή, ώστε να εναρμονιστούν τόσο οι ψηφιακές εφαρμογές όσο και η εξεύρεση των αναγκαίων πόρων. Εξέφρασε, όμως, την πεποίθηση ότι το εγχείρημα του νέου δικαστικού χάρτη θα αγκαλιαστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, καθώς υπάρχουν αρκετοί φιλόδοξοι ειρηνοδίκες σε όλη την χώρα.
Ο κ. Αλεξανδρής ολοκλήρωσε τη συζήτησή του με την Ελευθερία Κόλλια κάνοντας μία ιστορική αναφορά στον Νικόλα Δημητρακόπουλο, εμπνευσμένο Υπουργό Δικαιοσύνης την εποχή του Ελευθερίου Βενιζέλου ο οποίος, ήδη από το 1910, σε ομιλία του στη Βουλή των Ελλήνων είχε υπογραμμίσει ότι η οικονομική ανάπτυξη συναρτάται με την ταχύτητα της Δικαιοσύνης. Σήμερα, όλοι μας, με όποιον τρόπο και αν υπηρετούμε τη Δικαιοσύνη, καλούμαστε να σκεφτούμε όπως είχε σκεφτεί τότε ο Δημητρακόπουλος, παρατήρησε.