Στην υπόθεση αυτή, το ΣτΕ υπό επταμελή σύνθεση εξέτασε το ζήτημα της συνταγματικότητας νομοθετικής πρόβλεψης περί δυνατότητας αναδρομικής κύρωσης πράξεων εφαρμογής που έχουν κυρωθεί από αναρμόδια όργανα. Σύμφωνα με την επίμαχη νομοθετική ρύθμιση, πράξεις εφαρμογής που κυρώθηκαν από αναρμόδια όργανα μπορούν να κυρωθούν αναδρομικά με αποφάσεις των αρμοδίων Περιφερειαρχών, υπό την προϋπόθεση ότι κυρώνονται ως είχαν κατά τον χρόνο κυρώσεώς τους από τα αναρμόδια όργανα. Σύμφωνα με την κρίση του Δικαστηρίου, η επανακύρωση θεραπεύει μόνο την πλημμέλεια της αναρμοδιότητας, χωρίς να απαιτείται επανάληψη της διαδικασίας σύνταξης και κύρωσης της πράξης εφαρμογής, εφόσον, αφενός διαπιστωθεί ότι η αρχική διαδικασία τηρήθηκε σωστά και δεν υπήρξαν δικαστικές πλημμέλειες και αφετέρου δεν υπάρχουν νέα νομικά ή πραγματικά δεδομένα που να απαιτούν την εκ νέου εξέταση της πράξης. Υπό τις ανωτέρω προϋποθέσεις, η πρόσδοση αναδρομικής ισχύος στην επανακύρωση της πράξης εφαρμογής δεν προσκρούει στο Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ, ακόμα και στην περίπτωση που η αρχική πράξη εφαρμογής είχε ακυρωθεί δικαστικώς για τον λόγο της αναρμοδιότητας. Στην εξεταζόμενη περίπτωση, κρίθηκε νόμιμη η αναδρομική κύρωση πράξης εφαρμογής βάσει της οποίας επιβλήθηκε εισφορά σε γη και χρήμα σε βάρος ακινήτου της ΔΕΗ. Σύμφωνα με την κρίση του Δικαστηρίου, οι χώροι που προορίζονται για την ανέγερση κτιρίων γραφείων της ΔΕΗ δεν αποτελούν κοινωφελείς χώρους και δεν απαλλάσσονται από την επιβολή της εισφοράς.
Δείτε την απόφαση στην Qualex: ΣτΕ 295/2024