Κάθε γενιά αναζητάει βιώματα που κατά κάποιο τρόπο την υπερβαίνουν. Η γενιά Ζ, γεννημένη στα μέσα της δεκαετίας του ’90 μέχρι τις αρχές του 2010, έχει αρκετούς λόγους να υποστηρίζει ότι ήδη από νωρίς βρίσκεται αντιμέτωπη με στιγμές και καταστάσεις που δοκιμάζουν την ωριμότητα, την ανθεκτικότητα, τα ανακλαστικά της. Η δική της σταθερά είναι η αστάθεια και οι απρόβλεπτες εξελίξεις. Κορυφαία περίπτωση εκείνη της πανδημίας. Σίγουρα, όμως, όχι μόνο αυτή σ’ ένα περιβάλλον πολυκρίσεων, όπως έχει συνηθίσει να λέγεται.
Στον απόηχο του πρόσφατου Συνεδρίου που διοργάνωσε το Φόρουμ των Δελφών σε συνεργασία με το WeFor, ΜΚΟ που εδρεύει στην Αθήνα, συναντηθήκαμε με τον Βασίλη Κουτσούμπα, συνιδρυτή της οργάνωσης που ασχολείται με τις προκλήσεις της γενιάς Ζ και απόφοιτο δημόσιας πολιτικής στο Georgetown University, προκειμένου να μιλήσουμε μαζί του για αρκετά από εκείνα τα ζητήματα που η νέα αυτή γενιά αναδεικνύει με έμφαση στον δημόσιο διάλογο, φιλοδοξώντας να πείσει και άλλους σε αυτή την προσπάθεια για τη σημασία τους.
– Από το πρόσφατο συνέδριο που ήταν αφιερωμένο στη γενιά Ζ, τι είναι αυτό που κρατάς;
Τον κόσμο, τις συζητήσεις, τις αγωνίες που εκφράστηκαν, τα πηγαδάκια που διακριτικά άκουσα και παρατήρησα. Ένα πολύ ζεστό πρωινό του Ιουνίου και για μια ολόκληρη ημέρα, πάνω από 300 άτομα συμμετείχαν στην Τεχνόπολη τόσο για να μιλήσουν όσο και να ακούσουν κάποιες από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της γενιάς μας. Και συνειδητοποίησα ότι κακώς γίνεται λόγος για μια γενιά που δυσφορεί στο άκουσμα της πολιτικής, αντιθέτως έχουμε να κάνουμε με μια γενιά που βρίσκεται σε αναζήτηση. Αναζήτηση τόσο του τρόπου έκφρασης των δικών της ανησυχιών και ελπίδων με όρους που ανταποκρίνονται στις δικές τους προσδοκίες όσο και των ανθρώπων που θα καταφέρουν να τις εκφράσουν.
Ειλικρινά πιστεύω πως στις 29 Ιουνίου ξεκινήσαμε μια δημόσια συζήτηση που θα προβληματίσει και μπορεί να ξεκινήσει ένα ντόμινο συζητήσεων για τις πολιτικές προτεραιότητες αυτής της γενιάς, τους όρους υπό τις οποίες αυτές θα εκφραστούν αλλά και τα πρόσωπα που θα τις εκφράσουν. Και για πρώτη φορά, έχουμε την ευκαιρία και την ευθύνη να συνδιαμορφώσουμε αυτή τη συζήτηση.
– Κάπως αφοριστικά, η γενιά για την οποία μιλάμε γεννήθηκε την εποχή των παχέων αγελάδων και ανακαλύπτει τον κόσμο υπό συνθήκες αλλεπάλληλων κρίσεων (permacrisis). Τι είδους στοιχεία, άραγε, συνθέτουν το DNA της;
Ναι. Ενδιαφέρουσα η αντίθεση. Η αλήθεια είναι ότι βιώσαμε αυτή την πρόσκαιρη ευημερία σε πολύ νεαρή ηλικία. Έχουμε κάποιες μνήμες – κάπως θολές και απροσδιόριστες. Θα έλεγα πως θυμίζουν τις παιδικές μας καλοκαιρινές αναμνήσεις. Είναι εκεί, στο πίσω μέρος του μυαλού μας και όποτε ανατρέχουμε σε αυτές νιώθουμε μια οικειότητα και ζεστασιά. Η ουσία, ωστόσο, τελειώνει εκεί και αυτό διότι αν προσπαθήσεις να τις περιγράψεις λεπτομερώς, υπάρχει ένα κενό, μια δημιουργική ασάφεια.
Η αίσθηση ευθύνης και αυτοπραγμάτωσής μας ωρίμαζε όσο ωρίμαζε και η χώρα μέσα από κρίσεις οικονομικές, κοινωνικές, θεσμικές και υγειονομικές
Οι κρίσεις, όμως, δεν πρέπει να μας τρομάζουν. Αν το σκεφθεί κανείς, κληθήκαμε – και διαρκώς καλούμαστε – να λάβουμε τις πιο σημαντικές αποφάσεις για τη μέχρι τώρα ζωή μας σε περιόδους κρίσεων. Είσοδος στο πανεπιστήμιο σε μια περίοδο έντονης πολιτικής αστάθειας, αποφοίτηση και πρώτα επαγγελματικά βήματα μέσα στην πανδημία. Και όλα αυτά μέσα σε μια αέναη προσπάθεια να διεκδικήσουμε τη δική μας θέση στην αγορά εργασίας, στη δημόσια συζήτηση σε καιρούς που δοκιμάζουν την Ευρώπη και τον κόσμο.
Η αίσθηση ευθύνης και αυτοπραγμάτωσής μας ωρίμαζε όσο ωρίμαζε και η χώρα μέσα από κρίσεις οικονομικές, κοινωνικές, θεσμικές και υγειονομικές. Οπότε θεωρώ ότι αυτό το κομμάτι αποτελεί και τη μεγαλύτερη επίδραση στο γενεαλογικό μας DNA. Βέβαια, πρέπει επίσης να πω ότι κάθε γενιά τείνει να έχει την εντύπωση ότι ενηλικιώνεται στις πιο κρίσιμες στιγμές για την ανθρωπότητα. Κάτι το οποίο προφανώς και δεν ισχύει. Αλλά πιστεύω ότι όλα τα παραπάνω έχουν χτίσει μια ανθεκτικότητα, η οποία θα μας φανεί πολύ χρήσιμη στον βαθμό που καλούμαστε να πάρουμε αποφάσεις οι οποίες σταδιακά θα επηρεάσουν (και) τις γενιές που θα ακολουθήσουν.
– Πρόκειται για μια γενιά στην οποία χρεώνουν αδιαφορία για τα κοινά και τις πολιτικές εξελίξεις. Οι πρόσφατες ευρωεκλογές και η απουσία των νέων από τις κάλπες τροφοδότησαν την σχετική άποψη. Έχουμε όντως να κάνουμε με μια γενιά που είναι απολιτίκ;
Πράγματι, η συχνότερη κατηγορία απέναντι στη γενιά μας εδράζεται στην πεποίθηση πως είναι απολιτίκ. Δεν το πιστεύω, όμως, για αρκετούς και βάσιμους λόγους. Είναι μια θέση ισοπεδωτική που αγνοεί ότι η κάθε γενιά έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες και πολιτικοποιείται με τους δικούς της όρους. Ας μιλήσουμε, όμως, πιο συγκεκριμένα. Υπάρχει αποχή; Ναι. Απογοήτευση για το υφιστάμενο πολιτικό προσωπικό; Σίγουρα. Από τις διαπιστώσεις, όμως, αυτές δεν μπορείς να καταλήξεις στο αβασάνιστο συμπέρασμα ότι βλέπουμε μπροστά μας μια γενιά απολιτίκ – αντιθέτως τολμώ να πω ότι μιλάμε για μια γενιά έντονα και βαθιά πολιτικοποιημένη. Με τον δικό της τρόπο και σε θέματα που την αφορούν. Αυτή όμως η πολιτικοποίηση, αυτό το αίσθημα επαναπροσδιορισμού των παραδοσιακών θεσμών μέσα από τους οποίους διαμορφώνεται η πολιτική, δεν έχει βρει διόδους έκφρασης. Είναι ξεκάθαρο ότι η γενιά μας είναι καχύποπτη απέναντι σε οτιδήποτε είναι institutionalized, που λέμε και στη Λιβαδειά. Και πιο συγκεκριμένα, πολιτικά κόμματα, μεγάλες εταιρείες και παραδοσιακά ΜΜΕ έχουν συνδεθεί στο συλλογικό μας υποσυνείδητο με τις παραπάνω κρίσεις. Και σε ένα βαθμό, έχουμε δίκιο να είμαστε εξοργισμένοι και να απαιτούμε περισσότερα από τους συγκεκριμένους θεσμούς και τους εκπροσώπους τους. Όπως κάποια στιγμή οι νεότερες γενιές θα απαιτούν και από εμάς.
Το κομβικό, όμως, είναι να μην φτάνουμε στον αφορισμό. Ας προσπαθήσουμε κάποια δυσάρεστα συναισθήματα, μεταξύ των οποίων η οργή και η απογοήτευση, να τα αξιοποιήσουμε μ’ έναν τρόπο δημιουργικό, μ’ έναν τρόπο αναζωογονητικό για τους εν λόγω θεσμούς, ώστε να μπορέσουν να εκφράσουν καλύτερα εμάς και τις μελλοντικές μας ανησυχίες. Πρέπει να κάνουμε και εμείς το κομμάτι μας. Δεν είναι αδιέξοδο, όπως φαντάζει μερικές φορές. Αλλά two-way street. Αμφίδρομο.
– Παρά τις πλούσιες γνώσεις και τα στιβαρά βιογραφικά, αρκετοί νέοι σήμερα πιστεύουν ότι οικονομικά θα περάσουν πιο δύσκολα από τους γονείς τους. Οι δεξιότητες της συγκεκριμένης γενιάς μπορούν να ανοίξουν τον δρόμο για καινοτομία, ώστε να περιοριστεί αυτή η πεποίθηση;
Δεν νομίζω ν’ αλλάξει αυτό. Είναι μια πραγματικότητα. Σε μια σειρά διαδοχικών γενεών όπου η κάθε μια ζούσε καλύτερα από την προηγούμενη, είμαστε η πρώτη της οποίας το βιοτικό επίπεδο δεν θα είναι καλύτερο από των γονιών της. Είναι μια αλήθεια με την οποία πρέπει να συμφιλιωθούμε αλλά και μια υπενθύμιση. Ο κόσμος δεν προχωράει γραμμικά και η πρόοδος δεν είναι δεδομένη.
Η πολιτική για εμάς είναι όλες εκείνες οι καθημερινές επιλογές που κάνουμε. Στη δουλειά μας, στη βόλτα μας, στην παρέα μας. Δεν είναι μόνο η υπό την στενή έννοια συμμετοχή σε πολιτικές διαδικασίες
Είμαστε, ωστόσο, μια ευλογημένη γενιά. Είχαμε ευκαιρίες και υποστηρικτικά περιβάλλοντα που συνέβαλαν καθοριστικά ώστε να αποκτήσουμε δεξιότητες. Στην παρούσα φάση είναι πολύ εύκολο – έως και ελκυστικό ενίοτε – να παραπονεθούμε επειδή δεν βρήκαμε τις «ιδανικές» συνθήκες για να τις αξιοποιήσουμε. Να παραπονεθούμε επειδή όσο υποστηρικτικό ήταν το προσωπικό μας περιβάλλον, άλλο τόσο εχθρικό ήταν αυτό που μας περίμενε εκεί έξω. Η πεποίθηση, όμως, ότι υπάρχουν ιδανικές συνθήκες είναι κάπως παραπλανητική και σίγουρα υπονομεύει τα κίνητρα και τις φιλοδοξίες των προσώπων που διακαώς τις αναζητούν. Αυτού του είδους οι ικανότητες αλλά και το ανθρώπινο δυναμικό που τις «ενσαρκώνει» μπορούν να συνεισφέρουν ακόμη περισσότερα σε περιόδους κρίσης. Φυσικά, αν το δούμε μονοδιάστατα και εγωιστικά, we got the short end of the stick.
Είμαστε εδώ που είμαστε όμως και αυτό δεν μπορούμε να το αρνηθούμε. Αλλά αν το εξετάσουμε με όρους δημιουργικούς και με το βλέμμα στο μέλλον, με όρους δηλαδή διαγενεακούς, αντιλαμβανόμενοι ότι η δική μας ιστορία είναι ένας ακόμη κρίκος σε μια μεγάλη αλυσίδα γενεών των οποίων το συνολικό καταπίστευμα είναι όλες οι διαδοχικές τους συνεισφορές, τότε αλλάζουμε τη συζήτηση. Δεν θα είμαστε πλέον η γενιά που ζει χειρότερα από την προηγούμενη, αλλά η γενιά που βελτίωσε τις συνθήκες για την επόμενη.
– Όπως προκύπτει από έρευνες, η γενιά Ζ δίνει έμφαση σε εργασιακές πτυχές που πριν κάποια χρόνια ίσως να μην είχαν ιδιαίτερη σημασία. Τα υψηλά πρότυπα εταιρικής κουλτούρας, το περιβαλλοντικό αποτύπωμα, η ευελιξία και η ισορροπία μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής είναι μόνο μερικά από αυτά. Εκτιμάς ότι οι νέες αυτές προτεραιότητες θα αλλάξουν το μοντέλο της απασχόλησης και στην Ελλάδα έτσι όπως σήμερα το γνωρίζουμε;
Τα παραπάνω αποτελούν ακόμη ένα δείγμα πολιτικοποίησης της γενιάς μας. Ο τρόπος με τον οποίο ερμηνεύουμε τον κόσμο περνάει στην εργασιακή μας κουλτούρα και στο εταιρικό περιβάλλον στο οποίο θέλουμε να βρισκόμαστε. Η πολιτική για εμάς – και για εμάς – είναι όλες εκείνες οι καθημερινές επιλογές που κάνουμε. Στη δουλειά μας, στη βόλτα μας, στην παρέα μας. Δεν είναι μόνο η υπό την στενή έννοια συμμετοχή σε πολιτικές διαδικασίες.
Θεωρώ ότι σταδιακά παρατηρούνται αλλαγές και στην Ελλάδα. Πολύ πιο αργά απ’ ότι στο εξωτερικό, φυσικά. Αλλά βλέπω άτομα της γενιάς μας να διαμορφώνουν τις καταναλωτικές τους συνήθειες, τις επαγγελματικές τους επιλογές και φυσικά τις πολιτικές που τους ενδιαφέρουν επί τη βάσει του αξιακού τους κώδικα. Φυσικά λέω σταδιακά διότι τα παραπάνω προϋποθέτουν τόσο μια ευχέρεια επιλογής, π.χ. ένταξη στο εργατικό δυναμικό μιας εταιρείας η οποία πληροί τις προϋποθέσεις που κάποιος έχει θέσει ως κατάλληλο μέρος εργασίας, αλλά και ένα ρυθμιστικό πλαίσιο που μπορεί να διασφαλίσει την τήρηση των εν λόγω προϋποθέσεων. Και δεν πρόκειται για παράλογες προϋποθέσεις. Η ισορροπία μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής δεν θα έπρεπε να αποτελεί μέρος της δημόσιας συζήτησης. Είναι δικαίωμα.
Δυστυχώς στην Ελλάδα δεν είμαστε ακόμη εκεί. Η μικρή αγορά εργασίας δεν προσφέρει εύκολα τις παραπάνω επιλογές και η αδυναμία επιβολής του απαραίτητου ρυθμιστικού πλαισίου προστασίας των εργαζομένων κάνει την κατάσταση ακόμη πιο περίπλοκη. Εντούτοις πιστεύω ότι, με τη σταδιακή απόκτηση θέσεων ευθύνης τόσο σε επιχειρήσεις όσο και στον χώρο της πολιτικής, η γενιά μας θα αλλάξει το status quo, ακριβώς επειδή έχει μάθει από πρώτο χέρι τόσο την καλή όσο και την κακή μεριά (κυρίως αυτήν!) της εργασιακής συνθήκης.
– Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποτελούν τη βασικότερη πηγή ενημέρωσης για αρκετούς νέους. Τα μέσα ενημέρωσης, από την άλλη, δεν βρίσκονται υψηλά στις προτιμήσεις τους, με αποτέλεσμα ενίοτε να πέφτουν θύματα παραπληροφόρησης. Δεν είναι παράδοξο αυτό για μία γενιά που αν μη τι άλλο μπορεί να κινηθεί στον ψηφιακό χώρο με άνεση;
Ίσως. Δεν ξέρω. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είμαστε μια γενιά υπερ-πληροφορημένη. Και αυτό οδηγεί στην παραπληροφόρηση. Τόσα καθημερινά ερεθίσματα, γρήγορα και εύκολα προσβάσιμα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αποδυναμώνονται τα φίλτρα μας. Εθιζόμαστε στη γρήγορη και εύκολη πληροφορία. Από την πρώτη μας περιήγηση στο Instagram μέχρι το πιο πρόσφατο βίντεο στο Tik Tok. Θέλουμε μια πληροφορία και την βρίσκουμε με μια γρήγορη έρευνα. Τόσο απλό.
Τα σχολεία αλλά και οι φορείς της κοινωνίας των πολιτών πρέπει να βρουν τρόπους για να ανανεώσουν το ενδιαφέρον των μαθητών τους με δράσεις και πρωτοβουλίες που δεν εξαντλούνται εντός των σχολικών τειχών
Σταδιακά, βέβαια, εκτιμώ πως κάτι τέτοιο αλλάζει. Πλέον αρκετοί είναι εκείνοι που αντιλαμβάνονται τους κινδύνους που ελλοχεύουν πίσω από την εύκολη και γρήγορη πληροφορία. Κοιτάμε νέα και ειδήσεις, ιδιαίτερα αυτές που τείνουν να επιβεβαιώνουν τις απόψεις μας, με μεγαλύτερη καχυποψία. Τα παραδοσιακά ΜΜΕ έμειναν πίσω όχι μόνο επειδή δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν στο γρήγορο και στο εύκολο, αλλά κυρίως επειδή η αξιοπιστία τους τέθηκε υπό διακινδύνευση, αν δεν τραυματίστηκε σοβαρά κάποιες φορές. Δεν θέλω να ακουστώ αφοριστικός, αλλά χρειαζόμαστε – και έχουμε – ικανούς και αξιοπρεπείς δημοσιογράφους. Ειδικά από τη γενιά μας, έχουν ξεχωρίσει άτομα, τηλεοπτικά και για την πένα τους, που στέκονται στο ύψος των περιστάσεων και συνδυάζουν την ανανέωση που αποζητούμε με την αξιοπιστία που διαχρονικά είναι αναγκαία.
– Σκέφτομαι τον σημερινό μαθητή γυμνασίου ο οποίος αισθάνεται πως το σχολείο αδυνατεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες του. Προς ποια κατεύθυνση πιστεύεις ότι πρέπει να κινηθεί το εκπαιδευτικό σύστημα ώστε να μην στεγάζει γενιές που αισθάνονται ξενιστές;
Μεγάλη συζήτηση. Ξέρεις, το σκέφτομαι αρκετά συχνά αυτό το θέμα. Πηγαίνω πίσω στα δικά μας χρόνια, στο 2ο Λύκειο Λιβαδειάς, και αναρωτιέμαι τι θα ήθελα τότε ως μαθητής αλλά και τι θα χρειαζόμουν τώρα. Θα μπορούσα να πω πολλά. Θα μείνω, ωστόσο, σε δύο θεματικές. Η πρώτη έχει σχέση με τα μαθήματα. Οικονομία, πολιτική παιδεία, τεχνολογία/καινοτομία. Είναι τρεις κατηγορίες που είναι ζωτικής σημασίας να ενσωματωθούν ως μαθήματα γενικής παιδείας από το Γυμνάσιο ως το Λύκειο. Δεν θα προσποιηθώ ότι γνωρίζω τη διάρθρωση που πρέπει να έχουν αυτά τα τρία μαθήματα. Αλλά σε αυτές τις τρεις θεματικές βρίσκεται το παζλ του σύγχρονου κόσμου. Και είναι 3 κατηγορίες στις οποίες υστερούμε.
Η δεύτερη θεματική έχει σχέση με το εύρος των εξωσχολικών δραστηριοτήτων των μαθητών. Έχουμε ξεκινήσει μια προσπάθεια τώρα με τα Λύκεια της Βοιωτίας και στέλνουμε μαθητές, με τη στήριξη του Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, στην ετήσια συνάντηση του Delphi Economic Forum. Ποτέ δεν ξέρεις που μπορεί να οδηγήσει μια συζήτηση, μια συναναστροφή, μια γνωριμία σε ένα τέτοιο περιβάλλον για έναν μαθητή από την επαρχία. Και όλα εκείνα τα συνέδρια / προσομοιώσεις που δίνουν την ευκαιρία στους μαθητές να εξοικειωθούν με την επικαιρότητα, τις διεθνείς σχέσεις και εν γένει με θέματα που δεν άπτονται του σκληρού πυρήνα των σχολικών δραστηριοτήτων. Τα σχολεία αλλά και οι φορείς της κοινωνίας των πολιτών πρέπει να βρουν τρόπους για να ανανεώσουν το ενδιαφέρον των μαθητών τους με δράσεις και πρωτοβουλίες που δεν εξαντλούνται εντός των σχολικών τειχών.
– Τι είδους κοινωνικές αλλαγές θα ήθελες να δεις τα επόμενα χρόνια και πώς πιστεύεις ότι η γενιά Ζ μπορεί να παίξει ρόλο σε αυτές;
Νομίζω ότι βρισκόμαστε σε μια αρκετά μεταβατική περίοδο. Για τη χώρα μας, την Ευρώπη και τον κόσμο γενικότερα. Έχοντας κατά νου και τα πρόσφατα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών, πιστεύω ότι η γενιά μας θα κληθεί να πάρει πολύ σημαντικές αποφάσεις που θα επηρεάσουν με τον τρόπο τους τις επόμενες δεκαετίες. Η πιο θεμελιώδης ίσως, υπό την έννοια ότι θα επηρεάσει και όλες τις υπόλοιπες, είναι σε τι είδους κοινωνία θέλουμε να ζούμε. Αυτή τη στιγμή οι ανοιχτές και ελεύθερες κοινωνίες δέχονται επίθεση. Ένας φοβικός απομονωτισμός – κοινωνικός και οικονομικός – έχει αρχίσει να κυριαρχεί στη Δύση. Οι υποστηρικτές του, στηριζόμενοι στην αποτυχία της παγκοσμιοποίησης αλλά και των εκπροσώπων της να διασφαλίσουν την ισοβαρή διάχυση του παραγόμενου πλούτου των τελευταίων δεκαετιών σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, έχουν καταφέρει να παρασύρουν ακόμη και μετριοπαθείς πολιτικούς να υιοθετήσουν τη δική τους ατζέντα και ρητορική.
Ειδικά όμως τώρα και κάτω από αυτή τη συγκυρία πρέπει αυτοί οι πολιτικοί να επιμείνουν και να μας εξηγήσουν πολιτικά (politics) και πολιτικά (policy) πώς αυτού του είδους οι κοινωνίες – ανοιχτές στις αγορές και στον κόσμο – μπορούν να προσφέρουν μεγαλύτερη ευημερία και πώς θα φροντίσουν να υπάρξει ουσιαστικός διαμοιρασμός πλούτου σε περισσότερες κοινωνικές ομάδες. Η γενιά μας βρίσκεται σε αυτήν ακριβώς τη διασταύρωση. Είναι και οι δικές μας επιλογές που θα κρίνουν σε ποια κατεύθυνση θα κινηθεί ο κόσμος και αν θα μπορέσουμε να επανοηματοδοτήσουμε θεσμούς και πολιτικές που αντιμετωπίζουν σοβαρές απειλές. Πιστεύω, ειλικρινά, ότι θα τα καταφέρουμε.