fbpx
Παρασκευή, 20 Σεπτεμβρίου, 2024

Εξουσία του ανακριτή (250 ΚΠΔ)

Χρόνος ανάγνωσης 5 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 5 λεπτά

Δείτε επίσης

Σύμφωνα με την Αιτιολ.Έκθ.: Μόλις χρειάζεται να συμπληρωθεί, τέλος, ότι στις ως άνω διατάξεις, όπως και στη διάταξη του άρθρου 250 ΣχΚΠΔ, διατηρήθηκαν οι διασαφηνίστηκαν περαιτέρω οι εξουσίες του ανακριτή, ώστε να αποτραπούν πιθανά πεδία τριβής. Έτσι, στη μεν διάταξη του άρθρου 248 παρ. 2 ΣχΚΠΔ ορίστηκε για λόγους οικονομίας της δίκης και διεξαγωγής της εντός εύλογου χρόνου ότι «ο ανακριτής δικαιούται να επαναλάβει τις ανακριτικές πράξεις του εισαγγελέα ή των υπ’ αυτόν ανακριτικών υπαλλήλων μόνο αν θεωρεί ότι αυτό είναι αναγκαίο για τη νομιμότητά τους ή την πληρέστερη διερεύνηση της υπόθεσης. Επίσης, προς τον σκοπό αυτό δικαιούται να διενεργήσει νέες ανακριτικές πράξεις εξ ιδίας πρωτοβουλίας ή κατόπιν αιτήσεως του κατηγορουμένου κατά το άρθρο 274». Ρητά ορίζεται, άλλωστε, στην παρ. 3 του ιδίου άρθρου ότι «στις περιπτώσεις της παρ. 2, εφόσον προκύπτουν νέες περιστάσεις στο πλαίσιο του ίδιου νομικού χαρακτηρισμού, ο ανακριτής συμπληρώνει ή διορθώνει το κατηγορητήριο και καλεί τον κατηγορούμενο σε απολογία, βάσει αυτού». Με τη ρύθμιση αυτή παρέχεται στον ανακριτή η δυνατότητα συμπλήρωσης ή διόρθωσης του κατηγορητηρίου, ώστε να αποφεύγεται η καθυστέρηση από τη διαβίβαση των ανακριτικών φακέλων και συνάμα να αξιοποιείται η ειδική γνώση που αποκτάται από την επεξεργασία του ανακριτικού φακέλου. Αντιστοίχως, στη διάταξη του άρθρου 250 παρ. 1 ΣχΚΠΔ ορίστηκε για λόγους σαφούς διαχωρισμού των ρόλων ανακριτή και εισαγγελέα ότι «ο ανακριτής έχει το δικαίωμα και οφείλει να επεκτείνει τη δίωξη σε όλους όσους συμμετείχαν στην ίδια πράξη, συντάσσοντας νέο κατηγορητήριο»

          Ο ανακριτής έχει το δικαίωμα και οφείλει να επεκτείνει τη δίω­ξη κατά πάντων των συμμετοχών στην ίδια πράξη συντάσσοντας νέο κατηγορητήριο.  Δεν μπορεί όμως να επεκτείνει την ποινική δίωξη και σε άλλη πράξη, έστω και αν είναι συναφής, ούτε έχει δικαίωμα μεταβολής του νομικού χαρακτηρισμού της πράξης για την οποία ασκήθηκε η ποινική δίωξη. (250 §1).

          (Από τη νομολογία: Σύμφωνα με το άρθρο 250 παρ. 1 ΚΠΔ ο ανακριτής έχει το δικαίωμα και οφείλει να επεκτείνει τη δίωξη σε όλους όσους συμμετείχαν στην ίδια πράξη. Δεν μπορεί όμως να επεκτείνει την ποινική δίωξη και σε άλλη πράξη, έστω και αν είναι συναφής. Η διάταξη αυτή αποτελεί συνέπεια της αρχής ότι η ποινική δίωξη ασκείται in rem και όχι personam, σύμφωνα με την οποία η παραγγελία του Εισαγγελέα αφορά την πράξη και όχι τους πράξαντες. Επομένως, αν κατά τη διάρκεια της ανάκρισης αποκαλυφθεί ότι στην πράξη συμμετείχαν και άλλα πρόσωπα πέραν των τυχόν αναφερομένων στην εισαγγελική παραγγελία, ο ανακριτής έχει όχι μόνο τη δυνατότητα αλλά και την υποχρέωση να επεκτείνει και επ`αυτών τη δίωξη, χωρίς να απαιτείται γι`αυτό η άσκηση συμπληρωματικής διώξεως, ούτε φυσικά και η διενέργεια νέας προκαταρκτικής εξετάσεως κατά το άρθρο 43 παρ. 1 εδ. β`ΚΠΔ, αφού η κίνηση της ποινικής δίωξης, με παραγγελία για κυρία ανάκριση, γίνεται από τον Εισαγγελέα με βάση τα στοιχεία που έχει από την προκαταρκτική εξέταση ή από την αυτεπάγγελτη προανάκριση ή από την ένορκη διοικητική εξέταση. ΣυμΑΠ 860/2009)

           Με τη νέα διατύπωση του άρθρου 250 που μετέβαλε την προϊσχύσασα διατύπωση του παλαιού άρθρου 250 (όπως ειχε τροποποιηθεί),  σύμφωνα με την οποία, ο   ανακριτής «ούτε έχει δικαίωμα συρρίκνωσης ή διεύρυνσης της ασκηθείσας ποινικής δίωξης» επανήλθε στην αρχική του διατύπωση, επομένως, όπως αναφέρει και η αιτιολογική έκθεση, ο ανακριτής μπορεί, χωρίς να μεταβάλει τον νομικό χαρακτηρισμό της αποδιδόμενης πράξης, να απαγγείλει κατηγορία για επιβαρυντική περίσταση του ιδίου εγκλήματος για το οποίο ασκήθηκε ποινική δίωξη.

           (Από τη νομολογία: Περίπτωση ακυρότητας δεν συντρέχει όταν ο ανακριτής, που έχει την ιδιότητα ανεξάρτητου οργάνου με ξεχωριστή δικαιοδοσία, μεταβάλλει σε σχέση με τη δίωξη το χαρακτήρα της συμμετοχής του κατηγορουμένου, π.χ. από αυτουργία σε ηθική αυτουργία (βλ. ΕφΑθ 1399/1988 ΠοινΧρ ΛΗ`, 799), ή όταν αυτός επεκτείνει την κατηγορία σε επιβαρυντική περίπτωση του εγκλήματος για το οποίο έχει ασκηθεί ποινική δίωξη (βλ. ΑΠ 562/1997 ΝοΒ 46, 255, ΣυμβΠλημΡοδ 15/2006 ΠοινΔικ 2006, 738). Εξ αυτού συνάγεται ότι και αντιστρόφως ο ανακριτής έχει την εξουσία να μην απαγγείλει κατηγορία για την επιβαρυντική περίσταση, ακόμα και αν η ποινική δίωξη ασκήθηκε για την επιβαρυντική περίσταση του εγκλήματος, εφόσον, κατά την κρίση του, δεν υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις συνδρομής της επιβαρυντικής περίπτωσης του αδικήματος, χωρίς να επάγεται οποιαδήποτε ακυρότητα μεταγενέστερη παραπομπή του κατηγορουμένου εν τέλει από το αρμόδιο Συμβούλιο για την επιβαρυντική περίσταση του εγκλήματος (Βλ. ΑΠ 387/1990 ΠοινΧρ Μ`, 1104, ΑΠ 1108/1988 ΠοινΧρ Λθ`, 74), ακόμα και όταν ο διαφορετικός χαρακτηρισμός μεταβάλλει την πράξη από πλημμέλημα σε κακούργημα (Βλ. ΑΠ 1602/1987 ΕλλΔνη 29,1265). Επιπλέον επιχείρημα σχετικά με την ανωτέρω δυνατότητα του ανακριτή προσφέρει και το ότι παγίως γίνεται δεκτό ότι παρέχεται στον ανακριτή η δυνατότητα να περαιώσει τη δικογραφία χωρίς πραγματική κλήτευση του κατηγορουμένου, εφόσον κρίνει ότι δεν προκύπτουν αποχρώσες ενδείξεις σε Βάρος του, χωρίς να θεωρείται ότι ο ανακριτής κρίνει κυριαρχικούς κατ` ουσίαν (Βλ. ΑΠ 8/2002 ΠοινΧρ ΝΒ`, 785, ΑΠ 2/1996 ΝΟΜΟΣ, ΣυμΕφθεσ 811/2002 ΑρχΝ 2006,710, ΣυμΕφθεσ 1086/2000 ΠοινΧρ 2001, 364, ΣυμΠλημΤρικ 14/2004 ΠοινΔικ 2005, 299). Κατ` ακολουθίαν, εφόσον, επιτρέπεται το μείζον, είναι προφανές ότι επιτρέπεται και το έλασσον, δηλαδή μπορεί ο ανακριτής να απαγγείλει κατηγορία για το Βασικό έγκλημα, χωρίς, όμως, την επιβαρυντική περίπτωση (γενικά για τις εξουσίες του ανακριτή σε σχέση με τις κατηγορίες που θα απαγγείλει βλ. ΕφΘρακ 70/2001 ΑρχΝ 2004, 434) ΣυμΠλημΒερ 94/2011.

          Αντίθετα ο ανακριτής δεν μπορεί να περιορίσει την κατηγορία ως προς συμμετόχους, εναντίον των οποίων ο εισαγγελέας έχει ασκήσει in personam ποινική δίωξη.

          Αν κατά τη διαδικασία της ανάκρισης ανακαλυφθούν κι άλλες αξιόποινες πράξεις, που διώκονται εξ επαγγέλματος, ο ανακριτής τις ανακοινώνει στον εισαγγελέα που ασκεί την ποινική δίωξη χωρίς να εμποδίζε­ται να ενεργήσει τις κατεπείγουσες ανακριτικές πράξεις για τη βεβαίωσή τους. Στην περίπτωση αυτή ο εισαγγελέας ενεργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43 και επιστρέφει τη δικογραφία στον ανακριτή, χωρίς να συντάξει κατηγορητήριο.   (250 §2).

          Το άρθρο 250 είναι από τα πλέον βασικά του δικονομικού μας συστήματος. Από την πρώτη παράγραφο συνάγεται ξεκάθαρα ότι η ποινική δίωξη ενεργείται in rem και όχι in personam. Με τον τρόπο αυτό δικαιολογείται και η ποινική δίωξη κατ’ αγνώστων.

          Η δεύτερη παράγραφος περιορίζει την ποινική  res και καθορίζει το αντικείμενο της ποινικής δίκης που είναι το συγκεκριμένο έγκλημα που αναφέρεται στην εισαγγελική παραγγελία, ανεξάρτητα από τον νομικό χαρακτηρισμό που του έδωσε ο εισαγγελέας.

* Ο κ. Δημήτριος Βαρελάς είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.

Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -