Με το άρθρο 11 του πρόσφατου Ν 5095/2024, ο οποίος είχε ως κύριο σκοπό την ενίσχυση της δικηγορικής ύλης, τροποποιήθηκε το άρθρο 812 του ΚΠολΔ, όπου πλέον ρητά προβλέπεται η δυνατότητα υποβολής δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον του Γραμματέως του Δικαστηρίου της κληρονομιάς, με τη σχετική πράξη να τη συντάσσει και να τη συνυπογράφει ο Δικηγόρος που παρίσταται. Με την εν λόγω διάταξη, ο Νομοθέτης έλυσε οριστικά και αυθεντικά το ερμηνευτικό ζήτημα που είχε ανακύψει στην πράξη για το ποιος είναι αρμόδιος να συντάσσει μία πράξη αποδοχής κληρονομιάς. Η γενικώς διαδεδομένη άποψη ήταν πως η πράξη αυτή συντάσσεται και μεταγράφεται από Συμβολαιογράφο, ως πράξη μεταβίβασης, λόγω καθολικής διαδοχής, εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων, ωστόσο, όμως, σε αρκετά περιφερειακά Πρωτοδικεία της Χώρας (αλλά και στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης για κάποια έτη στο παρελθόν) είχε καθιερωθεί η πρακτική να συντάσσεται, με μέριμνα δικηγόρου, «έκθεση αποδοχής κληρονομιάς», η οποία στη συνέχεια μεταγραφόταν στο αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο ή Κτηματολογικό Γραφείο. Το ζήτημα είχε απασχολήσει και το Ανώτατο Δικαστήριο της Χώρας, το οποίο αποφάνθηκε (ΑΠ 1564/2010) πως η έκθεση αποδοχής κληρονομιάς ενώπιον του Γραμματέως του Δικαστηρίου της κληρονομιάς αποτελεί δημόσιο έγγραφο, δηλωτικό της επελθούσας καθολικής διαδοχής, νομίμως συντασσόμενο κατ’ αναλογική εφαρμογή της διάταξης που όριζε τη διαδικασία αποποίησης της κληρονομιάς και, άρα, ως τέτοιο αποτελεί μεταγραπτέα πράξη.
Το Πρωτοδικείο Σερρών, στον Δικηγορικό Σύλλογο του οποίου τυγχάνει να είμαι μέλος από το 2003, ήταν από τα πρώτα (αν όχι το πρώτο) Πρωτοδικείο που εφάρμοζε την πρακτική αυτή τουλάχιστον από τις αρχές της δεκαετίας του ’60. Κατά καιρούς, σε διάφορα Υποθηκοφυλακεία -κυρίως της Νοτίου Ελλάδος- είχαν ανακύψει προβλήματα άρνησης μεταγραφής των σχετικών πράξεων, αλλά εν τέλει παγιώθηκε η θέση πως και οι εκθέσεις αυτές αποτελούν μεταγραπτέες πράξεις. Αυτό ακριβώς το νομοθετικό κενό, τη μη ρητή πρόβλεψη του Νόμου για τη νομιμότητα μιας αρκετά διαδεδομένης πρακτικής, ήρθε να καλύψει ο πρόσφατος Νόμος 5095/2024.
Είναι η σημαντικότερη μεταρρύθμιση που επήλθε στο δικηγορικό επάγγελμα κατά τις τελευταίες αρκετές δεκαετίες
Το ερώτημα, τώρα, που τίθεται είναι το εξής: Αποτελεί η, σχετικά απλή, αυτή τροποποίηση του ΚΠολΔ, δηλαδή η προσθήκη μίας λιτής πρότασης 20 περίπου λέξεων στο άρθρο 812, ένα ακόμη «ψιλό γράμμα» του ΚΠολΔ ή μία πραγματική μεταρρύθμιση; Η προσωπική μου θέση και απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι αναμφίβολα το δεύτερο και, μάλιστα, θα τολμήσω να πω πως είναι η σημαντικότερη μεταρρύθμιση που επήλθε στο δικηγορικό επάγγελμα κατά τις τελευταίες αρκετές δεκαετίες.
Καταρχάς, είναι η πρώτη φορά που αναγνωρίζεται ευθέως στον Δικηγόρο η δυνατότητα σύνταξης δημοσίων εγγράφων, που εμπεριέχουν μεταβολές σε εμπράγματα δικαιώματα επί ακινήτων. Το «μονοπώλιο» των συμβολαιογράφων στο ζήτημα αυτό έσπασε ξεκάθαρα υπέρ των Δικηγόρων.
Το σπουδαιότερο, ωστόσο, είναι πως το πεδίο της νέας δικηγορικής ύλης που ανοίγεται για τους δικηγόρους είναι πραγματικά μεγάλο, ουσιώδες και προσοδοφόρο. Είναι γνωστή, έως και παροιμιώδης, η σχέση των Ελλήνων με τα ακίνητα: Γενιές συμπολιτών μας έχουν γαλουχηθεί με την ιδέα πως η επένδυση στα ακίνητα και η διαφύλαξη αυτών από γενιά σε γενιά δημιουργεί πάντα πλούτο. Δεν είναι τυχαίο ότι η Χώρα μας έχει από τα μεγαλύτερα ποσοστά ιδιοκατοίκησης παγκοσμίως. Η ανάθεση των πράξεων αποδοχής κληρονομιάς στους δικηγόρους εισάγει αυτούς σε ένα ανεξάντλητο πεδίο εμπράγματων μεταβιβάσεων: οι κληρονομικές διαδοχές δεν σταματούν ποτέ, ακόμη και σε περιόδους ύφεσης της οικονομικής δραστηριότητας, και οι περισσότεροι πολίτες είναι διατεθειμένοι να τακτοποιήσουν και να διαφυλάξουν ό,τι ανήκει στην οικογένειά τους.
Η μέχρι σήμερα υπερεικοσαετής εμπειρία στη σύνταξη αποδοχών κληρονομιάς, εμού και όλων των συναδέλφων μου με τους οποίους συζητάω, είναι πως ποτέ οι κληρονόμοι δεν γνωρίζουν την ακίνητη περιουσία που κληρονομούν!
Η πράξη αποδοχής κληρονομιάς δεν αποτελεί μία μεμονωμένη και τυποποιημένη διαδικασία. Ενδεχομένως, η σύνταξη του κειμένου της πράξης, που θα υπογραφεί ενώπιον του αρμόδιου Γραμματέα, να μοιάζει απλή : Περιγράφουμε τα στοιχεία των κληρονόμων και του κληρονομούμενου, τον τρόπο της επαγωγής και τα κληρονομιαία ακίνητα με τον τίτλο κτήσης αυτών, συλλέγοντας κάποια σχετικά έγγραφα. Δεν είναι όμως έτσι και, ως δικηγόροι, δεν πρέπει να αντιμετωπίσουμε κατ΄ αυτόν τον τρόπο το ζήτημα των αποδοχών κληρονομιάς. Πρέπει να δούμε το ζήτημα της κληρονομικής διαδοχής ως διαδικασία συνολικής τακτοποίησης της ακίνητης περιουσίας μιας οικογένειας. Και εξηγούμαι:
Η όλη διαδικασία θα ξεκινάει συνήθως από μία πλήρη και ενδελεχή έρευνα της ακίνητης περιουσίας του κληρονομουμένου σε Υποθηκοφυλακεία και Κτηματολογικά Γραφεία. Όσο και αν ακούγεται περίεργο, η μέχρι σήμερα υπερεικοσαετής εμπειρία στη σύνταξη αποδοχών κληρονομιάς, εμού και όλων των συναδέλφων μου με τους οποίους συζητάω, είναι πως ποτέ οι κληρονόμοι δεν γνωρίζουν την ακίνητη περιουσία που κληρονομούν! Ο ρόλος, επομένως, του Δικηγόρου είναι καταλυτικός : Ξεκινάει από το «ξεκαθάρισμα» και την ορθή αποτύπωση της κληρονομιαίας περιουσίας.
Πέραν της πράξης αποδοχής κληρονομιάς, η οποία είναι η αμέσως επόμενη και η σχετικά «εύκολη» πράξη, ο Δικηγόρος θα αναλαμβάνει και τη φορολογική τακτοποίηση της κληρονομιάς, με την υποβολή της προβλεπόμενης δήλωσης φόρου μέσω της Α.Α.Δ.Ε. και, πιθανότατα, και την ορθή απεικόνιση της ακίνητης περιουσίας στο Ε9, τόσο του κληρονομούμενου, όσο και των κληρονόμων. Ίσως αυτό να είναι και το πλέον δύσκολο και στριφνό σκέλος της διαδικασίας, με την υπερβολική τυπολατρία που απαιτεί, τη δυσκαμψία των υπαλλήλων της Α.Α.Δ.Ε. να κατανοήσουν κάποια ζητήματα κάπως πιο περίπλοκα και την εξαιρετικά πολύπλοκη φορολογική νομοθεσία. Αποτελεί, όμως, το φορολογικό σκέλος της αποδοχής κληρονομιάς ένα εντελώς νέο πεδίο δικηγορικής δραστηριότητας, εξαιρετικά ευρύ και όχι ιδιαίτερα απαιτητικό, ίσως λίγο ξένο προς την παραδοσιακή δικηγορική ύλη, αλλά αναγκαίο για τη διεκπεραίωση της όλης διαδικασίας.
Συνιστώ ανεπιφύλακτα σε όλους τους συναδέλφους, και ιδίως τους νέους, να εντρυφήσουν στο νέο αντικείμενο, διότι έχει άριστες προοπτικές και είναι ανεξάντλητο
Τελευταίο έρχεται το σκέλος της μεταγραφής της πράξης αποδοχής κληρονομιάς στο αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο ή Κτηματολογικό Γραφείο. Δεδομένου ότι το σύνολο της χώρας βρίσκεται πλέον σε διαδικασία κτηματογράφησης, ενώ ολοκληρωμένο Κτηματολόγιο υπάρχει σε λίγους Δήμους της Χώρας και εκεί ακόμη όλοι γνωρίζουμε τα χιλιάδες σφάλματα που έχουν εμφιλοχωρήσει, νομικά και τεχνικά, πολλές φορές η πράξη αποδοχής κληρονομιάς θα συνδυάζεται και με διαδικασίες διόρθωσης πρώτων εγγραφών, δηλώσεις του Ν 2308/995, ενστάσεις κατά τη διαδικασία της κτηματογράφησης, καταχώριση τίτλων που δεν έχουν δηλωθεί, διόρθωση γεωμετρικών στοιχείων και πρόδηλων σφαλμάτων… κτλ. Άρα, προφανώς, δεν πρόκειται για μία απλή «πράξη» ενώπιον του Γραμματέα και μόνον.
Συνοπτικά, επομένως, μπορούμε να πούμε ότι η ανάθεση των πράξεων αποδοχής κληρονομιάς στους Δικηγόρους δημιουργεί έναν ολόκληρο καινούριο τομέα δικηγορικής δραστηριότητας, εκτός Δικαστηρίων, όπου με την κατάλληλη τεχνογνωσία, μελέτη, πληροφόρηση και εξειδίκευση, ακόμη και ένας νέος Δικηγόρος μπορεί να ανταπεξέλθει επιτυχώς. Το νέο αντικείμενο πρέπει να αντιμετωπιστεί όχι απλώς ως μία τυποποιημένη πράξη, συνταχθείσα βάσει υποδείγματος, αλλά ως διαδικασία συνολικής τακτοποίησης όλων των νομικών και φορολογικών ζητημάτων, που δημιουργεί η κατοχή ακίνητης περιουσίας. Ενώπιον του Δικαστηρίου ακόμη και το καλύτερο και αρτιότερο δικόγραφο, ή η καλύτερη αγόρευση στο ακροατήριο, μπορεί να μην οδηγήσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα, καθώς την τελική απόφαση τη λαμβάνει ο Δικαστής. Στη νέα εξωδικαστική ύλη των πράξεων αποδοχής κληρονομιάς, μπορεί ο κάθε Δικηγόρος να είναι απολύτως βέβαιος ότι εάν κάνει σωστά όλη τη διαδικασία, θα έχει πάντα ένα πολύ καλό αποτέλεσμα, που θα του αναγνωριστεί και θα αμειφθεί ανάλογα. Συνιστώ, λοιπόν, ανεπιφύλακτα σε όλους τους συναδέλφους, και ιδίως τους νέους, να εντρυφήσουν στο νέο αντικείμενο, διότι έχει άριστες προοπτικές και είναι ανεξάντλητο.
* O κ. Μιχάλης Κράιας είναι Δικηγόρος του Δικηγορικού Συλλόγου Σερρών.
Δείτε το σχετικό Σεμινάριο: Έκδοση κληρονομητηρίου με πράξη δικηγόρου μετά τον Ν 5095/2024