fbpx
Τετάρτη, 9 Οκτωβρίου, 2024

Η «ακτινογραφία» των αλλαγών στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας μετά τον νέο Δικαστικό Χάρτη

Χρόνος ανάγνωσης 20 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 20 λεπτά

Δείτε επίσης

Η νέα διευθέτηση της υλικής αρμοδιότητας στην πολιτική δίκη, αλλά και τα ζητήματα διαχρονικού δικαίου που ανακύπτουν με αφορμή την πρόσφατη ψήφιση των αλλαγών στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας με τον 5134/2024 βρίσκονται στο επίκεντρο του άρθρου.

Μέρος Α’: Η νέα διευθέτηση της υλικής αρμοδιότητας στην πολιτική δίκη

Με το άρθρο 4 παρ. 1 Ν. 5108/2024 καταργήθηκαν τα ειρηνοδικεία. Παράλληλα με την κατάργηση των ειρηνοδικείων επαναπροσδιορίσθηκαν οι πρωτοδικειακές περιφέρειες με βάση τις εξής αρχές: α) διατηρήθηκαν τα πρωτοδικεία των οποίων οι έδρες βρίσκονταν στην πρωτεύουσα κάθε περιφερειακής ενότητας (3 στοιχ. α΄ Ν. 5108/2024), β) σε όσες περιφερειακές ενότητες υπήρχαν παραπάνω από ένα πρωτοδικεία, πλην αυτού που έδρευε στην πρωτεύουσά της, τα «πλεονάζοντα» αυτά πρωτοδικεία καταργήθηκαν και μετασχηματίσθηκαν σε παράλληλες έδρες του κεντρικού πρωτοδικείου με πλήρη υλική αρμοδιότητα (3 στοιχ. β΄ & 5 παρ. 1 Ν. 5108/2024), ώστε σε κάθε περιφερειακή ενότητα και σε ορισμένες περιπτώσεις και σε περισσότερες (βλ. π.χ. περιφερειακές ενότητες Κω – Καλύμνου και περιφερειακές ενότητες Ρόδου – Καρπάθου) να υπάρχει πλέον ένα μόνο πρωτοδικείο, με εξαίρεση, την περιφερειακή ενότητα Έβρου στην οποία διατηρήθηκαν τόσο το πρωτοδικείο Αλεξανδρούπολης όσο και το πρωτοδικείο Ορεστιάδας και την περιφερειακή ενότητα Πέλλας στην οποία διατηρήθηκαν τόσο το πρωτοδικείο Έδεσσας όσο και το πρωτοδικείο Γιαννιτσών, στη δε Περιφέρεια Αττικής, η οποία περιλαμβάνει περισσότερες περιφερειακές ενότητες, διατηρήθηκαν τόσο το πρωτοδικείο Αθηνών όσο και το πρωτοδικείο Πειραιά, γ) ορισμένα εκ των καταργούμενων ειρηνοδικείων μετασχηματίσθηκαν σε περιφερειακές έδρες πρωτοδικείων με ειδική υλική αρμοδιότητα, η οποία περιλαμβάνει την εκδίκαση πολιτικών υποθέσεων αρμοδιότητας μονομελούς πρωτοδικείου (3 στοιχ. γ΄ & 5 παρ. 2 Ν. 5108/2024), δ) οι υπάρχουσες μεταβατικές έδρες των πρωτοδικείων διατηρήθηκαν και ε) όπως προκύπτει από το άρθρο 6 Ν. 5108/2024, οι τοπικές αρμοδιότητες των κεντρικών και των παράλληλων πρωτοδικειακών εδρών ορίσθηκαν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μην συμπίπτουν, συγκροτώντας δύο διαφορετικά σύνολα, ενώ, αντιθέτως, οι τοπικές αρμοδιότητες των περιφερειακών εδρών περιλαμβάνονται στην τοπική αρμοδιότητα των αντίστοιχων κεντρικών εδρών, αποτελώντας υποσύνολό της.

Τα προαναφερθέντα κριτήρια με τα οποία ο Ν. 5108/2024 ενοποίησε τον α΄ βαθμό δικαιοδοσίας δημιούργησαν την ανάγκη προσαρμογής των διατάξεων του ΚΠολΔ στο νέο δικαστικό χάρτη, διότι, εκτός του ότι ο προισχύων ΚΠολΔ έβριθε αναφορών στο «ειρηνοδικείο» και στον «ειρηνοδίκη», ο νόμος Ν. 5108/2024, καταργώντας τα ειρηνοδικεία, δεν αποσαφήνισε τι μέλλει γενέσθαι με την υλική τους αρμοδιότητα, μεταθέτοντας το έργο αυτό χρονικά σε μεταγενέστερο νομοθέτημα.

Με το Ν. 5134/2024 η υλική αρμοδιότητα των καταργηθέντων ειρηνοδικείων μεταγγίζεται σχεδόν αυτούσια στην υλική αρμοδιότητα των μονομελών πρωτοδικείων και η νέα διευθέτηση της υλικής αρμοδιότητας των πολιτικών δικαστηρίων συνοψίζεται κυρίως στα εξής σημεία:

Στον πρώτο βαθμό:

  • Το νέο άρθρο 14 ΚΠολΔ ορίζει ότι στην αρμοδιότητα των μονομελών πρωτοδικείων υπάγονται όλες οι διαφορές που μπορούν να αποτιμηθούν σε χρήμα και που η αξία του αντικειμένου τους δεν υπερβαίνει το ποσό των διακοσίων πενήντα χιλιάδων ευρώ [250.000 €]. Αυτονόητο είναι ότι ο υπολογισμός της αξίας της διαφοράς εξακολουθεί να γίνεται με βάση τις διατάξεις των άρθρων 8 έως 11 ΚΠολΔ.
  • Καταργείται το άρθρο 15 ΚΠολΔ που προέβλεπε την υλική αρμοδιότητα του ειρηνοδικείου σε συγκεκριμένες υποθέσεις ανεξαρτήτως της αξίας της διαφοράς.
  • Όλες οι περιπτώσεις του καταργηθέντος άρθρου 15 ΚΠολΔ, με την εξαίρεση της περ. 11 (διαφορές που αφορούν τις απαιτήσεις των δικηγόρων ή των καθολικών διαδόχων τους για τις αμοιβές και τα έξοδά τους, εφόσον πρόκειται για υπηρεσίες τους σε δίκες στο ειρηνοδικείο ή στο πταισματοδικείο) μεταγγίσθηκαν αυτούσιες στο νέο άρθρο 16 ΚΠολΔ με αριθμούς 14 έως 25.
  • Στον αριθμό 13 του άρθρου 16 ΚΠολΔ προστέθηκαν οι διαφορές ανάμεσα στους ιδιοκτήτες ορόφων ή διαμερισμάτων από τη σχέση της οροφοκτησίας, καθώς και οι διαφορές ανάμεσα στους διαχειριστές ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους και στους ιδιοκτήτες ορόφων και διαμερισμάτων που προβλέπονταν στο παλαιό άρθρο 17 αρ. 3 ΚΠολΔ.
  • Το άρθρο 16 ΚΠολΔ απέκτησε τον τίτλο «αποκλειστική αρμοδιότητα μονομελών πρωτοδικείων», ο οποίος είναι ατυχής, αφενός μεν διότι και στην περίπτωση αυτή πρόκειται για εξαιρετική αρμοδιότητα του μονομελούς πρωτοδικείου που πλέον λειτουργεί ανεξαρτήτως ποσού σε βάρος της υλικής αρμοδιότητας του πολυμελούς και ως εκ τούτου δεν έχει πρωτοβαθμίως καμμία διαφορά από την εξαιρετική υλική αρμοδιότητα που προβλέπει το άρθρο 17 ΚΠολΔ, αφετέρου δε διότι ο όρος «αποκλειστική αρμοδιότητα» είναι όρος που χρησιμοποιείται σε αναφορά με την τοπική αρμοδιότητα (βλ. ενδεικτικά το άρθρο 42 παρ. 1 εδ. β΄ ΚΠολΔ) και συνεπώς η νομοθετική συσχέτισή του και με την υλική προκαλεί αδικαιολόγητη σύγχυση.
  • Με βάση τη νέα διάταξη του άρθρου 18 παρ. 1 ΚΠολΔ στην αρμοδιότητα των πολυμελών πρωτοδικείων υπάγονται σε πρώτο βαθμό όλες οι διαφορές για τις οποίες δεν είναι αρμόδια τα μονομελή πρωτοδικεία, δηλαδή όσες διαφορές δεν υπάγονται στις περιπτώσεις των άρθρων 16 και 17 ΚΠολΔ και είτε δεν είναι αποτιμητές σε χρήμα είτε η αξία τους υπερβαίνει το ποσό των 250.000 €.

Στο δεύτερο βαθμό:

  • Με βάση τη διάταξη του άρθρου 18 παρ. 2 ΚΠολΔ στην αρμοδιότητα των πολυμελών πρωτοδικείων υπάγονται οι εφέσεις κατά των αποφάσεων των μονομελών πρωτοδικείων της περιφέρειάς τους α) όταν η αξία του αντικειμένου της διαφοράς δεν υπερβαίνει τις 30.000 €, β) της περ. 1) του άρθρου 16, εφόσον το συμφωνημένο μηνιαίο μίσθωμα δεν υπερβαίνει τα 800 €, γ) των περ. 2) έως 13) του άρθρου 16, εφόσον η αξία του αντικειμένου της διαφοράς δεν υπερβαίνει τις 30.000 €, δ) των περ. 14) έως 24) του άρθρου 16, ανεξάρτητα από την αξία του αντικειμένου της διαφοράς.
  • Με βάση τα οριζόμενα στο άρθρο 19 ΚΠολΔ, στην αρμοδιότητα των μονομελών εφετείων υπάγονται οι εφέσεις α) κατά των αποφάσεων των μονομελών πρωτοδικείων της περιφέρειάς τους, για τις οποίες δεν είναι αρμόδια τα πολυμελή πρωτοδικεία κατά την παρ. 2 του άρθρου 18 και β) κατά των αποφάσεων του άρθρου 17, στην δε αρμοδιότητα των τριμελών εφετείων υπάγονται οι εφέσεις κατά των αποφάσεων των πολυμελών πρωτοδικείων της περιφέρειάς τους.
  • Παρατηρείται συνεπώς το παράδοξο η διάσπαση της υλικής αρμοδιότητας μεταξύ ειρηνοδικείων και μονομελών πρωτοδικείων να εξαλείφθηκε μεν στον πρώτο βαθμό με την ενσωμάτωση της υλικής αρμοδιότητας των πρώτων στα δεύτερα, αλλά να επανεμφανίζεται στον δεύτερο βαθμό.
  • Η ως άνω διευθέτηση της αρμοδιότητας επί εφέσεων κατ’ αποφάσεων μονομελών πρωτοδικείων και η διάσπασή της μεταξύ πολυμελών πρωτοδικείων και μονομελών εφετείων θέτει και το ζήτημα του τι πρέπει να πράξει το δευτεροβάθμιο δικαστήριο όταν διαπιστώσει κατά τη συζήτηση της έφεσης ότι είναι υλικά αναρμόδιο, ζήτημα που δεν μπορούσε να τεθεί υπό το προϊσχύον δίκαιο, καθώς η αρμοδιότητα του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου καθοριζόταν αποκλειστικά και μόνο λειτουργικά από το ποιο ήταν το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που εξέδωσε την εκκαλουμένη απόφαση.
  • Στην ως άνω περίπτωση και με το δεδομένο ότι η έφεση θα έχει κατατεθεί σε κάθε περίπτωση στη γραμματεία του πρωτοδικείου, θα πρέπει να γίνει δεκτή η αναλογική εφαρμογή των άρθρων 46 και 47 ΚΠολΔ, όχι τόσο για τη διατήρηση της αναβιωμένης εκκρεμοδικίας της αγωγής, αλλά διότι η απόρριψη της έφεσης ως απαράδεκτης θα ενείχε τον κίνδυνο αφενός μεν απώλειας της προθεσμίας ασκήσεως εφέσεως απευθυνόμενης ενώπιον του υλικά αρμόδιου δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, αφετέρου δε αντιθέσεώς της, με βάση την άποψη που κρατεί σε θεωρία και νομολογία, στην αρχή της άπαξ ασκήσεως εφέσεως (514 ΚΠολΔ). Η παραπεμπτική απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου θα είναι στην περίπτωση αυτή τελεσίδικη από της εκδόσεώς της και συνεπώς θα είναι δεσμευτική τόσο για την αναρμοδιότητα του δικαστηρίου που παρέπεμψε, όσο και για την αρμοδιότητα του δικαστηρίου στο οποίο γίνεται η παραπομπή, θα μπορεί δε να προσβληθεί με αναίρεση, αλλά υπό τους περιορισμούς του άρθρου 47 εδ. β΄ ΚΠολΔ.

Στα ασφαλιστικά μέτρα:

  • Με την κατάργηση των παρ. 2, 3 και 5 του άρθρου 683 ΚΠολΔ αρμόδιο για την παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας αυτοτελώς είναι αποκλειστικά το μονομελές πρωτοδικείο, συμπεριλαμβανομένων, μετά την κατάργηση του άρθρου 733 ΚΠολΔ, και των ασφαλιστικών μέτρων νομής.
  • Παραμένει, ασφαλώς, η δυνατότητα παροχής προσωρινής δικαστικής προστασίας από το δικαστήριο της κυρίας δίκης βάσει του άρθρου 684 ΚΠολΔ, δηλαδή από πολυμελές πρωτοδικείο ή δευτεροβάθμιο δικαστήριο, είτε το τελευταίο είναι εφετείο είτε πολυμελές πρωτοδικείο που δρα ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο.
  • Το ζήτημα που δεν αντιμετωπίζεται είναι ποιο δικαστήριο είναι αρμόδιο για την ανάκληση ή τροποποίηση απόφασης ασφαλιστικών μέτρων που έχει εκδοθεί από καταργηθέν ειρηνοδικείο. Από την τελολογία των διατάξεων τόσο του Ν. 5108/2024 όσο και του Ν. 5134/2024 θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι αρμόδιο στην περίπτωση αυτή θα είναι το μονομελές πρωτοδικείο της κεντρικής ή της παράλληλης έδρας, εκτός εάν η τοπική αρμοδιότητα του καταργηθέντος ειρηνοδικείου έχει απονεμηθεί και σε περιφερειακή έδρα, οπότε θα είναι αρμόδιο το μονομελές πρωτοδικείο της περιφερειακής αυτής έδρας.

Στην εκουσία δικαιοδοσία:

  • Με βάση το νέο άρθρο 740 παρ. 1 εδ. α΄ ΚΠολΔ αρμόδιο για τις υποθέσεις εκουσίας δικαιοδοσίας είναι το μονομελές πρωτοδικείο ή ο δικαστής του μονομελούς πρωτοδικείου, όπου αυτός ορίζεται, όπως π.χ. στο άρθρο 807 παρ. 1 ΚΠολΔ σχετικά με τη δημοσίευσης διαθήκης, στο άρθρο 826 ΚΠολΔ σχετικά με τη σφράγιση, στο άρθρο 827 παρ. 1 και 4 ΚΠολΔ σχετικά με τον τρόπο διενέργειας της σφράγισης και στο άρθρο 829 παρ. 1 ΚΠολΔ σχετικά με τον ορισμό μεσεγγυούχου των σφραγισθέντων πραγμάτων.
  • Το πολυμελές πρωτοδικείο παραμένει αρμόδιο για τις υποθέσεις ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (740 παρ. 1 εδ. α΄ ΚΠολΔ), αλλά με βάση τα οριζόμενα στο άρθρο 740 παρ. 3 ΚΠολΔ και για τις εφέσεις κατά των αποφάσεων των μονομελών πρωτοδικείων της περιφέρειάς τους για τις υποθέσεις για τις οποίες είχαν πρωτοδίκως υλική αρμοδιότητα τα καταργηθέντα ειρηνοδικεία και συγκεκριμένα για τις υποθέσεις των άρθρων 782 ΚΠολΔ (βεβαίωση γεγονότος για σύνταξη ληξιαρχικής πράξης), 789 ΚΠολΔ (άδεια για σύγκληση συνέλευσης), 790 ΚΠολΔ (διορισμός – αντικατάσταση εκκαθαριστών), 792 ΚΠολΔ (άδεια εκποίησης ενεχύρου), 793 ΚΠολΔ (διορισμός-αντικατάσταση μεσεγγυούχου ή φύλακα), 794 ΚΠολΔ (διορισμός-αντικατάσταση πραγματογνώμονα), 797-798 ΚΠολΔ (άδεια για επιχείρηση πράξεων), 811 ΚΠολΔ (διαταγή κατάθεσης διαθήκης), 813 ΚΠολΔ (διορισμός κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομίας), 814 ΚΠολΔ (διορισμός εκκαθαριστή κληρονομίας), 815 ΚΠολΔ (παύση εκτελεστή διαθήκης), 816 ΚΠολΔ (ορισμός δικαστικής προθεσμίας), 817 ΚΠολΔ (δικαστική εκκαθάριση κληρονομίας), 818 ΚΠολΔ (άδεια διάθεσης κληρονομιαίων), 819 παρ. 3 ΚΠολΔ (κληρονομητήριο), 831 έως 833, 835 παρ. 3, 838 ΚΠολΔ (σφράγιση, αποσφράγιση, απογραφή), 847-848 ΚΠολΔ (πρόσκληση για αναγγελία δικαιώματος), 857, 861 και 864 ΚΠολΔ (κήρυξη αξιογράφου ανίσχυρου) 1023 ΚΠολΔ (κατάσχεση ειδικών περιουσιακών στοιχείων), καθώς και κατά αποφάσεων των Ν. 3869/2010 (υπερχρεωμένα), 4072/2012 (ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες) και 4738/2020 (πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου).
  • Με βάση τη διάταξη του άρθρου 740 παρ. 4 ΚΠολΔ στην αρμοδιότητα των μονομελών εφετείων υπάγονται οι εφέσεις κατά των αποφάσεων των μονομελών πρωτοδικείων της περιφέρειάς τους, για τις οποίες δεν είναι αρμόδια τα πολυμελή πρωτοδικεία κατά την παρ. 3 του άρθρου 740 ΚΠολΔ, καθώς και κατά των αποφάσεων των μονομελών πρωτοδικείων, σε υποθέσεις που εκδικάζονται από αυτά με διάταξη νόμου (όπως π.χ. οι διορθώσεις ανακριβών πρώτων κτηματολογικών εγγραφών), ενώ στην αρμοδιότητα των τριμελών εφετείων υπάγονται οι εφέσεις κατά των αποφάσεων των πολυμελών πρωτοδικείων της περιφέρειάς τους.
  • Η ως άνω διευθέτηση της αρμοδιότητας επί εφέσεων κατ’ αποφάσεων μονομελών πρωτοδικείων και η διάσπασή της και στην εκουσία δικαιοδοσία μεταξύ πολυμελών πρωτοδικείων και μονομελών εφετείων επιβάλλει και στην περίπτωση αυτή την αναλογική εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 46 και 47 ΚΠολΔ, κατά τα προαναφερθέντα.

Στην αναγκαστική εκτέλεση:

  • Με βάση τα οριζόμενα στην τροποποιημένη διάταξη του άρθρου 933 παρ. 1 ΚΠολΔ, υλικά αρμόδιο για την ανακοπή κατά της εκτελέσεως στον πρώτο βαθμό είναι πλέον αποκλειστικά το μονομελές πρωτοδικείο.
  • Στον δεύτερο βαθμό, όμως, παρατηρείται και πάλι διάσπαση της υλικής αρμοδιότητας μεταξύ πολυμελούς πρωτοδικείου και μονομελούς εφετείου ως εξής: αν ο εκτελεστός τίτλος είναι δικαστική απόφαση ή διαταγή πληρωμής για χρηματική απαίτηση ή απαίτηση αποτιμητή σε χρήμα, συνολικού κεφαλαίου έως 30.000 €, υλικά αρμόδιο για τη συζήτηση της έφεσης είναι το πολυμελές πρωτοδικείο, ενώ σε κάθε άλλη περίπτωση είναι αρμόδιο το μονομελές εφετείο.
  • Παρατηρείται ότι ο δικονομικός νομοθέτης δεν ενέταξε στην υλική αρμοδιότητα του πολυμελούς πρωτοδικείου ως δευτεροβαθμίου δικαστηρίου όλες εκείνες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η εκτέλεση διενεργείται με εκτελεστό τίτλο που θα είχε εκδοθεί από καταργηθέν ειρηνοδικείο, αλλά μόνο τις εφέσεις επί ανακοπών κατά εκτελεστικών διαδικασιών που επισπεύδονται με τίτλο δικαστική απόφαση ή διαταγή πληρωμής επί διαφορών αξίας κατά κεφάλαιο έως το ποσό των 30.000 €.
  • Παρατηρείται, λοιπόν, ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο που είναι αρμόδιο να δικάσει την έφεση επί ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ ενδέχεται σε ορισμένες περιπτώσεις να είναι διαφορετικό από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο της διαγνωστικής διαδικασίας.
  • Σε κάθε περίπτωση, όμως, η ως άνω διευθέτηση της αρμοδιότητας επί εφέσεων κατ’ αποφάσεων επί ανακοπών του άρθρου 933 ΚΠολΔ μεταξύ πολυμελών πρωτοδικείων και μονομελών εφετείων επιβάλλει και στην περίπτωση αυτήν την αναλογική εφαρμογή στη δευτεροβάθμια δίκη των διατάξεων των άρθρων 46 και 47 ΚΠολΔ κατά τα όσα έχουν ήδη προαναφερθεί ανωτέρω.
  • Η κατά τον ανωτέρω τρόπο διευθέτηση της υλικής αρμοδιότητας επί ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ στον πρώτο και στο δεύτερο βαθμό επηρεάζει με αντίστοιχο τρόπο και τις ανακοπές των άρθρων 971 ΚΠολΔ (ανακοπή κατά της αναγγελίας) και 979 ΚΠολΔ (ανακοπή κατά του πίνακα κατάταξης).

Μέρος Β’: Ζητήματα διαχρονικού δικαίου

Με βάση τη διάταξη του άρθρου 120 παρ. 1 Ν. 5134/2024 οι παρεμβάσεις στον ΚΠολΔ αρχίζουν από τις 16/09/2024. Η διάταξη αυτή βρίσκεται σε συμφωνία με τη διάταξη του άρθρου 76 παρ. 2 στοιχ. α΄ εδ. α΄ Ν. 5108/2024. Τα επιμέρους ζητήματα διαχρονικού δικαίου που θέτουν οι τροποποιήσεις που επήλθαν στον ΚΠολΔ με το Ν. 5134/2024 περιστρέφονται γύρω από τις ακόλουθες πέντε θεματικές:

α) Ως προς τη νέα διαμόρφωση της υλικής και τοπικής αρμοδιότητας στον πρώτο βαθμό:

Με βάση τη διάταξη του άρθρου 76 παρ. 2 στοιχ. α΄ εδ. α΄ Ν. 5108/2024, η ισχύς του Α΄ Μέρους του νόμου αυτού που σχετίζεται με την κατάργηση των ειρηνοδικείων και την ενοποίηση του α΄ βαθμού δικαιοδοσίας αρχίζει από τις 16/09/2024. Ωστόσο, στα επόμενα εδάφια (76 παρ. 2 στοιχ. α΄ εδ. β΄-γ΄ Ν. 5108/2024) ορίζεται ότι ειδικά για τις περιφερειακές έδρες του Πρωτοδικείου Αθηνών και την Περιφερειακή έδρα Πόρου, η πλήρης υλική αρμοδιότητά τους αρχίζει από τις 16/09/2026. Για το Πρωτοδικείο Πειραιώς, η πλήρης τοπική αρμοδιότητα, που περιλαμβάνει τους Δήμους των Περιφερειακών Ενοτήτων Πειραιώς, Δυτικής Αττικής πλην Δήμου Φυλής, Νήσων Αττικής και Νοτίου Τομέα Αθηνών, καθώς και τους Δήμους Αγίας Βαρβάρας, Αιγάλεω και Χαϊδαρίου της Περιφερειακής Ενότητας Δυτικού Τομέα Αθηνών (6 παρ. 1 περ. ε΄ Ν. 5108/2024), ισχύει από τις 16/09/2026.

Περαιτέρω, με βάση τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 1 Ν. 5108/2024 (όπως αυτή τροποποιήθηκε και ισχύει από το άρθρο 72 του Ν. 5140/2024 – ΦΕΚ A’ 154/30.09.2024) έως τις 15/09/2026, η καθ’ ύλην αρμοδιότητα των περιφερειακών εδρών των πρωτοδικείων Αθηνών και Πειραιώς καθορίζεται σύμφωνα με την παρ. 1 του (προϊσχύοντος) άρθρου 14 ΚΠολΔ, το (καταργημένο πλέον) άρθρο 15 ΚΠολΔ, τις (καταργημένες πλέον) παρ. 2 και 3 του άρθρου 683 ΚΠολΔ και το (καταργημένο πλέον) άρθρο 733 ΚΠολΔ, το άρθρο 740 ΚΠολΔ και κάθε ειδικότερη διάταξη νόμου για υποθέσεις που μέχρι τη 15/09/2024 υπάγονταν στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του ειρηνοδικείου και δικάζονται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας ή κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Παρατηρείται ότι η διάταξη δεν κάνει καμία αναφορά στο προϊσχύον άρθρο 933 ΚΠολΔ, με αποτέλεσμα μία σειρά εκτελεστικών δικών που δεν δικάζονται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (933, 971, 979 ΚΠολΔ) και που ανήκαν στην αρμοδιότητα των ειρηνοδικείων να πρέπει να κατατίθενται στις κεντρικές έδρες των πρωτοδικείων Αθηνών και Πειραιώς, ενώ αυτές που δικάζονται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (954 παρ. 4, 973 παρ. 4-6, 1000 ΚΠολΔ) ή της εκουσίας δικαιοδοσίας (1023 ΚΠολΔ) και ανήκαν στην υλική αρμοδιότητα των καταργηθέντων ειρηνοδικείων να πρέπει να κατατίθενται στην κατά τόπον αρμόδια περιφερειακή έδρα.

Η εξαίρεση των ως άνω εκτελεστικών δικών οφείλεται κατά πάσα πιθανότητα σε παραδρομή του νομοθέτη και το ζήτημα αυτό χρήζει σχετικής νομοθετικής παρεμβάσεως, ώστε εκτελεστικές δίκες που ανήκαν στην υλική αρμοδιότητα καταργηθέντων ειρηνοδικείων να κατατίθενται στις οικείες περιφερειακές έδρες ακόμη και εάν δικάζονται κατά τη διαδικασία των περιουσιακών διαφορών.

Ακολούθως, με βάση τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 9 Ν. 5108/2024 η κατά τόπον αρμοδιότητα των ειρηνοδικείων που καταργούνται μεταφέρεται στην έδρα πρωτοδικείου ή στην παράλληλη έδρα του πρωτοδικείου που είναι κατά τόπον αρμόδιο, ενώ με βάση τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 10 Ν. 5108/2024 από τις 16/09/2024 και έως τις 15/09/2026 τα Ειρηνοδικεία Καλλιθέας και Ελευσίνας λειτουργούν ως περιφερειακές έδρες του Πρωτοδικείου Αθηνών και για το Πρωτοδικείο Πειραιώς, η υφιστάμενη τοπική αρμοδιότητα εξακολουθεί να ισχύει έως τις 15/09/2026.

Από το συνδυασμό όλων των ως άνω μεταβατικών διατάξεων προκύπτουν τα εξής:

i) Για τα πρωτοδικεία όλης της επικράτειας, πλην Αθηνών και Πειραιώς, από τις 16/09/2024 οι κεντρικές και οι παράλληλες έδρες έχουν πλήρη υλική αρμοδιότητα εντός της διακριτής τους τοπικής αρμοδιότητας που ορίζει ανά περίπτωση το άρθρο 6 Ν. 5108/2024. Στην υλική αρμοδιότητα των περιφερειακών εδρών τους ανήκουν από τις 16/09/2024 οι υποθέσεις της ενοποιημένης πλέον υλικής αρμοδιότητας του μονομελούς πρωτοδικείου εντός της τοπικής αρμοδιότητας που ορίζει ανά περίπτωση το άρθρο 6 Ν. 5108/2024, η οποία αποτελεί μέρος (υποσύνολο) της συνολικής τοπικής αρμοδιότητας της κεντρικής έδρας.

ii) Η κεντρική έδρα του πρωτοδικείου Αθηνών, από τις 16/09/2024 έχει πλήρη υλική αρμοδιότητα εντός της παλαιάς (πριν το Ν. 5108/2024) τοπικής αρμοδιότητας και μόνο μετά τις 16/09/2026 παύει να έχει τοπική αρμοδιότητα για όσες περιοχές ορίζεται στο άρθρο 6 παρ. 1 περ. ε΄ Ν. 5108/2024 ότι ανήκουν στην τοπική αρμοδιότητα του πρωτοδικείου Πειραιώς. Για το λόγο αυτό ορίζεται ρητά ότι από τις 16/09/2024 έως και τις 15/09/2026 οι περιφερειακές έδρες Καλλιθέας και Ελευσίνας ανήκουν στο πρωτοδικείο Αθηνών. Επίσης, οι περιφερειακές έδρες του πρωτοδικείου Αθηνών (Αμαρουσίου, Κορωπίου, Περιστερίου, Καλλιθέας και Ελευσίνας) από τις 16/09/2024 έως και τις 15/09/2026 δεν έχουν στην υλική τους αρμοδιότητα όλες τις υποθέσεις της ενοποιημένης πλέον υλικής αρμοδιότητας του μονομελούς πρωτοδικείου, αλλά μόνο τις υποθέσεις που ανήκαν στην υλική αρμοδιότητα των καταργηθέντων πλέον ειρηνοδικείων, πλην της προαναφερόμενης περίπτωσης των εκτελεστικών δικών. Από τις 16/09/2026 και μετά οι περιφερειακές έδρες του πρωτοδικείου Αθηνών (Αμαρουσίου, Κορωπίου, Περιστερίου) θα έχουν πλήρη υλική αρμοδιότητα, δηλαδή για όλες τις υποθέσεις της ενοποιημένης πλέον υλικής αρμοδιότητας του μονομελούς πρωτοδικείου.

iii) Η κεντρική έδρα του πρωτοδικείου Πειραιώς, από τις 16/09/2024 έχει πλήρη υλική αρμοδιότητα εντός της παλαιάς (πριν το Ν. 5108/2024) τοπικής του αρμοδιότητας και μόνο μετά από τις 16/09/2026 έχει τοπική αρμοδιότητα και για όσες περιοχές ορίζεται στο άρθρο 6 παρ. 1 περ. ε΄ Ν. 5108/2024 ότι ανήκουν στην τοπική αρμοδιότητα του πρωτοδικείου Πειραιώς. Για το λόγο αυτό ορίζεται ρητά ότι από τις 16/09/2026 και μετά οι περιφερειακές έδρες Καλλιθέας και Ελευσίνας λειτουργούν ως περιφερειακές έδρες του πρωτοδικείου Πειραιώς. Επίσης, η περιφερειακή έδρα Πόρου από τις 16/09/2024 έως και τις 15/09/2026 δεν έχει στην υλική της αρμοδιότητα όλες τις υποθέσεις της ενοποιημένης πλέον υλικής αρμοδιότητας του μονομελούς πρωτοδικείου, αλλά μόνο τις υποθέσεις που ανήκαν στην υλική αρμοδιότητα των καταργηθέντων ειρηνοδικείων, πλην της προαναφερόμενης περίπτωσης των εκτελεστικών δικών. Από τις 16/09/2026 και μετά οι περιφερειακές έδρες του πρωτοδικείου Πειραιώς (Καλλιθέας, Ελευσίνας, Πόρου) θα έχουν πλήρη υλική αρμοδιότητα, δηλαδή για όλες τις υποθέσεις της ενοποιημένης πλέον υλικής αρμοδιότητας του μονομελούς πρωτοδικείου.

β) Ως προς την κατάθεση εισαγωγικών της δίκης δικογράφων μετά τις 16/09/2024:

Με το άρθρο 72 του Ν. 5140/2024 καταργήθηκε η διάταξη του άρθρου 51 παρ. 4 Ν. 5134/2024. Η κατάργηση της μεταβατικής αυτής διάταξης έχει ως συνέπεια η κατάθεση εισαγωγικών της δίκης δικογράφων που ανήκουν στην κατά τόπον αρμοδιότητα περιφερειακής έδρας πρωτοδικείου να μπορεί να γίνεται είτε σε αυτήν είτε στην κεντρική έδρα του οικείου πρωτοδικείου κατ’ εφαρμογήν των προβλεπόμενων στο νέο άρθρο 215 ΚΠολΔ.

γ) Ως προς την κατάθεση προτάσεων-προσθήκης και τη συζήτηση ενδίκων βοηθημάτων που είχαν κατατεθεί σε ειρηνοδικεία πριν τις 16/09/2024:

Με βάση το άρθρο 14 παρ. 4 εδ. α΄ Ν. 5108/2024, οι υποθέσεις, τα δικόγραφα των οποίων έχουν ήδη κατατεθεί έως τις 15/09/2024 σε ειρηνοδικεία που καταργούνται και δεν μετατρέπονται σε περιφερειακές έδρες, μεταφέρονται στην έδρα πρωτοδικείου ή στην παράλληλη έδρα του πρωτοδικείου, που είναι κατά τόπον αρμόδιο, με πράξη του διευθύνοντος το πρωτοδικείο. Αυτό σημαίνει ότι εάν το καταργούμενο ειρηνοδικείο μετατρέπεται σε περιφερειακή έδρα (π.χ. ειρηνοδικείο Πάρου, ειρηνοδικείο Μήλου), οι υποθέσεις τα δικόγραφα των οποίων έχουν ήδη κατατεθεί έως τις 15/09/2024 θα παραμείνουν στην οικεία περιφερειακή έδρα.

Με βάση το άρθρο 14 παρ. 4 εδ. β΄ Ν. 5108/2024, ειδικά για την Περιφέρεια Αττικής, οι υποθέσεις, τα δικόγραφα των οποίων έχουν ήδη κατατεθεί έως τις 15/09/2024 σε ειρηνοδικεία που δεν μετατρέπονται σε περιφερειακές έδρες των Πρωτοδικείων Αθηνών και Πειραιώς, μεταφέρονται στην έδρα πρωτοδικείου ή στην περιφερειακή έδρα του Πρωτοδικείου που είναι κατά τόπον αρμόδιο. Αυτό σημαίνει π.χ. ότι υποθέσεις του ειρηνοδικείου Αθηνών θα μεταφερθούν στην κεντρική έδρα του πρωτοδικείου Αθηνών, αλλά υποθέσεις των ειρηνοδικείων Νέας Ιωνίας και Χαλανδρίου θα μεταφερθούν στην περιφερειακή έδρα Αμαρουσίου. Για το ζήτημα αυτό υπάρχουν ειδικότερες αποφάσεις και ανακοινώσεις των Τριμελών Συμβουλίων Διοίκησης των πρωτοδικείων Αθηνών και Πειραιώς.

Με βάση τα επόμενα εδάφια του άρθρου 14 παρ. 4 Ν. 5108/2024 η εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο ή έκθεμα, το οποίο μπορεί να τηρείται και ηλεκτρονικά, γίνεται με πρωτοβουλία του γραμματέα και ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Προς ενημέρωση των διαδίκων, και πάντως όχι επί ποινή ακυρότητας, η νέα δικάσιμος γνωστοποιείται από τον γραμματέα στον οικείο δικηγορικό σύλλογο. Με πρωτοβουλία, επίσης, του γραμματέα γνωστοποιείται η νέα δικάσιμος με αποστολή ηλεκτρονικού μηνύματος στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των διαδίκων ή με ανάρτηση στην πύλη ψηφιακών υπηρεσιών δικαστηρίων «solon.gov.gr» για όσα δικαστήρια και διαδικασίες έχουν ενταχθεί στο εν λόγω σύστημα. Και για το ζήτημα αυτό υπάρχουν ειδικότερες αποφάσεις και ανακοινώσεις των Τριμελών Συμβουλίων Διοίκησης των πρωτοδικείων Αθηνών και Πειραιώς.

δ) Ως προς την έκδοση αποφάσεων επί ενδίκων βοηθημάτων που είχαν συζητηθεί ενώπιον ειρηνοδικείου, αλλά δεν είχε εκδοθεί ακόμη απόφαση επ’ αυτών μέχρι την ενοποίηση του α΄ βαθμού δικαιοδοσίας:

Με το δεδομένο ότι δεν υφίστανται πλέον ειρηνοδικεία η έκδοση της απόφασης δεν μπορεί να γίνει οργανικά από το ειρηνοδικείο ενώπιον του οποίου είχε συζητηθεί η υπόθεση. Συνάγεται ερμηνευτικά και από τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 2 Ν. 5134/2024 ότι στις περιπτώσεις αυτές θα πρέπει η δημοσίευση της απόφασης να γίνεται από το οικείο μονομελές πρωτοδικείο είτε από την κεντρική ή παράλληλη έδρα του είτε από την περιφερειακή, αναλόγως με το πού έχει μεταφερθεί η υπόθεση με βάση τα οριζόμενα στο το άρθρο 14 παρ. 4 Ν. 5108/2024.

ε) Ως προς το αρμόδιο δευτεροβάθμιο δικαστήριο για τη συζήτηση έφεσης κατά πρωτοβάθμιας αποφάσεως που υπό το προϊσχύον δίκαιο ανήκε στην υλική αρμοδιότητα των καταργηθέντων ειρηνοδικείων:

Με τα νέα άρθρα 18 & 19 ΚΠολΔ εισάγεται η έννοια της καθ’ ύλην αρμοδιότητας και στον δεύτερο βαθμό υπό την έννοια ότι για τον καθορισμό του υλικά και τοπικά αρμόδιου δευτεροβάθμιου δικαστηρίου παύει να έχει σημασία μόνο το ποιο είναι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο (μονομελές πρωτοδικείο) που εξέδωσε την εκκαλουμένη απόφαση.

Η ανωτέρω διευθέτηση της υλικής αρμοδιότητας στον δεύτερο βαθμό θέτει μια σειρά ζητημάτων διαχρονικού δικαίου. Επί των ζητημάτων αυτών, οι διατάξεις του άρθρου 51 παρ. 2 & 3 Ν. 5134/2024 ορίζουν ότι, εάν οι ειρηνοδικειακές αποφάσεις αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας έχουν ήδη εκδοθεί έως τις 15/09/2024 τότε εφεσιβάλλονται ενώπιον των μονομελών πρωτοδικείων, ενώ εάν έχουν εκδοθεί μετά τις 16/09/2024 ως αποφάσεις μονομελών πρωτοδικείων, παρά το ότι συζητήθηκαν πιο πριν ενώπιον του ειρηνοδικείου, τότε εφεσιβάλλονται ενώπιον των πολυμελών πρωτοδικείων. Η ρύθμιση αυτή είναι σύμφωνη με τα οριζόμενα στο άρθρο 24 παρ. 1 εδ. α΄ ΕισΝΚΠολΔ με βάση το οποίο το παραδεκτό των ένδικων μέσων, το επιτρεπτό των προβαλλόμενων λόγων και ο χρόνος της άσκησης κρίνονται σύμφωνα με το νόμο που ισχύει κατά το χρόνο που δημοσιεύεται η απόφαση.

Για τις υποθέσεις εκουσίας δικαιοδοσίας η διάταξη του άρθρου 51 Ν. παρ. 1 5134/2024 ορίζει ότι οι εφέσεις κατά των αποφάσεων των μονομελών πρωτοδικείων σε υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας, που μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 5108/2024 υπάγονταν με διάταξη νόμου στην αρμοδιότητα των ειρηνοδικείων, υπάγονται πλέον στην αρμοδιότητα των πολυμελών πρωτοδικείων. Στην κατεύθυνση αυτή η νέα διάταξη του άρθρου 740 παρ. 3 ΚΠολΔ, ορίζει ότι στην αρμοδιότητα των πολυμελών πρωτοδικείων υπάγονται και οι εφέσεις κατά των αποφάσεων των μονομελών πρωτοδικείων της περιφέρειάς τους για υποθέσεις των άρθρων 782, 789, 790, 792 έως 794, 797, 798, 811, 813 έως 818, 819 παρ. 3, 831 έως 833, 835 παρ. 3, 838, 847, 848, 857, 861, 864 και 1023 του παρόντος, καθώς και κατά αποφάσεων των ν. 3869/2010, 4072/2012 και 4738/2020.

* Ο κ. Παντελεήμων Ρεντούλης είναι Δικηγόρος, ΔΝ, Μέλος ΣΕΠ Παν. Λευκωσίας Μεταδιδακτορικός ερευνητής ΕΚΠΑ.


Δείτε το σχετικό Σεμινάριο: Οι αλλαγές στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (Με τον Ν 5134/2024)

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -