fbpx
Τετάρτη, 16 Οκτωβρίου, 2024

Επαναστοχεύοντας τη συζήτηση περί Aνταγωνισμού

Η - για 8η φορά – διοργάνωση από τη Νομική Βιβλιοθήκη του Συνεδρίου Competition Law and Policy, στις 17-18 Οκτωβρίου, με συμμετοχή από τις Αρχές ανταγωνισμού και τη Δικαιοσύνη μέχρι την πανεπιστημιακή κοινότητα και – κυρίως, θα λέγαμε – τα εξειδικευμένα νομικά γραφεία (Ελληνικά και ξένα) και τις επιχειρήσεις, δηλαδή τους εφαρμοστές στην πράξη, έχει αυτήν ακριβώς την στόχευση. Να δείξει πού βρίσκεται και προς τα πού πορεύεται το δίκαιο και η πολιτική ανταγωνισμού.

Χρόνος ανάγνωσης 3 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 3 λεπτά

Δείτε επίσης

Όταν η δημόσια συζήτηση στρέφεται προς θέματα Δικαίου του Ανταγωνισμού, οι παγίδες της υπεραπλούστευσης αφθονούν. Ειδικά στην Ελλάδα, όπου τα αντανακλαστικά της αγορανομικής παρέμβασης δεν έχουν εκλείψει – και, να πούμε την αλήθεια – και οι Κυβερνήσεις στις δημόσιες τοποθετήσεις τους δεν αποφεύγουν τον πειρασμό να υποσχεθούν ή πάντως να υπαινιχθούν «παρέμβαση υπέρ του πολίτη/της νοικοκυράς», οι δε Αντιπολιτεύσεις ακόμη περισσότερο εγκαλώντας για απραξία. Το «τι κάνει επιτέλους η Επιτροπή Ανταγωνισμού!» είναι ένα εύκολο αντανακλαστικό. Μηντιακά, δε, αποδίδει: μπορεί η συζήτηση περί ολιγοπωλιακών καταστάσεων, αν μη cosy cartels σε τομείς όπως το μεγάλο λιανεμπόριο, τα ενεργειακά ή οι τράπεζες να έχει άλλοτε ευγενείς/αναλυτικούς και άλλοτε πιο συνθηματολογικές εκφάνσεις. όμως οι αναφορές περί πληθωρισμού απληστίας δεν θα φύγουν εύκολα από το προσκήνιο. Και η επιστολογραφία Μητσοτάκη με Βρυξέλλες, την μια για τις τιμολογιακές πολιτικές των μεγάλων αλυσίδων, την άλλη για τις στρεβλώσεις του ενεργειακού τομέα, αυτά τα αντανακλαστικά αναδεικνύουν. «Κάντε κάτι!». Όμως…

…Όμως η νομοθεσία του ανταγωνισμού, το ήδη υπεραιωνόβιο Αμερικανικό Antitrust (το FTC και το Clayton Act είναι της δεύτερης δεκαετίας του 20ου αιώνα), αλλά και το εν πολλοίς εξ εισαγωγής Ευρωπαϊκό πλαίσιο (το άρθρο 85, 86 και 90 της ΣυνθΕΟΚ, όπως μετεξελίχθηκαν, είναι των μέσων του αιώνα) και η πυκνή νομολογία και διοικητική πρακτική που πλέχθηκαν γύρω τους, δεν παύουν να είναι μέσα/εργαλεία με όρια στην εφαρμογή τους.

Ήδη η αρχική, περισσότερο νομική/τυπική προσέγγιση μετεξελίχθηκε προς την ενσωμάτωση οικονομικών αναλύσεων και εκτιμήσεων: τόσο οι περιπτώσεις συμπράξεων όσο και οι συγχωνεύσεις προσεγγίζονται πλέον με έως-και-χειρουργική λεπτότητα, μετά από διεξοδικές μελέτες της αγοράς και προβολές συνεπειών. Την ίδια στιγμή, οι μηχανισμοί των Βρυξελλών – η θρυλική κάποτε DGIV και η αντίστοιχα ισχυρή μονάδα Ανταγωνισμού της Νομικής Υπηρεσίας της Επιτροπής, με τη «βαριά» νομολογία του ΔΕΚ να λειτουργεί προωθητικά, από την εποχή Grandig/Consten ή και United Brands, σταδιακά άφησε όλο και περισσότερο χώρο στους εθνικούς μηχανισμούς/τις Επιτροπές Ανταγωνισμού. Ενώ ο έλεγχος των κρατικών ενισχύσεων, που επί δεκαετίες είχε διεκδικήσει προβεβλημένο ρόλο στην πολιτική διασφάλισης της Ενιαίας Αγοράς, τα τελευταία χρόνια σταδιακά αφήνει όλο και σαφέστερα περιθώρια σε «εθνικούς πρωταθλητές», ενδεχομένως με Ευρωπαϊκό ένδυμα. Τώρα, με τις εκθέσεις Letta και Draghi, αυτή η συζήτηση μάλλον θα ανοίξει σε διαφορετική κατεύθυνση.

Στην Ελλάδα, από την εποχή του ν.703/77, που υπήρξε μια ηρωική προσπάθεια να μεταφερθεί έγκαιρα στην Ελληνική πραγματικότητα η λογική των άρθρων 85-86 ΣυνθΕΟΚ ήδη από την εποχή των διαπραγματεύσεων ένταξης, με κάπως ανώμαλη προσγείωση με την πρώτη εφετειακή απόφαση επί της εφαρμογής του, υπήρξε μια τάση να «φορτώνεται» η πολιτική ανταγωνισμού – και, συνακόλουθα, η λειτουργία της Επιτροπής Ανταγωνισμού – με προσδοκίες που δεν αντιστοιχούν πάντα στις πραγματικές δυνατότητες. Η μηντιακή παρακολούθηση των πραγμάτων στρέφεται κυρίως στις υποθέσεις «υψηλού προφίλ», με την διάσταση των προστίμων και γενικώς των διώξεων να μονοπωλεί το ενδιαφέρον – χαρακτηριστική η εντελώς πρόσφατη υπόθεση morning raid στην Motor-Oil (με το πρόστιμο των 9,2 εκατ. ευρώ).

Πολύ λιγότερη σημασία αποδίδεται στις αναλύσεις αγορών (και στρεβλώσεών τους). Ενώ συχνά επανέρχεται δίκην παραπόνου η διάσταση της μη-επαρκούς και μη-κατάλληλης στελέχωσης της Επιτροπής Ανταγωνισμού, που δεν είναι βέβαιο ότι σε σύγκριση με άλλες – μη-«μεγάλες»: δεν είναι λογικό να συγκρίνεται με το Budeskartellamt, για παράδειγμα – δεν είχε διαχρονικά την σωστή μέριμνα. Περισσότερο, στην Ελληνική δημόσια συζήτηση, έχουμε μια τάση να φορτώνονται στους μηχανισμούς προσδοκίες αποτελέσματος αναντίστοιχες με τις συνολικές συνθήκες.

Η – για 8η φορά – διοργάνωση από τη Νομική Βιβλιοθήκη του Συνεδρίου Competition Law and Policy, στις 17-18 Οκτωβρίου, με συμμετοχή από τις Αρχές ανταγωνισμού και την Δικαιοσύνη μέχρι την πανεπιστημιακή κοινότητα και – κυρίως, θα λέγαμε – τα εξειδικευμένα νομικά γραφεία (Ελληνικά και ξένα) και τις επιχειρήσεις, δηλαδή τους εφαρμοστές στην πράξη, έχει αυτήν ακριβώς την στόχευση. Να δείξει πού βρίσκεται και προς τα πού πορεύεται το δίκαιο και η πολιτική ανταγωνισμού.

Ο ιστορικός δικαστής του ΔΕΚ Pierre Rescatore θα το έλεγε αλλιώς: «How to have our rulings percolate down to the public»/πώς οι νομικές προσεγγίσεις θα καταλήξουν να γίνονται αντιληπτές από τον κόσμο.

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -