Το NB Daily, με αφορμή την Επέτειο του Πολυτεχνείου, αναδημοσιεύει αποσπάσματα από το άρθρο της Αλεξάνδρας Σφοίνη, Διευθύντριας Ερευνών στο Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών, στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Το άρθρο δημοσιεύθηκε πρώτη φορά στο περιοδικό Αρχειοτάξιο, τον Απρίλιο του 2024. Το portal της Νομικής Βιβλιοθήκης ευχαριστεί θερμά τον Βαγγέλη Καραμανωλάκη, Καθηγητή της Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΕΚΠΑ, και Μέλος της Συντακτικής Ομάδας του περιοδικού, καθώς και τη συντάκτρια του άρθρου, κ. Σφοίνη, για την άδεια αναδημοσίευσης.
Ήταν ένα σύνθημα καθολικό χωρίς να είναι προκλητικό, ένα σύνθημα που μπορούσε να εκπροσωπήσει όλο το φοιτητικό κίνημα, πράγμα που δείχνει και η υιοθέτησή του από τον αστικό τύπο: «Τα αιτήματα, που προέβαλαν, μέσα στο Πολυτεχνείο οι σπουδαστές ήταν σπουδαστικά και στο πλαίσιο «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία» γράφει η εφημερίδα Το Βήμα στις 15 Νοεμβρίου. Οπωσδήποτε χρησιμοποιήθηκε περισσότερο στην αρχή της εξέγερσης, όταν δινόταν περισσότερη έμφαση στα φοιτητικά αιτήματα, ενώ στο τέλος το κυρίαρχο αίτημα και σύνθημα ήταν πολιτικό: «Κάτω η χούντα».
Το σύνθημα «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία» αποτελεί σήμα κατατεθέν της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Τότε ακούστηκε για πρώτη φορά και συνέχισε να ακούγεται κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης και μέχρι τις μέρες μας σε κάθε επέτειο του Νοέμβρη 1973, θυμίζοντας τα αιτήματα των φοιτητών και τον αντιδικτατορικό αγώνα τους. Το σύνθημα, ωστόσο, παρόλο που δεν φαίνεται να χρησιμοποιήθηκε σε αυτή τη μορφή πριν από τον Νοέμβριο 1973 , δεν ήταν αποκλειστική επινόηση του φοιτητικού κινήματος.
Ως προς τα δύο σκέλη του «Ψωμί και Ελευθερία», έλκει την καταγωγή του από τη Γαλλική Επανάσταση και κατόπιν διαδόθηκε σε όλη την Ευρώπη και τη Λατινική Αμερική αποκτώντας διεθνικές διαστάσεις, εφόσον, όπως σημειώνει ο Erik Hobsbawm, «η Γαλλία έδωσε το λεξιλόγιο και τα βασικά θέματα της φιλελεύθερης και ριζοσπαστικής-δημοκρατικής πολιτικής στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου». Ας παρακολουθήσουμε λοιπόν τη γένεση του συνθήματος και ορισμένες από τις φάσεις της εξέλιξης και των χρήσεων του στα διεθνή και ελληνικά συμφραζόμενα.
Μετά τη Γαλλική Επανάσταση, το σύνθημα «Ψωμί και ελευθερία» έχει μπει στην ιστορία και θα ακούγεται κάθε φορά που απειλείται η επιβίωση των λαϊκών στρωμάτων αλλά και οι δημοκρατικές ελευθερίες.
«Ψωμί και Ελευθερία» στη Γαλλική Επανάσταση
Στη Γαλλία του 18ου αιώνα το ζήτημα του εφοδιασμού με τρόφιμα ήταν σημαντικό και ρυθμιζόταν με μια σειρά αυτοκρατορικών νόμων και διατάξεων, η δε κάλυψη των αναγκών διαβίωσης συνοψιζόταν στη φράση «να υπάρχει ψωμί», όπως το διατυπώνει o Nicolas Delamare στο συμπέρασμα της πραγματείας του Traité de la Police που δημοσιεύτηκε στα 1705-1722. Και αυτό επειδή η ακρίβεια του ψωμιού ως επακόλουθο ενός παγερού χειμώνα και μιας κακής σοδιάς ήταν ένα μόνιμο φόβητρο για όλους, ιδίως για τους ασθενέστερους, και συνοδευόταν συχνά από λαϊκές εξεγέρσεις. Ο πεινασμένος και εξαγριωμένος λαός έδειχνε τη δύναμή του προβαίνοντας σε υλικές καταστροφές και δολοφονίες των αρχών, επιτυγχάνοντας ενίοτε τη μείωση της τιμής των σιτηρών, αλλά η κεντρική εξουσία κατά κανόνα τον αντιμετώπιζε με βίαιη καταστολή.
Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της εξέγερσης προξενούσε φόβο, αφού ένα αίσθημα άγριας ελευθερίας τον έκανε, έστω και προσωρινά, τολμηρό και ανυπάκουο απέναντι στους άρχοντες, καθώς τον περιγράφει ο Bossuet. Κοινή παραδοχή της εποχής ήταν ότι η ελευθερία δεν άρμοζε στον λαό, ο οποίος θεωρείτο ασταθής και ανορθολογικός, υποκείμενος σε κάθε είδους επιρροές. Η πολιτική και η θρησκεία όφειλαν να φροντίζουν ώστε να παραμένει υποταγμένος και να εκτελεί ταπεινά τα καθήκοντά του με τον φόβο της τιμωρίας και την ελπίδα της ουράνιας σωτηρίας. Η εξέγερση τον έθετε αυτομάτως εκτός πολιτικής και κοινωνικής τάξης και τον μεταμόρφωνε σε απειλή για το καθεστώς.
Εκτός όμως από τις αντίξοες καιρικές συνθήκες, η ακρίβεια του ψωμιού οφειλόταν και στην υπέρμετρη ελευθερία του εμπορίου που προξενούσε ακραία διακύμανση της τιμής των δημητριακών. Απέναντι στους κερδοσκόπους οι διανοητές του Διαφωτισμού παίρνουν το μέρος του λαού, όπως ο Diderot, ο οποίος αναρωτιέται γιατί οι πολιτικοί περιφρονούν τον λαό και φοβούνται τις εξεγέρσεις του αντί να τον ανυψώσουν σε ρυθμιστή του εμπορίου των δημητριακών. Η δημόσια συζήτηση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι είναι απαραίτητη μια πολιτική θεωρία του εμπορίου ικανή να προλαβαίνει τις κρίσεις, σε σχέση με τις οποίες ο λαός επιδεικνύει περισσότερη λογική από τους εισοδηματίες με το να στρέφεται εναντίον της ελευθερίας του εμπορίου των δημητριακών, καθώς γράφει ο Mably που προβληματίζεται λόγω των εξεγέρσεων και προβλέπει σοβαρές εξελίξεις.
H έννοια του λαού γίνεται πιο σύνθετη και αντιπαρατίθεται σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο με τους ιδιοκτήτες των μέσων διαβίωσης, με την ανισότητα και την άδικη νομοθεσία που θεωρείται πλέον υπεύθυνη για την αταξία. Ο λαός αναβαθμίζεται από χυδαίο, ανορθολογικό και απρόβλεπτο πλήθος σε κυρίαρχο κοινωνικό σώμα, σε πολίτη, τουλάχιστον όταν έχει κάποια ιδιοκτησία, όπως υπογραμμίζει ο Holbach. Αντιθέτως ο φτωχός λαός παραμένει «ανόητος» για τον Βολταίρο, όπως και για τον Holbach που τον θεωρεί ως «αυτόματο ανίκανο να σκεφθεί, αληθινό άγριο που φέρνει στις πόλεις τη βιαιότητα, την ανοησία, την αφροσύνη και τον παραλογισμό του ανθρώπου των δασών». Στο σημείο αυτό υπεισέρχεται η έννοια της παιδείας και των νόμων, οι οποίοι, σύμφωνα με τον Diderot, είναι απαραίτητοι για τη διαμόρφωση του πνεύματος του λαού και του έθνους.
Το ζήτημα των τροφίμων και κυρίως του ψωμιού, που ήταν το βασικό είδος διατροφής και απαιτούσε το μισό του οικογενειακού προϋπολογισμού, ακόμη και το 80% σε περιόδους κρίσης, έπαιξε σημαντικό ρόλο στη Γαλλική Επανάσταση, αν και δεν ήταν ο αποκλειστικός παράγοντας. Στα τέλη του αιώνα η κρίση συνδέθηκε με την πτώση της αγροτικής παραγωγής. Η σοδειά του 1788 ήταν κακή, ο χειμώνας 1788-1789 ήταν σκληρός. Οι τιμές ανέβηκαν, η κατανάλωση έπεσε, πολλοί εργάτες έμειναν άνεργοι, η επαιτεία και η αλητεία αυξήθηκαν, ενώ οι κοινωνικές δομές και το νομικό πλαίσιο ήταν σε ασυμφωνία με τις νέες οικονομικές πραγματικότητες.
Υπό την πίεση των συνθηκών ξέσπασαν πολλές ταραχές και λεηλασίες. Ο λαός «μισεί τους εμπόρους» σημειώνει ο Condorcet, ενώ ο Turgot φοβάται «την οργή ενός λαού τυφλού και πιεσμένου» που εξεγείρεται. Το ζήτημα της κρίσης, της ακρίβειας του ψωμιού και της εμπορίας των δημητριακών καταγγέλλεται στα «Τετράδια παραπόνων» (Cahiers de Doléances), ενώ κυκλοφορούν ανώνυμα φυλλάδια που καταφέρονται εναντίον του μονοπωλίου του ψωμιού (La chasse aux monopoleurs sur le pain) και διεκδικούν ψωμί για τον λαό (Le pain au peuple). Η εφημερίδα Révolutions de Paris, περιγράφοντας τον Αύγουστο 1789 τις ταραχές που λάμβαναν χώρα στις επαρχίες και το Παρίσι, τον «Μεγάλο Φόβο» (Grande Peur) όπως ονομάστηκαν, κάνει τη σύνδεση ανάμεσα στο ψωμί και την ελευθερία ως μάχη εναντίον της τυραννίας, σύμβολο της οποίας έχει ήδη γίνει η πτώση της Βαστίλλης. (…)
«Ψωμί – δουλειά – λευτεριά» στον Μεσοπόλεμο
Το σύνθημα χρησιμοποιήθηκε στον Μεσοπόλεμο, όταν η οικονομική κρίση έπληξε ευρύτερα στρώματα σε όλη την Ευρώπη, ενώ η άνοδος του φασισμού είχε ως απάντηση λαϊκά κινήματα από τα Βαλκάνια ως την Ισπανία. Στη Γαλλία η ίδρυση του «Λαϊκού Μετώπου» ή του αγώνα «για το ψωμί, την ειρήνη και την ελευθερία» (Front Populaire où la lutte pour le pain, la paix et la liberté) εγγράφεται στη δυναμική που είχε αναπτυχθεί από την αναγνώριση του λαού ως πρωταγωνιστή της ιστορίας και την πολιτικοποίηση των μαζών. Η μαζική προσχώρηση στις γραμμές του, η συνένωση 99 πολιτικών συνδικάτων, η κοινοβουλευτική πλειοψηφία και η διεθνοποίηση της δραστηριότητάς του αποτελούν ένα γεγονός που ανυψώθηκε στη σφαίρα του μύθου.
Η οργάνωσή του βασίστηκε στις αντιφασιστικές επιτροπές ως εξουσιοδοτημένες μονάδες δράσης, αναγόμενες στη Γαλλική Επανάσταση (comités révolutionnaires), οι οποίες μετασχηματίστηκαν σε επιτροπές του Λαϊκού Μετώπου το φθινόπωρο 1935, όπου οι στρατολογούμενοι όμνυαν όρκο επιβεβαιώνοντας τη δέσμευσή τους στη Δημοκρατία με το σύμβολο της Μαριάννας. Το πολιτικό και πολιτιστικό του πρόγραμμα, το οποίο εκφώνησε ο Maurice Thorez τον Οκτώβριο 1934, ήταν ένα κάλεσμα προς τον αγροτικό κόσμο, τους εργάτες και όλες τις κοινωνικές τάξεις που είχαν πληγεί από τις οικονομικές πολιτικές. Εμπνεόμενο από τις επαναστατικές και δημοκρατικές παραδόσεις, τον μαρξισμό και τον αντιφασισμό, επανέφερε τον ρυθμό της Μασσαλιώτιδας και την τρίχρωμη σημαία εκφράζοντας μια νέα έννοια του πατριωτισμού. Περιελάμβανε τρία μέρη: προστασία των ελευθεριών (αφοπλισμό, γενική αμνηστία, ελευθερία του τύπου και του συνδικαλισμού), οικονομικά και κοινωνικά μέτρα για την ανακούφιση των πληττομένων από την κρίση (αντιμετώπιση της ανεργίας, προστασία μισθών και συντάξεων, αποπληρωμή δανείων, οικονομική μεταρρύθμιση), πάλη για την ειρήνη.
Η οικονομική κρίση του Μεσοπολέμου, που έπληξε και την Ελλάδα, ιδίως την τριετία 1930-1932, είχε ως αποτέλεσμα την κινητοποίηση του αγροτικού και εργατικού κόσμου τη δεκαετία 1930 με έντονο αντιφασιστικό περιεχόμενο. Η ίδρυση της ΓΣΕΕ (1918) και του ΣΕΚΕ (από το 1924 ΚΚΕ) συνέβαλαν στο να αποκτήσει το εργατικό κίνημα μαζικότητα και καλύτερη οργάνωση, σε αντίθεση με τις παλαιότερες διάσπαρτες εργατικές κινητοποιήσεις. Τα αιτήματα που υποστήριξε το κόμμα (Αύγουστος 1922) ήταν αποστράτευση, γενική αμνηστία, αποζημίωση των θυμάτων πολέμου, φορολογία των εκμεταλλευτών του πολέμου, απαλλοτρίωση των τσιφλικιών, αποκατάσταση συνταγματικών ελευθεριών, κατάργηση της λογοκρισίας και άμεση αποφυλάκιση των κρατουμένων αγωνιστών.
(…)
Στην εφημερίδα Ο Νέος Ριζοσπάστης δημοσιεύονται άρθρα που καταγγέλλουν την ακρίβεια στο ψωμί και συνδέουν το ψωμί με την εργασία και την ελευθερία αλλά και τη Σοβιετική Ένωση. Στο φύλλο της 9ης Οκτωβρίου 1930 με αφορμή αντιπολεμική συγκέντρωση στην Αθήνα, εμφανίζεται με παμβαλκανική διάσταση το σύνθημα στον τίτλο του άρθρου «Μαζύ με τους εργάτες των Βαλκανίων ας παλαίψουμε για ψωμί και ελευθερία, ας υπερασπιστούμε τη Σοβ. Ρωσία». Στις 7 Νοεμβρίου 1932 στο άρθρο «Εδώ που κυβερνά η κεφαλαιοκρατία βασιλεύουν η πείνα, η ανεργία, η τρομοκρατία, το φοροκυνηγητό και το ξεπούλημα της φτωχολογιάς και εντείνονται συνεχώς οι πολεμικοί εξοπλισμοί», σε ένα παραλληλισμό με τη Σοβιετική Ένωση και τις κατακτήσεις των Ρώσων, εμφανίζεται το σύνθημα «Αγωνισθείτε και σεις κατά το παράδειγμά τους για ψωμί, δουλειά, λευτεριά και για τη ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ».
Βασικό σύνθημα του ΚΚΕ είναι το «Ψωμί – δουλειά – λευτεριά», με το οποίο κλείνει τις προκηρύξεις της η Κεντρική Επιτροπή, αλλά και του Ενιαίου Μετώπου των εργατών και αγροτών που απειλείται να κηρυχθεί εκτός νόμου και να μη συμμετάσχει στις εκλογές το 1934. Στο εκλογικό του πρόγραμμα, που δημοσιεύθηκε στον Ριζοσπάστη τον Μάιο 1933, διαβάζουμε: «Το Ενιαίο Μέτωπο των εργατών και αγροτών κατεβαίνει στις δημοτικές και κοινοτικές εκλογές με διάπλατα ανοιγμένη τη σημαία της πάλης για ψωμί – δουλειά – λευτεριά. Για τακτικά επιδόματα και συσσίτια στους ανέργους. Για φτηνό ψωμί, καλλίτερο μεροκάματο, 8ωρο, για την απαλλαγή των φτωχών από τους φόρους και βαρειά φορολογία του κεφαλαίου. Κατά του φασισμού και του πολέμου, για γενική αμνηστία. Για την υπεράσπιση της Σοβιετικής Ένωσης». Παραλλαγές του συνθήματος βρίσκουμε στους πηχυαίους πρωτοσέλιδους τίτλους της εφημερίδας, όπου εμφανίζεται ως «Ψωμί και δουλειά», «Το ψωμί αποχτιέται με την πάλη», «Ψωμί και δικαιώματα», «Φτηνό ψωμί και κατάπαυση της φασιστικής τρομοκρατίας», «Ψωμί – δουλειά – ειρήνη – λεφτεριά – καλοπέραση!». (…)
«Ψωμί – ελευθερία – δικαιοσύνη» στη Λατινική Αμερική
Το ιστορικό σύνθημα «ψωμί και ελευθερία» έχει αποκτήσει διεθνικές διαστάσεις εμφανιζόμενο και στη Λατινική Αμερική σε διαφορετικά πολιτικά συμφραζόμενα. Από τις αρχές του 20ού αιώνα ο αγώνας συσπειρώνει τα κόμματα που μάχονται για τα δημοκρατικά δικαιώματα και εναντίον του ιμπεριαλισμού. Πολλοί από τους αρχηγούς των κομμάτων ή του φοιτητικού κινήματος βρέθηκαν στην εξορία στη Βόρεια Αμερική και στην Ευρώπη και μάλιστα στη Γαλλία, απ’ όπου αλληλογραφούσαν με τις πατρίδες τους και έστελναν επιστολές σε πολιτικά περιοδικά συμβάλλοντας στην κυκλοφορία των ιδεών.
Μια τέτοια περίπτωση είναι ο Victor Raul Haya de la Torre, ιδρυτής του κόμματος «Μέτωπο χειρωνακτικών και διανοητικών εργατών» το 1923, που ερχόταν αντιμέτωπο με το καθεστώς του Leguía. Στην περίοδο της εξορίας του 1924-1930 ο de la Torre ταξίδεψε κατ’ αρχάς στο Μεξικό και κατόπιν στην Ευρώπη, όπου έμεινε στην Ελβετία, στη Γαλλία και την Αγγλία και ήλθε σε επαφή με τα αντιμπεριαλιστικά ευρωπαϊκά κινήματα και τους φοιτητικούς κύκλους που μάχονταν εναντίον της αποικιοκρατίας. Γνώρισε τον Γάλλο διανοούμενο Romain Rolland και άλλους αρχηγούς αντιμπεριαλιστικών οργανώσεων, όπως οι Hurwitz, Gulman, Mansen, γνωριμίες που προσέδωσαν στη σκέψη του διεθνικό χαρακτήρα, όπως φαίνεται στις έννοιες και τα σύμβολα που διανθίζουν τον λόγο του. Ο de la Torre, αρχηγός του Απριστικού Κόμματος (Parti apriste) του Περού, χρησιμοποιεί τον συνδυασμό ψωμί/ελευθερία γράφοντας στο περιοδικό Combate το 1962: «Πιστέψαμε πάντοτε, πιστεύουμε και θα συνεχίσουμε να πιστεύουμε, και γι’ αυτό δεν προδώσαμε τις αρχές μας, ότι η κοινωνική δικαιοσύνη μπορεί να φθάσει τη μεγαλύτερη έκφρασή της στους δρόμους της ελευθερίας. Γι’ αυτό, δημιουργήσαμε το σύνθημα της δημοκρατίας, που είναι η ελευθερία μαζί με το ψωμί». Ο de la Torre υπερασπιζόταν το Απριστικό Κόμμα της Βενεζουέλας τοποθετούμενος εναντίον κάθε ιμπεριαλισμού, είτε της Ουάσιγκτον είτε της Μόσχας.
Ο συνδυασμός ελευθερία/δικαιοσύνη (χωρίς όμως το ψωμί) προβάλλεται και στον λόγο του Rómulo Betancourt, ιδρυτή του κόμματος «Δημοκρατική Δράση» της Βενεζουέλας, που καταγγέλλει το 1944 στο περιοδικό Action Democratica το δικτατορικό καθεστώς της Βενεζουέλας αλλά και της Σοβιετικής Ένωσης: «Για να αγωνιστεί εναντίον του κομμουνισμού ως πολιτικής ιδεολογίας, ο λαός της Βενεζουέλας έχει την πίστη και την αγάπη του για την ελευθερία που είναι ασύμβατες με το καθεστώς δικτατορικού τύπου του προλεταριάτου. Εκεί όπου υπάρχει ελευθερία και δικαιοσύνη δεν βρίσκονται πολλοί άνθρωποι διατεθειμένοι να παραιτηθούν από την αξιοπρέπειά τους, την ελευθερία τους και τη δικαιοσύνη».
Το σύνθημα «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία» κατατάσσεται στα συνθήματα κατά του καθεστώτος, στα οικονομικά και βεβαίως στα φοιτητικά συνθήματα. Πώς όμως επινοήθηκε το σύνθημα και ποιος ή ποια οργάνωση το πρότεινε;
«Ψωμί – παιδεία – ελευθερία» στην εξέγερση του Πολυτεχνείου
Το φοιτητικό κίνημα που συγκροτήθηκε κατά τον Μεσοπόλεμο, με κεντρικό όργανο την Ομοσπονδία Ελλήνων Φοιτητών (ΕΟΦ), της οποίας το πρώτο Συνέδριο έγινε το 1924, προωθούσε αιτήματα σχετικά με τα δίδακτρα και εξέταστρα, τα συγγράμματα των καθηγητών, τους αποστρατευθέντες ή δημόσιους υπαλλήλους φοιτητές, την κτιριακή υποδομή, κ.ά. Πολλοί από τους φοιτητές ήταν σε στενή σύνδεση με τα κόμματα και τις νεολαίες τους, μάλιστα την Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας (ΟΚΝΕ) που ιδρύθηκε το 1922, η οποία όμως φαίνεται να υποτιμά το φοιτητικό κίνημα και τους διανοούμενους γενικά.
Στις κινητοποιήσεις τους οι φοιτητές, πολλοί από τους οποίους ανήκαν στην Κομμουνιστική Νεολαία Αθήνας (ΚΝΑ) που ιδρύθηκε το 1925, τραγουδούσαν τη Διεθνή και επαναστατικά τραγούδια. Στις συγκεντρώσεις του 1927 ορισμένα από τα συνθήματά τους σχετίζονταν με φοιτητικά οικονομικά αιτήματα, όπως «Δεν πληρώνουμε», «Φτηνά δίδακτρα», «Ζήτω οι φτωχοί φοιτητές», άλλα είχαν πολιτική χροιά και στόχευαν στα αντιδραστικά μέτρα της Συγκλήτου και του Υπουργείου Παιδείας, όπως «Κάτω η τρομοκρατία», «Κάτω τα οργανέτα του Κράτους και του Πανεπιστημίου», «Κάτω η Κυβέρνησις», «Κάτω ο Φασισμός». Σε μια μεγάλη απεργία του 1929 τραγουδούσαν «Ή θα δωθούν τα δίκια μας ή ημείς θα απεργούμεν» και «Ενοικιάζεται» για το Πανεπιστήμιο.
Τη δεκαετία του ’50 προβλήθηκε το αίτημα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης ως εθνικής ανάγκης συμβατής με το αίτημα της αγροτικής ανάπτυξης και της εκβιομηχάνισης. Η δεκαετία 1958-1967 ήταν περίοδος άνθησης των κοινωνικών κινημάτων στην Ελλάδα, στα οποία πρωτοστατεί η Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη. Το νεολαιίστικο κίνημα της δεκαετίας του ’60 είναι γνωστό ως κίνημα του 114 (από το ακροτελεύτιο άρθρο του Συντάγματος του 1952 που έδινε στον λαό το δικαίωμα αντίστασης) και του 15% («Προίκα στην παιδεία και όχι στη Σοφία»), συνθήματα που είχαν επινοηθεί, μαζί με άλλα υπέρ της δημοκρατίας και των ελευθεριών, και αναγραφεί τον Απρίλιο 1961 στους τοίχους των Πανεπιστημιακών Σχολών της Αθήνας αυθόρμητα από προοδευτικούς φοιτητές που αποτέλεσαν την Δημοκρατική Αντίσταση Νεολαίας (ΔΑΣ-114).
Το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα εμφανίστηκε τον Ιανουάριο 1972 και αποτελείτο από φοιτητές που είχαν εισέλθει στα ΑΕΙ μετά το 1967 και συμμετείχαν στη διακίνηση προοδευτικών ιδεών και νέων πολιτισμικών προτύπων που εκπορεύονταν από ένα διεθνές ριζοσπαστικοποιημένο αριστερό κύμα αμφισβήτησης. Παράλληλα διατηρούσαν τη μνήμη της αγωνιστικής παράδοσης της γενιάς των Λαμπράκηδων και είχαν οργανωτικές σχέσεις με τα κόμματα της Αριστεράς και τις νεολαίες τους, ΚΚΕ, ΚΝΕ, ΚΚΕ εσωτ., Ρήγας Φεραίος, κ.ά., υπήρχε δηλαδή ένα είδος «ώσμωσης» φοιτητικού κινήματος και αριστερών οργανώσεων. Τον συντονισμό της δράσης ανέλαβαν οι Φοιτητικές Επιτροπές Αγώνα (ΦΕΑ), καθώς και οι Τοπικοί Φοιτητικοί Σύλλογοι που αποτέλεσαν χώρους συνάντησης και επικοινωνίας των νέων. Στις 21 Απριλίου 1972 διακόσιοι φοιτητές συγκεντρώθηκαν στα Προπύλαια φωνάζοντας «Ελευθερία», «Δημοκρατία» και τραγουδώντας «Πότε θα κάνει ξαστεριά» και τον Εθνικό Ύμνο. Μετά τις εκλογές βίας και νοθείας φώναζαν «Ελεύθερη παιδεία», «Κάτω ο επίτροπος», «Κάτω ο καταστατικός χάρτης», «Δεν περνάει ο φασισμός». Στην κατάληψη της Νομικής Σχολής τον Φεβρουάριο 1973, στην οποία συμπαραστάθηκαν και αρκετοί πολίτες, ακούστηκαν στην αρχή φοιτητικά συνθήματα και στη συνέχεια πολιτικά: «Ελλάς Ελλήνων Φυλακισμένων», «Κάτω η Χούντα», «Δημοκρατία – Ελευθερία», «Έξω οι Αμερικάνοι». Τα φοιτητικά αιτήματα των επιτροπών από 14 σχολές της Αθήνα τον Οκτώβριο του 1973 επικεντρώθηκαν στη δημοκρατική λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος.
Οι κινητοποιήσεις κλιμακώθηκαν με την «αυθόρμητη» κατάληψη του Πολυτεχνείου από υπεραριστερούς φοιτητές στις 14 Νοεμβρίου 1973. Παρά την αρχική αντίθετη άποψη του Ρήγα Φεραίου και την αμφιταλάντευση της ΑντιΕΦΕΕ, τα στελέχη τους αποφάσισαν να παραμείνουν μαζί με την πλειοψηφία των φοιτητών που διέκειντο ευνοϊκά στην ιδέα της διανυκτέρευσης. Στη Συντονιστική Επιτροπή Κατάληψης του Πολυτεχνείου (ΣΕ) μετείχαν 9 μέλη του Ρήγα Φεραίου, 8 της ΑντιΕΦΕΕ, 2 της ΟΣΕ, 1 του ΠΑΚ, 1 τροτσκιστής, 18 ανένταχτοι αριστεροί. Συμφωνήθηκε να μη μεταδίδονται από τα μεγάφωνα και να μην τυπώνονται σε τρικ και προκηρύξεις ακραία και αναρχικά συνθήματα, όπως «Κάτω το κράτος» ή «Γενική Απεργία», και να αναδειχθούν αντιδικτατορικά και αντιαμερικανικά συνθήματα. Τα συνθήματα που διατηρήθηκαν και ακούστηκαν ήταν σύμφωνα με την κατάταξη της Άννας Μαντόγλου Α) ενάντια στο πολιτικό καθεστώς, όπως «Κάτω η χούντα», «Κάτω ο Παπαδόπουλος», «Η χούντα στο Γουδί», «Έξι χρόνια αρκετά, δε θα γίνουνε επτά» Β) Φοιτητικά, όπως «Λεύτερες φοιτητικές εκλογές», «Ελεύθερη παιδεία» Γ) οικονομικά, όπως «Λαέ πολέμα σου πίνουνε το αίμα» Δ) εξωτερικής εξάρτησης, όπως «Έξω οι Αμερικάνοι», «ΝΑΤΟ – ΣΙΑ – Προδοσία» Ε) συμβολικά, όπως «Θάνατος στον τύραννο», «ΕΣΑ – ΕΣ – ΕΣ- Βασανιστές», ΣΤ) διακωμώδησης «Δεν σε θέλει ο λαός, παρ’ τη Δέσποινα και μπρος», «Μαρκεζίνη φασουλή», Ζ) κάλεσμα του ελληνικού λαού, όπως «Συμπαράσταση λαέ», «Ένας είναι ο αρχηγός ο κυρίαρχος λαός», «Οικοδόμοι-φοιτητές». Η εκλεγμένη Συντονιστική Επιτροπή με την ίδια πολιτική σύνθεση έσβησε τα ακραία και αναρχικά συνθήματα, αλλά διατηρήθηκαν και μη πολιτικά σωστά συνθήματα που δήλωναν το αυθόρμητο των μαζών.
Το σύνθημα πήρε τον δρόμο του ως ένα από αυτά που ακούγονταν περισσότερο και αναγράφονταν σε πανό από τις πρώτες ώρες της κατάληψης και στη συνέχεια εγκρίθηκε από τη Συντονιστική Επιτροπή, η οποία αποφάσιζε ποια συνθήματα θα κρατηθούν.
Το σύνθημα «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία» κατατάσσεται στα συνθήματα κατά του καθεστώτος, στα οικονομικά και βεβαίως στα φοιτητικά συνθήματα. Πώς όμως επινοήθηκε το σύνθημα και ποιος ή ποια οργάνωση το πρότεινε; Η καταγγελία του δικτατορικού καθεστώτος από σύσσωμο τον πολιτικό κόσμο έδινε ιδιαίτερη έμφαση στην καταπάτηση των δημοκρατικών ελευθεριών και λιγότερο στην προβολή οικονομικών και εκπαιδευτικών αιτημάτων. Εξάλλου, η περίοδος 1953-1973 θεωρείται σε γενικές γραμμές περίοδος ανάπτυξης, κατά την οποία όμως παγιώθηκαν οι ανισότητες στην κατανομή του πλούτου, ενώ το 1973 σημειώθηκε άνοδος της τιμής του πετρελαίου και πληθωριστική έξαρση. Οι στόχοι του Ρήγα Φεραίου είναι «Ελευθερία, ανεξαρτησία, δημοκρατία», καθώς αναγράφεται σε φυλλάδιο τον Ιούνιο 1972, όπου γίνεται εκτενής αναφορά στα οικονομικά προβλήματα «άνισης κατανομής του εισοδήματος και χαμηλού βιοτικού επιπέδου του λαού», καθώς και σε «κοινωνικά προβλήματα, όπως η Παιδεία». Τα συνθήματα «Ελεύθερες εκλογές στους φοιτητικούς συλλόγους», «Για μια ελεύθερη και δημοκρατική παιδεία», «Για μια Ελλάδα ελεύθερη, ανεξάρτητη και δημοκρατική» κλείνουν άλλο φυλλάδιο του Ρήγα Φεραίου τον Οκτώβριο 1972. Σε πολυσέλιδο φυλλάδιο με τίτλο Φοιτητικά, όπου συγκεντρώνονται άρθρα που δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα Τα Νέα το 1973, προτάσσεται το μότο «Για την Αλήθεια και τη Λευτεριά». «Θάνατος στον φασισμό και στον ιμπεριαλισμό, λευτεριά στο λαό» είναι το σύνθημα του Συλλόγου Ελλήνων Φοιτητών Παρισιού τον Φεβρουάριο 1973.
Στον λόγο της ΚΝΕ καταγγέλλεται τον Ιούνιο 1973 ότι «η ακρίβεια με την κατακόρυφη άνοδο των τιμών στα είδη πλατιάς κατανάλωσης, το όργιο του καπέλου και της μαύρης αγοράς έχει φέρει σε δύσκολη θέση την εργατική τάξη». Έκκληση για την «αντιιμπεριαλιστική αλληλεγγύη, την ειρήνη και τη φιλία» απευθύνει και ο Οδηγητής (Ιούλιος 1973) προς τους νέους φοιτητές όλου του κόσμου, έχοντας προμετωπίδα το σύνθημα «Λευτεριά στους πολιτικούς κρατούμενους». Σε άλλο φύλλο (Σεπτέμβριος 1973) προτρέπει τους νέους με το πηχυαίο σύνθημα «Ενωθείτε, οργανωθείτε, αγωνιστείτε για την ανατροπή της δικτατορίας, για μια νέα δημοκρατία, για την ειρήνη, το σοσιαλισμό».
Η στιγμή της επινόησης του συνθήματος παραμένει άδηλη, φαίνεται όμως ότι εμφανίστηκε ήδη από την Τετάρτη 14 Νοεμβρίου, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Λεωνίδα Καλλιβρετάκη, τότε φοιτητή της Φιλοσοφικής: «Στο μεταξύ, η είδηση ότι στο Πολυτεχνείο “γίνεται φασαρία” οδήγησε στην εσπευσμένη λήξη της συγκέντρωσης και στη συγκρότηση διαδήλωσης από τη Νομική ως το Πολυτεχνείο. Εκεί, μέσα στα αμφιθέατρα γίνονταν Γενικές Συνελεύσεις των διαφόρων Σχολών, ενώ στο προαύλιο περί τους εκατό φοιτητές δονούσαν την περιοχή με τα συνθήματα και τα τραγούδια τους. Σ’ αυτούς προστεθήκαμε τριακόσιοι περίπου φοιτητές που ήρθαμε από το Πανεπιστήμιο. Την είσοδό μας επιχείρησε να ανακόψει αστυνομική δύναμη και έγιναν επεισόδια. Οι περισσότεροι όμως κατορθώσαμε να μπούμε μέσα. Τα συνθήματα τις ώρες εκείνες κλιμακώθηκαν ως εξής: “Ελευθερία”, “Φοιτητές ελεύθεροι”, “Δεν περνάει ο φασισμός”, “Ψωμί, παιδεία, ελευθερία”, “Έξω οι Αμερικάνοι”, “Ο λαός πεινάει, σε λίγο θα σας φάει”, “Κάτω η Χούντα”, “Ελλάς Ελλήνων πεινασμένων”, “Κάτω ο Παπαδόπουλος” κ.ο.κ. Παράλληλα είχαν αναρτηθεί πανώ με τρία από αυτά: “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ”, “ΨΩΜΙ- ΠΑΙΔΕΙΑ-ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ” και “ΚΑΤΩ Η ΧΟΥΝΤΑ”».
Το σύνθημα λοιπόν εμφανίστηκε από την αρχή της εξέγερσης, μάλιστα φαίνεται ότι ακούστηκε κατά την πορεία των φοιτητών της Νομικής προς το Πολυτεχνείο, σύμφωνα με το χρονικό του Ηλία Αναγνωστόπουλου: «Κατά την 1η ώρα, έφτασε τρέχοντας ένας φοιτητής και φώναξε λαχανιασμένα, ότι στο Πολυτεχνείο γίνονται φασαρίες. Τα λόγια του προκάλεσαν ταραχή και μια έντονη μουρμούρα απλώθηκε ανάμεσά μας. Κλείσαμε βιαστικά τη συγκέντρωσή μας, διαβάστηκε το ψήφισμα κι’ αρχίσαμε να κατεβαίνουμε τις σκάλες, τραγουδώντας το «πότε θα κάνει ξαστεριά». Βγήκαμε στη Σόλωνος. Όλοι συζητούσαμε για το τι θα κάνουμε. Οι πιο θαρραλέοι προχώρησαν βιαστικά προς τα κάτω. Τετρακόσια μέτρα παρακάτω πυκνώσαμε και κλείσαμε το δρόμο. Προχωρούσαμε, φωνάζοντας «ψωμί, παιδεία, ελευθερία». Στα μπαλκόνια έβγαινε κόσμος και μας χαιρετούσε. Δεν ήμασταν περισσότεροι από διακόσιους» 59 . Σύμφωνα με το ίδιο χρονικό, στο προαύλιο του Πολυτεχνείου ακούγονταν και άλλα συνθήματα εναντίον των αστυνομικών που περνούσαν, όπως «ΕΣΑ – ΕΣ – ΕΣ», «φασίστες, μπασκίνες, ακόμα λίγους μήνες», συνθήματα πρόσκλησης προς τους φοιτητές και τον κόσμο, όπως «όλοι οι φοιτητές εδώ», «φοιτητές ελεύθεροι», «συμπαράσταση λαέ», «η εξουσία στο λαό», και εναντίον της χούντας, όπως «κάτω η χούντα», «δεν περνάει ο φασισμός», «κάτω οι χουντοεκλογές».
Μια ακόμη μαρτυρία του φοιτητή της Νομικής Λουκά Αποστολίδη επιβεβαιώνει τα γεγονότα: «“Στο Πολυτεχνείο για συμπαράσταση…”, επαναλάμβαναν πολλές φωνές και τραγουδώντας το, Πότε θα κάνη ξαστεριά, κατεβήκαμε τα σκαλιά. Μια ομάδα σχηματίσαμε διαδήλωση με κατεύθυνση το Πολυτεχνείο. Θα ήμασταν 150 με 200 άτομα. Συνθήματά μας: “Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία”,“Συμπαράσταση λαέ”, “Ξύπνα λαέ”, κ.ά.».
Το σύνθημα πήρε τον δρόμο του ως ένα από αυτά που ακούγονταν περισσότερο και αναγράφονταν σε πανό από τις πρώτες ώρες της κατάληψης και στη συνέχεια εγκρίθηκε από τη Συντονιστική Επιτροπή, η οποία αποφάσιζε ποια συνθήματα θα κρατηθούν. Σύμφωνα με τη μαρτυρία ενός μέλους της Συντονιστικής Επιτροπής, ήταν το σωστό σύνθημα: «Εμείς συνεδριάζαμε στο κτίριο Αβέρωφ και είπαμε να μπει μια τάξη. Το «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία» ήταν το σωστό σύνθημα. Τα συνθήματα που δεν μας έκφραζαν ήταν άλλα, που μπορεί να μας είχαν συκοφαντήσει, και εννοώ όχι το “Κάτω το κεφάλαιο” και “Λαοκρατία”, που είναι συνθήματα ενθουσιώδη και εξέφραζαν τους Αριστερούς. Βέβαια, έπρεπε να έχουμε αντιδικτατορικά και αντιιμπεριαλιστικά, τότε, συνθήματα και αυτά κοιτάξαμε να περάσουμε. Αλλά θυμάμαι που έγραφε “Σεξουαλική ελευθερία” και “Κάτω το κράτος”. Σβήσαμε τα συνθήματα αυτά, βάλαμε μια περιφρούρηση. Κατορθώσαμε και περάσαμε συνθήματα αντιιμπεριαλιστικά, αντιμονοπωλιακά, αντιδικτατορικά».
Τόνια Μωροπούλου: «Όχι, το Πολυτεχνείο δεν ήταν ένα στατικό σύνθημα “Ψωμί, Παιδία, Ελευθερία, Εθνική Ανεξαρτησία, Λαϊκή Κυριαρχία, Κοινωνική Προκοπή”. Ήταν μια ολόκληρη πολυφωνική ενότητα, βγαλμένη από πάλη αντίθετων απόψεων αυτή που αποτυπωνόταν στο κεντρικό σύνθημα του Πολυτεχνείου».
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Λ. Καλλιβρετάκη, το πλήθος φώναζε στα πεζοδρόμια της οδού Πατησίων ποικίλα συνθήματα («Λαέ πεινάς, γιατί τους προσκυνάς», «Επανάσταση λαέ», «Αγρότες, εργάτες και φοιτητές», «Απόψε πεθαίνει ο φασισμός», «Κάτω ο Παπαδόπουλος», «Μαρκεζίνη μασκαρά») και τραγουδούσε τον Ύμνο προς την Ελευθερία, την Ξαστεριά κ.τ.λ., οι διαδηλωτές μοίραζαν προκηρύξεις με αντικαθεστωτικά συνθήματα («Απεργία γενική», «Η εξουσία στο λαό», «Λαέ, λαέ ή τώρα ή ποτέ», κ.ά.), ενώ ποικιλία συνθημάτων γέμιζε τους τοίχους του Πολυτεχνείου μια και η αποτελεσματικότητα της Συντονιστικής Επιτροπής στην εκκαθάριση των συνθημάτων ήταν εντέλει περιορισμένη: «Συνέχισα την περιπολία μου. Οι τοίχοι όλων των κτιρίων του συγκροτήματος ήταν γεμάτοι συνθήματα, σ’ όλα τα χρώματα και όλους τους τόνους: “ΚΑΤΩ Η ΧΟΥΝΤΑ”, “ΚΑΤΩ Ο ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ”, “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ”, “ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΟ ΛΑΟ”, “ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΟ ΦΑΣΙΣΜΟ”, “Η ΧΟΥΝΤΑ ΣΤΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ”, “ΕΞΩ ΟΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ”, “ΕΞΩ Ο 6ος ΣΤΟΛΟΣ”, “ΛΑΟΚΡΑΤΙΑ”, “ΛΑΪΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ”, “ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ”, “ΖΗΤΩ ΤΟ ΚΚΕ”, “ΚΑΤΩ ΤΟ ΚΚΕ”, κ.τ.λ.
Τελικά, παρά τις προσπάθειες της Συντονιστικής, η κατάσταση εκείνη την πρώτη νύχτα είχε καταλήξει λίγο ως πολύ στη χρυσή τομή: “Γράφε ό,τι θες, φτάνει να αφήνεις και τον άλλο να γράφει ό,τι θέλει”. Τα αμφιλεγόμενα πάντως συνθήματα προκαλούσαν πάντα έντονες διαμάχες ανάμεσα στις αντιτιθέμενες απόψεις». Η Συντονιστική Επιτροπή καταγγέλλεται από τους αριστεριστές για λογοκρισία των συνθημάτων, δεδομένου ότι πλειοψηφούσαν οι «ρεβιζιονιστές και πρώτοι απ’ όλους οι Αντι-ΕΦΕΕδες» που προσπαθούσαν «να πάρουν τις επίκαιρες θέσεις και να ελέγξουν την κατάσταση», όπως αναφέρεται σε φυλλάδιο του ΕΚΚΕ-ΑΑΣΠΕ, όπου επίσης σημειώνεται το σύνθημα «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία» μαζί με άλλα αντιδικτατορικά και οικονομικά συνθήματα: «Κάτω η χούντα», «Παπαδόπουλε φασίστα θα πεθάνεις», «Δεν περνάει ο φασισμός», «Θάνατος στον τύραννο», «Λαέ πεινάς γιατί τους προσκυνάς», «Λαέ κουνήσου σου τρώνε το ψωμί σου», «Εργάτες – Αγρότες – Φοιτητές», αλλά και το φοιτητικό «114». Ο ρόλος των «ρεφορμιστών» ελέγχεται από τον Σταύρο Λυγερό, σύμφωνα με τον οποίο από την Πέμπτη το βράδυ επικράτησαν και «σε μια συντονισμένη επιχείρηση σβήνουν όχι μόνο τα αναρχικά συνθήματα όπως ήταν η απόφαση της επιτροπής, αλλά και συνθήματα, όπως Κάτω το κεφάλαιο, Εξουσία λαϊκή, Λαοκρατία, Γενική απεργία, Κάτω η εκμετάλλευση, Επανάσταση λαέ κλπ. Ακόμα έφτασαν να σβήσουν συνθήματα όπως Εργάτες – Αγρότες και Φοιτητές, Ταξική συμμαχία, Θάνατος στον ιμπεριαλισμό κλπ. Αυτά τα συνθήματα, ούτε των αναρχικών ήταν, ούτε απομόνωναν τον αγώνα. Ήταν συνθήματα που φωνάχτηκαν πολλές φορές από τις μάζες και που καταξιώθηκαν στη συνείδησή τους».
Πράγματι, πολλά από αυτά ήταν συνθήματα του ΚΚΕ κατά τον Μεσοπόλεμο, όπως είδαμε, ενώ ορισμένα ήταν συνθήματα και των «ρεφορμιστών». Σε προκήρυξη της ΑντιΕΦΕΕ στις 17 Νοεμβρίου 1973, όπου προτείνονται μικτές φοιτητικές-εργατικές επιτροπές, αναγράφονται τα συνθήματα «Κάτω ο τιμάριθμος», «Κάτω η χούντα», «Έξω οι Αμερικάνοι», «Ο λαός στους δρόμους», «Εργαστασιακές επιτροπές», «Εργάτες – Αγρότες – Φοιτητές», «Ενιαίο μέτωπο δράσης» και «Γενική Απεργία». Το Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο (ΠΑΜ), προσκείμενο στο ΚΚΕ, σε τρικ με Πολυτεχνείο» καλούνται οι Έλληνες πατριώτες να συσπειρωθούν γύρω από τις οργανώσεις ΠΑΜ, ΕΣΑΚ, ΑντιΕΦΕΕ, ΜΟΔΝΕ, που αγωνίζονται «για τα οικονομικά, συνδικαλιστικά, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα», προτάσσοντας τα συνθήματα «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία» και «Θάνατος στο φασισμό». Ωστόσο, το σύνθημα δεν χρησιμοποιήθηκε σε όλο το προπαγανδιστικό υλικό. Για παράδειγμα, η ανακοίνωση της Συντονιστικής Επιτροπής του Πολυτεχνείου στις 16 Νοεμβρίου καταλήγει με το σύνθημα «Όλοι ενωμένοι στον αγώνα για τη δημοκρατία και την εθνική ανεξαρτησία».
Με τα δεδομένα αυτά, ας μου επιτραπεί να διατυπώσω ορισμένες υποθέσεις. Κατ’ αρχάς, το σύνθημα «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία» θα έλεγε κανείς ότι φτιάχτηκε με πρότυπο το σύνθημα του ΚΚΕ του Μεσοπολέμου «Ψωμί – Δουλειά – Λευτεριά», αντικαθιστώντας τη δουλειά με την παιδεία που υπήρξε πάνδημο αίτημα των φοιτητών,ιδίως από τη δεκαετία του ’60. Κατά δεύτερον, το σύνθημα είτε προτάθηκε από μέλη της ΑντιΕΦΕΕ, που ελεγχόταν σε μεγάλο βαθμό από το ΚΚΕ, και βρήκε ευήκοα ώτα στις άλλες παρατάξεις εφόσον συνόψιζε όλα τα αιτήματα των φοιτητών, είτε το παλιό σύνθημα είχε γίνει πλέον κτήμα όλων των αριστερών παρατάξεων, οπότε προτάθηκε από κάποιο μέλος τους ή και από κάποιον ανένταχτο αριστερό χωρίς να προκαλέσει αντίδραση.
Ήταν ένα σύνθημα καθολικό χωρίς να είναι προκλητικό, ένα σύνθημα που μπορούσε να εκπροσωπήσει όλο το φοιτητικό κίνημα, πράγμα που δείχνει και η υιοθέτησή του από τον αστικό τύπο: «Τα αιτήματα, που προέβαλαν, μέσα στο Πολυτεχνείο οι σπουδαστές ήταν σπουδαστικά και στο πλαίσιο «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία» γράφει η εφημερίδα Το Βήμα στις 15 Νοεμβρίου. Οπωσδήποτε χρησιμοποιήθηκε περισσότερο στην αρχή της εξέγερσης, όταν δινόταν περισσότερη έμφαση στα φοιτητικά αιτήματα, ενώ στο τέλος το κυρίαρχο αίτημα και σύνθημα ήταν πολιτικό: «Κάτω η χούντα».
Εξετάζοντας την ιστορική διάσταση του συνθήματος «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία» διαπιστώνουμε ότι το κατά βάση λαϊκό, οικονομικό και πολιτικό σύνθημα της Γαλλικής Επανάστασης είχε την ιδιότητα να εμπλουτίζεται, να ανασηματοδοτείται και να χρησιμοποιείται σε διαφορετικά ιστορικά συμφραζόμενα από διαφορετικά δρώντα πολιτικά υποκείμενα. Όπως και να έχει το πράγμα, το σύνθημα επιτέλεσε τον προορισμό του και κατά την εξέγερση του Πολυτεχνείου, συντελώντας στην κινητοποίηση, στην ενότητα και τον αγωνιστικό παλμό των φοιτητών, καθώς και χιλιάδων πολιτών, στην αντιπαράθεσή τους με τη δικτατορία των συνταγματαρχών.
Με άλλα λόγια, καθώς το διατυπώνει η Τόνια Μωροπούλου: «Όχι, το Πολυτεχνείο δεν ήταν ένα στατικό σύνθημα “Ψωμί, Παιδία, Ελευθερία, Εθνική Ανεξαρτησία, Λαϊκή Κυριαρχία, Κοινωνική Προκοπή”. Ήταν μια ολόκληρη πολυφωνική ενότητα, βγαλμένη από πάλη αντίθετων απόψεων αυτή που αποτυπωνόταν στο κεντρικό σύνθημα του Πολυτεχνείου».