fbpx

Παγκόσμια Ημέρα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων: Χαρτογραφώντας τις σύγχρονες προκλήσεις

Η μεταναστευτική και προσφυγική κρίση, το δημοκρατικό έλλειμα, οι ένοπλες συρράξεις και η έξαρση της τρομοκρατίας αποτελούν ορισμένες από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ευρωπαϊκό σύστημα προστασίας

Χρόνος ανάγνωσης 22 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 22 λεπτά

Δείτε επίσης

Το NB Daily, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (10 Δεκεμβρίου), μοιράζεται την ομιλία του Λίνου- Αλέξανδρου Σισιλιάνου, πρώην Πρόεδρου ΕΔΔΑ, η οποία εκφωνήθηκε κατά τη διάρκεια πανηγυρικής – προς τιμήν του – συνεδρίασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, στις 21 Φεβρουαρίου 2020. Ο επιφανής Δικαστής και Καθηγητής Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου στη Νομική Σχολή Αθηνών, ερειδόμενος στην πολυετή και εξέχουσα εμπειρία του στο ΕΔΔΑ, αναφέρεται στις δυσκολίες με τις οποίες μπορεί να έρθει αντιμέτωπος ο δικαστής του ΕΔΔΑ, όπως και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ΕΔΔΑ ως θεσμός και εν γένει το ευρωπαϊκό σύστημα προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το κείμενο της ομιλίας δημοσιεύθηκε πρώτη φορά στο ΘΠΔΔ, 5/2020, σελ. 385 – 390.

Ι. Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο δικαστής του ΕΔΔΑ

Α. Το μεγάλο εύρος των υποθέσεων

Πριν από λίγα χρόνια, ο κ. Jean-Marc Sauvé, τότε Αντιπρόεδρος -ουσιαστικά Πρόεδρος- του Γαλλικού Συμβουλίου της Επικρατείας, σε ομιλία του στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, έλεγε ότι η ΕΣΔΑ διαποτίζει όλους τους επιμέρους κλάδους του εθνικού δικαίου. Επρόκειτο για διαπίστωση, την οποία ομολογώ ότι τότε δεν είχα απολύτως κατανοήσει ή συνειδητοποιήσει. Την κατάλαβα στην πορεία, όταν άρχισα πλέον να βλέπω την Ευρωπαϊκή Σύμβαση όχι με τα μάτια του διεθνολόγου -όχι να εξετάζω απλώς τη νομολογία του Δικαστηρίου, τη λειτουργία του θεσμού, τη διαδικασία ενώπιον του ΕΔΔΑ, τον ρόλο της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης και όλο το σχετικό διεθνές ρυθμιστικό πλαίσιο-, αλλά βλέποντας τις αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων, τους φακέλους των υποθέσεων και αντιλαμβανόμενος ότι, πράγματι, οι υποθέσεις αυτές αφορούν όλους σχεδόν τους κλάδους του εσωτερικού δικαίου.

Ως προς το ποινικό δίκαιο, την ποινική δικονομία και το σωφρονιστικό δίκαιο θα ανέφερα τελείως ενδεικτικά σειρά υποθέσεων, που σχετίζονται με το τεκμήριο αθωότητας, τα δικαιώματα του κατηγορουμένου, την αρχή nullum crimen nulla poena sine lege, τα βασανιστήρια, την εμπορία ανθρώπων, τον βιασμό και την ενδοοικογενειακή βία, την εξύβριση, τη δυσφήμιση, καθώς και πλείστα όσα ζητήματα συνθηκών κράτησης και, άρα, σωφρονισμού.

Στο πεδίο των συνταγματικών ελευθεριών θα μνημόνευα, για παράδειγμα, σειρά υποθέσεων -παλαιών, αλλά και πρόσφατων- που σχετίζονται με τη θρησκευτική ελευθερία και ειδικότερα με τον προσηλυτισμό, τη λειτουργία ευκτηρίων οίκων, την ορκωμοσία, τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών ή την απαλλαγή από το μάθημα, την ονοματοδοσία και τη βάπτιση, την εναλλακτική στρατιωτική θητεία για λόγους θρησκευτικής συνείδησης ή την αναγραφή του θρησκεύματος σε δημόσια έγγραφα. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται πολυάριθμες υποθέσεις για ζητήματα ελευθερίας της έκφρασης, ελευθερίας του συνέρχεσθαι, του συνεταιρίζεσθαι κ.λπ.

Στο πεδίο του διοικητικού δικαίου και της διοικητικής δικονομίας, θα ανέφερα σειρά ζητημάτων αρμοδιότητας του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, συμπεριλαμβανομένων των υποθέσεων για μισθούς και συντάξεις και ειδικότερα εκείνων που σχετίζονταν με το πρώτο μνημόνιο, το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων και άλλων σχετικών με την οικονομική κρίση.

Εξάλλου, μεγάλος αριθμός υποθέσεων αφορά το αστικό δίκαιο -όλους τους επιμέρους κλάδους του αστικού δικαίου, ιδίως δε το οικογενειακό δίκαιο-, την πολιτική δικονομία -κυρίως υπό το φως των εγγυήσεων περί δίκαιης δίκης-, το εργατικό δίκαιο, το εμπορικό δίκαιο, καθώς και το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο, όπως για παράδειγμα ζητήματα διεθνούς απαγωγής παιδιών, αναγνώρισης οικογενειακών σχέσεων που έχουν ιδρυθεί στο εξωτερικό, κ.λπ.

Επιπλέον, λόγω της μεταναστευτικής και της προσφυγικής κρίσης μεγάλος αριθμός υποθέσεων σχετίζεται με το δίκαιο των αλλοδαπών και το προσφυγικό δίκαιο, το οποίο έχει και σημαντικές πτυχές ενωσιακού και διεθνούς δικαίου.

Ο τελευταίος αυτός κλάδος έχει ιδιαίτερη σημασία στην πρακτική του Δικαστηρίου, ιδίως σε σχέση προς τις οκτώ εκκρεμείς διακρατικές προσφυγές, αλλά και στο πλαίσιο ατομικών υποθέσεων που θέτουν ζητήματα εξω-εδαφικής εφαρμογής της Σύμβασης ή συνάρθρωσης της ΕΣΔΑ με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο.

Αντιλαμβάνεται κανείς, επομένως, το μέγεθος της πρόκλησης που αντιμετωπίζει ο δικαστής του Στρασβούργου, δεδομένου του εύρους των υποθέσεων που καλείται να εξετάσει και της διάχυσης της Σύμβασης στην εθνική έννομη τάξη. Όπως λέει ο Καθηγητής μου και Ακαδημαϊκός, Εμμανουήλ Ρούκουνας, το μέλλον του διεθνούς δικαίου βρίσκεται στην εσωτερική έννομη τάξη. Αυτό ισχύει κατεξοχήν ως προς την ΕΣΔΑ, διότι η σχέση της με την εθνική έννομη τάξη των κρατών μερών είναι πραγματικά σχέση ώσμωσης. Με βάση το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η ΕΣΔΑ αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής έννομης τάξης. Συμβαίνει, όμως, και το αντίθετο: τμήματα της εθνικής έννομης τάξης αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ΕΣΔΑ κατά παραπομπή. Όταν, για παράδειγμα, το άρθρο 5 της ΕΣΔΑ λέει ότι κανείς δεν συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται παρά μόνο σύμφωνα με τον νόμο, αυτό σημαίνει ότι τυχόν παραβίαση της εθνικής νομοθεσίας συνεπάγεται αναπόδραστα και παραβίαση της ΕΣΔΑ. Όταν η τελευταία ορίζει ότι η άσκηση της θρησκευτικής ελευθερίας, της ελευθερίας έκφρασης και της ελευθερίας του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι μπορεί να περιορισθεί μόνο σύμφωνα με τον νόμο, τυχόν παραβίαση της εθνικής νομοθεσίας οδηγεί και σε παραβίαση της ΕΣΔΑ. Αυτή η ώσμωση της Σύμβασης με την εθνική έννομη τάξη είναι πολύ έντονη στη νομολογία του ΕΔΔΑ και συνιστά ίσως μοναδικό φαινόμενο στη διεθνή συμβατική πρακτική.

Β. Η εξελικτική ερμηνεία της ΕΣΔΑ

Η δεύτερη πρόκληση, την οποία αντιμετωπίζει ο δικαστής στο Στρασβούργο είναι η εξελικτική ερμηνεία της Σύμβασης. Η ΕΣΔΑ κλείνει φέτος τα εβδομήντα της χρόνια (σσ: το 2020) και παρ’ όλα αυτά παραμένει ένα κείμενο ζωντανό και πραγματικά μοντέρνο. Σε συνέχεια των όσων τόνισε με ιδιαίτερη ενάργεια ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, θα ήθελα να συμπληρώσω με τη σειρά μου ότι η ερμηνευτική αυτή μέθοδος ήταν αρκετά επαναστατική, όταν πρωτοδιατυπώθηκε στην υπόθεση Tyrer κατά Ηνωμένου Βασιλείου το 1978. Η εξελικτική μέθοδος ερμηνείας δεν προβλέπεται ρητά στη Σύμβαση της Βιέννης για το δίκαιο των διεθνών συνθηκών. Επρόκειτο για προοδευτική εξέλιξη του διεθνούς δικαίου. Στη συνέχεια, την ενστερνίστηκαν διάφορα διεθνή και συνταγματικά δικαστήρια, το δε Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης της προσέδωσε ένα σαφές θεωρητικό υπόβαθρο. Σύμφωνα με το Δικαστήριο του ΟΗΕ, όταν πρόκειται για διεθνές συμβατικό κείμενο χωρίς χρονικό ορίζοντα, όπως η ΕΣΔΑ, και το κείμενο αυτό περιέχει «γενικόλογες έννοιες» (generic terms) -όπως για παράδειγμα η ιδιωτική ή η οικογενειακή ζωή-, τότε η τεκμαιρόμενη βούληση των συμβαλλομένων μερών είναι αυτό το κείμενο να ερμηνευθεί κατά τρόπο εξελικτικό, προκειμένου να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες συνθήκες ζωής.

Ωστόσο, όπως ανέφερε και ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, εξελικτική ερμηνεία δεν σημαίνει λευκή επιταγή προς το ΕΔΔΑ, για να ερμηνεύσει τη Σύμβαση κατά το δοκούν. Η εν λόγω ερμηνευτική μέθοδος υπόκειται, κατά την άποψή μου, σε τρεις περιορισμούς. Ο πρώτος απορρέει από το ίδιο το κείμενο της Σύμβασης. Η εξελικτική ερμηνεία  δεν μπορεί ποτέ να αντιβαίνει στο γράμμα της ΕΣΔΑ. Το Δικαστήριο μπορεί να κρίνει ενδεχομένως praeter legem, αλλά σε καμία περίπτωση contra legem. Ο δεύτερος περιορισμός είναι το αντικείμενο και σκοπός της Ευρωπαϊκής Σύμβασης ως συμβατικού κειμένου για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Η εξελικτική ερμηνεία δεν μπορεί παρά να είναι σύμφωνη με το αντικείμενο και τον σκοπό της εν λόγω συνθήκης. Τέλος, ο τρίτος όρος είναι η προσαρμογή του κειμένου στις σύγχρονες συνθήκες ζωής, όχι σε μελλοντικές συνθήκες. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δεν είναι μη κυβερνητικός οργανισμός ούτε δρα ακτιβιστικά, επιχειρώντας να διαμορφώσει τις εξελίξεις. Είναι διεθνές δικαστήριο και πρέπει να λειτουργεί ως τέτοιο.

Γ. Η εναρμόνιση 47 εννόμων τάξεων

Η τρίτη πρόκληση, την οποία αντιμετωπίζει ο δικαστής στο Στρασβούργο, απορρέει από τη δεύτερη και ακούει στο όνομα εναρμόνιση. Στο τμήμα, στο οποίο έχω την τιμή να υπηρετώ, το Α΄ Τμήμα, μετέχει και ο Βρετανός δικαστής και, άρα, καλούμαστε να δικάσουμε τις βρετανικές υποθέσεις. Με άλλα λόγια, ο Έλληνας δικαστής καλείται να κατανοήσει τη λειτουργία και την εφαρμογή του Common Law και, αντίστοιχα, ο Βρετανός να μπορέσει να λειτουργήσει με όρους ηπειρωτικού δικαίου. Στο ίδιο Τμήμα μετέχει και ο δικαστής από την Ανδόρα, η οποία, σε μεγάλο βαθμό, εφαρμόζει ακόμα και σήμερα Ιουστινιάνειο Κώδικα, πράγμα που μας οδηγεί όλους στο Τμήμα να ανασύρουμε από τη μνήμη μας τις γνώσεις ρωμαϊκού και βυζαντινού δικαίου. Στο ίδιο Τμήμα μετέχουν επίσης οι δικαστές από την Αρμενία, την Φινλανδία, την Πολωνία, την Τσεχία, την Κροατία, την Ιταλία, κ.λπ.

Γιατί υπογραμμίζω το στοιχείο αυτό; Διότι ό,τι κρίνει το Δικαστήριο για την Ελλάδα, θα πρέπει να μπορεί να ισχύσει για όλες αυτές τις χώρες, καθώς και για όλα τα υπόλοιπα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης. Επιτρέψτε μου να αναφέρω ένα παράδειγμα από την τρέχουσα νομολογία: έχουν παραπεμφθεί συγχρόνως και θα εκδικαστούν παράλληλα από το Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης δύο υποθέσεις -η Big Brother Watch κατά Ηνωμένου Βασιλείου και η Centrum för rättvisa κατά Σουηδίας. Οι υποθέσεις αυτές αφορούν τις παρακολουθήσεις ηλεκτρονικών μηνυμάτων -ενός τρισεκατομμυρίου ηλεκτρονικών μηνυμάτων σε πραγματικό χρόνο για την ακρίβεια- από τις μυστικές υπηρεσίες του Ηνωμένου Βασιλείου αφενός, και της Σουηδίας αφετέρου. Στη Σουηδία προβλέπεται ότι, για να συμβεί κάτι τέτοιο, θα πρέπει να υπάρχει εκ των προτέρων άδεια από δικαστική αρχή. Ένα βασικό ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσον αυτό είναι, ή θα πρέπει να είναι το ευρωπαϊκό επίπεδο προστασίας, κάτι που θα σήμαινε ότι και η ΜΙ5 και η ΜΙ6, για να προβούν σε τέτοιες ενέργειες θα έπρεπε να ζητήσουν και να λάβουν αντίστοιχη άδεια. Η δυσκολία της εναρμόνισης έγκειται εν προκειμένω στον προσδιορισμό συγκεκριμένων περιορισμών στη λειτουργία των μυστικών υπηρεσιών και όχι μόνο. Θα μπορούσε κανείς να αναφέρει διάφορα παραδείγματα από πολλά πεδία -από τον χώρο του οικογενειακού δικαίου, για παράδειγμα-, αλλά δεν θα ήθελα να κουράσω το ακροατήριο.

ΙΙ. Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ΕΔΔΑ ως θεσμός

Έρχομαι τώρα στις προκλήσεις, οι οποίες αφορούν όχι πλέον τους δικαστές ως άτομα, αλλά το ίδιο το Δικαστήριο ως θεσμό.

Α. Ο όγκος των εκκρεμών προσφυγών

Το πρώτο πρόβλημα σχετίζεται με τον όγκο των εκκρεμών υποθέσεων. Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να εκδικάζει τις προσφυγές που προέρχονται από όλα τα πρόσωπα που υπάγονται στη δικαιοδοσία των 47 κρατών μερών στην ΕΣΔΑ, δηλαδή περίπου 830 εκατομμύρια. Όταν ανέλαβα τα καθήκοντά μου το 2011, οι εκκρεμείς προσφυγές ήταν λίγο παραπάνω από 160.000. Σήμερα είναι περίπου 60.000. Με άλλα λόγια, το Δικαστήριο κατάφερε να απορροφήσει αριθμό υποθέσεων, ίσο με όλες όσες έχουν κατατεθεί σε αυτό τα τελευταία αυτά χρόνια και 100.000 ακόμη. Αυτό επιτεύχθηκε με τα εργαλεία τα οποία προσέφερε το 14ο Πρωτόκολλο στην ΕΣΔΑ -ιδίως τον μονομελή δικαστικό σχηματισμό και την αύξηση των δικαστικών αρμοδιοτήτων των τριμελών επιτροπών- καθώς και με σειρά άλλων μεταρρυθμίσεων στη λειτουργία του Δικαστηρίου. Πολύτιμη στο πεδίο αυτό είναι η συμβολή της τεχνολογίας. Η ομάδα πληροφορικής που διαθέτει το Δικαστήριο είναι μικρή, αλλά εξαιρετικά αποτελεσματική και το σύστημα προηγμένο. Σημαντικός είναι επίσης ο ρόλος του νομικού μας συμβούλου, ο οποίος βλέπει όλα τα σχέδια αποφάσεων πριν από τις διασκέψεις και συμβάλλει με τις παρατηρήσεις του στη συνοχή της νομολογίας του Δικαστηρίου.

Παρ’ όλα αυτά, παραμένουν περίπου 20.000 μη επαναλαμβανόμενες υποθέσεις, οι οποίες ανήκουν στην αρμοδιότητα των Τμημάτων και αποτελούν τον πυρήνα των σοβαρών ζητημάτων που εκκρεμούν ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Διαπιστώνει κανείς, πράγματι, ότι οι όποιες τροποποιήσεις στις μεθόδους εργασίας έχουν ένα όριο. Από εκεί και έπειτα απαιτούνται σημαντικότερα μέσα σε ανθρώπινο δυναμικό και οικονομικούς πόρους, έτσι ώστε το Δικαστήριο να είναι σε θέση να κρίνει σε εύλογο χρονικό διάστημα όλες τις προσφυγές που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των Τμημάτων. Έχω την αίσθηση ότι προσεγγίζουμε τα όρια της δημιουργικής μετεξέλιξης των μεθόδων εργασίας μας και ότι, από εδώ και πέρα, θα πρέπει τα κράτη μέρη να βοηθήσουν παραπάνω.

Β. Η εκτέλεση των αποφάσεων του ΕΔΔΑ

Η δεύτερη πρόκληση, την οποία αντιμετωπίζει ο θεσμός -την ανέφερε ήδη ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας- αφορά την εκτέλεση ή καλύτερα τη συμμόρφωση προς τις αποφάσεις του Δικαστηρίου. Ο σχετικός μηχανισμός είναι μοναδικός στον κόσμο και πολυεπίπεδος, τόσο στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης όσο και σε εθνικό επίπεδο. Η Επιτροπή Υπουργών είναι, ως γνωστόν, το κατ’ εξοχήν αρμόδιο όργανο στο πεδίο αυτό. Δεν περιορίζεται στην επίβλεψη της εκτέλεσης του διατακτικού των αποφάσεων του ΕΔΔΑ και ιδίως της καταβολής των επιδικασθέντων ποσών δίκαιης ικανοποίησης, αλλά ζητά σε αρκετές περιπτώσεις τη λήψη άλλων ατομικών ή/και γενικών μέτρων συμμόρφωσης. Τα τελευταία μπορεί να συνεπάγονται νομοθετικές τροποποιήσεις -ακόμη και την τροποποίηση του Συντάγματος, όπως συνέβη ιδίως με την συνταγματική μεταρρύθμιση του 2001 στη χώρα μας-, αλλαγές στη διοικητική πρακτική ή/και στη νομολογία των εθνικών δικαστηρίων. Πάντοτε στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, θα ήθελα να αναφέρω την πολύτιμη συμβολή της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης, του Επιτρόπου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου καθώς και άλλων οργάνων ελέγχου. Εξάλλου, με το 14ο Πρωτόκολλο και την πρακτική που αναπτύχθηκε στη συνέχεια, το ίδιο το ΕΔΔΑ απέκτησε ρόλο στην εκτέλεση των αποφάσεών του.

Σε εθνικό επίπεδο, η συμμόρφωση προς τις αποφάσεις του Δικαστηρίου μπορεί να απαιτεί την ενεργοποίηση της εκτελεστικής, της νομοθετικής ή της δικαστικής εξουσίας ή και τη σύμπραξη αυτών. Είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε πρόσφατα τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα στο σημείο αυτό με τη συμμετοχή του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ο οποίος από πλευράς της Ελληνικής Δημοκρατίας είναι ο κατεξοχήν συντονιστής των μέτρων συμμόρφωσης προς τις αποφάσεις του ΕΔΔΑ, των Προέδρων των Ανωτάτων δικαστηρίων και άλλων ανωτάτων δικαστικών, του Συνηγόρου του Πολίτη, της Εθνικής Επιτροπής για τα δικαιώματα του Ανθρώπου και άλλων φορέων και καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι έχουν γίνει πάρα πολλά από το 1995, όταν ολοκληρώθηκε η εκτέλεση της πρώτης απόφασης του Δικαστηρίου από την Ελληνική Δημοκρατία, έως σήμερα, δηλαδή τα τελευταία 25 χρόνια. Υπάρχουν, όμως, και ορισμένες εκκρεμότητες και ειδικότερα πέντε ομάδες υποθέσεων, οι οποίες υπάγονται στη λεγόμενη «ενισχυμένη διαδικασία» (enhanced procedure) επίβλεψης της Επιτροπής Υπουργών και μία άλλη ομάδα που είναι στη συνήθη διαδικασία (standard procedure). Θέλω να ελπίζω ότι θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε το ταχύτερο δυνατόν στην εκτέλεση αυτών των αποφάσεων, παρ’ ό,τι γνωρίζω ότι ορισμένες εξ αυτών δημιουργούν ζητήματα.

Γ. Ο διάλογος με τις εθνικές αρχές και άλλα διεθνή όργανα ελέγχου

Το τρίτο ζήτημα, το οποίο θα ήθελα να θίξω ως προς τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ΕΔΔΑ είναι ο διάλογος. Διάλογος με τις εθνικές αρχές, διάλογος στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, αλλά, πάνω απ’ όλα, διάλογος με τα ανώτατα εθνικά δικαστήρια. Τα ανώτατα δικαστήρια είναι οι καλύτεροι συνομιλητές για το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και τούτο διότι, λόγω της υποχρέωσης των προσφευγόντων για εξάντληση των εσωτερικών ενδίκων μέσων, το μεγαλύτερο μέρος των υποθέσεων που φτάνουν στο ΕΔΔΑ έχουν εξετασθεί προηγουμένως από το ΣτΕ, τον Άρειο Πάγο, το Ελεγκτικό Συνέδριου ή κάποιο από τα ανώτατα δικαστήρια των άλλων συμμετεχόντων χωρών στο σύστημα. Ο διάλογος αυτός εκτυλίσσεται σε διάφορα επίπεδα και παίρνει διάφορες μορφές: πριν από λίγες ημέρες δεχθήκαμε επίσκεψη αντιπροσωπείας ανωτάτων δικαστικών από τις τρεις δικαιοδοσίες του Ηνωμένου Βασιλείου υπό την ηγεσία του λόρδου Reed, Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η επίσκεψη αυτή είχε και συμβολικό χαρακτήρα, διότι πραγματοποιήθηκε λίγες ημέρες μετά από το Brexit, ο δε Πρόεδρος δεσμεύθηκε και εκ μέρους της αντιπροσωπείας ότι παραμένει πιστός στην ΕΣΔΑ και στο Human Rights Act και ότι δεν πρόκειται να αποστεί από το σύστημα προστασίας του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Συμβάσεως. Πέρα από τον ισχυρό αυτό συμβολικό χαρακτήρα, η εν λόγω επίσκεψη μας έδωσε τη δυνατότητα να ανταλλάξουμε απόψεις για τα σημαντικότερα ζητήματα που θέτουν οι βρετανικές υποθέσεις, όπως γίνεται και σε άλλες αντίστοιχες περιστάσεις.

Μια άλλη μορφή διαλόγου είναι αυτή που πραγματοποιείται μέσω του δικτύου ανωτάτων δικαστηρίων που έχει δημιουργήσει το ΕΔΔΑ από το 2015. Στο εν λόγω δίκτυο συμμετέχουν, πλέον, και τα τρία ανώτατα δικαστήρια της χώρας, συμπεριλαμβανομένου του Άρειου Πάγου, ο οποίος εντάχθηκε πρόσφατα με πρωτοβουλία του Προέδρου του. Συνολικά συμμετέχουν 90 δικαστήρια από 40 ευρωπαϊκές χώρες, με αποτέλεσμα το εν λόγω δίκτυο να είναι, από όσο γνωρίζω, το μεγαλύτερο δικαστικό δίκτυο σε παγκόσμια κλίμακα. Ανταλλαγή πληροφοριών και συγκριτική έρευνα είναι τα δύο κύρια εργαλεία της συνεργασίας, αλλά ήδη σκεφτόμαστε τρόπους περαιτέρω ανάπτυξης και εμβάθυνσής της.

Πέραν του δικτύου, η κατ’ εξοχήν θεσμική μορφή διαλόγου είναι αυτή που προβλέπει το 16ο Πρωτόκολλο στην ΕΣΔΑ, το οποίο επιτρέπει στα ανώτατα δικαστήρια να υποβάλλουν αιτήματα για γνωμοδότηση στο ΕΔΔΑ. Το 16ο Πρωτόκολλο ξεκίνησε να λειτουργεί με ένα ερώτημα το οποίο υπεβλήθη από το Ανώτατο Ακυρωτικό της Γαλλίας. Αφορούσε το ζήτημα της παρένθετης μητρότητας. Προσπαθήσαμε να εκδώσουμε τη γνωμοδότησή μας μέσα σε έξι μήνες, έχοντας υπόψη μας ότι στην εθνική έννομη τάξη η υπόθεση ήταν εκκρεμής και ότι δεν μπορούσε να παραταθεί υπερβολικά αυτή η εκκρεμοδικία. Έγινε πολύ καλά δεκτή η γνωμοδότηση του ΕΔΔΑ και, μάλιστα, το γαλλικό ακυρωτικό έκανε ένα μικρό επιπλέον βήμα σε σχέση προς αυτά που είχε αποφανθεί το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Εκκρεμεί, αυτή τη στιγμή, ένα δεύτερο αίτημα από το Συνταγματικό Δικαστήριο της Αρμενίας, το οποίο αφορά υπόθεση στην οποία εμπλέκεται ο πρώην Πρόεδρος της Αρμενίας και θέτει ζητήματα εφαρμογής της αρχής nullum crimen sine lege certa. Πρόκειται για πολύ ενδιαφέρουσα, όσο και σημαντική υπόθεση και ελπίζουμε ότι μέσα σε τρεις μήνες από τώρα θα έχει εκδοθεί η γνωμοδότηση, έτσι ώστε η συνολική διάρκεια της διαδικασίας να είναι απολύτως εύλογη και να διασφαλισθεί η αξιοπιστία του νέου μηχανισμού.

Ένα δεύτερο ζήτημα που έχει αναδειχθεί μέσα από τη νομολογία, είναι το έλλειμμα δημοκρατίας, το οποίο εμφανίζεται δυστυχώς αρκετά έντονα τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη. Όταν μιλάμε για δημοκρατικό έλλειμμα μιλάμε πάνω από όλα για ζητήματα που ανάγονται στην ανεξαρτησία της δικαιοσύνης.

ΙΙΙ. Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ευρωπαϊκό σύστημα προστασίας

Περνάω στο τελευταίο σημείο της ομιλίας μου και αυτό είναι οι προκλήσεις τις οποίες αντιμετωπίζει το σύστημα προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου σε πανευρωπαϊκή κλίμακα.

Α. Η μεταναστευτική και προσφυγική κρίση

Ο Υπουργός Δικαιοσύνης αναφέρθηκε ήδη στο θέμα της μεταναστευτικής και προσφυγικής κρίσης. Πράγματι, τα τελευταία χρόνια το ΕΔΔΑ έχει εκδώσει πολλές σχετικές αποφάσεις, οι οποίες αφορούν όχι μόνο την Ελλάδα, αλλά και την Ιταλία, την Ισπανία -ως προς την οποία εκδόθηκε πρόσφατα απόφαση του Τμήματος Ευρείας Σύνθεσης- την Ουγγαρία, τις σκανδιναβικές χώρες, τη Γαλλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, την Αυστρία και ούτω καθ’ εξής. Είναι ένα ζήτημα, το οποίο μέσα από τη νομολογία αναδεικνύεται ως πανευρωπαϊκό. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο προσπαθεί να το αντιμετωπίσει με βάση τους εξής άξονες. Ο πρώτος άξονας είναι η ανάγκη διαφύλαξης του κεκτημένου της Σύμβασης της Γενεύης του 1951 για το καθεστώς των προσφύγων. Θεωρούμε ότι κάνοντας σαφή διάκριση μεταξύ προσφύγων και αιτούντων άσυλο αφενός, και οικονομικών μεταναστών αφετέρου, διαφυλάττουμε το σύστημα της Σύμβασης της Γενεύης. Θα ήθελα συγκεκριμένα να υπογραμμίσω ότι η πρόσφατη απόφαση κατά Ισπανίας, για την οποία έγινε λόγος από ορισμένα μέσα ενημέρωσης (η απόφαση N.T. και N. D.), δεν αφορούσε αιτούντες άσυλο ή πρόσφυγες, όπως γράφτηκε εσφαλμένα. Αφορούσε δύο οικονομικούς μετανάστες, οι οποίοι αυτή τη στιγμή βρίσκονται στην Ισπανία και ουδέποτε ζήτησαν άσυλο. Θεωρούμε ότι η διάκριση των δύο αυτών νομικών καθεστώτων -μεταναστών και προσφύγων- είναι σημαντική και ότι τυχόν σύγχυσή τους κινδυνεύει να υποσκάψει το καθεστώς των προσφύγων, δηλαδή εκείνων οι οποίοι έχουν πραγματική ανάγκη διεθνούς προστασίας.

Ο δεύτερος άξονας των υποθέσεων που αφορούν το προσφυγικό είναι η παραίνεση του Δικαστηρίου -παραδείγματος χάριν με την υπόθεση Tarakhel κατά Ελβετίας– για αναθεώρηση του συστήματος του Κανονισμού του Δουβλίνου. Έχω την αίσθηση ότι ο σχετικός προβληματισμός αντιμετωπίζεται πλέον σοβαρά στο πλαίσιο της ΕΕ και θέλω να ελπίζω ότι και με τις ενέργειες της ελληνικής κυβέρνησης θα υπάρξει πράγματι σημαντική αναθεώρηση του μηχανισμού αυτού, ο οποίος είναι πολύ επαχθής για τις χώρες πρώτης υποδοχής και κατεξοχήν για την Ελλάδα.

Ο τρίτος άξονας της σχετικής νομολογίας είναι η διαμόρφωση ενός πλαισίου, μέσα στο οποίο μπορεί και πρέπει να κινείται η μεταναστευτική πολιτική, πάντοτε σε συνάρτηση και με το βλέμμα στραμμένο στο ενωσιακό δίκαιο. Προσπαθούμε να είμαστε συντονισμένοι με το δίκαιο της ΕΕ, διότι συνιστά σημαντική παράμετρο ρύθμισης του προσφυγικού ζητήματος.

Β. Το δημοκρατικό έλλειμμα

Ένα δεύτερο ζήτημα που έχει αναδειχθεί μέσα από τη νομολογία, είναι το έλλειμμα δημοκρατίας, το οποίο εμφανίζεται δυστυχώς αρκετά έντονα τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη. Όταν μιλάμε για δημοκρατικό έλλειμμα μιλάμε πάνω από όλα για ζητήματα που ανάγονται στην ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει διατυπώσει με σαφήνεια τις θεμελιώδεις αρχές οι οποίες διέπουν το ζήτημα της ανεξαρτησίας και της αμεροληψίας του δικαστικού σώματος. Ανεξαρτησία έναντι της εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας, αλλά και ανεξαρτησία στο πλαίσιο του ιδίου του δικαστικού σώματος. Η υπόθεση Baka κατά Ουγγαρίας που αφορούσε τον τότε Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της χώρας, ο οποίος απομακρύνθηκε πρόωρα από τη θέση του, είναι εμβληματική στο σημείο αυτό. Είδα με ικανοποίηση ότι το Δικαστήριο της ΕΕ ενστερνίστηκε πλήρως την προσέγγιση του ΕΔΔΑ σε πρόσφατη, πολύ σημαντική, απόφασή του που αφορά την Πολωνία. Το Δικαστήριο του Στρασβούργου, από την πλευρά του, έχει κοινοποιήσει σοβαρές υποθέσεις που αφορούν την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης τόσο στην Πολωνία όσο και στη Ρουμανία. Θα ήθελα επίσης να αναφέρω μια άλλη σημαντική πρόσφατη απόφαση κατά Τουρκίας, την υπόθεση Alparslan Altan, που αφορούσε τη σύλληψη και φυλάκιση μέλους του Συνταγματικού Δικαστηρίου της γείτονος. Mέσα από τις υποθέσεις αυτές αναδεικνύεται το ζήτημα του ελλείμματος δημοκρατίας και ιδιαίτερα εκείνο των παρεμβάσεων στην ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών. Επίσης, κατά τα έτη 2018-2020 αναγκαστήκαμε να εφαρμόσουμε εννέα φορές το άρθρο 18 περί κατάχρησης εξουσίας, ένα άρθρο της Σύμβασης που ήταν λίγο έως πολύ ξεχασμένο. Προσφύγαμε στη διάταξη αυτή για να αναδείξουμε την κρατική αυθαιρεσία και τις κατάφωρες παραβιάσεις των θεμελιωδών αρχών του κράτους δικαίου σε υποθέσεις κατά της Ρωσικής Ομοσπονδίας, του Αζερμπαϊτζάν, της Γεωργίας και της Τουρκίας.

Γ. Η έξαρση της τρομοκρατίας

Η τρίτη πρόκληση για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου σε πανευρωπαϊκή κλίμακα σχετίζεται με τις υποθέσεις τρομοκρατίας. Υποθέσεις τρομοκρατίας υπήρχαν πάντοτε. Η πρώτη υπόθεση ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, η υπόθεση Lawless, ήταν υπόθεση τρομοκρατίας. Ωστόσο, ή ένταση του φαινομένου τα τελευταία χρόνια έχει οδηγήσει στον πολλαπλασιασμό των σχετικών υποθέσεων. Τέτοιου είδους υποθέσεις άγονται ενώπιον του Δικαστηρίου από διάφορες πλευρές: είτε από τους ίδιους τους τρομοκράτες, ή τους φερόμενους ως τρομοκράτες, είτε από μέλη της οικογενείας τους, είτε από τρίτους, οι οποίοι θίγονται ή ισχυρίζονται ότι θίγονται από αντιτρομοκρατικά μέτρα. Στην τελευταία αυτή κατηγορία εντάσσεται και η υπόθεση Big Brother Watch, στην οποία αναφέρθηκα ήδη. Πράγματι, σύμφωνα με τις βρετανικές αρχές, η επίμαχη παρακολούθηση (interception) των ηλεκτρονικών μηνυμάτων γίνεται, μεταξύ άλλων, για λόγους πρόληψης τρομοκρατικών ενεργειών στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Πρόκειται, λοιπόν, για υποθέσεις διαφόρων αποχρώσεων που προέρχονται από διαφορετικές πηγές και αφορούν πλείονα άρθρα της Σύμβασης: το δικαίωμα στη ζωή, την απαγόρευση των βασανιστηρίων, την απαγόρευση της αυθαίρετης σύλληψης και κράτησης, αλλά και την προστασία της ιδιωτικής ζωής, προκειμένου περί αντιτρομοκρατικών μέτρων που μπορεί να διεισδύουν βαθιά στην ιδιωτικότητα όλων μας.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, εκφράζει την κατανόησή του προς τις διωκτικές αρχές που δρουν υπό δύσκολες συνθήκες για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, συγχρόνως όμως δεν αφίσταται από τις αρχές της νομολογίας του. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μάλιστα, έχει καταφέρει να πάει ένα βήμα πιο πέρα στην ανάπτυξη της νομολογίας του σε συνάρτηση προς τέτοιου είδους υποθέσεις. Έτσι, για παράδειγμα, στην υπόθεση Salduz κατά Τουρκίας το Δικαστήριο αποφάνθηκε για πρώτη φορά ότι θα πρέπει κανείς να έχει δικηγόρο από τις πρώτες ώρες της σύλληψής του, διότι, κατά την εμπειρία του Δικαστηρίου και της Επιτροπής για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων του Συμβουλίου της Ευρώπης, πράξεις βασανισμού συμβαίνουν ως επί το πλείστον τις πρώτες ώρες μετά τη σύλληψη. Είναι απαραίτητο, επομένως, κατά τη στιγμή αυτή να έχει κάνεις τη συμπαράσταση δικηγόρου, ούτως ώστε να αποφευχθούν τα φαινόμενα αυτά. Επίσης, το Δικαστήριο έκρινε ότι τα προσωρινά μέτρα που υιοθετεί με βάση το άρθρο 39 του Κανονισμού του έχουν υποχρεωτικό χαρακτήρα με αφορμή άλλη μία «τρομοκρατική» υπόθεση και πάλι κατά Τουρκίας, την υπόθεση Mamatkulov και Askarov.

Θα μπορούσα να αναφέρω και άλλα παραδείγματα όπου η νομολογία δικαστηρίου μετεξελίχθηκε με αφορμή υποθέσεις τρομοκρατίας. Θα ήθελα όμως πριν ολοκληρώσω το σημείο αυτό να σταθώ σε μια ομάδα πέντε υποθέσεων. Αφορούν τις έκνομες πτήσεις της CIA και τις μεταγωγές στο Guantanamo. Είχα την τιμή να προεδρεύσω σε δύο από αυτές, μία κατά Ρουμανίας, μία κατά Λιθουανίας. Πρόκειται για μεγάλες αποφάσεις, της τάξεως των 200-250 σελίδων, όπου καταφέραμε να αναπτύξουμε τη μεθοδολογία αποτύπωσης και καταγραφής των πραγματικών περιστατικών. Πράγματι, σε όλες αυτές τις υποθέσεις, τα εναγόμενα κράτη αρνούνταν πλήρως και κατηγορηματικά τα πάντα και, άρα, είχε να κάνει κάνεις με δυο αντιφατικές θέσεις: τη θέση των προσφευγόντων, αφενός και τη θέση των κρατών, αφετέρου. Έπρεπε, λοιπόν, το Δικαστήριο να αναπτύξει συγκεκριμένη μέθοδο -στηριζόμενο στο βάρος απόδειξης και σε τεκμήρια- προκειμένου να μπορέσει να δικάσει τις συγκεκριμένες υποθέσεις. Για να το πράξει ανέπτυξε τη νομολογία του, εμπνεόμενο και από τη μεθοδολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, το οποίο έχει αντιμετωπίσει επανειλημμένως αντίστοιχο πρόβλημα, όπως για παράδειγμα στην περίφημη υπόθεση της Νικαράγουα κατά ΗΠΑ.

Δ. Οι ένοπλες συρράξεις

Η τελευταία κατηγορία υποθέσεων την οποία θα ήθελα να αναδείξω αφορά τις διακρατικές υποθέσεις και γενικότερα όλες εκείνες τις υποθέσεις οι οποίες σχετίζονται με συρράξεις ή κρίσεις μεταξύ κρατών. Αυτή τη στιγμή, και για πρώτη φορά στην ιστορία του Δικαστηρίου, εκκρεμούν συγχρόνως οκτώ διακρατικές προσφυγές. Το σύστημα αγγίζει τα όριά του εν προκειμένω.

Πρόκειται, ειδικότερα, για πέντε διακρατικές προσφυγές εκ μέρους της Ουκρανίας κατά της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Ως προς το παραδεκτό της υπόθεσης για την Κριμαία, έχει ήδη πραγματοποιηθεί η ακροαματική διαδικασία. Εκτιμώ ότι η απόφαση επί του παραδεκτού θα εκδοθεί μετά το καλοκαίρι. Εκκρεμεί και θα εκδοθεί εντός του έτους η πιο κρίσιμη απόφαση μιας δεύτερης ομάδας διακρατικών προσφυγών Γεωργίας κατά Ρωσίας. Έχει ήδη εκδοθεί μία πρώτη απόφαση για μαζικές απελάσεις Γεωργιανών από τη Ρωσία, αλλά τώρα φθάνουμε στην καρδιά του ζητήματος. Πράγματι, η δεύτερη υπόθεση αφορά την ένοπλη σύρραξη μεταξύ των δύο κρατών, το 2008, θέτει δε δυσχερή ζητήματα δικαιοδοσίας και συνάρθρωσης διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και ΕΣΔΑ. Εκκρεμούν και άλλες διακρατικές προσφυγές. Από πρώτη άποψη, η πιο ανώδυνη είναι αυτή της Σλοβενίας κατά της Κροατίας. Αφορά, ωστόσο, πραγματικά περιστατικά που ανάγονται στη σύρραξη στην πρώην Γιουγκοσλαβία κατά τη δεκαετία του ‘90.

Στο ίδιο πλαίσιο θα ανέφερα και μια σειρά από υποθέσεις που αφορούν το Ναγκόρνο-Καραμπάχ και τη σύρραξη μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν. Εκεί δεν έχουμε διακρατική προσφυγή με την τεχνική έννοια του όρου, έχουμε όμως ατομικές προσφυγές κατά Αρμενίας, όπου παρεμβαίνει το Αζερμπαϊτζάν και προσφυγές κατά Αζερμπαϊτζάν, όπου παρεμβαίνει η Αρμενία. Άρα έχουμε μια διακρατική κρίση, η οποία μεταφράζεται σε πολλές, πάρα πολλές ατομικές προσφυγές. Γενικότερα, όλες οι διακρατικές υποθέσεις έχουν και μια προέκταση ατομικών προσφυγών. Συνολικά εκκρεμούν στο Δικαστήριο περίπου 6.000 ατομικές προσφυγές, οι οποίες συνάπτονται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο προς τις διακρατικές προσφυγές και τις διακρατικές κρίσεις. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το Δικαστήριο δεν μπορεί να αποτελέσει πανάκεια, ούτε καλείται να λύσει τα προβλήματα αυτά. Χρειάζεται τη βοήθεια των κρατών. Απαιτούνται άλλου είδους λύσεις σε διπλωματικό επίπεδο. Η προσφυγή στο Δικαστήριο έχει τη σημασία της από διπλωματική, από πολιτική, αλλά και από ιστορική άποψη για την αντικειμενική και νηφάλια καταγραφή των όσων έγιναν. Ωστόσο, από μόνη της δεν μπορεί να αρκέσει προκειμένου να λυθούν τα ζητήματα αυτά.

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, αναφέρθηκα σε μια σειρά προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι δικαστές του ΕΔΔΑ σε ατομικό επίπεδο, το ίδιο το Δικαστήριο ως θεσμός, καθώς και το Ευρωπαϊκό σύστημα προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Η ΕΣΔΑ κλείνει φέτος 70 χρόνια από την υπογραφή της. Συνιστά ένα όραμα ειρήνης και δημοκρατίας. Έχει συμβάλει στη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής νομικής ταυτότητας και αποτυπώνει τις θεμελιώδεις αξίες του σύγχρονου ευρωπαϊκού πολιτισμού. Η σημερινή συγκυρία μπορεί να παρουσιάζει δυσκολίες. Είμαι, ωστόσο, πεπεισμένος ότι με επιμονή, αποφασιστικότητα και σύνεση το Δικαστήριο είναι σε θέση να τις αντιμετωπίσει και να συνεχίσει να είναι στο ύψος των περιστάσεων προκειμένου να διαφυλάττει τις αξίες που ενσαρκώνει η Ευρωπαϊκή Σύμβαση.

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -