fbpx

ΕΕΔΑ: Η Οδηγία 2022/2041 για κατώτατους μισθούς – Ένα βήμα προς μια δίκαιη και αξιοπρεπή αμοιβή στην Ελλάδα

Η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου επισημαίνει ότι η ενσωμάτωση της Οδηγίας πρέπει να αξιολογηθεί βάσει δεικτών κοινωνικών δικαιωμάτων (όπως συλλογικά εργασικά δικαιώματα, ισότητα φύλων) ώστε να συμμορφώνονται πλήρως με το αναθεωρημένο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη, αποφεύγοντας αποσπασματικές προσεγγίσεις που εστιάζουν μόνο σε οικονομικούς δείκτες

Χρόνος ανάγνωσης 6 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 6 λεπτά

Δείτε επίσης

Η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ) δημοσίευσε υπόμνημα με τίτλο: «Η Οδηγία 2022/2041 για επαρκείς κατώτατους μισθούς: Μια ευκαιρία εφαρμογής των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου για τη διαμόρφωση δίκαιης και αξιοπρεπούς αμοιβής» με αφορμή τη συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης με τίτλο «Ενσωμάτωση της Οδηγίας (Ε.Ε.) 2022/2041 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 2022 για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση – Αναπροσαρμογή μισθών προσωπικού δημοσίου τομέα – Ρυθμίσεις για τον καθορισμό κατώτατου μισθού για τα έτη 2025, 2026 και 2027».

Το ανεξάρτητο συμβουλευτικό όργανο της Πολιτείας σχολιάζει χαρακτηριστικά ως προς τις νέες νομοθετικές παρεμβάσεις:

Επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης με τίτλο «Ενσωμάτωση της Οδηγίας (Ε.Ε.) 2022/2041 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 2022 για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση – Αναπροσαρμογή μισθών προσωπικού δημοσίου τομέα – Ρυθμίσεις για τον καθορισμό κατώτατου μισθού για τα έτη 2025, 2026 και 2027», η ΕΕΔΑ προβαίνει στην παρούσα δήλωση σε συνέχεια των διαχρονικών παρατηρήσεων και συστάσεών της, οι οποίες έχουν διατυπωθεί υπό το φως της υποχρέωσης συμμόρφωσης του Κράτους στις αποφάσεις των ανωτάτων εθνικών Δικαστηρίων, καθώς και τις αποφάσεις και συστάσεις Ευρωπαϊκών και διεθνών ελεγκτικών οργάνων. Με το εκτενές εθνικό και διεθνές αυτό νομολογιακό δεδομένο έχει διαπιστωθεί ότι σημαντικός αριθμός διατάξεων για τα εργασιακά (ατομικά και συλλογικά) δικαιώματα δεν είναι σε συμμόρφωση με το Σύνταγμα και δεσμευτικούς για την Ελλάδα διεθνείς κανόνες προστασίας των δικαιωμάτων αυτών και έχει επανειλημμένα ζητηθεί η κατάλληλη αναθεώρηση των σχετικών περιοριστικών μέτρων, ύστερα από εκτίμηση του σωρευτικού τους αντικτύπου.

1. Η εν λόγω Οδηγία επιδιώκει να μειώσει την εργασιακή φτώχεια και την ανισότητα3 και έχει ως στόχο τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας των εργαζομένων χωρίς διακρίσεις, θεσπίζοντας ένα πλαίσιο για την επάρκεια των κατώτατων μισθών και προάγοντας τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, με σεβασμό στο κοινωνικό κεκτημένο της ΕΕ που αφορά στον ρόλο των κοινωνικών εταίρων. Η ΕΕΔΑ υπενθυμίζει ότι στην Ελλάδα, η ενιαία διαδικασία διαμόρφωσης των κατωτάτων ορίων αμοιβής και εργασίας σε εθνικό καθολικά δεσμευτικό επίπεδο, μέσω της διαπραγμάτευσης και της σύναψης από τους εθνικούς κοινωνικούς διαπραγματευτές/εταίρους της Εθνικής Γενικής ΣΣΕ, αποτέλεσε κεντρική ρύθμιση της εθνικής έννομης τάξης, η οποία επισφραγίστηκε το 1990 με την ομόθυμη υποστήριξη από το σύνολο των Κομμάτων της Βουλής του Νόμου 1876/1990 και εφαρμόσθηκε σταθερά επί δεκαετίες

2. Η ΕΕΔΑ έχει διατυπώσει εκτενείς Εκθέσεις, Δηλώσεις και Συστάσεις για την κατάσταση εφαρμογής και την προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων, οι οποίες, λόγω της πλουραλιστικής της σύνθεσης, ειδικά στο πεδίο των κατωτάτων ορίων αμοιβής και λοιπών όρων εργασίας, αποδίδουν την κρισιμότητα της διατομεακής τους διάστασης, υπό το πρίσμα της ισότιμης πρόσβασης, ένταξης και προστασίας σε περισσότερα ρυθμιστικά πεδία. Συνεπώς θα μπορούσε έγκαιρα να συμβάλει, εφόσον είχε προς τούτο κληθεί, στις εργασίες ενσωμάτωσης της Οδηγίας αυτής. Οι εν λόγω εκθέσεις της ΕΕΔΑ έχουν αποτελέσει και συνεχίζουν να αποτελούν σημείο αναφοράς σε εκθέσεις και αποφάσεις διεθνών και ευρωπαϊκών οργάνων

3. Η ΕΕΔΑ, δεδομένης της οικονομικής και κοινωνικής κρισιμότητας της εθνικής πολιτικής για τη διαμόρφωση των καθολικά δεσμευτικών κατώτατων ορίων αποδοχών σε σχέση με την εξασφάλιση ενός ελάχιστου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης διατυπώνει εκ νέου την πάγια σύστασή της για τη διαμόρφωση, ως σταθερού πεδίου διαρκούς θεσμικού κοινωνικού διαλόγου, ενός μόνιμου μηχανισμού αξιολόγησης και αποτίμησης των επιπτώσεων στα ανθρώπινα δικαιώματα (Human Rights Impact Assessment-HRIA mechanism), όχι μόνο ως προς την απόλαυση, αλλά και ως προς την πρόσβαση σε αυτά όλων των προσώπων που διαβιούν στην Ελλάδα, αλλά και γενικότερα στο έδαφος της ΕΕ, δεδομένης και της δέσμευσης για την προστασία της κοινωνικής ασφάλειας και της κοινωνικής συνοχής. Η απρόσκοπτη λειτουργία του θεσμού των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και των αρχών που διέπουν τη σύναψη, τη δέσμευση και την εφαρμογή τους ως προς τη διασφάλιση αξιοπρεπών και ίσων όρων αμοιβής και εργασίας αποτελούν κρίσιμη παράμετρο του μηχανισμού αυτού.

4. Άλλωστε, η Εθνική Επιτροπή έχει επισημάνει σε πρόσφατη ad hoc Έκθεσή της τον Ιούνιο του 2024 για την κρίση του κόστους ζωής, ενώπιον της ΕΕΚΔ, ότι η κρίση αυτή είναι και ζήτημα δικαίου δικαιωμάτων του ανθρώπου. Με την παραπάνω έκθεση, επισημαίνεται ότι η τρέχουσα κρίση κόστους ζωής υποδηλώνει κρίση της αξιοπρέπειας, της αυτονομίας, της ισότητας και της αλληλεγγύης. Η κρίση επηρεάζει σημαντικά το αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο του πληθυσμού, το ποσοστό του πληθυσμού που ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, τον οικονομικό και κοινωνικό αποκλεισμό.

Η διαμόρφωση «δεικτών» παρακολούθησης της εφαρμογής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, απαιτεί την πραγματική και με τους κατάλληλους δείκτες αξιολόγησή τους, οικονομικούς και κοινωνικούς, ώστε να μην είναι προσχηματική.

Στους δείκτες ανθρωπίνων δικαιωμάτων συμπεριλαμβάνονται κατ’εξοχήν τα εργασιακά δικαιώματα (ατομικά και συλλογικά) και τα άμεσα συνδεόμενα με αυτά δικαιώματα κοινωνικής ασφάλισης, αυτοτελώς όσο και από κοινού με άλλους κρίσιμους δείκτες, όπως του φύλου, της ηλικίας ή της ευαλωτότητας, ο οποίος επεκτείνεται σε πολλές ευπαθείς ομάδες, όπως ενδεικτικά τα άτομα με αναπηρία, οι Ρομά, και οι εργαζόμενοι μετανάστες και πρόσφυγες.

5. Η ΕΕΔΑ παρατηρεί ότι οι σχετικές με τη διαδικασία διαμόρφωσης του νομοθετημένου κατώτατου μισθού/ημερομισθίου ρυθμίσεις έχει επιλεγεί να αποτυπωθούν σε νομοθετικές διατάξεις που έχουν ενταχθεί στον Κώδικα Ατομικού Εργατικού Δικαίου, σε αντίθεση με τις ρυθμίσεις για την Εθνική Γενική ΣΣΕ και τα λοιπά είδη ΣΣΕ, που περιέχονται στον, κεντρικό για το πεδίο των ΣΣΕ, εκτελεστικό του Συντάγματος ν. 1876/1990, η αποκατάσταση της αποτελεσματικής εφαρμογής του οποίου συνδέεται με την επίτευξη του 80% της κάλυψης από ΣΣΕ, δηλαδή έναν από τους βασικούς σκοπούς των μέτρων συμμόρφωσης με την Οδηγία ΕΕ 2022/2041 . Λαμβάνοντας υπόψη τη σωρεία νομοθετικών διατάξεων που έχουν τεθεί σε ισχύ και την παγίωση στην πράξη σειράς περιοριστικών μέτρων που λήφθηκαν ιδιαίτερα από το 2010 και μετά, η ΕΕΔΑ διαπιστώνει με ανησυχία τον κατακερματισμό της νομοθεσίας στο πλαίσιο και του συλλογικού εργατικού δικαίου/δικαίου ΣΣΕ ο οποίος έχει ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει η απαιτούμενη αντίληψη και ασφάλεια δικαίου. Η κατάσταση αυτή επιβαρύνθηκε κανονιστικά περαιτέρω (ΣτΕ Δ’ 7μ. 2175/2022) από τις διατάξεις σύνδεσης της πρόσβασης ή αναστολής της άσκησης κρίσιμων συλλογικών δικαιωμάτων-πτυχών της συνδικαλιστικής ελευθερίας από την υποχρέωση εγγραφής των εργατικών συνδικαλιστικών οργανώσεων στο Γενικό Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων των Εργαζομένων (άρθρο 83 ν. 4808/2021) με αποτέλεσμα η επικρατούσα κατάσταση στο πεδίο των ΣΣΕ να είναι κρίσιμη15, διατηρώντας και επιβαρύνοντας τις επιπτώσεις των περιοριστικών στην άσκηση των συλλογικών εργασιακών δικαιωμάτων μέτρων στη διατήρηση ως χαμηλού του ποσοστού κάλυψης από ΣΣΕ στην Ελλάδα16, κατατάσσοντας την στις τελευταίες θέσεις της ΕΕ.

Οφείλει να επισημανθεί ότι η χαμηλότατη κατάταξη της Ελλάδας δεν είναι ένα απλό αριθμητικό δεδομένο, αλλά καταδεικνύει την έκθεση των εργαζομένων στην ελληνική επικράτεια, Ελλήνων και αλλοδαπών, σε ατομικό επίπεδο σε άνισους όρους αμοιβής και εργασίας, λόγω της μη ισχύος δεσμευτικής ρύθμισής τους σε συλλογικό επίπεδο, ενισχύοντας ένα περιβάλλον ιδιότυπου ανταγωνισμού κατωτάτων ορίων προστασίας.

Η ΕΕΔΑ επανέρχεται και επισημαίνει ότι είναι απόλυτα αναγκαία η αξιολόγηση στην εξασφάλιση αξιοπρεπών ορίων ασφαλείας αποδοχών και όρων εργασίας του ποσοτικού, αλλά και ποιοτικού αντικτύπου των περιοριστικών μέτρων που έχουν εφαρμοσθεί στο πλαίσιο των ΣΣΕ, ώστε να εξειδικευθεί κατάλληλα το περιεχόμενο των μέτρων αποκατάστασης των ΣΣΕ και ο σύντομος χρόνος εφαρμογής τους, ως έμπρακτη συμβολή στην ουσιαστική επίτευξη του σκοπού της προς ενσωμάτωση Οδηγίας.

6. Η ΕΕΔΑ τονίζει την ανάγκη να μη χαθεί η ευκαιρία ενσωμάτωσης της εν λόγω Οδηγίας για την ανάδειξη και εφαρμογή των δικαιωμάτων των εργαζομένων με όρους ισότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Οι εργαζόμενοι/ες έχουν δικαίωμα σε δίκαιους μισθούς που να επιτρέπουν αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης. Αυτό αναφέρεται ρητά στην αρχή 6 του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων, στο κεφάλαιο 2, το οποίο καλύπτει τους δίκαιους όρους εργασίας. Οι επαρκείς νόμιμοι κατώτατοι μισθοί εγγυώνται και αξιοπρεπείς και βελτιωμένες συνθήκες εργασίας και διαβίωσης των εργαζομένων

Δείτε αναλυτικά το υπόμνημα εδώ

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -