fbpx

Όλες οι αλλαγές στην υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων

Μετά την σχετική νομοτεχνική προσαρμογή (άρθρο 84, Ν 5162/2024), «υπόχρεος για την υποβολή της κοινής δήλωσης είναι ο ένας εκ των δύο συζύγων που δηλώνεται ως υπόχρεος και για τα εισοδήματα του άλλου συζύγου».

Χρόνος ανάγνωσης 5 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 5 λεπτά

Δείτε επίσης

Ο/η φορολογούμενος/νη που έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του και ως εκ τούτου θεωρείται ενήλικος/κη βάσει του ισχύοντος δικαίου, υποχρεώνεται σε υποβολή φορολογικής δήλωσης για όλα τα εισοδήματά του/της, ανεξαρτήτως του τρόπου φορολόγησής τους (είτε με τις γενικές διατάξεις, είτε με αυτοτελή φορολόγηση). Ομοίως, η υποχρέωση ισχύει και για τα εισοδήματα που απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος, από ειδικότερες διατάξεις. Η διαδικασία υποβολής της φορολογικής δήλωσης διεκπεραιώνεται, υποχρεωτικά και κατά κανόνα, με ηλεκτρονικό τρόπο, μέσω ειδικής εφαρμογής της Φορολογικής Διοίκησης (ΑΑΔΕ). Ωστόσο, σε ιδιαιτέρως εξαιρετικές περιπτώσεις, η φορολογική δήλωση μπορεί να υποβάλλεται σε έντυπη μορφή, υπό συγκεκριμένες οδηγίες.

Οι σύζυγοι, κατά την διάρκεια του γάμου τους, υποβάλλουν κοινή δήλωση, αρχής γενομένης από το φορολογικό έτος σύναψης του γάμου τους και για τα εισοδήματα του έτους αυτού. Αν δηλαδή, ο γάμος δηλώθηκε εντός του 2024, ανεξαρτήτως ημερομηνίας, κοινή δήλωση θα υποβληθεί για τα εισοδήματα του φορολογικού έτους 2024. Μετά την σχετική νομοτεχνική προσαρμογή (άρθρο 84, Ν 5162/2024), «υπόχρεος για την υποβολή της κοινής δήλωσης είναι ο ένας εκ των δύο συζύγων που δηλώνεται ως υπόχρεος και για τα εισοδήματα του άλλου συζύγου». Δεν αναφέρεται δηλαδή ο σύζυγος, ως άρρεν, αλλά πλέον, ο ένας εκ των δύο συζύγων. Συνεπώς, μπορεί να δηλωθεί ως υπόχρεος, o/η σύζυγος, ανεξαρτήτως φύλου, για τα εισοδήματα του έτερου συζύγου. Ωστόσο, ο νομοθέτης ακολουθώντας σε κάθε περίπτωση, την φυσιολογική οδό, όρισε ότι ο φόρος, τα τέλη και οι εισφορές που αναλογούν στα εισοδήματα κάθε ενός συζύγου βεβαιώνονται διακεκριμένα, και σε τελική ανάλυση, η ευθύνη της καταβολής των σχετικών προσδιορισμένων οφειλόμενων ποσών φόρων, βαρύνει κάθε σύζυγο ξεχωριστά. Έτσι, εκδίδονται δύο διαφορετικά εκκαθαριστικά από το σύστημα (Πράξεις διοικητικού προσδιορισμού του φόρου) και, αυτονόητο είναι, ότι δεν θα γίνεται συμψηφισμός χρεωστικού και πιστωτικού ποσού μεταξύ των συζύγων. Κοινή δήλωση δύνανται να υποβάλλουν και τα πρόσωπα (μέρη) που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης (Ν 4356/2015). Στην περίπτωση αυτή έχουν την ίδια φορολογική αντιμετώπιση με τους έγγαμους που υποβάλλουν κοινή δήλωση. Υπόχρεος της υποβολής φορολογικής δήλωσης είναι το μέρος του συμφώνου συμβίωσης, το οποίο δηλώνεται ως υπόχρεος και για τα εισοδήματα του άλλου μέρους.

Ο νομοθέτης προέβλεψε και την δυνατότητα, η φορολογική δήλωση να υποβάλλεται διακεκριμένα, εφόσον ο ένας εκ των συζύγων το επιλέξει μέχρι την 28η Φεβρουαρίου του τρέχοντος φορολογικού έτους, εντός του οποίου υποβάλλεται η δήλωση για τα εισοδήματα του προηγούμενου.

Η επιλογή της υποβολής διακεκριμένης δήλωσης, γίνεται με ηλεκτρονικό τρόπο και είναι δεσμευτική και για τον άλλο σύζυγο. Κατά ρητή διατύπωση, η επιλογή είναι ανέκκλητη για το πρώτο έτος που αφορά, ισχύει δε και για κάθε επόμενο φορολογικό έτος, εφόσον δεν ανακληθεί μέχρι την 28η Φεβρουαρίου του αντίστοιχου έτους. Πάντως, οι σύζυγοι ή τα μέρη συμφώνου συμβίωσης, υποχρεούνται σε υποβολή χωριστής φορολογικής δήλωσης, ο καθένας για τα εισοδήματά του, εφόσον:

– Έχει διακοπεί η έγγαμη συμβίωση ή έχει λυθεί το σύμφωνο συμβίωσης κατά τον χρόνο υποβολής της δήλωσης. Το βάρος της απόδειξης για την διακοπή της έγγαμης συμβίωσης ή την λύση του συμφώνου συμβίωσης φέρει ο/η φορολογούμενος/νη.

– Ο ένας από τους δύο συζύγους ή ένα από τα δύο μέρη συμφώνου συμβίωσης είναι σε κατάσταση πτώχευσης ή έχει υποβληθεί σε δικαστική συμπαράσταση.

Η δήλωση υποβάλλεται κατά το χρονικό διάστημα από την 15η Μαρτίου μέχρι και τη 15η Ιουλίου του αμέσως επόμενου φορολογικού έτους. Σε περίπτωση που έχουμε φορολογούμενο/η, ο/η οποίος/α έχει αποβιώσει ή έχει μεταφέρει την κατοικία του/της στο εξωτερικό, η δήλωση υποβάλλεται από τους κατά περίπτωση υπόχρεους, καθ’ όλη την διάρκεια του φορολογικού έτους (μέχρι 31/12) και συνοδεύεται από τα απαραίτητα δικαιολογητικά και στοιχεία (Εφαρμογή ΑΑΔΕ: «Τα αιτήματά μου»). Κατ εξαίρεση, τα φυσικά πρόσωπα που συμμετέχουν σε νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες που τηρούν βιβλία με απλογραφικό λογιστικό σύστημα (πχ ΟΕ ή ΕΕ), μπορούν να υποβάλλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος μέχρι και την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μηνός Ιουλίου. Το ποσό της φορολογικής οφειλής διαμορφώνεται, κατόπιν έκπτωσης του φόρου που παρακρατήθηκε, του φόρου που προκαταβλήθηκε, καθώς και του φόρου που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή σύμφωνα με το άρθρο 9 του ΚΦΕ («Πίστωση φόρου αλλοδαπής»). Αν το ποσό του φόρου που προκαταβλήθηκε ή παρακρατήθηκε είναι μεγαλύτερο από το ποσό του οφειλόμενου φόρου, η επιπλέον διαφορά επιστρέφεται, μετά από τυχόν συμψηφισμό με άλλες οφειλές.

Η 9η έκδοση του βιβλίου «Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος», που υπογράφουν ο κ. Δημήτρης Γαρνέλης & ο κ. Νίκος Σγουρινάκης, κατέστη αναγκαία προκειμένου να γίνουν οι απαραίτητες προσαρμογές λόγω των τροποποιήσεων που επήλθαν σε διατάξεις του φορολογικού νόμου και είναι ενημερωμένη μέχρι και τον Ν 5162/2024. Βρείτε την έκδοση εδώ.

Η καταβολή του φόρου γίνεται σε 8 ισόποσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μηνός Ιουλίου και οι υπόλοιπες 7 μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων 7 μηνών. Ειδικά η καταβολή του φόρου που προσδιορίζεται από δηλώσεις με καταληκτική ημερομηνία υποβολής την 31η Δεκεμβρίου εκάστου φορολογικού έτους, γίνεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του πρώτου μήνα του επόμενου έτους, ενώ για τις δηλώσεις αυτής της περίπτωσης που υποβάλλονται στην αρμόδια υπηρεσία εμπρόθεσμα και η πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου εκδίδεται μετά την 31η Δεκεμβρίου, η καταβολή γίνεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από την έκδοση της πράξης διοικητικού προσδιορισμού φόρου (εκκαθαριστικό).

Όταν ο φόρος που οφείλεται με βάση την εμπρόθεσμη δήλωση καταβάλλεται μέχρι την καταληκτική ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης, παρέχεται στο συνολικό ποσό του φόρου και των λοιπών συμβεβαιούμενων με αυτόν οφειλών έκπτωση 4%, εφόσον η δήλωση υποβληθεί μέχρι την 30η Απριλίου, 3%, εφόσον η δήλωση υποβληθεί μέχρι την 15η Ιουνίου και 2%, εφόσον η δήλωση υποβληθεί μέχρι την 15η Ιουλίου.

Στα φυσικά πρόσωπα που συμμετέχουν σε νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες που τηρούν απλογραφικό λογιστικό σύστημα, παρέχεται έκπτωση 4% στο συνολικό ποσό του φόρου και των λοιπών συμβεβαιούμενων με αυτόν οφειλών, εφόσον η δήλωση υποβληθεί μέχρι την 30η Απριλίου, 3%, εφόσον η δήλωση υποβληθεί μέχρι τη 15η Ιουνίου και 2%, εφόσον η δήλωση υποβληθεί μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μηνός Ιουλίου και ο φόρος που οφείλεται καταβληθεί μέχρι την καταληκτική ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης.

Τέλος, σημειώνεται ότι αν η ημερομηνία έναρξης της προθεσμίας υποβολής δηλώσεων συμπίπτει με επίσημη αργία, Σάββατο ή Κυριακή, μετατίθεται στην αμέσως επόμενη εργάσιμη ημέρα.

* Ο κ. Νίκος Σγουρινάκης είναι τ. Διευθυντής Σύνταξης του περιοδικού «ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ», τ. Μέλος του ΣΛΟΤ.

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -