Η βελγική αρχή προστασίας προσωπικών δεδομένων με πρόσφατη απόφαση που εξέδωσε διέταξε τη μητρόπολη της Γάνδης να διαγράψει τα δεδομένα του καταγγέλλοντος από τα μητρώα βαπτίσματος.
Ιστορικό
Ένα βαπτισμένο άτομο υπέβαλε αίτηση στην επισκοπή της Γάνδης για να διαγραφεί από όλα τα αρχεία της Εκκλησίας, συμπεριλαμβανομένου του μητρώου βάπτισης. Ωστόσο, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία δεν διαγράφει τα δεδομένα από τα μητρώα βαπτίσματος, αλλά προσθέτει έναν σχολιασμό που αντικατοπτρίζει την επιθυμία του ατόμου να εγκαταλείψει την Εκκλησία στο περιθώριο του μητρώου.
Το δικαίωμα διαγραφής δεδομένων, που κατοχυρώνεται στον ΓΚΠΔ, δεν είναι απόλυτο και μπορεί να ασκηθεί μόνο υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία θεωρεί ότι έχει έννομο συμφέρον να διατηρήσει τα δεδομένα που περιέχονται στο μητρώο βαπτισμάτων, δεδομένου ότι η διατήρηση αυτή είναι απαραίτητη για τον σκοπό της επεξεργασίας δεδομένων και ότι, ως εκ τούτου, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ισχύουν για αίτηση διαγραφής σε αυτού του είδους τις περιπτώσεις. Επικαλέστηκε επίσης την αρχειακή αξία αυτών των δεδομένων, η οποία θα εμπόδιζε τη διαγραφή τους. Για την παραπάνω υπόθεση, υποβλήθηκε καταγγελία στη βελγική αρχή προστασίας δεδομένων.
Η κρίση της Αρχής
Σύμφωνα με το σκεπτικό της βελγικής αρχής, η νομική βάση της Εκκλησίας για τη διατήρηση των δεδομένων βάπτισης συνιστά το έννομο συμφέρον της για την πρόληψη πιθανής απάτης (ταυτότητας), δεδομένου ότι, σύμφωνα με το καθολικό δόγμα, ένα μυστήριο μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο μία φορά. Η βελγική εποπτική αρχή αναγνώρισε, πράγματι, αυτό το έννομο συμφέρον.
Ωστόσο, όπως κρίθηκε, το συγκεκριμένο έννομο συμφέρον μπορεί να προβληθεί εγκύρως ως βάση για την επεξεργασία δεδομένων μόνο εάν η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την επίτευξη αυτού του στόχου και εάν το συμφέρον του υποκειμένου των δεδομένων δεν υπερισχύει του συμφέροντος του υπευθύνου επεξεργασίας.
Εν προκειμένω, η βελγική εποπτική αρχή διαπίστωσε ότι δεν πληρούνται οι δύο αυτές προϋποθέσεις: αφενός, η επεξεργασία δεδομένων, όπως πραγματοποιείται σήμερα, δεν εμποδίζει στην πραγματικότητα ένα πρόσωπο να υποβληθεί δύο φορές στο ίδιο μυστήριο και, ως εκ τούτου, δεν είναι a priori κατάλληλη για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού.
Από την άλλη, η ισόβια διατήρηση όλων των δεδομένων του καταγγέλλοντος είναι δυσανάλογη τη στιγμή μάλιστα που ο καταγγέλλων δηλώνει ρητά ότι επιθυμεί να αποστασιοποιηθεί από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Στην περίπτωση αυτή, τα συμφέροντα του καταγγέλλοντος υπερισχύουν των συμφερόντων της Εκκλησίας. Κατά συνέπεια, ο καταγγέλλων μπορεί να ασκήσει το δικαίωμά του για διαγραφή των δεδομένων.
Επομένως, κατά τη βελγική εποπτική αρχή, από απόψεως προστασίας των δεδομένων, η δια βίου επεξεργασία δεδομένων ευαίσθητου χαρακτήρα προσώπου που ζήτησε να αποχωρήσει από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία δεν μπορεί να δικαιολογηθεί αν η επεξεργασία αυτή δεν είναι ούτε ανάλογη ούτε απολύτως αναγκαία για τα ομολογουμένως νόμιμα συμφέροντα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Οι προϋποθέσεις όμως αυτές στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν πληρούνταν. Για τον λόγο αυτό, η βελγική εποπτική αρχή αποφάσισε να διατάξει τη μητρόπολη της Γάνδης να συμμορφωθεί με το αίτημα του καταγγέλλοντος να αντιταχθεί στην επεξεργασία των δεδομένων του, καθώς και με το αίτημα διαγραφής των δεδομένων του.
Δείτε τη σχετική Έκδοση: Γενικός Κανονισμός για την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων (GDPR)
Δείτε το σχετικό Workshop: My beskope GDPR rituals
Δείτε τη σχετική Αρθρογραφία στη Qualex: Η συγκατάθεση στην επεξεργασία προσωπικών δεδομένων υπό τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων