Οι Ανώνυμες Εταιρείες Επενδύσεων σε Ακίνητη Περιουσία (ΑΕΕΑΠ) είναι νομικά πρόσωπα που στοχεύουν στην απόκτηση και διαχείριση ακινήτων και συναφών δικαιωμάτων. Συνήθως είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο και απολαμβάνουν ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς για την προώθηση της επιχειρηματικότητας σε μεγάλα χαρτοφυλάκια ακινήτων. Στην Ελλάδα, το νομικό πλαίσιο για τις ΑΕΕΑΠ καθορίζεται από τον Ν 2778/1999 και τον Ν 4548/2018 περί ανωνύμων εταιρειών, καθώς και από επιμέρους φορολογικές νομοθεσίες. Εν συντομία παρακάτω παρουσιάζονται οι προϋποθέσεις για τη σύσταση μιας ΑΕΕΑΠ, τα κίνητρα, αλλά και οι σχετικοί κίνδυνοι.
Ι. Προϋποθέσεις για τη σύσταση και λειτουργία των ΑΕΕΑΠ
Για τη σύσταση μιας ΑΕΕΑΠ απαιτούνται, πέραν των κλασικών προϋποθέσεων του εταιρικού δικαίου, τα ακόλουθα:
– Ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο 25.000.000 €, το οποίο πρέπει να εισφερθεί κατά τη σύσταση ή τη μετατροπή από άλλη μορφή εταιρείας.
– Άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η οποία αξιολογεί την οργάνωση, τα οικονομικά και τεχνικά μέσα της εταιρείας, καθώς και την εμπειρία των μετόχων και των διοικητών στον τομέα των επενδύσεων σε ακίνητα.
– Κατάθεση ειδικού φακέλου στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς με λεπτομερές επιχειρηματικό πλάνο.
– Επένδυση τουλάχιστον 80% του ενεργητικού της σε ακίνητη περιουσία.
– Υποχρεωτική εισαγωγή των μετοχών στο Χρηματιστήριο εντός δύο ετών από τη σύσταση της εταιρείας, με δυνατότητα παράτασης για άλλα τρία χρόνια σε εξαιρετικές περιπτώσεις που συντρέξουν λόγοι ανωτέρας βίας και πάντα κατόπιν άδειας της επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
ΙΙ. Ευνοϊκό Φορολογικό καθεστώς
Οι ΑΕΕΑΠ υπόκεινται σε ειδικό φόρο επί των επενδύσεών τους και των διαθεσίμων, με σταθερό συντελεστή 10% επί του επιτοκίου παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προσαυξημένο κατά 1%. Με την καταβολή αυτού του φόρου, εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των ΑΕΕΑΠ, καθιστώντας τα μερίσματα και τις πωλήσεις μετοχών αφορολόγητα.
ΙΙΙ. Πρόσθετες διατυπώσεις εταιρικού δικαίου και λογιστικής
Οι ΑΕΕΑΠ τελούν υπό την εποπτεία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και πρέπει να:
– Λαμβάνουν άδεια για κάθε τροποποίηση του καταστατικού και για κάθε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου.
– Καταρτίζουν τις οικονομικές τους καταστάσεις σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ).
– Δημοσιεύουν κατάσταση επενδύσεων και διαθεσίμων κάθε εξάμηνο.
– Προβαίνουν σε αποτίμηση της αξίας των επενδύσεών τους στο τέλος κάθε εταιρικής χρήσης.
ΙV. Κίνδυνοι
Οι ΑΕΕΑΠ προσφέρουν επιχειρηματικά πλεονεκτήματα, όπως την προσέλκυση θεσμικών επενδυτών και την ταχεία ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων μέσω του χρηματιστηρίου. Ωστόσο, η σύστασή τους πρέπει να βασίζεται σε ώριμη επενδυτική, οικονομική και λογιστική εκτίμηση, καθώς η φορολογική επιβάρυνση μπορεί να αυξάνεται με την άνοδο των επιτοκίων της ΕΚΤ, επηρεάζοντας το οικονομικό όφελος της σύστασης μιας ΑΕΕΑΠ. Για παράδειγμα, αν μια λειτουργούσα στην Ελλάδα ΑΕΕΑΠ έχει σύνολο αξίας ακινήτων και διαθεσίμων 2.467.826.850,01 €, ο φόρος θα ανήρχετο σε 35.783.489 €. Αν λειτουργούσε ως απλή Α.Ε., και τα αποτελέσματα της προ φόρων ανέρχονταν σε 122.000.000 € ο φόρος εισοδήματος θα ήταν 26.840.000 € με τον ισχύοντα φορολογικό συντελεστή νομικών προσώπων. Αυτό δείχνει ότι η αύξηση των επιτοκίων μπορεί να κλονίσει το φορολογικό πλεονέκτημα των ΑΕΕΑΠ, απαιτώντας νομοθετικές λύσεις.
Η κ. Χριστίνα Καπουράνη είναι εταίρος της δικηγορικής εταιρείας «Ψαράκης & Κεφαλάς».