Μερικές σκέψεις σε ένα θέμα που διχάζει την ελληνική κοινωνία και για το οποίο η νομοθετική παρέμβαση είναι σε εξέλιξη.
Ερώτημα: είναι η ομοφυλοφιλία ελάττωμα, αρρώστια ή διαστροφή που καθιστά τον άνθρωπο ακατάλληλο να «μεγαλώσει» ένα παιδί ακόμη κι όταν αυτό είναι το δικό του; Αν είναι όντως ελάττωμα ή ασθένεια τότε θα πρέπει να δοθεί θεραπεία και να στερηθεί ο φυσικός γονέας που πάσχει από ομοφυλοφιλία από την ανατροφή του παιδιού του ως ακατάλληλος.
Μήπως είναι απλά διαστροφή που χρήζει ποινικού κολασμού ώστε να αποτραπεί το «κακό»; Οπότε και πάλι πρέπει να στερηθεί ο γονέας την ανατροφή του παιδιού του ως ακατάλληλος μέχρι να συνετιστεί/εκτίσει την ποινή του.
Στα ανωτέρω ενδεχόμενα δεν έχω πειστικότερες απαντήσεις από αυτές που η δυτική κοινότητα με μεγάλο κόπο έδωσε τα τελευταία 80 χρόνια και ο υπόλοιπος κόσμος φαίνεται σταδιακά (όχι χωρίς δυσκολία) να υιοθετεί. Δηλαδή ούτε ασθένεια ούτε ελάττωμα θεωρείται πλέον η σεξουαλική προτίμηση ούτε βέβαια είναι «αποτρέψιμη» με τα ποινικά μέσα.
Αν λοιπόν η σεξουαλική προτίμηση είναι μια αποδεκτή ιδιαιτερότητα που «γεννά» η φύση, τότε το άτομο που διαφοροποιείται ως προς αυτό από τα άλλα άτομα της κοινότητας δεν μπορεί να θεωρηθεί ακατάλληλο για την ανατροφή ενός παιδιού μόνο εκ του λόγου αυτού. Την ίδια αξιολογική κρίση κάνει σιωπηρά και η ευρύτερη κοινότητα καθώς δεν έχει θεσπίσει κανόνες που να αποστερούν την γονεϊκή ιδιότητα σε κάποιον που δηλώνει ή είναι ομοφυλόφιλος.
Όμως τι γίνεται με το παιδί του/της συντρόφου του; Μπορεί να θεωρηθεί κατάλληλος γονέας για αυτό το παιδί ή μήπως αποτελεί ένα παιδί που δεν έχει κανένα σύνδεσμο με κανένα από τους δύο συντρόφους;
Η απάντηση και σε αυτά τα ερωτήματα δεν μπορεί να διαφοροποιηθεί καθώς η καταλληλότητα ή καλύτερα η ακαταλληλότητα δεν εδράζεται στην σεξουαλική προτίμηση αλλά σε άλλους παράγοντες που αφορούν εξίσου ετεροφυλόφιλους και ομοφυλόφιλους συντρόφους.
Τέλος, γεννάται το μέγα ερώτημα, εάν το πρότυπο της ομόφυλης οικογένειας θα αναπαράξει παιδιά με ομοφυλοφιλικές προτιμήσεις που εν δυνάμει απειλεί τη διαιώνιση του είδους και άρα είναι αποτρεπτέο και δέον να περιορισθεί νομοθετικά. Στο ερώτημα αυτό η λογική απάντηση που πηγάζει εκ των ανωτέρω [και μέλλει να επιβεβαιωθεί ή ανατραπεί από έρευνες ή την ίδια τη ζωή] είναι ότι εφόσον το πρότυπο της ετερόφυλης οικογένειας επιτρέπει την γέννηση παιδιών που διακρίνονται από μια διαφορετική σεξουαλική προτίμηση καθώς η προτίμηση αυτή είναι έμφυτη και δεν εμπεδώνεται από τα οικογενειακά πρότυπα, με την ίδια λογική και η προτίμηση των παιδιών των ομόφυλων ζευγαριών θα προκύψει από τη φύση τους και όχι από τον μιμητισμό.
Μπορεί να αυταπατώμαι πλάνην οικτράν και να είναι πράγματι το οικογενειακό πρότυπο ή η απουσία αυτού το ισχυρό κίνητρο που οδηγεί κάποιον στην ομοφυλοφιλία. Τότε όμως θα πρέπει να αναζητηθούν και «ευθύνες» από όλους όσοι μεγάλωσαν και μεγαλώνουν παιδιά κάποια από τα οποία διακρίνονται από ομοφυλοφιλικές προτιμήσεις. Η Κοινότητά μας ας κοιτάξει τον καθρέφτη είτε για να βρει τον «ένοχο» είτε για να συμφιλιωθεί με τη διαφορετικότητα…
* Η κ. Όλγα Παπαδόγιαννη είναι δικηγόρος Αθηνών και πρώην επικεφαλής της νομικής υπηρεσίας του ομίλου εταιριών της «The Coca-Cola Company» για την περιοχή της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.