Ένας ψυχρός πόλεμος για το ποιος θα συγκεντρώνει τα προσωπικά δεδομένα, για να μπορεί να χειραγωγήσει τις μάζες, βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας. Οι νομικές εχθροπραξίες αφορούν δήθεν στην προστασία των προσωπικών πληροφοριών των 170 εκατομμυρίων Aμερικανών χρηστών του TikTok. Ευρύτερα, όμως, αφορούν στην ανήθικη χρήση της τεχνολογίας και τον ανταγωνισμό για την πρωτοπορία κατασκευής ανήθικης τεχνολογίας. Η προσχηματική αφορμή είναι η αποφυγή εκμετάλλευσης του κοινού, από την Kινεζική κυβέρνηση, η οποία δυνητικά θα μπορούσε μέσω της παραπληροφόρησης και προπαγάνδας να χειραγωγήσει όσους έχουν κατεβάσει την εφαρμογή στις συσκευές τους. Η αιτία όμως, όπως η κατασκοπεία, η ξένη επιρροή και η προπαγάνδα, δεν τεκμηριώθηκαν επαρκώς, τουλάχιστον δημόσια, αλλά η κοινή γνώμη έχει πειστεί ότι περί αυτού πρόκειται. Η υποχρέωση της μητρικής ByteDance να πουλήσει σε Aμερικανικά συμφέροντα το μέσο κοινωνικής δικτύωσης σύντομων βίντεο, με τεχνητό τρόπο αποσυνδέεται από την καθολική απαγόρευση πρόσβασης, όπως μαρτυρά η τακτική του υποστηριζόμενου από τους τεχνο-ολιγάρχες, νέου ενοίκου του Λευκού Οίκου.
Οι ΗΠΑ περιέγραψαν την απειλή ως ζήτημα κυβερνοασφάλειας, κάτι που ευλόγως θεωρήθηκε βάσιμο, αφού τα νομικά κείμενα συνδέουν τα προσωπικά δεδομένα με τη δυνατότητα χειραγώγησης. Άλλωστε, και η Eυρωπαϊκή οπτική -υπό το πρίσμα του GDPR- αποτυπώνει σε νομικά κείμενα τον προβληματισμό για την αμυντική απειλή από την παραπληροφόρηση, που διακινείται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και την πιθανή απόπειρα χειραγώγησης των χρηστών. Η εστίαση στην παραπληροφόρηση αποκαλύπτει μια μη ομολογημένη, αλλά πολύ σημαντική διάσταση στο σκεπτικό όλων των πλευρών. Ότι δηλαδή η εξάρτηση του χρήστη, μπορεί να τον καταστήσει ευάλωτο σε προσπάθειες επηρεασμού και πειθούς για τη διαμόρφωση δημοσίων απόψεων, που μπορεί να αφορούν έως και τις επιλογές του σε ζητήματα διακυβέρνησης. Εμβαθύνοντας ακόμη περισσότερο, είναι ιδιαιτέρως ανησυχητικό το ότι η υπερφόρτωση πληροφορίας και η παραπομπή σε δήθεν τεκμηριωμένη γνώση στους υπερσυνδέσμους, κρύβει μεγάλο ποσοστό από απειλές και θεωρίες συνωμοσίας.
Παράλληλα, έχει τεκμηριωθεί σε διάφορες κρατικές πρωτοβουλίες δυτικών κυβερνήσεων ότι δελεάζονται από την ιδέα να διατηρήσουν τον έλεγχο των δεδομένων και στο όνομα των ελεύθερων και δίκαιων εκλογών, και κατά συνέπεια να ελέγξουν το περιεχόμενο που μπορεί να συνιστά κίνδυνο για την πολιτική διεύθυνση. Δηλαδή, στο όνομα της προστασίας δεδομένων να περιορίσουν την ελευθερία της έκφρασης. Όλα αυτά, έχοντας ως προηγούμενο το σκάνδαλο με τη META και την Cambridge Analytica.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι εάν η κυβέρνηση του Πεκίνου, είναι τεκμηριωμένα βάση εκτόξευσης στοχευμένων, ψευδών πληροφοριών μέσω του TikTok και κατά συνέπεια αποτελεί εχθρικό παράγοντα και στρατηγικό αντίπαλο της Αμερικής και της Ευρώπης
Οι εχθροπραξίες, με βάση αυτές τις αιτιάσεις, έχουν παρελθόν από την εποχή της φραστικής επίθεσης των ΗΠΑ κατά της Huawei, καθώς και άλλων Kινεζικών εταιρειών και των λογισμικών τους. Μάλιστα, ήταν η πρώτη κυβέρνηση Τραμπ, με CTO τον Μιχάλη Κράτσιο, που είχε εξαπολύσει μια πολύ σκληρή φραστική επίθεση και εν συνεχεία θέσπισε αποκλεισμούς των κινεζικής κατασκευής συσκευών και λογισμικών. Οι ΗΠΑ έχουν ήδη επιβάλει ελέγχους στις εξαγωγές τσιπ στην Κίνα, ενώ η Κίνα έχει περιορίσει τις εξαγωγές ορυκτών σπάνιων γαιών ζωτικής σημασίας για την Aμερικανική παραγωγή τεχνολογίας. Ταυτόχρονα, η διαμάχη για να μη συλλέγει δεδομένα Aμερικανών η Κίνα, φωτίζει τη φρενήρη συλλογή τους από Aμερικανικές εταιρείες, ως εμπόρευμα υψηλής αξίας. Η πρόθεση να δημιουργήσουν μονοπώλιο δεν καταφέρνει να κρυφτεί, όταν στον γενικευμένο πόλεμο ανταγωνισμού επιτίθενται με σφοδρότητα σε κάθε ρυθμιστική απόπειρα της Ε.Ε. για την προστασία δεδομένων και εσχάτως την τεχνητή νοημοσύνη.
Με βάση την εκθετικά αυξανόμενη εκμετάλλευση των social media από πολιτικούς παράγοντες και tiktokers, ενισχύεται και η εδραίωση της καχυποψίας ότι επηρεάζεται η ψήφος και των πολιτών. Αυτή η εδραιωμένη άποψη χρησιμοποιείται για να εξηγήσει σε πολλές περιπτώσεις την εκλογή αντισυστημικών υποψηφίων, ανόδου της Aκροδεξιάς και σημαντικών μεταβολών της πρόθεσης ψήφου στις προεκλογικές περιόδους. Πρωταγωνιστές είναι πολιτευτές και κόμματα, που πρώτα χτίζουν φανατικές, πολωμένες κοινότητες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και δευτερευόντως επιδιώκουν με εμπρηστικό τρόπο να απλώσουν τη δημοφιλία τους στους ψηφοφόρους.

Με αυτές τις διαπιστώσεις, φαίνεται ότι η κάθε αντιμαχόμενη πλευρά επιδιώκει να κάνει χρήση του πλεονεκτήματος να ελέγχει το περιεχόμενο και τους χρήστες του διαδικτύου. Ο ρόλος της Ρωσίας και της Κίνας θεωρείται ότι είναι δεδομένος, αλλά και οι δυτικοί ηγέτες που ομνύουν στην ηθική χρήση της τεχνολογίας, την ελευθερία της έκφρασης, την ασφάλεια των επικοινωνιών, την προστασία δεδομένων και το δημόσιο συμφέρον που περιλαμβάνει την κυβερνοάμυνα, δεν φαίνεται να υπηρετούν το ίδιο κοινό πλαίσιο προτεραιοτήτων και με την ίδια πολιτική βούληση. Σίγουρα, πάντως, δεν δίνουν το ίδιο νόημα στα δικαιώματα των ψηφιακών πολιτών τους. Η απόδειξη είναι ξεκάθαρη, όταν εξετάζεται το πώς θεσπίζουν εξαιρέσεις και σχολιάζουν/συμμορφώνονται με τον GDPR, και ειδικά την ακύρωση θέσπισης του Κανονισμού ePrivacy. Επιπλέον, οι Κώδικες Δεοντολογίας της ΕΕ για τις ψηφιακές πλατφόρμες, οι νομικοί κανόνες για τις ψηφιακές υπηρεσίες και τις ψηφιακές αγορές, οι κανόνες για την ελευθερία των Μέσων, οι κανόνες για την τεχνητή νοημοσύνη, δείχνουν αδύναμες ρυθμίσεις μπροστά σε αδιάφορους ηγέτες και τεχνo-ολιγάρχες. Οι Eυρωπαϊκοί νόμοι εκλαμβάνονται ως καχεκτικά γραφειοκρατικά και ακριβά πλαίσια, ασύμβατα με το επιχειρηματικό μοντέλο του κέρδους και της ανάπτυξης πάση θυσία, που μάλιστα προκαλούν σοβαρή ανάσχεση στις επιχειρήσεις και το ΑΕΠ των χωρών που τα υιοθετούν. Η μεγαλύτερη απόδειξη είναι οι παλινωδίες στην εφαρμογή της Πράξης για την Τεχνητή Νοημοσύνη.
Σε κάθε περίπτωση, η κάθε ρύθμιση που θεσπίζει η Ευρώπη, η ελευθερία της έκφρασης και τα δεδομένα των χρηστών δε φαίνεται να είναι ο λόγος που μπορεί να μπλοκάρει την επέλαση της τεχνολογίας επιτήρησης και της τεχνητής γενικής νοημοσύνης που θεωρείται ως το υπερόπλο του αύριο.
Για παράδειγμα μέσα σε λίγες ημέρες εξαγγέλθηκαν από ΗΠΑ και Ε.Ε., περίπου 1 τρις $ επενδύσεις για την τεχνητή νοημοσύνη. Η σύγκρουση αφορά στα κέντρα δεδομένων, τους επεξεργαστές και τους εξελιγμένους αλγορίθμους υψηλής απόδοσης και χαμηλής απαίτησης ενεργειακών πόρων. Πρόσφατα, κεφαλαιοποιήσεις της τάξης του ενός τρις $ έσβησαν από τον πίνακα της Γουόλ Στρητ, επειδή η DeepSeek, μια Kινεζική δωρεάν εφαρμογή τεχνητής νοημοσύνης με ασήμαντο κόστος σε πόρους λειτουργίας, εμφανίστηκε στην παγκόσμια αγορά, αφού είχε επενδύσει πολλές δεκάδες χιλιάδες φορές λιγότερα ποσά από την OpenAI.
Είναι άλλωστε γνωστό ότι πολλές Aμερικανικές εταιρείες εξαρτώνται από το μικρό κόστος παραγωγής προϊόντων τους στην Κίνα, ενώ εξελίσσεται ο πόλεμος για τους μικροεπεξεργαστές. Οι δυο πλευρές (ΗΠΑ και Κίνα) με γνώμονα τον τεχνο-εθνικισμό, απαιτούν πίσω πόρτες σε κάθε εφαρμογή και λειτουργικά συστήματα από τις εταιρείες τεχνολογίας, συνεπώς η επίκληση είτε της ελευθερίας της έκφρασης, είτε της προστασίας δεδομένων, για να διατεθεί ένα προϊόν υψηλής τεχνολογίας, ή ένα μέσο κοινωνικής δικτύωσης, είναι μάλλον υποκριτικός από πλευράς τους. Προφανώς, η επόμενη μέρα θα αποδείξει εάν η δυσπιστία των χρηστών είναι βάσιμη, και συνεπώς εάν η νέα εστία σύγκρουσης ΗΠΑ εναντίων όλων για την ΑΙ, γίνεται για την αξία του προϊόντος, ή για τον έλεγχο των ανθρώπων.
- Ο κ. Βασίλης Βασιλόπουλος είναι μεταδιδακτορικός ερευνητής στην ηθική τεχνητή νοημοσύνη, διδάκτορας ηθικής διακυβέρνησης των Μέσων και DPO της ΕΡΤ και του ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δείτε σχετικό σεμινάριο εδώ: Regulating Social Media – Νομικά και δεοντολογικά ζητήματα από την χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης