fbpx
Σάββατο, 14 Σεπτεμβρίου, 2024

Η ανάθεση της γονικής μέριμνας ανηλίκων σε νομικά πρόσωπα

Ποιες είναι οι προϋποθέσεις για την άσκηση γονικής μέριμνας, επιμέλειας και πραγματικής φροντίδας ανηλίκων από ιδρύματα

Χρόνος ανάγνωσης 7 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 7 λεπτά

Δείτε επίσης

Κατά τη διαδικασία της αφαίρεσης της γονικής μέριμνας από τους φυσικούς γονείς ανηλίκου για λόγους κακής άσκησης αυτής, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 1532 του Αστικού Κώδικα, ο δικαστής, αφού κρίνει ότι πράγματι οι γονείς του παιδιού ενεργούν σε βάρος του συμφέροντός του διά πράξεων ή παραλείψεών τους, αναζητά τρίτα πρόσωπα στα οποία θα αναθέσει την επιμέλειά ή την πραγματική φροντίδα του. Τα τρίτα πρόσωπα επιλέγονται κατά προτίμηση από το συγγενικό περιβάλλον του παιδιού και εάν αυτό δεν είναι εφικτό από μη συγγενικά πρόσωπα που πληρούν τις προϋποθέσεις καταλληλότητάς για τον σκοπό αυτό. Τα τρίτα αυτά πρόσωπα (συγγενικά ή μη) αποτελούν την ανάδοχη οικογένεια του ανηλίκου, η δε σχέση αναδοχής ρυθμίζεται από τα άρθρα 1655 έως 1665 του ΑΚ καθώς και τις διατάξεις του Ν 4538/2018.

Για την απόφασή του ο δικαστής στηρίζεται υποχρεωτικά σε έκθεση της κοινωνικής υπηρεσίας ως προς την καταλληλότητα των τρίτων (συγγενών ή μη) που θα αναλάβουν την επιμέλεια ή την πραγματική φροντίδα του ανηλίκου που μετά από έλεγχο του ήθους, της υγείας και των εν γένει βιοτικών συνθηκών, από την οποία προκύπτει βάσιμα ότι θα λειτουργήσουν προς όφελος των παιδιών των οποίων αναλαμβάνουν την αναδοχή (επιμέλεια ή/και πραγματική φροντίδα).

Σήμερα δε η καταλληλότητα των προσώπων αυτών (αναδόχων γονέων) τεκμαίρεται από την εγγραφή τους στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Αναδόχων Γονέων του άρθρου 6 του Ν 4538/2018, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή – με την εξαίρεση της κατεπείγουσας αναδοχής από συγγενείς του ανηλίκου – η τοποθέτηση ανηλίκου σε ανάδοχη οικογένεια συγγενική ή μη, που να μην έχει ολοκληρώσει τη διαδικασία πιστοποίησης καταλληλότητας από τους αρμόδιους φορείς. Ανεξάρτητα από τα πραγματικά προβλήματα που μερικές φορές δημιουργεί η προϋπόθεση αυτή, ειδικά όταν συντρέχουν κατεπείγουσες ανάγκες αναδοχής ενός παιδιού και δεν υπάρχει κατάλληλο συγγενικό περιβάλλον για να αναλάβει τη φροντίδα του, λαμβάνεται μέριμνα ώστε απροστάτευτοι ανήλικοι να οδηγούνται στη φροντίδα προσώπων για τα οποία έχει ολοκληρωθεί η σχετική κοινωνική εργασία ελέγχου της καταλληλότητάς τους.

Το άρθρο 1533 ΑΚ και στην παρ. 4 αυτού προβλέπει ότι εάν δεν υπάρχει κατάλληλη οικογένεια να αναλάβει την επιμέλεια ή την πραγματική φροντίδα του ανηλίκου, τότε αυτή ανατίθεται σε κατάλληλο ίδρυμα.

Δεν υπάρχει κατάλογος πιστοποιημένων για την καταλληλότητά τους ιδρυμάτων από τον οποίο αδιαμφισβήτητα να προκύπτει ότι αυτά διαθέτουν ικανή διοίκηση, εξειδικευμένο προσωπικό και υποδομή για να αναλάβουν την ανατροφή ευάλωτων ανηλίκων

Και εδώ διαπιστώνεται, ότι ενώ ο νομοθέτης έχει λάβει πλέον μια σειρά μέτρων από τα οποία πιστοποιείται η καταλληλότητα φυσικών προσώπων να αναλαμβάνουν την επιμέλεια ή/και την πραγματική φροντίδα ανηλίκων, αντίθετα δεν έχει λάβει καμιά πρόνοια για να υποστηρίξει το έργο εισαγγελέα και δικαστή στην επιλογή κατάλληλου ιδρύματος που λειτουργεί από ΝΠΙΔ και ΝΠΔΔ. Δεν υπάρχει εν ολίγοις κατάλογος πιστοποιημένων για την καταλληλότητά τους ιδρυμάτων από τον οποίο αδιαμφισβήτητα να προκύπτει ότι αυτά διαθέτουν ικανή διοίκηση, εξειδικευμένο προσωπικό και υποδομή για να αναλάβουν ένα τόσο σημαντικό έργο, όπως είναι η ανατροφή ευάλωτων ανηλίκων και να παρέχουν τις εγγυήσεις ότι δεν θα βλάψουν το συμφέρον των παιδιών.

Συναφής με τη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 1533 είναι αυτή του άρθρου 1600 ΑΚ που προβλέπει ότι αν κανένας γονέας δεν μπορεί να ασκήσει τη γονική μέριμνα, και εφόσον δεν υπάρχει κατάλληλο φυσικό πρόσωπο, η επιτροπεία του ανηλίκου ανατίθεται σε ίδρυμα ή σωματείο που έχουν συσταθεί ειδικά για το σκοπό αυτό, άλλως στην αρμόδια κοινωνική υπηρεσία. Η διάταξη αυτή αναφέρεται στην ανάγκη ανάθεσης του συνόλου της άσκησης της γονικής μέριμνας ανηλίκου σε τρίτο πρόσωπο που ορίζεται επίτροπός του όταν ελλείπουν οι γονείς ως φορείς του δικαιώματος (και υποχρέωσης) άσκησης της γονικής μέριμνας, προκρίνοντας την ανάθεση σε κατάλληλα φυσικά πρόσωπα. Ελλείψει των φυσικών προσώπων ο νομοθέτης ορίζει την δυνατότητα ανάθεσης της γονικής μέριμνας σε ίδρυμα με την προϋπόθεση ότι τα τελευταία έχουν συσταθεί για το σκοπό αυτό και διαθέτουν κατάλληλο προσωπικό και υποδομή. Και προκειμένου να διασφαλιστεί η καταλληλότητα των ιδρυμάτων ή των σωματείων να ασκούν την επιτροπεία ανηλίκων, προβλέπει με τη διάταξη του άρθρου 64 του Ν 2447/1996 την υποχρέωση της Πολιτείας να προχωρήσει σε έκδοση Προεδρικού Διατάγματος με πρόταση των υπουργών Δικαιοσύνης και Υγείας και Πρόνοιας με το οποίο θα ορίζονται τα ιδρύματα και τα σωματεία που λόγω του εξειδικευμένου προσωπικού τους κρίνονται κατάλληλα να αναλαμβάνουν επιτροπείες ανηλίκων, σύμφωνα με το άρθρο 1600 ΑΚ.

Από το 1996 μέχρι σήμερα δεν έχει εκδοθεί το συγκεκριμένο προεδρικό διάταγμα με αποτέλεσμα να μην υφίσταται ο ορισμός κατάλληλων ιδρυμάτων και σωματείων για την ανάθεση σε αυτά της επιτροπείας ανηλίκων, καίτοι πολύ συχνά, εκδίδονται δικαστικές αποφάσεις που αναθέτουν το σύνολο της άσκησης της γονικής μέριμνας ανηλίκων σε ιδρύματα, τα οποία καθιστούν επιτρόπους, χωρίς να ορίζονται ρητά ως τέτοια και χωρίς να διορίζουν παράλληλα εποπτικά συμβούλια που θα παρείχαν στοιχειώδεις εγγυήσεις εποπτείας του παρεχόμενου έργου στους ανήλικους. Έτσι τα ιδρύματα είναι παντελώς ανεξέλεγκτα, όσον αφορά το παιδαγωγικό μέρος του έργου τους.

Είναι ενδεικτικό ότι στις δικαστικές αποφάσεις με τις οποίες ανατίθεται στο σύνολο της άσκησης της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας και της πραγματικής φροντίδας σε ιδρύματα, το σκεπτικό του δικαστή ή του εισαγγελέα κατά τη διαδικασία της λήψης άμεσων και επειγόντων μέτρων για την προστασία του ανηλίκου, είτε δεν υπάρχει είτε είναι απολύτως αδύναμο και αόριστο, με την επίκληση καταλληλότητας ενός ιδρύματος λόγω και μόνο του καταστατικού του σκοπού.

Όμως, όπως ένας γονέας δεν είναι κατάλληλος να ασκεί τη γονική μέριμνα του ανηλίκου παιδιού του a priori, αποκλειστικά και μόνο λόγω της ιδιότητάς του ως γεννήτορας του ανηλίκου, πολύ περισσότερο ένα ίδρυμα ή σωματείο δεν είναι κατάλληλο να ασκεί την γονική μέριμνα, την επιμέλεια αλλά και την πραγματική φροντίδα ενός ανηλίκου εγκαταλελειμμένου, παραμελημένου, κακοποιημένου, με μόνο κριτήριο τον καταστατικό του σκοπό. Έναν σκοπό για τον οποίο ούτε έχει ελεγχθεί, ούτε αξιολογηθεί για τον τρόπο επίτευξής του και κυρίως για τις μεθόδους που χρησιμοποιεί για να προστατεύσει τα δικαιώματα των ανηλίκων ή αντίθετα να τα παραβιάσει.

Εισαγγελείς και δικαστές, αντιμετωπίζοντας ένα τεράστιο αδιέξοδο μπροστά στην ανάγκη προστασίας ανηλίκων που βρίσκονται σε κίνδυνο, όταν δεν υπάρχουν φυσικά πρόσωπα (ανάδοχοι γονείς) να αναλάβουν τη φροντίδα παιδιών, που είναι και η συνηθέστερη περίπτωση, υποχρεώνονται, καίτοι γνωρίζουν ότι στη χώρα δεν λειτουργούν ιδρύματα για τα οποία να πιστοποιείται ότι πληρούν τις προϋποθέσεις καταλληλότητας διότι στερούνται ακόμη και των ειδικών αδειών λειτουργίας (μόλις το 2022 εκδόθηκε η με αριθμό 40424/11-5-2022 Υπουργική Απόφαση της υφυπουργού κοινωνικών υποθέσεων προβλεπόμενη από το άρθρο 1 του Ν 2345/1995 και μόνο για τα Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου), να αναθέτουν την άσκηση της γονικής μέριμνας και της επιμέλειας ανηλίκων σε φορείς που ουδέποτε κρίθηκαν από τη Διοίκηση για την ουσιαστική (παιδαγωγική) κατάλληλότητά τους και την ύπαρξη κατάλληλου προσωπικού. Ακόμη χειρότερα, καίτοι ο νόμος δεν το αναφέρει, ουδέποτε κρίθηκαν για την καταλληλότητά των διοικήσεών τους να ασκούν το άκρως υπεύθυνο αυτό έργο της επιτροπείας και της επιμέλειας, προς όφελος των ανηλίκων.

Καθώς ήδη οι συνέπειες μιας τέτοιας προχειρότητας και ανευθυνότητας απέναντι σε ανήλικους έχουν γίνει φανερές όπως προκύπτει αφενός από την παραπομπή σε δίκη του ιδρυτή φορέα παιδικής προστασίας κατηγορούμενου για μια σειρά εγκληματικών πράξεων, ενός φορέα στον οποίο τοποθετήθηκαν χιλιάδες παιδιά μετά από έκδοση εισαγγελικών διατάξεων και δικαστικών αποφάσεων κρίνοντάς τον κατάλληλο να ασκεί τη γονική μέριμνα, την επιμέλεια και την πραγματική φροντίδα αυτών, αφετέρου από τις αντιστάσεις που συχνά προβάλλουν ιδρύματα απέναντι στην υποχρέωση αποϊδρυματοποίησης είτε συνειδητά, συναισθανόμενοι ότι διακυβεύεται η ύπαρξή τους είτε λόγω αδυναμίας να επιτελέσουν σωστά το έργο τους, ήρθε η ώρα, η Δικαιοσύνη να αλλάξει τακτική. Και εφόσον το Κράτος δεν λαμβάνει μέριμνα να ορίσει τα «κατάλληλα» ιδρύματα, δεν εποπτεύει και δεν αξιολογεί καν τα υφιστάμενα, με κίνδυνο για την ανάπτυξη των παιδιών, η Δικαιοσύνη πρέπει να επιλέξει την ανάθεση της γονικής μέριμνας και της επιμέλειας των ανηλίκων στις δημόσιες κοινωνικές υπηρεσίες όπως οι σχετικές νομοθετικές διατάξεις προβλέπουν και μόνο την πραγματική φροντίδα σε ιδρύματα.

Η κ. Ελένη Γεώργαρου είναι τ. δικηγόρος, Πρόεδρος του «Δικτύου αναδόχων γονέων και εθελοντών για την κοινωνική φροντίδα των ανηλίκων» και συγγραφέας της μονογραφίας «Η αναδοχή ως θεσμός κοινωνικής προστασίας των ανηλίκων», που έχει εκδοθεί από τη Νομική Βιβλιοθήκη.

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -