Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα συνοδεύτηκε από υπεροφορολόγηση, μια πρακτική που κόστισε σε όλες τις κυβερνήσεις. Προσπαθώντας να ισοσκελίσει τους ελλειμματικούς προϋπολογισμούς της, το κράτος αύξησε τους φορολογικούς συντελεστές και επέβαλε νέους φόρους, ενώ παράλληλα μείωσε τις δαπάνες, συρρικνώνοντας την οικονομία και μειώνοντας τα εισοδήματα. Η περίοδος της υπεροφορολόγησης διήρκεσε μέχρι το 2018, έτος της πρώτης εξόδου από την μνημονιακή επιτήρηση.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι μέτρησης αυτής της υπεροφορολόγησης, αλλά η «Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας» είναι ένας απλός και κατανοητός δείκτης. Αυτή η μέρα αντιπροσωπεύει τη στιγμή που οι Έλληνες φορολογούμενοι απελευθερώνονται από το βάρος των φόρων, εάν πριν καλύψουν τις δικές τους ανάγκες, πρέπει πρώτα να αποπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς το κράτος. Για παράδειγμα, αν το κράτος λαμβάνει το 50% των εισοδημάτων των πολιτών, η Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας πέφτει στη μέση του χρόνου, δηλαδή στις 2 Ιουλίου.
Η Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας δημοσιεύεται στις ΗΠΑ από το 1948 από το Tax Foundation και στην Ελλάδα τα τελευταία 10 χρόνια από το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών. Η απλότητα του δείκτη, που δείχνει πόσες ημέρες δουλεύουμε τον χρόνο για να πληρώσουμε το κράτος, τον καθιστά κατανοητό και εύκολα συγκρίσιμο.
Κατά την περίοδο της κρίσης, οι ημέρες που δουλεύαμε για το κράτος στην Ελλάδα έφτασαν τις 188, δηλαδή πάνω από το μισό έτος το εισόδημα των πολιτών πήγαινε στο κράτος
Από το 2019 παρατηρήθηκε μια μείωση στη φορολογική επιβάρυνση, με τις ημέρες να φτάνουν τις 181, ενώ κατά την κρίση του κορωνοϊού αυξήθηκαν στις 183-184 (χωρίς να συμπεριλαμβάνονται τα ελλείμματα της περιόδου αυτής, τα οποία αντιπροσωπεύουν μελλοντική φορολογήση). Από το 2022 σημειώνεται μια σημαντική αποκλιμάκωση της φορολογικής επιβάρυνσης. Ο συνδυασμός της μείωσης των φορολογικών συντελεστών και οι μειούμενες έκτακτες ανάγκες λόγω του COVID-19 έδωσαν το δημοσιονομικό περιθώριο για τη σημαντική μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης το 2023 και το 2024. Συγκεκριμένα, το 2024 εκτιμάται πως θα εργαστούμε 175 ημέρες για τις ανάγκες του κράτους, αριθμός που είχαμε να δούμε από το 2014.
Παρότι η μείωση των φόρων είναι σε καλό δρόμο, τα δημοσιονομικά περιθώρια σύντομα θα στενέψουν καθώς η περίοδος χάριτος για τα δάνεια της κρίσης τελειώνει και τα πρωτογενή πλεονάσματα αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά. Με άλλα λόγια, ο δημοσιονομικός χώρος που σήμερα αρχίζει να δημιουργείται, θα στενέψει ξανά σύντομα, αφού για παράδειγμα το 2032 πρόκειται να συνυπολογιστούν στο χρέος τόκοι που τελούν σε αναβολή για τα δάνεια που έχει λάβει η Ελλάδα από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας από το 2013. Συνεπώς, κάθε μείωση της φορολόγησης που κερδίζουμε σήμερα είναι σημαντική προς τις χρηματοδοτικές ανάγκες του κράτους στο μέλλον.
Εκτός από την μείωση των φόρων, οι υπηρεσίες που παρέχει το κράτος στους πολίτες είναι εξίσου σημαντικές. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία του ΟΟΣΑ (2023), οι Έλληνες δεν είναι ευχαριστημένοι με τις δημόσιες υπηρεσίες, ειδικά με το σύστημα υγείας. Οι Έλληνες πολίτες είχαν το χαμηλότερο ποσοστό ικανοποίησης από το σύστημα υγείας μεταξύ των Ευρωπαίων, ενώ στην ικανοποίησή τους από το εκπαιδευτικό και το δικαστικό σύστημα βρίσκονται στην 16η και 17η θέση αντίστοιχα.
Η βελτίωση της ποιότητας των δημόσιων υπηρεσιών απαιτεί αναδιάρθρωση και χρήση σύγχρονων τεχνολογιών. Με τη μείωση της γραφειοκρατίας και την αύξηση της διαφάνειας, η εμπιστοσύνη των πολιτών μπορεί να αποκατασταθεί, ενώ η δημιουργία ενός φιλικού προς τις επιχειρήσεις περιβάλλοντος μπορεί να προσελκύσει ξένες επενδύσεις και να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας. Η Ελλάδα έχει την ευκαιρία να βελτιώσει το φορολογικό καθεστώς και την ποιότητα των υπηρεσιών, συμβάλλοντας στην οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία των πολιτών και αυτό θα πρέπει να το κάνει άμεσα, πριν το δημοσιονομικό πλαίσιο δεν επιτρέψει ανάλογες μεταρρυθμίσεις.
* Ο κ. Κωνσταντίνος Σαραβάκος είναι Επικεφαλής Ερευνών του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών και υποψήφιος διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.