Ο επαναπροσδιορισμός της έννοιας του σήματος συνδέεται άμεσα με μία από τις αλλαγές που επέφερε ο Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1001, αναφορικά με τα σήματα της Ε.Ε. και αφορά την απάλειψη της υποχρέωσης γραφικής αναπαράστασης κατά την κατάθεση ενός σήματος
Την 1η Οκτωβρίου 2017, τέθηκε σε ισχύ ο Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αναφορικά με το σήμα της Ε.Ε. Ο Κανονισμός αυτός εισάγαγε σημαντικές καινοτομίες στο δίκαιο των σημάτων, μία εκ των οποίων αφορά την απάλειψη της γραφικής αναπαράστασης ως προϋπόθεσης για την καταχώριση ενός σήματος. Ο Κανονισμός αυτός εξειδικεύεται με τον Εκτελεστικό Κανονισμό (ΕΕ) 2018/626 της Επιτροπής, ο οποίος διευκρινίζει τους νέους τύπους σημάτων, που πλέον γίνονται δεκτοί για καταχώριση μετά την απάλειψη της υποχρέωσης γραφικής αναπαράστασης του σήματος.
Το σήμα είναι το σημείο που διακρίνει τα προϊόντα και τις υπηρεσίες μίας επιχείρησης από αυτά μίας άλλης, επομένως, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των εμπορικών συναλλαγών και έχει τεράστια σημασία για την ελευθερία του ανταγωνισμού και την ανάπτυξη της οικονομίας, πολύ περισσότερο που το σήμα προστατεύεται στο διηνεκές. Επομένως, το σήμα αποτελεί τη σφραγίδα μίας επιχείρησης, τόσο από άποψη αναγνωρισιμότητας όσο και φιλοσοφίας και αξιών που αυτή πρεσβεύει. Για να γίνει πλήρως αντιληπτό αυτό, αρκεί να σκεφτούμε πόσοι από εμάς τους καταναλωτές αναγνωρίζουμε αμέσως μία επιχείρηση μόνο από το σήμα που χρησιμοποιεί.
Η απάλειψη της γραφικής αναπαράστασης κατά την κατάθεση ενός σήματος και η αντικατάσταση της με εναλλακτικές τεχνικές επιλογές, όπως το βίντεο, το MP3, το MP4, οι φωτογραφίες που έχουν παραχθεί από υπολογιστή και άλλες τεχνικές που γίνονται πλέον δεκτές, έγινε με σκοπό η καταχώριση των σημάτων να συμβαδίσει με τις τεχνικές εξελίξεις. Η προοπτική αυτή υπήρξε το αποτέλεσμα της υιοθέτησης από τον Κανονισμό του νέου τρόπου δραστηριοποίησης των επιχειρήσεων, οι οποίες αναζητούν τη δυνατότητα να προσεγγίσουν άμεσα το καταναλωτικό κοινό, με τρόπους που το κάνουν ήδη μέσω των social media και της διαφήμισης. Επομένως, η αποδοχή διαφόρων τεχνικών μέσων για την αναπαράσταση ενός σήματος κατά τη διαδικασία καταχώρισής του – η οποία αποδοχή είχε ως αποτέλεσμα τη δυνατότητα κατάθεσης πολλών διαφορετικών τύπων σημάτων, όπως σήματα κίνησης, ηχητικά, θέσης, μοτίβου, δυναμικά τρισδιάστατα, οπτικοακουστικά, ολογραφικά και άλλα – οδήγησε ουσιαστικά στον επαναπροσδιορισμό της έννοιας του παραδοσιακού σήματος στην ευρωπαϊκή, και κατ’ επέκταση στις εθνικές έννομες τάξεις των κρατών-μελών.
Πριν από την αλλαγή που υιοθέτησε ο Κανονισμός 2017/1001, υπήρχαν πολλά σημεία τα οποία, αν και ήταν εξόχως χαρακτηριστικά κάποια επιχείρησης, δεν μπορούσαν να καταχωρισθούν ως σήματα, διότι δεν πληρούσαν μία από τις προϋποθέσεις που εκείνος έθετε, αυτή της γραφικής αναπαράστασής τους. Εδώ, ακριβώς, επήλθε η αλλαγή με τον νέο Κανονισμό, ο οποίος ορίζει ότι ένα σημείο γίνεται δεκτό, αρκεί να είναι ικανό να διακρίνει τα προϊόντα και τις υπηρεσίες μίας επιχείρησης από εκείνα μίας άλλης, και να μπορεί να αναπαρίσταται στο μητρώο με τρόπο που να επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές και στο κοινό να προσδιορίζει με σαφήνεια και ακρίβεια το αντικείμενο της προστασίας.
Η διάταξη αυτή πρακτικά σημαίνει ότι το σήμα μπορεί να αναπαρίσταται σε οποιαδήποτε κατάλληλη μορφή με τη χρήση ευρέως διαθέσιμης τεχνολογίας, με αποτέλεσμα να γίνονται πλέον αποδεκτοί ορισμένοι τύποι σημάτων, που μπορούν να αναπαρίστανται μόνο σε ηλεκτρονική μορφή (π.χ. σήματα πολυμέσων), καθώς και τα σήματα που είναι ηχητικά ή περιλαμβάνουν κινούμενες εικόνες (σήματα κίνησης) μπορούν να κατατίθενται ευκολότερα με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων αναπαραγωγής, αντί της γραφικής αναπαράστασης.
Στην πράξη, με βάση τα παραπάνω, μία επιχείρηση είναι πλέον σε θέση να καταθέσει ως σήμα, οποιοδήποτε σημείο διακρίνει τα προϊόντα και τις υπηρεσίες της, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου. Και αυτό μπορεί να είναι π.χ. ένα σήμα στο οποίο υπάρχει κίνηση ή μεταβολή της θέσης των στοιχείων του (σήμα κίνησης), μέσω της υποβολής αρχείου MP4, ή το οποίο περιλαμβάνει ήχο, ή ήχους μεταξύ των οποίων και μουσικά μέρη (ηχητικό σήμα), μέσω αρχείου MP3, ή ένα σήμα που είναι δυναμικά τρισδιάστατο επομένως που περιλαμβάνει κίνηση (τρισδιάστατο σήμα), ή ακόμη περισσότερο ένα σήμα το οποίο περιλαμβάνει κίνηση και ήχο (πολυμεσικό σήμα), μέσω της χρήσης οπτικοακουστικού αρχείου MP4, που περιέχει τον συνδυασμό ήχου και εικόνας, ή ένα σήμα το οποίο συνίσταται από ολογραφικά χαρακτηριστικά (ολογραφικό σήμα), μέσω της χρήσης αρχείου βίντεο ή γραφικής ή φωτογραφικής απεικόνισης.
Έτσι, η υιοθέτηση του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 έδωσε τη δυνατότητα να καταχωρισθούν σε πρώτη φάση ως σήματα της Ε.Ε. η πασίγνωστη κραυγή του Ταρζάν (αρθ. 005090055), η «ηλεκτρονική φωνή» του Στήβεν Χόκινγκ (αρθ. 017975948) που κατοχύρωσε εκδοτικός οίκος, ο βρυχηθμός λιονταριού (αρθ. 005170113) που κατοχύρωσε πασίγνωστη κινηματογραφική εταιρεία, αλλά και ήχοι που συνδέονται με εταιρείες παντός είδους, όπως ήχους που καταχώρισαν γνωστή εταιρεία κινητής τηλεφωνίας (αρθ. 019040925) και αλυσίδα ξενοδοχείων (αρθ. 018948268). Κάποια από τα σήματα αυτά είχαν κατατεθεί αρχικά, μέσω μουσικής σημειογραφίας ή ηχογράμματος, εφόσον πριν από την αλλαγή που επέφερε ο Κανονισμός 2017/1001 απαιτούνταν η γραφική αναπαράσταση του σήματος, και πλέον έχουν την δυνατότητα να ακούγονται μέσω αρχείου MP3. Επίσης, πολύ γνωστές εταιρείες καλλυντικών και αρωμάτων έχουν καταχωρίσει σήματα κίνησης με τα λογότυπά τους (αρθ. 019023415 και 018980074), και εταιρείες κολοσσοί στον τεχνολογικό τομέα έχουν καταχωρίσει τα σήματα τους με ολογραφική μορφή (αρθ. 017993401), ή μέσω πολυμεσικών σημάτων, δηλαδή σημάτων που συνδυάζουν εικόνα και ήχο (αρθ. 018994815, 018998759).
Τέλος, ενδεικτικό της δυναμικής που δημιουργεί ο Κανονισμός, αναφορικά με τον επαναπροσδιορισμό της έννοιας του σήματος μετά την υιοθέτηση νέων τύπων σημάτων, είναι το γεγονός ότι – σύμφωνα τόσο με την εισηγητική έκθεση του Κανονισμού, όσο και τη θεωρία που έχει αναπτυχθεί – τίποτα δεν αποκλείει την υιοθέτηση στο άμεσο μέλλον, νέων τύπων σημάτων όπως τα σήματα που περιλαμβάνουν γεύσεις και μυρωδιές, εφόσον υπάρξει κατάλληλη τεχνολογία, ώστε να μπορεί να κατατεθεί ένα τέτοιο σήμα και να πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζει ο Κανονισμός για την αποδοχή της καταχώρισης του σήματος, δηλαδή η αναπαράσταση να είναι σαφής, ακριβής, αυτοτελής, εύκολα προσβάσιμη κατανοητή, διαρκής και αντικειμενική.
Γίνεται, επομένως, αντιληπτό ότι το δίκαιο των σημάτων εκσυγχρονίζεται ουσιαστικά με σκοπό να συμβαδίζει τόσο με το σύγχρονο επιχειρηματικό περιβάλλον, στο οποίο πλέον δραστηριοποιούνται οι επιχειρήσεις, όσο και με τη χρήση σύγχρονων μέσων επικοινωνίας μεταξύ των επιχειρήσεων και του καταναλωτικού κοινού. Και αυτό σίγουρα επαναπροσδιορίζει την έννοια του σήματος, όπως τη γνωρίζαμε μέχρι τώρα.
* Η κ. Άννα Ρούσσου είναι Δικηγόρος – LLM.