fbpx

Ποσοτικοποίηση της ζημίας και ελεύθερος ανταγωνισμός – Μια κριτική προσέγγιση

Η νομολογία ορθώς δεν έχει καθιερώσει την υποχρεωτική χρήση και εφαρμογή μοντέλων ποσοτικοποίησης της ζημίας ως (οιονεί) προϋπόθεση για το παραδεκτό ή τη βασιμότητα της αγωγής του ζημιωθέντος

Χρόνος ανάγνωσης 5 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 5 λεπτά

Δείτε επίσης

Το παρόν άρθρο θα αναδείξει συνοπτικά το πώς ποσοτικοποιείται η ζημία σε παραβάσεις του Ελεύθερου Ανταγωνισμού ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων, αναλύοντας την αντιμετώπιση των δικαστηρίων, καθώς και τον χειρισμό του θέματος από τα διάδικα μέρη.

Εισαγωγικές Παρατηρήσεις

Προκαταβολικά επισημαίνεται ότι η ποσοτικοποίηση της ζημίας συνιστά ένα ιδιαίτερα σύνθετο εγχείρημα για τους ζημιωθέντες, ανεξαρτήτως της νομικής βάσης και του κανόνα δικαίου που παραβιάζεται. Ο ενάγων καλείται να πείσει το δικαστήριο αφενός ότι έχει πράγματι υποστεί ζημία εξαιτίας του εναγομένου, η οποία συνδέεται αιτιωδώς με τη ζημιογόνο συμπεριφορά και είναι αποκαταστατέα με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, και αφετέρου για το ύψος της επελθούσας σε βάρος του ζημίας. Ειδικά ως προς τον υπολογισμό του ύψους της ζημίας, το πεδίο είναι αρκετά ομιχλώδες όταν η αξιούμενη αποζημίωση στηρίζεται σε παραβίαση διατάξεων του Ελεύθερου Ανταγωνισμού, διότι πολλές φορές απαιτείται η εξέταση πληθώρας πραγματικών περιστατικών και η εφαρμογή ενδεχομένως σύνθετων οικονομικών μοντέλων. Σε αυτό το δυσχερές έργο έχει συμβάλει ο «Πρακτικός Οδηγός» (Πρακτικός Οδηγός Ποσοτικοποίησης της βλάβης σε αγωγές αποζημίωσης που στηρίζονται σε παράβαση των άρθρων 101 ή 102 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 13.06.2013, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής), ο οποίος συνιστά ήπιο δίκαιο και έχει ως στόχο να συνδράμει τους διαδίκους και τα εθνικά δικαστήρια, παρέχοντας χρήσιμες κατευθύνσεις στο πλαίσιο της ποσοτικοποίησης της ζημίας.

Ο χειρισμός από τα δικαστήρια

Εξετάζοντας κανείς την έως σήμερα υφιστάμενη ελληνική νομολογία, αντιλαμβάνεται ότι στην πλειονότητά τους τα δικαστήρια δεν αντιμετωπίζουν την ποσοτικοποίηση της ζημίας με γνώμονα την εφαρμογή των προτεινόμενων από τον Πρακτικό Οδηγό οικονομικών μοντέλων. Αντιθέτως, τείνουν να αρκούνται κατά κανόνα στην καθιερωμένη προσέγγιση της θεωρίας της διαφοράς, κατά την οποία η περιουσιακή ζημία συνίσταται στη διαφορά που προκύπτει από τη σύγκριση μιας πραγματικής κατάστασης και μιας υποθετικής, εάν δηλαδή το ζημιογόνο γεγονός δεν είχε λάβει χώρα. Στην πραγματικότητα, τα δικαστήρια δεν φαίνεται να τάσσονται αρνητικά απέναντι στην αξιοποίηση των μεθόδων υπολογισμού του ύψους της ζημίας, αλλά απλώς απέχουν από τη δημιουργία αυστηρότερου μέτρου απόδειξης σε βάρους των ζημιωθέντων.

Σε ορισμένες, πάντως, πρόσφατες αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων (ενδεικτικά η υπ’ αριθ. 3/2021 απόφαση του ΠολΠρΑθ) αποδίδεται μεγαλύτερη έμφαση και σημασία στις οικονομικές μεθόδους ποσοτικοποίησης της ζημίας σε σχέση με το παρελθόν. Βέβαια, και σε παλαιότερες αποφάσεις φαίνεται, έστω «συμπτωματικά», να εντάσσονται ψήγματα των μεθόδων αυτών στον δικανικό συλλογισμό (βλ. απόφαση 1497/2009 του ΑΠ), όπου η ανάλυση πλησιάζει, έστω αμυδρά, τα πρότυπα του Πρακτικού Οδηγού. Η αναγνώριση της σημασίας των οικονομικών μοντέλων, όμως, δεν ισοδυναμεί σε καμία περίπτωση με επιταγή υποχρεωτικής εφαρμογής τους.

Ο χειρισμός από τους ενάγοντες

Σε παρόμοιο πνεύμα με τα ελληνικά δικαστήρια φαίνεται να κινούνται και οι ενάγοντες, οι οποίοι τείνουν να αντιμετωπίζουν με απλότητα τα ζητήματα αποζημίωσης από παραβάσεις του Ελεύθερου Ανταγωνισμού. Ειδικότερα, συνήθως προτάσσουν ως κύρια βάση της αγωγής παραβάσεις άλλων κανόνων δικαίου, όπως λ.χ. του Αθέμιτου Ανταγωνισμού, ενώ οι διατάξεις για τον Ελεύθερο Ανταγωνισμό θα μνημονεύονται όλως επικουρικώς και «περιθωριακά». Μάλιστα, το εγχείρημα της ποσοτικοποίησης συνήθως υλοποιείται ενιαία για όλες τις αγωγικές βάσεις, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες που περικλείουν το Δίκαιο του Ελεύθερου Ανταγωνισμού (λ.χ. οι μεταβολές στις συνθήκες της αγοράς), καθώς και οι πρόσθετες δυσκολίες που υποκρύπτονται. Παράλληλα, όμως, δεν λαμβάνεται υπόψη και η διαφορετική σκοποθεσία των επιμέρους διατάξεων, όπως ενδεικτικά του Αθέμιτου και Ελεύθερου Ανταγωνισμού, παραβλέποντας έτσι τις τυχόν διαφορετικές παραμέτρους, οι οποίες θα πρέπει να εξεταστούν για τον ορθό υπολογισμό της ζημίας κατά την εκάστοτε νομική βάση.

Φυσικά, υπάρχουν υποθέσεις που οι ενάγοντες (φαίνεται να) αποπειράθηκαν να εφαρμόσουν, τουλάχιστον ως προς ορισμένες πτυχές, τις βασικότερες από τις μεθόδους ποσοτικοποίησης που αναλύονται στον Πρακτικό Οδηγό (όλως ενδεικτικώς, βλ. υπ’ αριθ. 403/2016 του ΑΠ, υπ’ αριθ. 1114/2018 του ΑΠ). Σε κάθε περίπτωση, η απλότητα της προσέγγισης του θέματος δεν κρίθηκε από τα δικαστήρια ως λόγος για την απόρριψη της αγωγής καθαυτός.

Ο χειρισμός από τους εναγομένους

Η αξιοποίηση των μεθόδων ποσοτικοποίησης της ζημίας δεν συνιστά προνόμιο μόνο των εναγόντων, αλλά οι μέθοδοι αυτές μπορούν να ενισχύσουν τους ισχυρισμούς των εναγομένων προς αντίκρουση της σε βάρος τους αγωγής. Εισφέροντας, δηλαδή, ο εναγόμενος δεδομένα ως προς την ακαταλληλότητα εφαρμογής της επιλεγείσας από τον ενάγοντα μεθόδου, θα έχει τη δυνατότητα να ανατρέψει τους ισχυρισμούς του τελευταίου, ώστε είτε να οδηγήσει στη μείωση του επιδικαζόμενου ύψους της απαίτησης είτε στην ολοσχερή απόρριψη της αγωγής.

Μέχρι στιγμής, ωστόσο, από την υπάρχουσα ελληνική νομολογία, δεν φαίνεται οι εναγόμενοι να εκμεταλλεύονται αυτή τη δυνατότητα. Μάλιστα, οι εναγόμενοι εν γένει δεν φαίνεται να επιχειρούν να αμφισβητήσουν το ύψος της ζημίας ή τη μεθοδολογία του υπολογισμού, αλλά κατά κύριο λόγο επιδιώκουν να πλήξουν την αγωγή ή τη σχετική δυσμενή για αυτούς δικαστική απόφαση ως προς άλλα νομικά ή πραγματικά θέματα.

Τελικές Παρατηρήσεις

Συνοψίζοντας όλα τα ως άνω, η νομολογία ορθώς δεν έχει καθιερώσει την υποχρεωτική χρήση και εφαρμογή μοντέλων ποσοτικοποίησης της ζημίας ως (οιονεί) προϋπόθεση για το παραδεκτό ή τη βασιμότητα της αγωγής του ζημιωθέντος. Παράλληλα, παρατηρούνται ορισμένα βήματα προόδου, με την αξιοποίηση των νέων δυνατοτήτων που έχουν καθιερωθεί με το Ν 4529/2018, ο οποίος ενσωμάτωσε την Οδηγία 2014/104/ΕΕ («σχετικά με ορισμένους κανόνες που διέπουν τις αγωγές αποζημίωσης βάσει του εθνικού δικαίου για παραβάσεις των διατάξεων του δικαίου του ανταγωνισμού των κρατών μελών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης»). Τέτοια περίπτωση συνιστά η εφαρμογή από το δικαστήριο (στην υπ’ αριθ. 2445/2023 του ΕφΑθ) της παρ. 1 του άρθρ. 14 Ν 4529/2018, κατά την οποία (στο πλαίσιο πάντοτε παραβάσεων του Ελεύθερου Ανταγωνισμού), όταν είναι πρακτικά αδύνατον ή υπερβολικά δυσχερές να προσδιοριστεί επακριβώς το ύψος της ζημίας, το δικαστήριο μπορεί να αρκεστεί σε πιθανολόγηση ακόμη και στην περίπτωση υπολογισμού της θετικής ζημίας.

Τελικώς, ορθό φαίνεται μάλλον να υποστηριχθεί ότι σε στάδιο ωρίμασης βρίσκονται τόσο τα δικαστήρια όσο και οι διάδικοι (ενάγοντες/ζημιωθέντες και εναγόμενοι), οι οποίοι με βάση τα ανωτέρω δείγματα, φαίνεται να μην προσδίδουν την πρέπουσα προσοχή σχετικά με την αξία και τη σημασία της ποσοτικοποίησης της ζημίας, ιδίως ως προς τη δυσκολία που συνεπάγεται η διαδικασία αυτή. Σκόπιμο, λοιπόν, είναι να παρακολουθεί κανείς εντατικά και με ενδιαφέρον τις νομολογιακές εξελίξεις των επομένων ετών, ώστε να παρατηρηθεί εάν θα υπάρξει ουσιαστική πρόοδος στα θέματα που αφορούν την ποσοτικοποίηση της ζημίας σε παραβάσεις του Ελεύθερου Ανταγωνισμού.

* Ο κ. Νίκος Πυλαρινός είναι Δικηγόρος, LLM.


Δείτε τη σχετική Έκδοση: Η ποσοτικοποίηση της ζημίας σε παραβάσεις του Ελεύθερου Ανταγωνισμού

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -