Με πρόσφατη νομολογία του (ΣτΕ 923-924/2024), το Συμβούλιο της Επικρατείας προέβη σε περαιτέρω ερμηνεία των διατάξεων του άρθρου 5 ΚΦΔ σχετικά με τη νόμιμη κοινοποίηση των πράξεων της φορολογικής Αρχής. Είχαν προηγηθεί οι με αριθμό 157/2023 και 615/2024 αποφάσεις του Δικαστηρίου, με τις οποίες το ΣτΕ, σε πρότυπες δίκες, οριοθέτησε το κανονιστικό περιεχόμενο των παρ. 2, 6 και 3 περ. δ’ του άρθρου 5 ΚΦΔ, σχετικά με την ψηφιακή κοινοποίηση πράξεων της φορολογικής Αρχής καθώς και με την επίδοσή τους σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΔΔ, όταν δεν είναι εφικτή η επίδοση με κάποιον από τους άλλους, προβλεπόμενους στο άρθρο 5 ΚΦΔ τρόπους.
Στις εδώ κρίσιμες περιπτώσεις, οι φορολογούμενοι αμφισβήτησαν σε πρώτο και δεύτερο βαθμό την παραλαβή των κοινοποιηθεισών με συστημένη επιστολή πράξεων (ατομικών ειδοποιήσεων καταβολής – υπερημερίας) εντός της «τεκμαιρόμενης» προθεσμίας των 15 ημερών από την αποστολή τους, κατ’ άρθρο 5 παρ. 5 ΚΦΔ, προβάλλοντας τόσο λόγους που ανάγονταν στη συνταγματικότητα της ως άνω διάταξης όσο και λόγους που αφορούσαν στη μη απόδειξη εκ μέρους της φορολογικής Αρχής της ημερομηνίας αποστολής και (πραγματικής) παράδοσης των κρίσιμων πράξεων.
Επιλαμβανόμενο επί των αιτήσεων αναίρεσης που άσκησε το Ελληνικό Δημόσιο και η ιδιώτης διάδικος αντίστοιχα, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη (α) τις αρχές του Κράτους Δικαίου, της ασφάλειας δικαίου, της φανερής δράσεως της Διοίκησης και το δικαίωμα για παροχή αποτελεσματικής προστασίας, από τις οποίες απορρέει ο κανόνας ότι δυσμενής ατομική διοικητική πράξη μη δημοσιευτέα κατά νόμο επιφέρει τα έννομα αποτελέσματά της έναντι εκείνου που αφορά μόνο από την κοινοποίησή της προς αυτόν ή από το σημείο κατά το οποίο εκείνος έλαβε αποδεδειγμένα γνώση, (β) το γεγονός ότι διατάξεις, από την εφαρμογή των οποίων (μέσω της έκδοσης των αντίστοιχων διοικητικών πράξεων) επέρχονται σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις στα πρόσωπα που αφορούν (όπως είναι οι διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας, περί επιβολής και είσπραξης φόρων, τελών και εν γένει επιβαρύνσεων και κυρώσεων), πρέπει να τελούν σε συμφωνία με τις προαναφερθείσες αρχές και ιδίως με την αρχή της ασφάλειας δικαίου και (γ) την ήδη διαμορφωθείσα νομολογία του επί των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 5 ΚΦΔ περί ψηφιακής κοινοποίησης των πράξεων της Φορολογικής Διοίκησης, σύμφωνα με την οποία, η κοινοποίηση με τον τρόπο αυτό τελεί σε συμφωνία με την συνταγματική αρχή της ασφάλειας δικαίου αλλά και το δικαίωμα πληροφόρησης του πολίτη σχετικά με υπάρχουσες οικονομικές υποχρεώσεις του, εξυπηρετεί δε το (δημοσίου συμφέροντος) σκοπό της επίσπευσης των διαδικασιών βεβαίωσης και είσπραξης των φορολογικών και λοιπών εσόδων. Έκρινε δε ότι η κοινοποίηση πράξεων της Φορολογικής Διοίκησης στους φορολογουμένους με συστημένη επιστολή εξυπηρετεί τον ίδιο σκοπό και τελεί σε συμμόρφωση με τις προαναφερθείσες αρχές, απορρίπτοντας ως προς αυτό τον ισχυρισμό περί αντισυνταγματικότητας της διάταξης.
Προχωρώντας δε το συλλογισμό του, το Δικαστήριο έκρινε περαιτέρω ότι το τεκμήριο νόμιμης κοινοποίησης του άρθρου 5 παρ. 5 ΚΦΔ, το οποίο έχει μαχητό χαρακτήρα, δεν μπορεί να βρει εφαρμογή στην περίπτωση κατά την οποία, από το σχετικό αποδεικτικό επίδοσης της ταχυδρομικής υπηρεσίας, προκύπτει ότι η πράξη επιδόθηκε στον προς ον η επίδοση σε συγκεκριμένη ημερομηνία και δη μεταγενέστερη του δεκαπενθημέρου που θεσπίζεται από την ως άνω διάταξη. Παρόμοια, το τεκμήριο αυτό δεν εφαρμόζεται, κατά το Δικαστήριο, ούτε όταν ο προς ον η επίδοση αμφισβητεί ότι πράγματι παρέλαβε τη συστημένη επιστολή, καθόσον, κατά την αληθή έννοια της διάταξης του άρθρου 5 παρ. 5 ΚΦΔ, η Φορολογική Διοίκηση είναι εκείνη που οφείλει να αποδείξει, με κάθε πρόσφορο τρόπο, την πραγματική παραλαβή της πράξης από τον ενδιαφερόμενο ή την πλήρη γνώση του περιεχομένου της από αυτόν στην τελευταία αυτή περίπτωση.
Δεδομένης της ήδη λεπτής φύσης των ζητημάτων που άπτονται των κοινοποιήσεων των πράξεων της φορολογικής Αρχής (λόγω και της βαρύτητας των συνεπειών που εξικνούνται ακριβώς από την κοινοποίηση), ιδίως μετά την εισαγωγή και άλλων τρόπων κοινοποίησης, πέραν της εγχείρησης του κρίσιμου εγγράφου με δικαστικό επιμελητή (ηλεκτρονική κοινοποίηση, κοινοποίηση με συστημένη επιστολή), αποφάσεις του ΣτΕ όπως οι εν λόγω, που αποσαφηνίζουν το καθεστώς και τις προϋποθέσεις της νόμιμης κοινοποίησης, θέτουν περαιτέρω δικλείδες νομικής ασφάλειας και βεβαιότητας.
Η κ. Αθηνά Μαυροειδή είναι δικηγόρος στη δικηγορική εταιρεία Φορτσάκης, Διακόπουλος, Μυλωνογιάννης και Συνεργάτες.