Αποτελεί παράνομη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, η διαβίβαση προσωπικών στοιχείων οφειλέτη από τράπεζα σε δικηγορική εταιρεία, χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου; Απάντηση κλήθηκε να δώσει ο Άρειος Πάγος, με αφορμή την αίτηση αναίρεσης που είχε υποβάλει οφειλέτης της τράπεζας (και αναιρεσείων), κατά απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
Η αρχική απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών είχε δικαιώσει εν μέρει τον αναιρεσείοντα. Συγκεκριμένα, το δικαστήριο είχε απορρίψει το σκέλος της αγωγής ως προς τη δικηγορική εταιρεία και υποχρέωσε την τράπεζα να καταβάλει 5.869,40 ευρώ στον ενάγοντα. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, ωστόσο, ανέτρεψε την απόφαση αυτή, κρίνοντας ότι η επεξεργασία των δεδομένων ήταν νόμιμη και αναγκαία για την ικανοποίηση έννομου συμφέροντος της τράπεζας, δηλαδή την είσπραξη ληξιπρόθεσμης απαίτησης. Πιο αναλυτικά, το δικαστήριο έκρινε ότι η διαβίβαση των δεδομένων στη δικηγορική εταιρεία δεν απαιτούσε προηγούμενη ενημέρωση, ή συγκατάθεση του δανειολήπτη, καθώς η επεξεργασία ήταν απαραίτητη για την άσκηση των νόμιμων καθηκόντων της δικηγορικής εταιρείας.
Κατόπιν αυτής της δικαστικής εξέλιξης, ο οφειλέτης άσκησε αναίρεση στον Άρειο Πάγο, προβάλλοντας ως λόγους: πρώτον, την παραβίαση ουσιαστικού δικαίου (άρθρο 559 παρ. 1 ΚΠολΔ), και δεύτερον την έλλειψη νόμιμης βάσης της απόφασης (άρθρο 559 παρ. 19 ΚΠολΔ).
Ως προς τον πρώτο λόγο αναίρεσης, ο Άρειος Πάγος τον απέρριψε ως αβάσιμο, καθώς αποφάνθηκε ότι το Πρωτοδικείο εφάρμοσε σωστά τις διατάξεις του ν. 2472/1997.
Το δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι η επεξεργασία και διαβίβαση των δεδομένων του αναιρεσείοντος από την τράπεζα στη δικηγορική εταιρεία ήταν νόμιμη, εφόσον υπαγόταν στην περίπτωση εξαίρεσης, λόγω ανάγκης εξυπηρέτησης εννούμου συμφέροντος της τράπεζας.
Το δικαστήριο υπενθύμισε ότι η προστασία προσωπικών δεδομένων υποχωρεί έναντι του δικαιώματος έννομης προστασίας του θιγόμενου, όταν η επεξεργασία εξυπηρετεί κάποιο έννομο συμφέρον, όπως της είσπραξης ληξιπρόθεσμης απαίτησης στη συγκεκριμένη περίπτωση, και δεν παραβιάζει θεμελιώδη δικαιώματα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, τα δεδομένα που διαβιβάστηκαν (ονοματεπώνυμο, στοιχεία επικοινωνίας κ.λπ.) ήταν απολύτως αναγκαία και πρόσφορα για τον σκοπό της επεξεργασίας. Τέλος και ο Κώδικας Δικηγόρων επιτρέπει τη χρήση δεδομένων στo πλαίσιo εκπροσώπησης της τράπεζας και ορθής διαμεσολάβησης για την εξόφληση οφειλών.
Ο δεύτερος λόγος, που αφορούσε την έλλειψη νόμιμης βάσης της απόφασης, ελλείψει επαρκούς και σαφούς αιτιολόγησης, απορρίφθηκε ως απαράδεκτος, δεδομένου ότι το Πρωτοδικείο δεν εξέτασε την ουσία της υπόθεσης, αλλά απέρριψε την αγωγή ως μη νόμιμη.
Τελικά, ο Άρειος Πάγος απέρριψε την αίτηση αναίρεσης του δανειολήπτη, υπενθυμίζοντας ότι η προστασία προσωπικών δεδομένων μπορεί να περιοριστεί για την εξυπηρέτηση έτερων θεμιτών σκοπών.
Δείτε την απόφαση στην Qualex: (ΑΠ 486/2024)