Δικαιώθηκαν από το ΕΔΔΑ οι Έλληνες πολίτες που προσέφυγαν στο Δικαστήριο, ζητώντας την καταδίκη της Ελλάδας για την παρατεταμένη καθυστέρηση της εκτέλεσης της δικαστικής απόφασης υπέρ τους, σχετικά με την αναγκαστική απαλλοτρίωση του οικοπέδου τους (Γεωργακάκης και άλλοι κατά Ελλάδος).
Πραγματικά περιστατικά
Οι προσφεύγοντες είναι συνιδιοκτήτες οικοπέδου για το οποίο είχε εκδοθεί η απόφαση υπ’ αριθ. 3665/2009 από το Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης. Η απόφαση ακύρωνε την σιωπηρή άρνηση της διοίκησης να άρει την απαλλοτρίωση του ακινήτου τους και παρέπεμπε το ζήτημα στη διοίκηση για επίλυση.
Οι αιτούντες, σύμφωνα με την πρώτη προσφυγή αριθ. 47808/15, απέκτησαν την κυριότητα του οικοπέδου στις 23 Ιουλίου 2010, μετά τη μεταγραφή της συμβολαιογραφικής πράξης στο Κτηματολόγιο, ως διάδοχοι των αρχικών αιτούντων.
Η διαδικασία εκτέλεσης παρουσίασε σημαντικές καθυστερήσεις. Το προεδρικό διάταγμα για την τροποποίηση του σχεδίου πόλης, το οποίο περιλάμβανε –μεταξύ άλλων- την άρση και την επανεπιβολή της απαλλοτρίωσης, δημοσιεύθηκε μόλις στις 29 Νοεμβρίου 2019. Ωστόσο, η οριστική διευθέτηση του ζητήματος της αποζημίωσης των προσφευγόντων επήλθε στις 31 Μαρτίου 2021, με την έκδοση διαταγών πληρωμής , δίνοντας τυπικά τέλος στη διαδικασία εκτέλεσης.
Ξεχωριστά, στη δεύτερη αιτούσα, σύμφωνα με την προσφυγή αριθ. 47788/15, επιδικάστηκαν 1.000 ευρώ από το Συμβούλιο Συμμόρφωσης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, λόγω της μη εκτέλεσης της απόφασης από τις αρχές. Η εν λόγω αποζημίωση καταβλήθηκε στις 25 Απριλίου 2016.
Σημειώνεται ότι η συνολική διάρκεια μη εκτέλεση της απόφασης, σχετικά με την πρώτη προσφυγή υπ’ αριθμό 47808/2015, ήταν 10 έτη και 8 μήνες, ενώ για τη δεύτερη προσφυγή υπ’ αριθμό 47888/2025, ήταν 11 έτη και 1 μήνας, αντίστοιχα.
Ισχυρισμοί αντιδίκων
Οι προσφεύγοντες, επικαλούμενοι το άρθρο 6 § 1 και το άρθρο 13 της Σύμβασης, κατήγγειλαν την καθυστερημένη εκτέλεση της εθνικής απόφασης που εκδόθηκε υπέρ τους και την έλλειψη αποτελεσματικής προσφυγής στο εσωτερικό δίκαιο.
Από την πλευρά της, η Κυβέρνηση υποστήριξε ότι οι προσφεύγοντες δεν είχαν εξαντλήσει τα διαθέσιμα εσωτερικά ένδικα μέσα, όπως την άσκηση αγωγής του αρ. 105 του ΕισΝΑΚ προς την διεκδίκηση αποζημίωσης για την αποκατάσταση οποιασδήποτε ζημίας λόγω της υποτιθέμενης μη συμμόρφωσης με την εσωτερική απόφαση.
Σχετικά με την πρώτη προσφυγή αριθ. 47808/15, η Κυβέρνηση υποστήριξε ότι, μολονότι είχαν καταστεί συνιδιοκτήτες του οικοπέδου μετά την έκδοση της εν λόγω εθνικής απόφασης, δεν είχαν υποβάλει αίτηση στο Συμβούλιο Συμμόρφωσης (τριμελής επιτροπή), ήτοι ένα αποτελεσματικό ένδικο μέσο κατά την έννοια του άρθρου 35 της Σύμβασης. Επίσης η Κυβέρνηση πρόσθεσε ότι οι προσφεύγοντες δεν είχαν συμμετάσχει στις εγχώριες δικαστικές και διοικητικές διαδικασίες και ως εκ τούτου δεν είχαν την ιδιότητα του θύματος της φερόμενης παραβίασης του άρθρου 6 § 1 της Σύμβασης.
Παράλληλα, η Κυβέρνηση υποστήριξε ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση οφειλόταν στην ανάγκη διεκπεραίωσης ορισμένων νομικών διαδικασιών, στις οποίες έπρεπε να συμβάλoυν οι προσφεύγοντες ως ιδιοκτήτες, παρέχοντας τα απαραίτητα έγγραφα. Οι προσφεύγοντες αντέκρουσαν αυτήν την αιτιολόγηση, ισχυριζόμενοι ότι δεν είχαν λάβει αποζημίωση έως το 2021, γεγονός που καθιστά την καθυστέρηση υπερβολική και αδικαιολόγητη.
Τελική κρίση ΕΔΔΑ
Το δικαστήριο, εκκινώντας με την ένσταση της κυβέρνησης σχετικά με την αγωγή αποζημίωσης του αρ. 105 ΕισΝΑΚ, παραπέμπει στην απόφασή Zoidaki-Georgantopoulou κατά Ελλάδος, αντικείμενο της οποίας είχε αποτελέσει παρόμοια ένσταση μη εξάντλησης του δικαιώματος και είχε απορριφθεί από το δικαστήριο. Αναφορικά με τη μη εξάντληση των ένδικων μέσων ενώπιον των Συμβουλίων, το δικαστήριο επεσήμανε ότι η νομολογία του ΕΔΔΑ με τις αποφάσεις Kanellopoulos κατά Ελλάδας και Bousiou κατά Ελλάδας, έχει ήδη απαντήσει αρνητικά στους ισχυρισμούς της κυβέρνησης. Όσον αφορά την υποτιθέμενη έλλειψη της ιδιότητας του θύματος στο πρόσωπο των προσφευγόντων, το Δικαστήριο έκρινε ότι οι προσφεύγοντες επλήγησαν από την υποτιθέμενη παραβίαση και ότι δεν τους παρασχέθηκε επαρκές χρηματικό ποσό ως επανόρθωση μέχρι την επιδίκαση αποζημίωσης.
Το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι η εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της δίκαιης δίκης (άρθρο 6 § 1 της ΕΣΔΑ), παραπέμποντας στην απόφαση Hornsby κατά Ελλάδας που αφορά τη μη εκτέλεση ή την καθυστερημένη εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων, ως ζήτημα παραβίασης του δικαιώματος πρόσβασης στη δικαιοσύνη. Τέλος έκρινε ως ανεπαρκή την προσπάθεια των αρχών για την πλήρη και έγκαιρη εκτέλεση της απόφασης, ενώ σημείωσε ότι η απουσία ενός αποτελεσματικού ένδικου μέσου απέτρεψε τους προσφεύγοντες να διαμαρτυρηθούν για την καθυστέρηση
Το Δικαστήριο κατέληξε ότι οι προσφυγές των αιτούντων ήταν παραδεκτές και ότι η καθυστερημένη εκτέλεση, σε συνδυασμό με την έλλειψη ένδικου μέσου, παραβιάζει τα άρθρα 6 § 1 και 13 της ΕΣΔΑ, υποχρεώνοντας το ελληνικό κράτος προς καταβολή αποζημίωσης στους αιτούντες.