Παρατηρώ τη συχνή πραγματοποίηση ημερίδων και συνεδρίων, ή την αφιέρωση ειδικών θεματικών σε συνέδρια, με αντικείμενο τους κινδύνους που ενέχει η Τεχνητή Νοημοσύνη για την απονομή της Δικαιοσύνης. Αντίθετα, παρατηρώ ελάχιστη αντίστοιχη δραστηριοποίηση αναφορικά με το ζήτημα της τραγικής ψηφιακής υστέρησης του δικαστικού συστήματος της χώρας μας, σε σχέση με Ευρωπαϊκές ή και Ασιατικές χώρες και της ανάγκης να προχωρήσουμε με πολύ γρηγορότερα βήματα στον ψηφιακό εκσυγχρονισμό μας.
Δικαιολογείται, άραγε, αφενός μεν η ανησυχία μας απέναντι στην επέλαση των μηχανών, που φέρονται ότι θα καταστήσουν μη ανθρώπινη τη Δικαιοσύνη, αφετέρου δε ο εφησυχασμός μας απέναντι στο ψηφιακό χάσμα που μας χωρίζει από τις προηγμένες δικαστικά χώρες;
Να ξεκινήσω με τη διευκρίνιση ότι κατά την άποψή μου δεν υπάρχει καμία «Τεχνητή Νοημοσύνη», διότι η νοημοσύνη είναι αποκλειστικά ανθρώπινη ιδιότητα. Όπως ένα ηλεκτρικό τρυπάνι δεν είναι πιο «δυνατό» από έναν άνθρωπο, όπως ένα κομπιουτεράκι δεν είναι «καλύτερο στα μαθηματικά» από έναν άνθρωπο, έτσι κι ένας υπολογιστής δεν είναι πιο «έξυπνος» από έναν άνθρωπο. Πρόκειται για εργαλεία, μηχανικά ή ψηφιακά, που ο άνθρωπος κατασκευάζει και χρησιμοποιεί κατά το δοκούν, και σύμφωνα με τις ανάγκες του. Στην περίπτωση δε της «Τεχνητής Νοημοσύνης», όπως έγραψε και ο Νόαμ Τσόμσκι, δεν πρόκειται παρά για μια στατιστική μηχανή, που καταπίνει εκατοντάδες terabytes και εκθέτει την πιο πιθανή απάντηση. Στη συνέχεια, λοιπόν, του άρθρου θα συνεχίσω να χρησιμοποιώ τα εισαγωγικά στον ευφάνταστο και υπερβολικό αυτόν όρο.
Ενέχει κινδύνους η «Τεχνητή Νοημοσύνη»; Φυσικά. Όπως κάθε τεχνολογία. Όπως κάθε εργαλείο. Ίσως, μάλιστα, να υπάρχουν σημαντικοί κίνδυνοι σε εκείνα τα δικαστικά συστήματα που είναι τόσο προηγμένα τεχνολογικά, ώστε είναι έτοιμα να προβούν σε χρήση εργαλείων «Τεχνητής Νοημοσύνης», όχι απλά για την έρευνα νομολογίας και νομοθεσίας, την ανωνυμοποίηση αποφάσεων, την παραγωγή περιλήψεων, τον έλεγχο της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας και άλλες εργασίες προς επικουρία δικαστών και γραμματέων, αλλά απευθείας για τη «συγγραφή» δικαστικών αποφάσεων, που θα δημοσιεύονταν χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση. Κάτι τέτοιο θα ήταν τραγικό, εφόσον η ανικανότητα σκέψης της λεγόμενης «Τεχνητής Νοημοσύνης» θα οδηγούσε σε τόσο κακή ποιότητα του παραγόμενου έργου, ώστε ποτέ δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή.
Θεωρώ, λοιπόν, ότι η ανησυχία μας για τη λεγόμενη «Τεχνητή Νοημοσύνη» είναι πρωθύστερη. Εάν η χώρα μας δεν είχε ηλεκτροδότηση, δεν θα ανησυχούσαμε για τους κινδύνους του ηλεκτρικού ρεύματος
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα… Διατρέχουμε εμείς αυτόν τον κίνδυνο; Θα τον διατρέχουμε σύντομα; Η λογική υποδεικνύει ότι για να λειτουργήσει μια «Τεχνητή Νοημοσύνη» και να παραγάγει, για παράδειγμα, μια δικαστική απόφαση, θα έπρεπε να έχει σε ψηφιακή μορφή όλα τα δεδομένα της υπόθεσης. Προϋποθέτει δηλαδή ένα δικαστικό σύστημα, που είναι ήδη απολύτως ψηφιοποιημένο, και στο οποίο το σύνολο των δικογράφων, των διοικητικών εγγράφων, των αποδεικτικών στοιχείων, των διαδικαστικών εγγράφων δημιουργούνται και καταχωρίζονται ψηφιακά. Είμαστε εμείς κοντά σε αυτό το σημείο; Βρίσκεται προ των θυρών η απολύτως ψηφιοποιημένη απονομή της Δικαιοσύνης;
Ως υπηρετών τη Διοικητική Δικαιοσύνη πάνω από είκοσι χρόνια, σας ενημερώνω ότι σχεδόν καθόλου δεν άλλαξε ο τρόπος εργασίας ενός δικαστή κατά το εν λόγω τεράστιο χρονικό διάστημα. Το 2004 η δικογραφία (συχνά, εκατοντάδων σελίδων) μας παραδινόταν σε έγχαρτη μορφή, το ίδιο συμβαίνει και σήμερα. Το 2004, οι επιδόσεις γίνονταν πόρτα – πόρτα από τον επιμελητή, που έτρεχε πέρα δώθε με μια τσάντα, το ίδιο συμβαίνει και σήμερα. Το 2004, αν χρειαζόσουν ένα αντίγραφο απόφασης, ο γραμματέας χωνόταν στο αρχείο για να τη βρει σε κάποιον σκονισμένο τόμο και να τη φωτοτυπήσει, το ίδιο συμβαίνει και τώρα. Το 2004, υπογράφαμε χειρόγραφα τα πάντα, το ίδιο κάνουμε και σήμερα. Το 2004, ένας δικηγόρος έπρεπε να ξοδέψει μισή, ή ολόκληρη εργάσιμη μέρα απλά για να μεταβεί στο δικαστήριο και να κοιτάξει τα έγγραφα της δικογραφίας, το ίδιο συμβαίνει και σήμερα. Το 2004, ένας διάδικος έπρεπε να πάρει άδεια από τη δουλειά του, για να πάει στο δικαστήριο και να παραλάβει ένα πιστοποιητικό, το ίδιο συμβαίνει και σήμερα. Το 2004, οι δικαστές εγγράφονταν σε ιδιωτικές βάσεις δεδομένων, για να βρίσκουν τη νομοθεσία, το ίδιο συμβαίνει και σήμερα. Το 2004, αναζητούσαμε νομολογία σε συλλογές αποφάσεων που είχαμε σε CD, σήμερα τις ψάχνουμε στη βάση δεδομένων του δικαστηρίου. Ε, σε αυτό είχαμε μια μικρή εξέλιξη!
Με βάση την παραπάνω σημερινή εικόνα των Διοικητικών Δικαστηρίων, πιστεύει κανείς ότι απειλούμαστε από την επέλευση των μηχανών; Ή, τελικά, μήπως οι διάδικοι ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων απειλούνται από ένα δικαστικό σύστημα βραδύκαυστο, αναχρονιστικό και ψηφιακά αναλφάβητο;
Ανησυχεί κανείς σοβαρά για το γεγονός ότι το δικαστικό σύστημα της χώρας μας κατατάσσεται συνεχώς στις τελευταίες θέσεις των Ευρωπαϊκών χωρών ή των χωρών του Συμβουλίου της Ευρώπης, όσον αφορά τις ψηφιακές δυνατότητες και, μάλιστα, με βάση τα στοιχεία που εμείς οι ίδιοι παρέχουμε; Ανησυχεί κανείς σοβαρά για τις δραματικές οικονομικές επιπτώσεις αυτής της τεχνολογικής μας υστέρησης, που έχουν διαπιστωθεί από τόσες μελέτες και συνδέουν τη λειτουργία του δικαστικού συστήματος με την ανάπτυξη και την ανεργία; Ανησυχεί κανείς σοβαρά για την αδιανόητη και αδικαιολόγητη ταλαιπωρία των Ελλήνων πολιτών, κάθε φορά που πρέπει να απευθυνθούν σε ένα δικαστήριο;
Δεν θα αναφερθώ στο παρόν άρθρο στα τεράστια εμπόδια και καθυστερήσεις, που χαρακτηρίζουν την ψηφιοποίηση της Ελληνικής Δικαιοσύνης, που συναρτώνται πρωτίστως με την ψηφιακή καθυστέρηση συνολικά του δημόσιου τομέα, τον κατακερματισμό των πληροφοριακών συστημάτων και την επιμένουσα τεχνοφοβία μας
Θεωρώ, λοιπόν, ότι η ανησυχία μας για τη λεγόμενη «Τεχνητή Νοημοσύνη» είναι πρωθύστερη. Εάν η χώρα μας δεν είχε ηλεκτροδότηση, δεν θα ανησυχούσαμε για τους κινδύνους του ηλεκτρικού ρεύματος. Εάν η χώρα μας δεν είχε αυτοκίνητα και κινούμασταν με κάρα, δεν θα ανησυχούσαμε για τους κινδύνους της αυτοκίνησης. Για να έρθω σε κάτι επίκαιρο: Το σιδηροδρομικό μας δίκτυο αδικαιολογήτως δεν έχει τηλεδιοίκηση. Δεν ανησυχούμε, λοιπόν, για τους κινδύνους που θα προέκυπταν από την τηλεδιοίκηση. Αντιθέτως, εξανιστάμεθα για το γεγονός της μη εγκατάστασής της.
Εν ολίγοις, σε συνθήκες τεχνολογικής καθυστέρησης και υπανάπτυξης, δεν μπορείς να ανησυχείς για τους κινδύνους της πολύ προχωρημένης τεχνολογίας…
Αυτό που προέχει είναι η κάλυψη με γιγάντια βήματα του ψηφιακού χάσματος, που μας χωρίζει από τις άλλες χώρες. «Μα εκτελούνται κάποιες συμβάσεις», ακούω την ένσταση. «Σιγά σιγά προχωράμε».
Δεν θα αναφερθώ στο παρόν άρθρο στα τεράστια εμπόδια και καθυστερήσεις, που χαρακτηρίζουν την ψηφιοποίηση της Ελληνικής Δικαιοσύνης, που συναρτώνται πρωτίστως με την ψηφιακή καθυστέρηση συνολικά του δημόσιου τομέα, τον κατακερματισμό των πληροφοριακών συστημάτων και την επιμένουσα τεχνοφοβία μας.
Δυστυχώς, εκτός από την τεχνολογική μας υστέρηση, υπάρχει και μια ριζική παρανόηση: Η τεχνολογία δεν είναι ακίνητη σε κάποιο σταθερό σημείο και περιμένει εμάς να τη φτάσουμε. Η τεχνολογία και τα δικαστικά συστήματα που την εκμεταλλεύονται προς όφελος των πολιτών δεν σταματούν να εξελίσσονται.
Δυστυχώς, δεν θα είναι επιτυχία το να φτάσουμε εμείς σε μερικά χρόνια, εκεί που βρίσκονταν οι άλλοι πριν πολλά χρόνια. Η ανάγκη προτεραιοποίησης του ψηφιακού μετασχηματισμού της Δικαιοσύνης ποτέ δεν υιοθετήθηκε από την πολιτική ηγεσία. Γι’ αυτό και ο βηματισμός παραμένει αργός και βαρύς.
- Ο Δήμος Χρυσός είναι Εφέτης Διοικητικών Δικαστηρίων.