fbpx

Μέτρο «εξαιρετικής σκληρότητας» η κατάσχεση κύριας κατοικίας χωρίς να έχουν προηγηθεί διαπραγματεύσεις (ΕιρΙλίου 15/2024)

Πέραν τούτου, εν προκειμένω, η αξία της κύριας κατοικίας του ανακόπτοντος ήταν υπερτριπλάσια σε σχέση με την οφειλή του, συνεπώς εκτοπίστηκε και η αρχή της αναλογικότητας

Χρόνος ανάγνωσης 4 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 4 λεπτά

Δείτε επίσης

Δεκτή έγινε από το Ειρηνοδικείο Ιλίου η ανακοπή οφειλέτη σε βάρος της αναγκαστικής κατάσχεσης που του επιβλήθηκε, ακυρώνοντας έτσι τα σχέδια fund να «βγάλει σε πλειστηριασμό» την κύρια κατοικία του (ΕιρΙλίου 15/2024).

Όπως αποδείχτηκε, η διαχειρίστρια εταιρεία αφενός δεν εξέτασε το ενδεχόμενο ρύθμισης της οφειλής με εξωδικαστικές ενέργειες, οι οποίες μπορεί και να ευδοκιμούσαν, και αφετέρου η επίμαχη κατάσχεση υπήρξε κίνηση «εξαιρετικής σκληρότητας» καθότι η αξία της κύριας κατοικίας του ανακόπτοντος ήταν υπερτριπλάσια σε σχέση με την οφειλή του.

Μια κομβική σκέψη που «άνοιξε τον δρόμο» για την ακύρωση της κατάσχεσης

Οι τράπεζες, ως χρηματοδοτικοί οργανισμοί, έχουν αυξημένη ευθύνη κατά την άσκηση του χρηματοδοτικού τους έργου και οφείλουν να μεριμνούν για τα συμφέροντα αυτών που χρηματοδοτούν, αφού από τη φύση της η πιστωτική σχέση, ως διαρκής έννομη σχέση ιδιαίτερης εμπιστοσύνης μεταξύ των συμβαλλομένων, επιβάλλει την υποχρέωση πίστης και προστασίας από την πλευρά των τραπεζών των συμφερόντων των πελατών τους, ώστε να αποφεύγονται υπέρμετρα επαχθείς γι’ αυτούς συνέπειες. Συνεπώς και για τον λόγο αυτό η άσκηση των δικαιωμάτων τους θα πρέπει να κυριαρχείται από τις αρχές της καλόπιστης και σύμφωνης με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη εκπλήρωσης των οφειλόμενων παροχών και να αποφεύγεται αντίστοιχα κάθε κατάχρηση στη συμπεριφορά τους. Στο πλαίσιο της ως άνω ιδιαίτερης σχέσης που συνδέει τους οφειλέτες με τα πιστωτικά ιδρύματα, η οποία χαρακτηρίζεται ως σχέση εμπιστοσύνης, έχει γίνει νομολογιακά δεκτό ότι επιβάλλεται η αρχή της καλόπιστης επιδίωξης των αξιώσεών τους και η προστασία των εννόμων συμφερόντων του οφειλέτη. Επομένως, αντί ο πιστωτής να προσφύγει στην δικαστική επιδίωξη των δικαιωμάτων του μέσω της επιβολής αναγκαστικής κατάσχεσης του σημαντικότερου περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη του, προκαλώντας του υπέρμετρη βλάβη, μπορεί με βάση την καλή πίστη, η οποία υπάρχει στην σχέση του με τον οφειλέτη, ειδικά στην περίπτωση που ο δανειστής αποτελεί τραπεζικό ίδρυμα, να προτείνει μια βιώσιμη ρύθμιση, ιδίως σε περιπτώσεις που και ο οφειλέτης επιθυμεί την επίτευξή της. Η ρύθμιση αυτή θα πρέπει να διασφαλίζει την αξιοπρέπεια του υπερχρεωμένου οφειλέτη, ο οποίος βρίσκεται σε πραγματική αδυναμία εκπλήρωσης των υποχρεώσεών του, λαμβάνοντας υπόψη τις εύλογες δαπάνες διαβίωσής του και τα εισοδήματά του, αλλά και παράλληλα την μη χειροτέρευση της έννομης θέσης του πιστωτή.

Το σκεπτικό του Ειρηνοδικείου Ιλίου

Εν προκειμένω, το δικαστήριο έκρινε ότι η σπουδή της καθ’ ης η ανακοπή να προχωρήσει σε κατάσχεση του ακινήτου του ανακόπτοντος, χωρίς να εξετάσει το ενδεχόμενο ρύθμισης της οφειλής, είναι καταχρηστική. Μάλιστα, όπως τονίστηκε, η καταχρηστικότητητα ερείδεται στο γεγονός ότι, αν και η καθ’ ης η ανακοπή γνώριζε πως ο ανακόπτων οφειλέτης επιθυμούσε να συνεργαστεί και να ρυθμίσει εξωδικαστικά τις οφειλές του, εντούτοις η ίδια επέλεξε να κινήσει διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης, οι οποίες οδήγησαν μέχρι την κατάσχεση της κύριας κατοικίας του οφειλέτη.

Περαιτέρω, όπως κρίθηκε από το Ειρηνοδικείο Ιλίου, η ταχύτητα που η διαχειρίστρια επέδειξε ως προς την εκτελεστική διαδικασία, ιδίως αν συνεκτιμηθεί το γεγονός ότι η απαίτηση ήταν εξασφαλισμένη με προσημείωση υποθήκης, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί επί τη βάσει των αρχών της καλής πίστης. Προς την ίδια, άλλωστε, κατεύθυνση η επίσπευση πράξεων της κύριας διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, με την κατάσχεση του ακινήτου του ανακόπτοντος, χωρίς να δοθεί ο απαραίτητος χρόνος διαπραγματεύσεων ώστε να επιτευχθεί η εξεύρεση κατάλληλης λύσης ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης της οφειλής, συνιστά ενέργεια με καταχρηστικά χαρακτηριστικά. Μάλιστα, η πρόωρη επιβολή της προσβαλλόμενης κατάσχεσης και η αξίωση από την καθ’ ης εταιρεία διαχείρισης για την είσπραξη του συνόλου της απαίτησης, χωρίς πρώτα να έχει προβεί σε κάποια προσπάθεια διακανονισμού αυτής αντιβαίνει στην αρχή της καλής πίστης. Σημειώνεται, επίσης, με έμφαση ότι, εν προκειμένω, οι συνέπειες του αναγκαστικού πλειστηριασμού χωρίς να έχει προηγηθεί το ηπιότερο μέσο της προσπάθειας του διακανονισμού της οφειλής με τον ανακόπτοντα με βιώσιμο τρόπο, θα είναι δυσβάσταχτες σε βάρος τόσο του ανακόπτοντος όσο και της οικογένειάς του, ιδίως δε της κόρης του, η οποία διαμένει στο κατασχεθέν ακίνητο και βρίσκεται στο στάδιο ανάρρωσης από σοβαρό πρόβλημα υγείας.

Η πρόωρη επιβολή κατάσχεσης και η αξίωση είσπραξης του συνόλου της απαίτησης, χωρίς να έχει προηγηθεί προσπάθεια διακανονισμού αυτής αντιβαίνει στην αρχή της καλής πίστης

Τέλος, το δικαστήριο έκρινε ότι η συγκεκριμένη κατάσχεση εμφανίζεται ως μέτρο εξαιρετικής σκληρότητας, αφού υπάρχει δυσαναλογία μεταξύ του μέσου αναγκαστικής εκτέλεσης και του σκοπού, κατά παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας. Για την ακρίβεια, η καθ’ ης η ανακοπή επέλεξε να κατασχέσει για το ποσό των 13.994,80 ευρώ την κύρια κατοικία του οφειλέτη, συνολικής εμπορικής αξίας πολύ μεγαλύτερης, η οποία ανέρχεται σε ποσό άνω των 80.000 ευρώ, προκαλώντας υπέρμετρη βλάβη σε αυτόν. Συμπερασματικά, σύμφωνα με το Ειρηνοδικείο Ιλίου, η κατάσχεση στην κύρια κατοικία/οικογενειακή στέγη του ανακόπτοντος αξίας υπερτριπλάσιας της οφειλής του, φέρει τα χαρακτηριστικά στοιχεία της κατάχρησης δικαιώματος, κατ’ άρθρο 281 ΑΚ, ως υπερβαίνουσα προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη και τα χρηστά ήθη, αλλά και από τον κοινωνικό και οικονομικό σκοπό του δικαιώματος και, επομένως, είναι άκυρη.


Δείτε την απόφαση στη Qualex: ΕιρΙλίου 15/2024

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -