Σοβαρές επιφυλάξεις διατυπώνει η Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών ως προς τις «ιδιαίτερα σημαντικές αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας». Με μια κίνηση που δε συνηθίζεται, αν όχι πρωτόγνωρη, η Νομική Σχολή εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία τονίζει ότι «ένα νομοσχέδιο αυτής της εμβέλειας και βαρύτητας θα έπρεπε να έχει αποτελέσει προϊόν εκτεταμένης επεξεργασίας από ειδική νομοπαρασκευαστική επιτροπή». Εκφράζει, δε, τον έντονο προβληματισμό της για «το γεγονός ότι ορισμένες προβλέψεις του νομοσχεδίου δημιουργούν σημεία τριβής με το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», προαναγγέλλοντας τη διοργάνωση επιστημονικής εκδήλωσης στην οποία θα υπάρξει ευρύτατη ανταλλαγή απόψεων για τις διατάξεις του.
Αναλυτικά, η ανακοίνωση της Νομικής Σχολής Αθηνών.
«H Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών πληροφορήθηκε το υπό διαβούλευση Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης με τίτλο «Παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την επιτάχυνση και την ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δίκης – Εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου για την πρόληψη και την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας», με το οποίο επέρχονται πολλές και ιδιαίτερα σημαντικές αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Η Νομική Σχολή Αθηνών οφείλει να επισημάνει ότι ένα νομοσχέδιο αυτής της εμβέλειας και βαρύτητας θα έπρεπε να έχει αποτελέσει προϊόν εκτεταμένης επεξεργασίας από ειδική νομοπαρασκευαστική επιτροπή με συμμετοχή μελών των Νομικών Σχολών της χώρας, αλλά και των λοιπών φορέων οι οποίοι μετέχουν στην απονομή της ποινικής δικαιοσύνης.
Περαιτέρω, η Νομική Σχολή Αθηνών εκφράζει τον έντονο προβληματισμό της για το γεγονός ότι ορισμένες προβλέψεις του νομοσχεδίου δημιουργούν σημεία τριβής με το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και δεν συμβάλλουν απαραίτητα στην αναβάθμιση της ποιότητας της απονομής της ποινικής δικαιοσύνης.
Η Νομική Σχολή Αθηνών θεωρεί ότι το νομοσχέδιο θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο ενδελεχούς επιστημονικού διαλόγου προτού εισαχθεί προς ψήφιση. Για τον σκοπό αυτό προτίθεται να διοργανώσει στο αμέσως προσεχές χρονικό διάστημα επιστημονική εκδήλωση στην οποία θα υπάρξει ευρύτατη ανταλλαγή απόψεων για τις διατάξεις του».