Σε «μητέρα των μαχών» εξελίσσεται η σύγκρουση που άνοιξε ανάμεσα στους επιστημονικούς και επαγγελματικούς φορείς και την κυβέρνηση, λίγες ημέρες μετά τις επίσημες ανακοινώσεις του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών ότι προτίθεται να νομοθετήσει αλλαγές ως προς τον τρόπο φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών, με στόχο την καταστολή του εκτεταμένου φαινομένου της φοροδιαφυγής.
Το «κίνημα της γραβάτας» σε επανάληψη. Πρωταγωνιστούν κυβέρνηση και ελεύθεροι επαγγελματίες
Το νομοσχέδιο που εντός των επόμενων ημερών αναμένεται να τεθεί σε δημόσια διαβούλευση έχει κυριαρχήσει στη δημόσια σφαίρα λόγω της εισαγωγής του φορολογητέου τεκμαρτού εισοδήματος. Είναι κοινός τόπος πλέον ότι οι συστηματικές πολιτικές πρωτοβουλίες για αλλαγές στο φορολογικό σύστημα έχουν διαχρονικά αποδείξει ότι δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές υπό συνθήκες κοινωνικής νηφαλιότητας και συγκατάβασης, ιδίως τη σημερινή εποχή όπου οι αλλεπάλληλες κρίσεις καταφέρουν ισχυρότατα οικονομικά πλήγματα σε νοικοκυριά, ελεύθερους επαγγελματίες και εν γένει επιχειρήσεις. Η συζήτηση αυτή, ωστόσο, είναι κρίσιμο να πραγματοποιηθεί με όρους ελάχιστης συναίνεσης διότι δε χωρεί αμφιβολία ότι τα ζητήματα φορολογικής δικαιοσύνης επέχουν βαρύνουσα σημασία τόσο για το κράτος, το οποίο καλείται να εισπράξει φόρους που εν συνεχεία θα διοχετεύσει προς όφελος της κοινωνίας, όσο φυσικά και για τα πρόσωπα που υφίστανται τη φορολογία και καλούνται να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις ανάλογα με το πραγματικό εισόδημα και τη φοροδοτική τους ικανότητα. Πού όμως τέμνεται το αίτημα της ισορροπημένης φορολογίας των ελεύθερων επαγγελματιών;
Αρχικά, τα επίσημα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της ΑΑΔΕ και του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους σφυρηλατούν κατά κάποιο τρόπο την αποφασιστικότητα του κυβερνώντος κόμματος να προχωρήσει σε σημαντικές αλλαγές ως προς τη φορολογική του πολιτική για να αμβλύνει πάγια φαινόμενα αδικίας στην κατανομή των βαρών τα οποία έχουν βαρύτατες συνέπειες για την κοινωνική δικαιοσύνη.
Τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν προ ολίγων ημερών σύμφωνα με τα οποία τα έσοδα από τη φορολογία των ελεύθερων επαγγελματιών το 2021 αντιστοιχούσαν στο 0,8% του ΑΕΠ έναντι 2,1% που είναι ο μέσος όρος στην ΕΕ, καθώς και ότι το 71% των ελεύθερων επαγγελματιών δηλώνει εισόδημα χαμηλότερο από τον κατώτατο μισθό, αποκαλύπτουν αναμφίβολα την έκταση του φαινομένου, θέτοντας την ίδια στιγμή και τις βάσεις της συζήτησης για ένα δομικό πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας που ασφαλώς ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι δεν μπορούν να αγνοήσουν. Σύμφωνα με πληροφορίες, 900 εκ. ευρώ αναμένεται να αποφέρει στα δημόσια ταμεία η φορολογική μεταρρύθμιση – ο ανταποδοτικός χαρακτήρας της οποίας σε θέματα υγείας και παιδείας έχει τονιστεί ήδη από την πρώτη στιγμή.
Από την άλλη πλευρά, η εισαγωγή φορολογητέου τεκμαρτού εισοδήματος ως μέτρο με οριζόντια χαρακτηριστικά είναι επιρρεπές στην αντιμετώπιση όμοιων καταστάσεων με ανόμοιο τρόπο, επισύροντας αδικίες, ενστάσεις και περιπλοκές που ως ενός βαθμού διατυπώνονται βασίμως από τους εκπροσώπους των ελεύθερων επαγγελματιών. Εξ άλλου, αρκετοί είναι οι ελεύθεροι επαγγελματίες οι οποίοι ενίοτε ή και συστηματικά είναι δέκτες χαμηλών απολαβών, κάποιες φορές χαμηλότερων και από το θεσμοθετημένο κατώτατο μισθό. Όπως αναφέρει και η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, «[…] ένα σημαντικό τμήμα των ελευθέρων επαγγελματιών αδυνατεί να ανταποκριθεί σε βασικές υποχρεώσεις και έχει σημαντικές οφειλές προς το Δημόσιο, τις Τράπεζες, τα Ασφαλιστικά Ταμεία […], ενώ […] 12.977 δικηγόροι συστεγάζουν την επαγγελματική τους δραστηριότητα με την κατοικία τους, λόγω της αδυναμίας τους να καλύψουν τα επαγγελματικά τους έξοδα […]».
Οι διενέξεις για τα μαχητά τεκμήρια
Τα μαχητά τεκμήρια, σύμφωνα με το Υπουργείο, διαρρηγνύουν τον οριζόντιο χαρακτήρα του συγκεκριμένου μέτρου, διασφαλίζοντας επιεική φορολογική μεταχείριση σε ελεύθερους επαγγελματίες που βασίμως την αξιώνουν.
Πιο συγκεκριμένα, η ελάχιστη αμοιβή αποτελεί μαχητό τεκμήριο το οποίο μπορεί να τεθεί υπό διοικητική ή δικαστική αμφισβήτηση επί τη βάσει πραγματικών περιστατικών ή στοιχείων, όπως είναι η περίπτωση της στρατιωτικής θητείας, της νοσηλείας σε νοσοκομείο ή ακόμη και της κράτησης σε φυλακή.
Το ποσό της ελάχιστης αμοιβής προσαυξάνεται κατά 10% για κάθε 3 χρόνια εργασίας μετά τη πρώτη τριετία και έως 30% για τρεις τριετίες. Κάτι τέτοιο πρακτικά σημαίνει ότι το ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα των 10.920 ευρώ, που προσαυξάνεται σύμφωνα με τα έτη της δραστηριότητας, θα φθάσει στο ποσό των 14.196 ευρώ ύστερα από 12 χρόνια επαγγελματικής δραστηριότητας του ελεύθερου επαγγελματία.
Βέβαια, η δυσπιστία των ελεύθερων επαγγελματιών για το μαχητό χαρακτήρα των κριτηρίων δεν μπορεί να κρυφτεί καθότι, κατά δήλωσή τους, πίσω από τη συγκεκριμένη νομοθετική ενέργεια διαβλέπουν ένα προσχηματικό και αναποτελεσματικό στον πυρήνα του μέτρο, που περισσότερα προβλήματα θα φέρει από αυτά που φιλοδοξεί -στο όνομα της φορολογικής ισότητας- να επιλύσει, όπως έχει αποδειχθεί κατά το παρελθόν από αντίστοιχες φορολογικές πολιτικές. Υποστηρίζουν, μάλιστα, ότι «το νέο τεκμαρτό εισόδημα έρχεται να προστεθεί σε άλλα δύο ήδη υφιστάμενα τεκμήρια: τα τεκμήρια διαβίωσης και το τέλος επιτηδεύματος […] κατά παράβαση της βασικής συνταγματικής επιταγής».
Παρόλα αυτά, ανοιχτό άφησε το ενδεχόμενο για διορθωτικές κινήσεις το οικονομικό επιτελείο ως προς τον τρόπο φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών και αυτοαπασχολουμένων, οι οποίες θα αποκρυσταλλωθούν έτι περαιτέρω μετά τη δημόσια διαβούλευση του νομοσχεδίου. Οι εκ των υστέρων παρεμβάσεις θα κατατείνουν στην αντιμετώπιση των αρρυθμιών που τα υφιστάμενα μέτρα δημιουργούν, χωρίς ωστόσο να αλλοιώνεται στο ελάχιστο η βασική στόχευση των εξαγγελιών, που είναι η πάταξη της φοροδιαφυγής και η αύξηση του δηλούμενου εισοδήματος.
Το κρίσιμο ερώτημα που διατυπώθηκε στην αρχή, αν δηλαδή το νομοσχέδιο θα επιτύχει τις στοχεύσεις του χωρίς να πλήξει το δυναμικό σώμα των ελεύθερων επαγγελματιών μένει σε τελική ανάλυση να επιβεβαιωθεί ή να διαψευστεί το επόμενο διάστημα.