Αίτηση αναίρεσης κατά της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία κρίθηκαν αθώα τα δύο αδέλφια, 41 και 49 ετών, για την εν ψυχρώ δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ κατέθεσαν σήμερα στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου οι συνήγοροι της οικογένειας του δημοσιογράφου.
Συγκεκριμένα, οι συνήγοροι της μητέρας και της αδελφής του Γιώργου Καραϊβάζ, Ρόη Παυλέα και Σπύρος Χαριτάτος, επισκέφθηκαν την ανώτατη εισαγγελική λειτουργό της χώρας, Γεωργία Αδειλίνη και όπως τόνισαν, σε δηλώσεις τους, εξερχόμενοι του δικαστικού μεγάρου, ενημερώθηκαν πως ήδη η Eισαγγελέας του Αρείου Πάγου έχει παρέμβει αυτεπάγγελτα και έχει αναθέσει σε Aντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου να μελετήσει το ενδεχόμενο άσκησης αναίρεσης στην πρωτόδικη αθωωτική απόφαση.
Υπενθυμίζεται ότι το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο κήρυξε αθώους λόγω αμφιβολιών και τους δυο κατηγορούμενους για τη δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ. Ειδικότερα, ο 49χρονος κρίθηκε αθώος λόγω αμφιβολιών, κατά πλειοψηφία (5-2). Μειοψήφησαν ο Πρόεδρος και μια Δικαστής, οι οποίοι είχαν την άποψη ότι πρέπει κατ’ επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας να κηρυχθεί ένοχος για άμεση συνέργεια σε ανθρωποκτονία και οπλοφορία, και αθώος για οπλοχρησία. Παράλληλα, κατά πλειοψηφία (6-1) κηρύχθηκε αθώος και ο 41χρονος με μειοψηφία μιας τακτικής δικαστικής λειτουργού.
Στην αίτηση αναίρεσης τονίζεται ότι η απόφαση του ΜΟΔ «πάσχει από απόλυτη ακυρότητα και παραβίαση της δημοσιότητας της δίκης, διότι, όπως διαπίστωσε και η Εισαγγελέας της έδρας, κι έχει καταγραφεί στα πρακτικά, το αναγνωστέο σχετικό 33 που βρισκόταν σε cd έχει καταστραφεί. Πλην όμως το Δικαστήριο θεώρησε, εσφαλμένα, ότι αν και κατεστραμμένο, μπορεί να θεωρηθεί ως αναγνωσμένο. Ως εκ τούτου, παραβιάστηκε η δημοσιότητα της διαδικασίας κατ´ αρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ά και Γ´ του Κ. Ποιν.Δ και αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια της κατά το άρθρο 171 παρ.1 περ. δ. του Κ.Ποιν.Δ. απόλυτης ακυρότητας κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο και της παραβιάσεως της δημοσιότητας της διαδικασίας».
Επίσης, αναφέρεται ότι η πρωτόδικη απόφαση πάσχει από «έλλειψη ειδικής αιτιολογίας που επιβάλλει το Σύνταγμα», προσθέτοντας πως «η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ. ειδική κι εμπεριστατωμένη αιτιολογία της απόφασης, εντείνεται όχι μόνο στην κρίση για την ενοχή ή την αθωότητα αλλά περιλαμβάνει και την αναφορά των αποδεικτικών μέσων, από τα οποία το Δικαστήριο οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση».
Σε άλλο σημείο, επισημαίνεται πως «εν τέλει παραλείφθηκαν άνευ αιτιολογίας βεβαιωτικά της ενοχής των κατηγορουμένων, ήτοι οι εκθέσεις ανάλυσης των καμερών και η παράλληλα κίνηση του οχήματος, συνάμα με την κίνηση της μοτοσικλέτας που μετήλθαν οι δράστες επί δύο συνεχόμενες ημέρες, την 8.4.24 και 9.4.24 και τις ίδιες ώρες».