Το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών υποχρέωσε το Δημόσιο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 4.357,35 ευρώ για αδικαιολόγητη καθυστέρηση διεκπεραίωσης της συνταξιοδοτικής της υπόθεσης (ΔΕφΑθ 3378/2023).
Το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, ξεκίνησε τη συλλογιστική του πορεία αναφερόμενο στο νομικό πλαίσιο που διέπει την ευθύνη του Δημοσίου και των ΝΠΔΔ. Οι προϋποθέσεις των άρθρων 105 και 106 της ευθύνης προς αποζημίωση πρέπει να συντρέχουν σωρευτικώς όταν προβάλλεται η συγκεκριμένη αξίωση, της οποίας η ικανοποίηση ζητείται με την αγωγή. Εξ άλλου, όπως επισημαίνεται, υπάρχει ευθύνη του Δημοσίου ή ΝΠΔΔ, τηρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου, όχι μόνον όταν με πράξη ή παράλειψη οργάνου του παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου, αλλά και όταν παραλείπονται τα ιδιαίτερα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις που προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη υπηρεσία και προσδιορίζονται από την κείμενη εν γένει νομοθεσία, τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστης. Περαιτέρω, απαραίτητη προϋπόθεση για την επιδίκαση αποζημίωσης εις βάρος του Δημοσίου ή του ΝΠΔΔ είναι η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράνομης πράξης ή παράλειψης ή υλικής ενέργειας ή παράλειψης υλικής ενέργειας του οργάνου τους και της επελθούσας ζημίας. Αιτιώδης δε σύνδεσμος υπάρχει όταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, η πράξη ή η παράλειψη είναι επαρκώς ικανή (πρόσφορη) κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων να επιφέρει τη ζημία.
Εν συνεχεία, το δικαστήριο στάθηκε στις προθεσμίες για τη διεκπεραίωση των υποθέσεων από ασφαλιστικούς οργανισμούς κύριας και επικουρικής ασφάλισης αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η υπέρβαση των οποίων στοιχειοθετεί ευθύνη του Δημοσίου ή των ΝΠΔΔ, αντίστοιχα, προς αποζημίωση, εάν συντρέχουν και οι υπόλοιπες προϋποθέσεις, ήτοι η επέλευση ζημίας και ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της, παράνομης πράξης ή παράλειψης ή υλικής ενέργειας ή παράλειψης υλικής ενέργειας και της επελθούσας ζημίας. Μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά τονίζεται, επί παράνομης καθυστέρησης διεκπεραίωσης αιτήματος ασφαλισμένου προς τον ασφαλιστικό οργανισμό, στον οποίο υπάγεται, δύναται να στοιχειοθετηθεί αστική ευθύνη του οικείου ασφαλιστικού οργανισμού, εφόσον η καθυστέρηση αυτή συνδέεται αιτιωδώς με τη ζημία που υπέστη ο ασφαλισμένος.
Το δικαστήριο επιπλέον σημείωσε ότι στις περιπτώσεις διεκδίκησης απαιτήσεων κατά του ΙΚΑ, που απορρέουν από αδικοπραξία ή αδικαιολόγητο πλουτισμό, εφόσον ο νόμος δεν διακρίνει, έχουν εφαρμογή και στην περίπτωση αυτή οι ειδικές περί παραγραφής διατάξεις του άρθρου 40 παρ. 6 του ΑΝ 1846/1951, σύμφωνα με τις οποίες οι εν γένει απαιτήσεις κατά του ΙΚΑ υπόκεινται σε πενταετή παραγραφή. Η παραγραφή αρχίζει από την ημερομηνία που η αξίωση μπορεί να ασκηθεί δικαστικά και διακόπτεται με την επίδοση της αγωγής στον εναγόμενο.
Η υπόθεση που απασχόλησε το εφετείο αφορούσε την αγωγή αποζημίωσης κατά του ΙΚΑ για ζημία που υπέστη η εφεσίβλητη λόγω παράνομης καθυστέρησης στη διεκπεραίωση της συνταξιοδοτικής της υπόθεσης. Η ζημία αφορούσε τη στέρηση συνταξιοδοτικών παροχών για την περίοδο από 9.10.2010 έως 31.8.2012 – χρονικό διάστημα κατά το οποίο, σύμφωνα με το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, υπερέβαινε τον εύλογο χρόνο, εντός του οποίου ο ασφαλιστικός οργανισμός όφειλε να διεκπεραιώσει την υπόθεση της εφεσίβλητης, οδηγώντας στην απώλεια σημαντικού τμήματος της σύνταξης, ποσού 189,45 ευρώ μηνιαίως. Η ζημία αυτή, όπως έγινε δεκτό, τελούσε σε αιτιώδη συνάφεια με την παράνομη καθυστέρηση ως προς τον προσδιορισμό του χρόνου ασφάλισης της εφεσίβλητης στο ΙΚΑ και, ως εκ τούτου, εστοιχειοθετείτο ευθύνη του εκκαλούντος ασφαλιστικού οργανισμού προς αποζημίωση αυτής, ενώ κρίθηκε επίσης ότι η ένδικη αξίωση δεν είχε παραγραφεί.
Το ΙΚΑ προχώρησε στην άσκηση έφεσης, υποστηρίζοντας ότι η αξίωση είχε παραγραφεί, δεδομένου ότι η αγωγή κατατέθηκε μετά τη συμπλήρωση πενταετούς περιόδου από την γένεση της αξίωσης, κάτι που απέρριψε το εφετείο με το σκεπτικό ότι η παραγραφή της αξίωσης άρχισε με την έκδοση της τροποποιητικής πράξης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους στις 1.9.2015, και ως εκ τούτου δεν είχε συμπληρωθεί η πενταετής περίοδος όταν επιδόθηκε η αγωγή στις 1.2.2019.
Έτσι, λοιπόν, το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, επικυρώνοντας την πρωτοβάθμια απόφαση, έκρινε ότι η παράνομη καθυστέρηση των οργάνων του εκκαλούντος ασφαλιστικού φορέα κατά τη διαδικασία διεκπεραίωσης της συνταξιοδοτικής υπόθεσης της εφεσίβλητης τελούσε σε αιτιώδη συνάφεια με τη ζημία που υπέστη η τελευταία, συνιστάμενη στη στέρηση των συνταξιοδοτικών παροχών που εδικαιούτο κατά το χρονικό διάστημα από 9-10-2010 έως 31-8-2012 και τις οποίες όφειλε να της καταβάλει ο συμμετέχων ασφαλιστικός οργανισμός στο πλαίσιο της διαδοχικής ασφάλισης.
Δείτε τη σχετική Έκδοση: Αστική Ευθύνη του Δημοσίου – Το δικαίωμα αποζημίωσης