Σε πρόσφατη απόφαση ελληνικού δικαστηρίου εξετάστηκε η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα μεταξύ δύο πρώην συζύγων. Η συμμετοχή στα αποκτήματα προϋποθέτει τη λύση ή ακύρωση του γάμου ή τη συμπλήρωση τριετούς διάστασης, την αύξηση της περιουσίας ενός εκ των συζύγων κατά τη διάρκεια του γάμου και τη συμβολή του άλλου συζύγου στην αύξηση αυτή.
Η ενάγουσα υποστήριξε ότι κατά τη διάρκεια του γάμου συνέβαλε στην απόκτηση περιουσιακών στοιχείων από τον πρώην σύζυγό της, όπως ένα διαμέρισμα στο Ξυλόκαστρο και δύο οχήματα. Ζήτησε την απόδοση του 50% εξ αδιαιρέτου του διαμερίσματος και χρηματική αποζημίωση για την αξία των οχημάτων.
Ο εναγόμενος, από την πλευρά του, διεκδίκησε την απόδοση περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν στην πρώην σύζυγό του, ισχυριζόμενος ότι η περιουσία της αυξήθηκε αποκλειστικά χάρη στη δική του συμβολή. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε την αγωγή του, κρίνοντας ότι η αξίωση είχε παραγραφεί, στηριζόμενο στη διάταξη του άρθρου 1401 ΑΚ, που ορίζει ότι η αξίωση συμμετοχής παραγράφεται μετά από δύο χρόνια από τη λύση ή ακύρωση του γάμου. Ωστόσο, το δικαστήριο έσφαλε, καθώς η παραγραφή δεν είχε προταθεί από την εναγομένη, και σύμφωνα με το άρθρο 277 ΑΚ, η παραγραφή δεν λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως.
Το Εφετείο, έκρινε ότι η αξίωση για το ακίνητο ήταν βάσιμη, καθώς αποδείχθηκε ότι η απόκτησή του προήλθε από την αποκλειστική συμβολή της ενάγουσας. Αντίθετα, απορρίφθηκαν οι αξιώσεις του ενάγοντος για τα δύο οχήματα, καθώς δεν αποδείχθηκε η συμμετοχή του στην απόκτησή τους. Επιπλέον, το δικαστήριο αναγνώρισε ότι η δικαστική δαπάνη που επιδικάστηκε σε βάρος του ενάγοντος στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο ήταν υπερβολική και την μείωσε σημαντικά.
Δείτε την απόφαση στην Qualex: ΜΕφΑθ 189/2024