fbpx

Δικαστικό «στοπ» σε αναγκαστική εκτέλεση – Δεν αποδείχθηκε η αλληλουχία των μεταβιβάσεων της απαίτησης

Το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών έκρινε ότι στη συγκοινοποιούμενη σύμβαση πώλησης δεν επισυνάφθηκε απόσπασμα του τηρούμενου στο Ενεχυροφυλακείο καταλόγου, από το οποίο θα αποδεικνυόταν η μεταβίβαση της απαίτησης

Χρόνος ανάγνωσης 2 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 2 λεπτά

Δείτε επίσης

Το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών με πρόσφατη απόφαση που εξέδωσε ακύρωσε την αναγκαστική εκτέλεση καθότι δεν αποδείχθηκε η νομιμοποίηση του επισπεύδοντος δανειστή (ΜΠρΑθ 44/2024)

Αρχικά, το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, επί τη βάσει της διάταξης του άρθρου 935 παρ. 1 ΚΠολΔ, σημείωσε ότι ο καθολικός ή ειδικός διάδοχος του δικαιούχου δεν μπορεί να αρχίσει ή να συνεχίσει την αναγκαστική εκτέλεση πριν κοινοποιηθούν στον καθ’ ου η εκτέλεση η επιταγή και τα έγγραφα που τον νομιμοποιούν. Η μη κοινοποίηση μαζί με την επιταγή των πρόσθετων νομιμοποιητικών εγγράφων δεν έχει ως συνέπεια το ανυπόστατο της κοινοποίησης αλλά δημιουργεί ζήτημα ακυρότητάς της, που μπορεί να προβληθεί με ανακοπή. Μάλιστα, όπως σημείωσε το δικαστήριο, απαιτείται η κοινοποίηση ολόκληρων των νομιμοποιητικών εγγράφων και όχι αποσπασμάτων τους. Παρά ταύτα, ενίοτε αρκεί να κοινοποιούνται μόνο τα κρίσιμα έγγραφα, από τα οποία απορρέουν οι έννομες συνέπειες της μεταβολής στο πρόσωπο του δανειστή και όχι ολόκληρα τα κείμενα των συμβάσεων, που προηγήθηκαν, διότι το αντίθετο θα οδηγούσε σε μία άνευ λόγου πολυτελή και εξόχως δαπανηρή διαδικασία και θα παρενέβαλε σοβαρά εμπόδια στην αναγκαστική εκτέλεση. Πρόκειται για περίπτωση, κατά την οποία ο αυστηρά τυπικός χαρακτήρας της αναγκαστικής εκτέλεσης υποχωρεί προ του ενδεχομένου να οδηγηθεί η διαδικασία σε κατάχρηση. Τέτοια περίπτωση συντρέχει στις συμβάσεις πώλησης και μεταβίβασης τραπεζικών απαιτήσεων, όπως επίσης και στις συμβάσεις ανάθεσης της διαχείρισης αυτών των απαιτήσεων, διότι στην εκχώρηση των απαιτήσεων με τη μέθοδο της τιτλοποίησης η μεταβολή του προσώπου του δανειστή επέρχεται, στις μεταξύ του εκχωρητή με τον εκδοχέα σχέσεις, από την καταχώριση της περίληψης στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 Ν 2844/2000, ενώ στις σχέσεις του οφειλέτη με τον εκδοχέα απαιτείται αναγγελία, ως τέτοια, όμως λογίζεται η καταχώριση στο ως άνω δημόσιο βιβλίο, θεσπίζεται δηλαδή πλασματική αναγγελία. Επομένως απαιτείται αλλά και αρκεί κατ’ άρθρο 925 παρ. 1 ΚΠολΔ να συγκοινοποιηθούν μαζί με την επιταγή τα ακριβή αντίγραφα καταχώρισης των σχετικών συμβάσεων στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, τα οποία βεβαίως μπορεί να είναι περισσότερα, όταν έχουν λάβει χώρα πλείονες συμβάσεις εκχώρησης και ανάθεσης της διαχείρισης των απαιτήσεων.

Σε συνέχεια των ανωτέρω, στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν αποδείχθηκε η αλληλουχία των μεταβιβάσεων της απαίτησης, αλλά και η διαδρομή των μεταβολών στις συμβάσεις ανάθεσης διαχείρισης σε βάρος της ανακόπτουσας και κατ’ επέκταση η απόκτηση αυτής από την Τράπεζα, της οποίας τις απαιτήσεις διαχειρίζεται η καθ’ ης εταιρεία διαχείρισης. Επίσης, όπως αποδείχθηκε, στη συγκοινοποιούμενη σύμβαση πώλησης δεν επισυνάφθηκε απόσπασμα του τηρούμενου στο Ενεχυροφυλακείο καταλόγου, από το οποίο θα αποδεικνυόταν η μεταβίβαση της απαίτησης. Εξ άλλου, σύμφωνα με το δικαστήριο, η μεταγενέστερη προσκόμιση των συγκεκριμένων εγγράφων δεν δύναται να θεραπεύσει την παραπάνω ακυρότητα, λόγω παραβίασης της διάταξης του άρθρου 925 ΚΠολΔ. Τούτων δοθέντων, η ανακοπή έγινε δεκτή και ακυρώθηκε η προσβαλλόμενη επιταγή προς πληρωμή.

Δείτε το σχετικό Workshop: Το δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης στην πράξη

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -