Η υπό εξέταση υπόθεση αφορά καταδίκη για διακίνηση ναρκωτικών ουσιών από τοξικομανή. Ο κατηγορούμενος και αναιρεσείων, επικαλείται έλλειψη αιτιολογίας και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, ως προς τις προϋποθέσεις υπαγωγής των ένδικων πράξεων στην έννοια της μικροποσότητας ή, κοινώς, “κεράσματος”, για την κάλυψη της καθημερινής προσωπικής ανάγκης εξαρτημένου χρήστη.
Πραγματικά περιστατικά
Σύμφωνα με την προσβαλλόμενη απόφαση του Δ’ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, οι δύο συγκατηγορούμενοι, αγόρασαν και διακίνησαν από κοινού ποσότητες ακατέργαστης κάνναβης και φαρμακευτικών σκευασμάτων LEXOTANIL και TAVOR, που περιέχουν τις απαγορευμένες ναρκωτικές ουσίες βρωμαζεπάμη και λοραζεπάμη. Οι ουσίες αυτές βρέθηκαν σε διάφορες συσκευασίες και ποσότητες, αποθηκευμένες στις οικίες των κατηγορουμένων και σε οχήματα που χρησιμοποιούσαν. Σύμφωνα με τη διενεργηθείσα ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη, ο πρώτος κατηγορούμενος κρίθηκε τοξικομανής, ενώ ο ισχυρισμός του περί μειωμένου καταλογισμού απορρίφθηκε. Το δικαστήριο απέρριψε επίσης τον ισχυρισμό περί κατοχής για προσωπική χρήση, καταλήγοντας ότι οι κατηγορούμενοι προόριζαν τις ουσίες για διακίνηση, και τους κήρυξε ένοχους για διακίνηση ναρκωτικών σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 30 παρ. 4, εδάφ. β’ του Ν. 4139/2013.
Νομικό σκέλος
Ο κατηγορούμενος υπέβαλε αυτοτελή ισχυρισμό με τον οποίο επικαλέσθηκε ότι η μεταφορά και παράδοση των ναρκωτικών ουσιών έγινε προκειμένου να εξασφαλίσει μία μικροποσότητα για την κάλυψη της καθημερινής του ανάγκης ως εξαρτημένος χρήστης. Ο ισχυρισμός αυτός στοιχειοθετεί την ιδιαίτερη περίπτωση της παραγράφου 1α του άρθρου 21 Ν 4139/2013 (Α’ 74/20.3.2013), ήτοι, της διακίνησης μικροποσότητας ναρκωτικών με σκοπό να εξασφαλίσει ο χρήστης την κάλυψη των ατομικών του αναγκών. Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, ωστόσο, απέρριψε τον ισχυρισμό αυτό υπολαμβάνοντας εσφαλμένα ότι εμπίπτει στην περίπτωση της παραγράφου 2 του άρθρου 21 του Ν 4139/2013 (Α’ 74/20.3.2013) που αφορά προμήθεια και διάθεση ουσιών μεταξύ χρηστών, χωρίς κέρδος και αποκλειστικά για δική τους χρήστη. Αν και ο αυτοτελής ισχυρισμός ορισμένως και ειδικώς προβλήθηκε και αναπτύχθηκε, το δικαστήριο παρέλειψε να αιτιολογήσει την απορριπτική κρίση του, με αποτέλεσμα τη βαρύτερη καταδίκη του αναιρεσείοντος.
Η κρίση του Αρείου Πάγου
Με την υπ’ αριθμ. 566/2024 Απόφαση του ΣΤ’ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου έγινε δεκτή η αίτηση αναίρεσης του κατηγορουμένου και το δικαστήριο έκρινε ότι η καταδικαστική κρίση πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 21 του Ν 4139/2013. Ειδικότερα, θεωρήθηκε ανεπαρκής η αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης, αφού δεν προέκυψε ποια είναι η θέση του δικαστηρίου επί του αυτοτελούς ισχυρισμού και για ποιον λόγο κρίθηκε ότι δεν εμπίπτει ο κατηγορούμενος στις ευμενέστερες ως προς την ποινή διατάξεις για τη διακίνηση μικροποσοτήτων ουσιών από εξαρτημένο χρήση που αποσκοπεί στην κάλυψη των ατομικών του αναγκών. Οι σχετικοί λόγοι αναίρεσης έγιναν δεκτοί και το δικαστήριο παρέπεμψε την υπόθεση για νέα συζήτηση.
Δείτε την απόφαση στην Qualex: ΑΠ (Ποιν) 566/2024