fbpx
Πέμπτη, 4 Ιουλίου, 2024

Οδοντιατρείο χωρίς άδεια – «Χτύπημα» στην αξιοπρέπεια του επαγγέλματος είδε το Δικαστήριο (ΤρΔΕφΑθ 3508/2023)

Παράλληλα κρίθηκε ότι η λήψη αμοιβής για οδοντιατρικές υπηρεσίες που δεν παρασχέθηκαν θίγουν την αξιοπρέπεια του οδοντιατρικού επαγγέλματος

Χρόνος ανάγνωσης 4 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 4 λεπτά

Δείτε επίσης

Το Τριμελές Διοικητικό Εφετείο Αθηνών απέρριψε έφεση οδοντιάτρου, σε μια δικαστική απόπειρα της δεύτερης να καταπέσουν οι πειθαρχικές ποινές που της επιβλήθηκαν. Όπως κρίθηκε, η λήψη αμοιβής για οδοντιατρικές εργασίες που δεν εκτελέσθηκαν και η παροχή οδοντιατρικών υπηρεσιών σε οδοντιατρείο για το οποίο δεν είχε γίνει αναγγελία έναρξης λειτουργίας θίγουν το κύρος του οδοντιατρικού επαγγέλματος ενώ παράλληλα δυναμιτίζουν την εμπιστοσύνη του κοινού στο επάγγελμα (ΤρΔΕφΑθ 3508/2023).

Αρχικώς, σημειώνεται ότι, για τη νόμιμη λειτουργία ιδιωτικού οδοντιατρείου απαιτείται προηγούμενη αναγγελία έναρξης της λειτουργίας του στον οικείο Οδοντιατρικό Σύλλογο και η υποβολή όλων των δικαιολογητικών που προβλέπονται στην ισχύουσα νομοθεσία, προκειμένου η αρμόδια Επιτροπή του εκάστοτε Οδοντιατρικού Συλλόγου, ύστερα από επιτόπιο έλεγχο, να διαπιστώσει αν συντρέχουν όλες οι απαραίτητες προϋποθέσεις για τη νόμιμη λειτουργία του. Αν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές, χορηγείται από την αρμόδια αρχή βεβαίωση λειτουργίας στον ενδιαφερόμενο.

Άλλωστε, είναι γνωστό ότι, οι οδοντίατροι ασκώντας το έργο τους σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και μέσα στο πνεύμα των ηθών και των εθίμων της σύγχρονης κοινωνίας πρέπει κατά την άσκηση του επαγγέλματος τους να αποφεύγουν κάθε πράξη ή παράλειψη, η οποία δύναται να βλάψει την τιμή και την αξιοπρέπεια των οδοντιάτρων και να κλονίσει την πίστη του κοινού και οφείλουν να διατηρούν σε υψηλότατο επίπεδο την επαγγελματική τους συμπεριφορά, ώστε να καταξιώνονται στη συνείδηση του κοινωνικού συνόλου και να προάγεται το κύρος και η αξιοπιστία του οδοντιατρικού σώματος. Προς την ίδια κατεύθυνση, οφείλουν να ενεργούν κατά τρόπο, ώστε να μη διακυβεύεται η τιμή και η υπόληψη του οδοντιατρικού επαγγέλματος.

Μάλιστα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 31 του Κώδικα οδοντιατρικής δεοντολογίας, οι οδοντίατροι οφείλουν να ασκούν τα καθήκοντά τους σε ιδιωτικό οδοντιατρείο ή πολυοδοντιατρείο στην περιφέρεια του οδοντιατρικού συλλόγου στον οποίο έχουν εγγραφεί και στη διεύθυνση που έχουν δηλώσει.

Είναι προφανές ότι η παραβίαση των ανωτέρω υποχρεώσεων συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα που κρίνεται και τιμωρείται από το Πειθαρχικό Συμβούλιο του Συλλόγου.

Στην συγκεκριμένη περίπτωση, όπως αποδείχθηκε, κατά τις επισκέψεις της στην οδοντίατρο, η καταγγέλλουσα κατέβαλλε το ποσό που αντιστοιχούσε στην εκάστοτε διενεργούμενη οδοντιατρική πράξη, στην προτελευταία όμως επίσκεψη στο οδοντιατρείο κατέβαλε προκαταβολικά το ποσό των 100 ευρώ για τοποθέτηση θήκης, η οποία, εντέλει, δεν τοποθετήθηκε λόγω διαφωνιών ως προς την ορθή εκτέλεση των συμφωνηθεισών εργασιών, το ποσό δε αυτό ουδέποτε της επιστράφηκε, παρά το γεγονός ότι η σχετική εργασία δεν εκτελέστηκε, ενώ από τον Ιούλιο του έτους 2014 και για μεγάλο χρονικό διάστημα, η οδοντίατρος απέφευγε συστηματικά την προσωπική τους επικοινωνία.

Λήψη αμοιβής χωρίς εργασία και παροχή οδοντιατρικών υπηρεσιών σε γραφείο χωρίς σχετική άδεια υποσκάπτουν την εμπιστοσύνη του κοινού στο κύρος του επαγγέλματος

Έτσι, λοιπόν, κατόπιν καταγγελίας, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οδοντιατρικού Συλλόγου Αττικής, ασκήθηκε πειθαρχική δίωξη σε βάρος της εκκαλούσας, με το σκεπτικό ότι η συμπεριφορά της δεν ήταν σύμφωνη με τους γενικά αποδεκτούς κανόνες της επιστήμης και αντίστοιχη του επιτασσόμενου ήθους που οφείλει να επιδεικνύει ο οδοντίατρος. Παράλληλα, όπως αποδείχτηκε κατόπιν ελέγχου που διενεργήθηκε στα στοιχεία του Οδοντιατρικού Συλλόγου, η οδοντίατρος προσέφερε τις υπηρεσίες της σε διεύθυνση που δεν είχε δηλώσει ότι διατηρεί επαγγελματική εγκατάσταση και για την οποία δεν διέθετε την προβλεπόμενη από το νόμο άδεια – βεβαίωση λειτουργίας. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο του Οδοντιατρικού Συλλόγου, μετά την υποβολή του πορίσματος της προκαταρκτικής εξέτασης από τον εισηγητή και τη σύνταξη του από κατηγορητηρίου, έκρινε ότι η εκκαλούσα υπέπεσε σε πειθαρχικό παράπτωμα, επιβάλλοντας τις πειθαρχικές ποινές της προσωρινής παύσης εξάσκησης του οδοντιατρικού επαγγέλματος για χρονικό διάστημα δύο (2) μηνών και του προστίμου ύψους 2.000 ευρώ.

Εν συνεχεία, η εκκαλούσα άσκησε έφεση ενώπιον του Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου Οδοντιάτρων (ΑΠΣΟ) ζητώντας την εξαφάνιση της απόφασης, επικαλούμενη τους ίδιους ισχυρισμούς που είχε εκθέσει ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου. Το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο Οδοντιάτρων απέρριψε όμως την έφεση της εκκαλούσας με την αιτιολογία ότι η λήψη αμοιβής για οδοντιατρικές εργασίες που τελικά δεν εκτελέστηκαν και η παροχή οδοντιατρικών υπηρεσιών σε οδοντιατρείο που λειτουργούσε χωρίς τη σχετική άδεια, είναι πειθαρχικώς κολάσιμη συμπεριφορά, αντίθετη προς τον Κώδικα Οδοντιατρικής Δεοντολογίας, δεδομένου ότι εκ των ανωτέρω πλήττεται η τιμή και η αξιοπρέπεια του οδοντιάτρου και κλονίζεται η πίστη του κοινού προς το επάγγελμα του οδοντιάτρου. Κατόπιν τούτων, έκρινε ότι οι ποινές που επιβλήθηκαν από το Συμβούλιο είναι προσήκουσες.

Η υπόθεση συνεχίστηκε με την προσφυγή της οδοντιάτρου ενώπιον του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Ωστόσο, το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού έλαβε υπόψη του ότι ουδέποτε αποδείχθηκε πως καταβλήθηκε σε οδοντοτεχνίτη ως προκαταβολή το ποσό των 100 ευρώ για την κατασκευή θήκης καθώς και ότι η οδοντίατρος δεν είχε δηλώσει ως επαγγελματική εγκατάστασή της το οδοντιατρείο για το οποίο δεν διέθετε την προβλεπόμενη από το νόμο άδεια λειτουργία, έκρινε ότι στοιχειοθετείται η αντιδεοντολογική συμπεριφορά, η δε απόφαση του Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου Οδοντιάτρων ορθά ερμήνευσε το νόμο, με αποτέλεσμα να απορριφθεί η προσφυγή.

Η υπόθεση, τελικώς, ήχθη ενώπιον του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Αθηνών το οποίο έκρινε ότι, η λήψη αμοιβής για οδοντιατρικές εργασίες που δεν εκτελέσθηκαν και η παροχή οδοντιατρικών υπηρεσιών σε οδοντιατρείο για το οποίο δεν είχε γίνει αναγγελία έναρξης λειτουργίας αποτελεί συμπεριφορά αντίθετη με τον Κώδικα Οδοντιατρικής Δεοντολογίας, καθώς με αυτήν θίγεται το κύρος και η αξιοπρέπεια του οδοντιατρικού επαγγέλματος, περαιτέρω, δε, κλονίζεται η εμπιστοσύνη του κοινού στο οδοντιατρικό επάγγελμα. Για τον λόγο αυτό, η έφεση απορρίφθηκε με την αιτιολογία ότι οι κυρώσεις δεν παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας.

Δείτε την απόφαση στη Qualex: ΔΕφΑθ 3508/2023

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -