Η Ολομέλεια του ΣτΕ με πρόσφατη απόφαση έκρινε ότι η πριμοδότηση διακριθέντων αθλητών για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν αντίκειται στις αρχές της ισότητας, αξιοκρατίας και ορθολογικής οργάνωσης της εκπαίδευσης (ΣτΕ Ολ 1537/2023).
Πιο συγκεκριμένα, με την 1537/2023 απόφαση της Ολομέλειας επιλύθηκε προδικαστικό ερώτημα, που υποβλήθηκε από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών στο πλαίσιο εκδίκασης αίτησης ακύρωσης κατά σχετικής απόφασης της Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων. Η ακύρωση της απόφασης εζητείτο κατά το μέρος που εισήχθησαν στις Ιατρικές Σχολές της χώρας, κατά παράλειψη της αιτούσας, υποψήφιοι με την κατηγορία των διακριθέντων αθλητών, και συγκεκριμένα: α) υποψήφιοι που εισήχθησαν, λόγω πολύ υψηλών αθλητικών διακρίσεων, χωρίς συμμετοχή στις πανελλαδικές εξετάσεις, καθ’ υπέρβαση του αριθμού των εισακτέων και χωρίς ποσοτικό περιορισμό (εδάφιο α’ της παραγράφου 8 του άρθρου 34 του Ν 2725/1999) και β) υποψήφιοι που εισήχθησαν σε ποσοστό τρία τοις εκατό (3%) του αριθμού των εισακτέων, κατόπιν συμμετοχής στις πανελλαδικές εξετάσεις και προσαύξησης της βαθμολογίας τους λόγω αθλητικών διακρίσεων (εδάφιο δ′ της παραγράφου 8 του άρθρου 34 του Ν 2725/1999).
Η Ολομέλεια του Δικαστηρίου έκρινε ότι η διάταξη της παρ. 8 του άρθρου 34 του Ν 2725/1999 δεν αντίκειται στις συνταγματικές αρχές της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 Σ), της αξιοκρατίας και της σταδιοδρομίας εκάστου κατά λόγο της προσωπικής του αξίας (άρθρο 5 παρ. 1 Σ), καθώς και της ορθολογικής οργάνωσης της παρεχόμενης εκπαίδευσης (άρθρο 16 Σ), σε συνδυασμό και με τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας μέτρου/σκοπού. Τούτο διότι με την ανωτέρω ρύθμιση: α) για την εισαγωγή διακριθέντος αθλητή σε σχολή της προτιμήσεώς του, απαιτείται πλέον αυτός να συγκεντρώνει, μετά την προσαύξηση από τις αθλητικές διακρίσεις, αριθμό μορίων τουλάχιστον ίσο με το 100% των μορίων του τελευταίου εισαχθέντος στην ίδια σχολή κατά το ίδιο ακαδημαϊκό έτος, αντί του αντίστοιχου ποσοστού 90% που προβλεπόταν υπό το προϊσχύσαν νομοθετικό καθεστώς, ήτοι με τη ρύθμιση αυτή δεν επιτρέπεται πλέον εισαγωγή αθλητή σε σχολή της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με συνολικό αριθμό μορίων, μετά την -συνταγματική καταρχήν- προσαύξηση λόγω των αθλητικών διακρίσεων, μικρότερο από τον αριθμό των μορίων που έλαβε ο τελευταίος εισαχθείς στην ίδια σχολή και β) επαναφέρεται το ποσοστό των εισακτέων για την καθ’ υπέρβαση εισαγωγή διακριθέντων αθλητών στα Α.Ε.Ι. σε 3%.
Επίσης, κρίθηκε ότι η πριμοδότηση των διακρινόμενων σε πανελλήνιους αγώνες όλων των κατηγοριών αθλητών δεν αντίκειται στις κατά τα ανωτέρω συνταγματικές αρχές. Τούτο διότι το προβλεπόμενο νομοθετικό πλέγμα προϋποθέσεων για την αναγνώριση διάκρισης στους πανελλήνιους αγώνες όλων των κατηγοριών παρέχει επαρκή εχέγγυα ως προς την ποιοτική στάθμη των αγώνων αυτών, δεδομένου ότι απαιτείται εκ του νόμου συμπλεκτικώς: α) η διάκριση να αφορά άθλημα ή αγώνισμα που καλλιεργείται από αναγνωρισμένη ομοσπονδία, β) η συμμετοχή ελάχιστου αριθμού (6) σωματείων για τα ομαδικά αθλήματα, γ) η συμμετοχή ελάχιστου αριθμού (8) αθλητών, προερχόμενων από τον ως άνω αριθμό των σωματείων, για τα ατομικά αθλήματα και δ) στα ομαδικά αθλήματα ο διακριθείς αθλητής πρέπει να έχει συμμετοχή τουλάχιστον στο 50% των αγώνων της διοργάνωσης, ενώ παραλλήλως, ο συνολικός αριθμός των συμμετασχόντων αθλητών της ομάδας του πρέπει να μην υπερβαίνει το 20% του αριθμού των αθλητών που δικαιούνται, βάσει των κανονισμών του αθλήματος, να συμμετάσχουν στη διοργάνωση.
Τέλος, το Δικαστήριο, καθότι έκρινε ότι δεν δημιουργείται «ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος» με «συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων», δεν τοποθετήθηκε ως προς τα λοιπά προδικαστικά ερωτήματα.
Δείτε το σχετικό Υπόδειγμα στη Qualex: Αίτηση ακυρώσεως – Αρχή της ισότητας κατά την πρόσβαση στα ΑΕΙ – Αρχή της αξιοκρατίας