Στην προκείμενη περίπτωση, οι διάδικοι απέκτησαν ένα ανήλικο τέκνο εκτός γάμου το οποίο αναγνωρίστηκε εκουσίως από τον πατέρα του και η γονική μέριμνα ασκείται από κοινού. Οι διάδικοι είχαν ερωτική σχέση από το 2014, η οποία διακόπηκε τον Δεκέμβριο του 2017. Με προηγούμενη απόφαση απορρίφθηκε το αίτημα της μητέρας για αποκλειστική επιμέλεια και επιδικάστηκε προσωρινή μηνιαία διατροφή από τον πατέρα. Ωστόσο, οι σχέσεις των διαδίκων παραμένουν τεταμένες, κυρίως λόγω οικονομικών διαφορών αλλά και λόγω του ότι οι διάδικοι κατηγορούν ο ένας τον άλλον για τις αιτίες που προκάλεσαν τη διάσπαση της σχέσης τους. Κατόπιν ψυχολογικής αξιολόγησης κρίθηκε ότι και οι δύο γονείς παρουσιάζουν εμμονικά στοιχεία, αλλά δεν έχουν οξεία ψυχοπαθολογία, κάτι που επιβεβαιώθηκε από κλινικές εξετάσεις. Το ψυχολογικό τους προφίλ δείχνει δυσκολία στη διαχείριση συναισθημάτων θυμού και άγχους.
Περαιτέρω, αποδείχθηκε η αγάπη και το ιδιαίτερο ενδιαφέρον, η σοβαρή πρόθεση και η ψυχική διάθεση και των δύο γονέων να ασχοληθούν με την ανατροφή του παιδιού τους και ότι και οι δύο γονείς είναι εξίσου κατάλληλοι για την ανάθεση της επιμέλειας του προσώπου του ανηλίκου τέκνου τους. Ειδικότερα, το παιδί διατηρεί ισχυρό συναισθηματικό δεσμό τόσο με τη μητέρα του, με την οποία άλλωστε συμβιώνει και η οποία το περιβάλει με αγάπη και στοργή και ενδιαφέρεται και φροντίζει για την ανατροφή, την επίβλεψη και την ψυχοσωματική του υγεία και ανάπτυξη και είναι σε θέση να εξασφαλίσει ήρεμο και ομαλό ατομικό και οικογενειακό περιβάλλον, αλλά και με τον πατέρα του έχει δημιουργήσει ένα δυνατό ψυχικό δεσμό και έχουν αναπτυχθεί αμοιβαία μεταξύ τους αισθήματα στοργής και αγάπης. Εξάλλου, κατά το χρονικό διάστημα από την έκδοση της προηγούμενης απόφασης μέχρι και τη συζήτηση της υπό κρίση αγωγής, είχε συστηματική επαφή και επικοινωνία με το παιδί, στο πλαίσιο των σχετικών αποφάσεων ασφαλιστικών μέτρων που του επέτρεπε την επικοινωνία του μ’ αυτό, αφιερώνοντας συνειδητά ποιοτικό χρόνο σε αυτό και αποσκοπώντας στην οικοδόμηση και διατήρηση μίας στενής συναισθηματικής σχέσης μεταξύ τους.
Τελικά το Δικαστήριο αποφάσισε τη συνεπιμέλεια με εναλλασσόμενη κατοικία. Ειδικότερα, το τέκνο θα διαμένει 10-11 ημέρες κάθε μήνα με τον πατέρα και τις υπόλοιπες με τη μητέρα. Αυτή η κατανομή εξασφαλίζει την ισότιμη συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή του παιδιού. Επιπλέον, ο πατέρας θα καταβάλει 300 ευρώ μηνιαίως ως διατροφή για τις ημέρες που το τέκνο διαμένει με τη μητέρα. Το ποσό αυτό υπολογίζεται βάσει των οικονομικών δυνατοτήτων των γονέων και των αναγκών του παιδιού. Η τηλεφωνική και διαδικτυακή επικοινωνία επιτρέπεται ελεύθερα, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα διαταράσσει το πρόγραμμα του παιδιού. Σε περίπτωση διαφωνίας, οι γονείς υποχρεούνται να προσφύγουν σε διαμεσολάβηση πριν την προσφυγή στο δικαστήριο. Ο διαμεσολαβητής θα έχει τη δυνατότητα να καθορίσει ένα ευρύτερο πλάνο συνεπιμέλειας.
Δείτε την απόφαση στην Qualex: ΜΠρΑθ 4575/2024