Η περίπτωση αφορά μια ανακοπή που άσκησε ο ανακόπτων-εκκαλών ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ηρακλείου, με σκοπό να αναγνωριστεί ως πτωχευτικός πιστωτής της εταιρείας που κηρύχθηκε σε πτώχευση με απόφαση του ίδιου δικαστηρίου. Ο ανακόπτων ισχυρίστηκε ότι διατηρεί απαίτηση ύψους 65.341,62 ευρώ από σύμβαση πίστωσης με την εταιρεία, και ότι δεν ενημερώθηκε για την πτώχευση εγκαίρως ώστε να αναγγείλει την απαίτησή του.
Ωστόσο, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε την ανακοπή ως απαράδεκτη λόγω εκπροθέσμου ασκήσεώς της, καθώς κατατέθηκε μετά την πάροδο της δικονομικής προθεσμίας που προβλέπεται από τον Πτωχευτικό Κώδικα. Συγκεκριμένα, οι πιστωτές του πτωχού έχουν το δικαίωμα εντός ενός μήνα από τη δημοσίευση της απόφασης πτώχευσης να αναγγείλουν εγγράφως τις απαιτήσεις τους προς επαλήθευση. Η ανακοπή για την επαλήθευση των απαιτήσεων μπορεί να ασκηθεί μέχρι και την τελευταία διανομή, αλλά όχι πέραν των έξι μηνών από το πέρας της προθεσμίας αναγγελίας.
Ο ανακόπτων υποστήριξε ότι η προθεσμία διακόπηκε κατά το άρθρο 263 του Αστικού Κώδικα (ΑΚ) λόγω της εμπρόθεσμης άσκησης προηγούμενης ανακοπής, η οποία απορρίφθηκε για τυπικούς λόγους. Ωστόσο, το δικαστήριο έκρινε ότι η διάταξη του άρθρου 263 ΑΚ δεν εφαρμόζεται στις δικονομικές προθεσμίες, όπως αυτή του άρθρου 92 ΠτΚ, καθώς έχουν διαφορετικό ρυθμιστικό αντικείμενο και σκοπό. Συνεπώς, η ανακοπή απορρίφθηκε ως απαράδεκτη λόγω εκπρόθεσμης άσκησης.
Δείτε την απόφαση στην Qualex: ΤρΕφΑνατΚρητ 4/2024