Το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών με απόφαση που εξέδωσε έκρινε ότι ο αποκλεισμός γυναίκας υποψήφιας για τη στελέχωση του σώματος της πανεπιστημιακής αστυνομίας λόγω χαμηλού αναστήματος (κατώτερο του 1,70 μ.) παραβιάζει τόσο το Σύνταγμα όσο και το ενωσιακό δίκαιο (ΔΕφΑθ 1315/2023).
Η συλλογιστική πορεία του Δικαστηρίου – Μια επιβεβαίωση της νομολογίας του ΣτΕ
Αρχικά, το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών στο πλαίσιο της συλλογιστικής του πορείας υπενθύμισε ότι, με τις 902-907/2021 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας έχει κριθεί ότι από τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 του ΠΔ 90/2003, η οποία ορίζει ως αναγκαίο προσόν για την πρόσβαση στις Σχολές Αστυνομικών και Αστυφυλάκων της Ελληνικής Αστυνομίας κοινό, ανεξαρτήτως φύλου, ελάχιστο ανάστημα 1,70 μ., προκαλείται έμμεση διάκριση λόγω φύλου εις βάρος των γυναικών υποψηφίων, η οποία (διάκριση) δεν αιτιολογείται, ως προς την προσφορότητα και αναγκαιότητα του ως άνω ελάχιστου ορίου, από το φέρον το σχετικό βάρος απόδειξης Δημόσιο, καθώς και υπέρβαση των ορίων της ευχέρειας ουσιαστικής εκτίμησης του κανονιστικού νομοθέτη, λόγω παράβασης των συνταγματικών διατάξεων της ισότητας των φύλων και της αναλογικότητας.
Μάλιστα, όπως έχει κριθεί, για τον καθορισμό, ειδικότερα, των ελάχιστων αναγκαίων, για την πρόσβαση στα εν λόγω σώματα, ορίων ύψους, πρέπει να συνεκτιμώνται, εκτός των ανωτέρω στοιχείων, σχετικών με τις ανάγκες εκάστου σώματος, τόσο ο μέσος όρος ύψους του πληθυσμού, από τον οποίο τα τιθέμενα όρια δεν πρέπει να αποκλίνουν υπέρμετρα, όσο και η κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας και τα συμπεράσματα σχετικών ερευνών και μελετών αντικειμενική βιολογική διαφορά μεταξύ των δύο φύλων ως προς το ανάστημα, η οποία επιτάσσει, κατ’ αρχήν, τη θέσπιση διαφορετικών ελαχίστων ορίων ύψους για άνδρες και γυναίκες υποψηφίους, με σκοπό την κατά το δυνατόν επίτευξη ουσιαστικής ισότητας ως προς την πρόσβαση των δύο φύλων στα εν λόγω σώματα.
Σύμφωνα με την απόφαση αυτή, οι διατάξεις της Οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου (που έχουν ήδη αντικατασταθεί με αντίστοιχες της Οδηγίας 2006/54/ΕΚ) «έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους, όπως η επίμαχη … η οποία προβλέπει προϋπόθεση ελάχιστου αναστήματος 1,70 μ., ανεξαρτήτως φύλου, για τη συμμετοχή υποψηφίων στον διαγωνισμό για την κατάταξη σπουδαστών στην αστυνομική σχολή του κράτους μέλους αυτού, εφόσον η ρύθμιση αυτή αφενός περιάγει σε μειονεκτική θέση πολύ μεγαλύτερο αριθμό γυναικών σε σύγκριση με τους άνδρες και αφετέρου δεν παρίσταται πρόσφορη και αναγκαία για την επίτευξη του θεμιτού σκοπού τον οποίο επιδιώκει, όπερ εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει».
Με βάση το παραπάνω σκεπτικό, το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι η άσκηση της κρατικής εξουσίας στον τομέα τήρησης της δημόσιας τάξης και ασφάλειας προϋποθέτει ότι το προσωπικό, το οποίο ασκεί τα εν λόγω καθήκοντα, προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις αυτών και να εκπληρώσει αποτελεσματικά την αποστολή του, διαθέτει, εκτός των λοιπών αναγκαίων προσόντων, πολύ καλή φυσική κατάσταση και ιδιαίτερες σωματικές ικανότητες (μυϊκή δύναμη, αντοχή, ταχύτητα κλπ.), η συνδρομή των οποίων εξακριβώνεται κατ’ αρχήν με την υποβολή των υποψηφίων σε ειδικές υγειονομικές εξετάσεις και αθλητικές δοκιμασίες. Ο νομοθέτης ή η κανονιστικώς δρώσα, κατά νομοθετική εξουσιοδότηση, Διοίκηση, στο πλαίσιο της ευρείας ευχέρειας ουσιαστικής εκτίμησης των καθηκόντων, συνθηκών εργασίας και αναγκών εκάστου σώματος ασφαλείας και της μέριμνας για τη διασφάλιση της επιχειρησιακής ετοιμότητας και εύρυθμης λειτουργίας του, δύναται επίσης να θεσπίζει, ως αναγκαία προσόντα για την πρόσβαση σε αυτό, απαιτήσεις που αφορούν φυσικά (σωματομετρικά) χαρακτηριστικά των υποψηφίων (όπως το πρόσφορο, ως εκ της αποστολής και της φύσεως των αρμοδιοτήτων των εν λόγω σωμάτων, προσόν ενός ελάχιστου αναστήματος), υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω απαιτήσεις δεν βαίνουν πέραν του αναγκαίου, για την εκπλήρωση της αποστολής εκάστου σώματος, μέτρου, τηρουμένων των συνταγματικών αρχών της ισότητας, αξιοκρατίας και αναλογικότητας.
Η κρίση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών
Στην συγκεκριμένη περίπτωση, η αιτούσα αποκλείστηκε από τη συμμετοχή της στις απαιτούμενες προκαταρκτικές εξετάσεις για την πλήρωση των επιπλέον προκηρυσσόμενων θέσεων στο πλαίσιο του ένδικου διαγωνισμού και δεν περιλήφθηκε στους επιπλέον προσλαμβανόμενους της κατηγορίας της (Α΄) για την πλήρωση των θέσεων αυτών, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 1 παρ. 1 (στ) της 7002/12/1-κστ/25.7.2019 απόφασης του Υπουργού Δημόσιας Τάξης και του όμοιου όρου της οικείας προκήρυξης (περί ενιαίου, για τις γυναίκες και άνδρες υποψήφιους προς πρόσληψη σε θέσεις ειδικών φρουρών, ελάχιστου αναστήματος 1.70 μ.).
Το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, ακολουθώντας το σκεπτικό του ΣτΕ έκρινε ότι, ούτε από τις οικείες διατάξεις ή τις προπαρασκευαστικές εργασίες αυτών, ούτε από άλλα στοιχεία, που τέθηκαν υπόψη του από το φέρον το σχετικό βάρος απόδειξης Δημόσιο, προκύπτουν αποχρώντες λόγοι, συνδεόμενοι με ειδικές απαιτήσεις των καθηκόντων του αστυνομικού σώματος ή τις συνθήκες άσκησης αυτών, οι οποίοι να υπαγορεύουν ως αναγκαίο προσόν για τις γυναίκες υποψήφιες, προκειμένου να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις ανάγκες της αποστολής της Ελληνικής Αστυνομίας, το συγκεκριμένο, κοινό για τα δύο φύλα και σημαντικά υψηλότερο (κατά 7 εκατοστά) του γυναικείου μέσου όρου ύψους, ανάστημα.
Έτσι, λοιπόν, υπό το φως των ανωτέρω, το Διοικητικό Εφετείο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο αποκλεισμός της αιτούσας αντίκειται τόσο στο Σύνταγμα όσο και στο ενωσιακό δίκαιο, με αποτέλεσμα οι προσβαλλόμενες αποφάσεις, κατά το μέρος που δεν περιλαμβάνουν την αιτούσα, να στερούνται νομίμου ερείσματος. Κατόπιν τούτων, το Δικαστήριο ακύρωσε τις αποφάσεις του Προϊσταμένου του Κλάδου Διοικητικής Υποστήριξης και Ανθρωπίνου Δυναμικού του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας, με τις οποίες, κατά παράλειψη της αιτούσας, πραγματοποιήθηκαν προσλήψεις στην Ελληνική Αστυνομία, ως ειδικοί φρουροί, για τη συγκρότηση Ομάδων Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων.
Δείτε την απόφαση στη Qualex: ΔΕφΑθ 1315/2023
Δείτε τη σχετική Αρθρογραφία στη Qualex: Παρατηρήσεις στην ΣτΕ 2099/2019 (7μ) – Ο δικαστικός έλεγχος της συμβατότητας του ορίου αναστήματος με το Σύνταγμα και το δίκαιο της Ένωσης