«Όχι» στην αίτηση ακύρωσης δύο στρατιωτικών δικαστών που αμφισβήτησαν την αποχώρησή τους από την υπηρεσία, λόγω συμπλήρωσης του προβλεπόμενου ορίου ηλικίας, είπε το Συμβούλιο της Επικρατείας. Παρά το γεγονός ότι με την τελευταία Συνταγματική Αναθεώρηση του 2019 οι στρατιωτικοί δικαστές εξομοιώνονται πλήρως με τους τακτικούς δικαστές, συμπεριλαμβανομένης της συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας για την υποχρεωτική αποχώρηση, το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο έκρινε ότι η έκδοση εκτελεστικού του Συντάγματος νόμου, εντός εύλογης χρονικής διάρκειας, συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για την πλήρη εξομοίωση. Ωστόσο, εν προκειμένω, η εύλογη διάρκεια έκδοσης του σχετικού νόμου δεν παρήλθε, γεγονός που δικαιολόγησε την απόρριψη της αίτησης των δύο στρατιωτικών δικαστών.
Οι στρατιωτικοί δικαστές υποστήριξαν ότι η αναθεώρηση του άρθρου 96 παρ. 5 του Συντάγματος επιβάλλει την πλήρη εξομοίωσή τους με τους τακτικούς δικαστές σε όλα τα επίπεδα, συμπεριλαμβανομένων των ορίων ηλικίας.
Η υπόθεση
Οι δύο δικαστές είχαν διανύσει μακρά σταδιοδρομία στο δικαστικό σώμα των Ενόπλων Δυνάμεων και προήχθησαν επανειλημμένα σε ανώτερους βαθμούς. Με βάση τις προβλεπόμενες ρυθμίσεις, ο ένας εξ αυτών αποχώρησε στα 62 του χρόνια, έχοντας συμπληρώσει οκτώ έτη στους ανώτερους βαθμούς Αναθεωρητή Β’ και Γ’, ενώ ο δεύτερος αποχώρησε στα 61, καθώς λόγω αναστολής εφαρμογής των ορίων ηλικίας από τον νόμο 4700/2020, η αποχώρησή του μετατέθηκε κατά ένα έτος. Και στις δύο περιπτώσεις, η αποχώρησή τους ορίστηκε για την 1η Ιουλίου 2021, καθώς θεωρήθηκε ότι ολοκλήρωσαν επιτυχώς την υπηρεσία τους.
Οι στρατιωτικοί δικαστές υποστήριξαν ότι η αναθεώρηση του άρθρου 96 παρ. 5 του Συντάγματος επιβάλλει την πλήρη εξομοίωσή τους με τους τακτικούς δικαστές σε όλα τα επίπεδα, συμπεριλαμβανομένων των ορίων ηλικίας. Παράλληλα, ισχυρίστηκαν ότι η εφαρμογή του άρθρου 63 του Κώδικα Δικαστικού Σώματος, που προέβλεπε τη συνταξιοδότησή τους, είναι αντισυνταγματική και ως τέτοια πρέπει να μείνει ανεφάρμοστη. Υποστήριξαν, επίσης, ότι η σχετική διάταξη του Συντάγματος που προβλέπει την εξίσωση των δικαστών είναι άμεσα εφαρμοστέα, χωρίς να απαιτείται η ψήφιση εκτελεστικού νόμου. Τέλος, υπογράμμισαν ότι η απομάκρυνσή τους ερχόταν σε αντίθεση με την αρχή της αναλογικότητας και της χρηστής διοίκησης.
Υπενθυμίζεται ότι με τη Συνταγματική Αναθεώρηση του 2019 ενισχύθηκε το καθεστώς των στρατιωτικών δικαστών, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα οι ίδιοι να είναι φορείς των ίδιων θεσμικών και υπηρεσιακών προνομίων με τους τακτικούς δικαστές. Ακριβέστερα, η συνταγματική διάταξη υπό τη νέα της μορφή προβλέπει ότι τα στρατιωτικά δικαστήρια συγκροτούνται κατά πλειοψηφία από μέλη του δικαστικού σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων, τα οποία απολαμβάνουν όλες τις εγγυήσεις λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας, όπως αυτές καθορίζονται στο άρθρο 87 του Συντάγματος.
Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας
Το Συμβούλιο της Επικρατείας απέρριψε την αίτηση ακύρωσης, κρίνοντας ότι η πλήρης εξομοίωση των στρατιωτικών δικαστών με τους τακτικούς δεν μπορεί να εφαρμοστεί χωρίς την ψήφιση εκτελεστικού νόμου. Όπως ειδικότερα κρίθηκε, για να ενεργοποιηθεί η συνταγματική διάταξη περί πλήρους εξομοίωσης των στρατιωτικών δικαστών με τους υπόλοιπους δικαστικούς λειτουργούς, απαιτείται η έκδοση εκτελεστικού του Συντάγματος νόμου, εντός εύλογης χρονικής διάρκειας. Εν προκειμένω, όμως, αν ληφθεί υπόψη ότι το χρονικό σημείο της επίδικης υπηρεσιακής μεταβολής απέχει λιγότερο από δυόμιση έτη από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του σχετικού με την αναθεώρηση του άρθρου 96 του Συντάγματος Ψηφίσματος της Βουλής, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι παρήλθε ο εύλογος χρόνος για την έκδοση του σχετικού νόμου, σύμφωνα με την κρίση του δικαστηρίου.
Όμως, λόγω της σπουδαιότητας του ζητήματος, το ΣτΕ αποφάσισε την παραπομπή της υπόθεσης στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος. Η νέα δικάσιμος έχει οριστεί για τις 5 Δεκεμβρίου 2024, με εισηγητή τον Σύμβουλο Επικρατείας Βασίλειο Ανδρουλάκη.
Δείτε την απόφαση στη Qualex: ΣτΕ 1340/2024