Το Συμβούλιο της Επικρατείας με πρόσφατη απόφαση άνοιξε τον δρόμο για τον «απεγκλωβισμό» της ιδιοκτησίας πολίτη, η οποία τελούσε για τρεις δεκαετίες υπό καθεστώς επίταξης (ΣτΕ 130/2024).
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην συγκεκριμένη περίπτωση παρουσιάζει το γεγονός ότι η υπόθεση παραπέμφθηκε ενώπιον της επταμελούς σύνθεσης του Ανώτατου Ακυρωτικού, με το σκεπτικό ότι η αίτηση ακύρωσης, αν και κατατέθηκε πριν την παρέλευση του τριμήνου, πρέπει να γίνει δεκτή, για να διασφαλιστεί η προστασία του ατομικού δικαιώματος του αιτούντος, ο οποίος αποστερήθηκε την ιδιοκτησία του για πάρα πολλά χρόνια. Παρά την μειοψηφία, το Δικαστήριο έκανε δεκτή την αίτηση ακύρωσης με την αιτιολογία ότι τυχόν απόρριψη αυτής θα καταστρατηγούσε τον σκοπό της δικονομικής ρύθμισης και κατ’ επέκταση θα ακύρωνε την προστασία του δικαιώματος ατομικής ιδιοκτησίας.
Ιστορικό
Με απόφαση του Νομάρχη Μεσσηνίας το 1988 επιτάχθηκε, μεταξύ άλλων, ιδιοκτησία πολίτη, έκτασης 815 τετραγωνικών μέτρων, στη θέση «Αγία Άννα» του Δήμου Καλαμάτας, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως χώρος προσωρινής εγκατάστασης σχολείων.
Ύστερα από 31 χρόνια, συγγενής που απέκτησε την παραπάνω ιδιοκτησία κατέθεσε αίτηση προκειμένου να αρθεί η συγκεκριμένη επίταξη, ενώπιον της νομικής υπηρεσίας της Περιφέρειας Πελοποννήσου διότι, κατά τους ισχυρισμούς του, η επίδικη επίταξη ικανοποιεί μόνιμη επιτακτική ανάγκη και παρατάθηκε πλέον του ευλόγου χρόνου. Εν συνεχεία, το ίδιο πρόσωπο κατέθεσε αίτηση ακύρωσης ενώπιον του ΣτΕ κατά της σιωπηρής απόρριψης του αιτήματός του.
Το ζήτημα που στη συγκεκριμένη περίπτωση ανέκυψε και ώθησε το Συμβούλιο της Επικρατείας υπό την πενταμελή του σύνθεση, λόγω μείζονος σπουδαιότητας, να παραπέμψει την υπόθεση ενώπιον επταμελούς σύνθεσης αφορούσε το γεγονός ότι η αίτηση ακύρωσης κατά της σιωπηρής άρνησης της διοίκησης να ικανοποιήσει το αίτημα για την άρση της επίδικης επίταξης κατατέθηκε προτού παρέλθει το προβλεπόμενο τρίμηνο εντός του οποίου η διοίκηση όφειλε να απαντήσει (ΣτΕ 1795/2022). Κάτι τέτοιο, θεωρητικώς, θα έπρεπε να οδηγήσει το Ανώτατο Ακυρωτικό στην κρίση ότι η αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, εντούτοις το Δικαστήριο παρέπεμψε την υπόθεση ενώπιον επταμελούς σύνθεσης, με το σκεπτικό ότι η επίδικη επίταξη του ακινήτου του αιτούντος διαρκεί ήδη τριάντα τρία έτη καλύπτοντας, πέραν του ευλόγου χρόνου και κατά παράβαση του Συντάγματος, μόνιμες ανάγκες, με αποτέλεσμα τυχόν απόρριψη της υπό κρίση αίτησης να παραβιάζει το δικαίωμα ατομικής ιδιοκτησίας.
Η απόφαση της επταμελούς σύνθεσης του Συμβουλίου Επικρατείας
Κατόπιν τούτων, το Συμβούλιο της Επικρατείας σημείωσε ότι το μέτρο της επίταξης, το οποίο αποτελεί βάρος της ιδιοκτησίας, δικαιολογείται μόνο υπό την προϋπόθεση ότι η κοινωνική ανάγκη για την οποία επιβάλλεται είναι έκτακτη, επείγουσα και πρόσκαιρη, όχι μόνιμη, δεδομένου ότι μια τέτοια ανάγκη μπορεί να θεραπευθεί με αναγκαστική απαλλοτρίωση, υπό τον όρο ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 17 του Συντάγματος. Και είναι μεν συνταγματικώς επιτρεπτή η επιβολή επίταξης για την ικανοποίηση μόνιμης ανάγκης, όταν είναι επείγουσα και επιτακτική η άμεση και πρόσκαιρη αντιμετώπισή της και μέχρις ότου, εντός ευλόγου χρόνου, η ανάγκη αυτή αντιμετωπισθεί οριστικά με αναγκαστική απαλλοτρίωση, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να διατηρηθεί η επίταξη πέρα από τον εύλογο αυτό χρόνο.
Εντούτοις, στην συγκεκριμένη περίπτωση, όπως κρίθηκε, η επίδικη επίταξη δεν ικανοποιεί κάποια έκτακτη, πρόσκαιρη ή επείγουσα ανάγκη, την ίδια δε στιγμή εκτείνεται πέραν του ευλόγου χρόνου, παραβιάζοντας το άρθρο 18 παρ. 3 του Συντάγματος. Για τον λόγο αυτό, το Συμβούλιο Επικρατείας ακύρωσε την άρνηση της διοίκησης να άρει το καθεστώς επίταξης της ιδιοκτησίας.
Δείτε την απόφαση στη Qualex: ΣτΕ 130/2024