«Η πολυεπίπεδη προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η επίμονη σημασία του εθνικού Συντάγματος» ήταν το θέμα της επιστημονικής ημερίδας που πραγματοποιήθηκε, τη Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2025 στο αμφιθέατρο «Θ. Καρατζάς» της Εθνικής Τράπεζας, με αφορμή την κυκλοφορία ενός σημαντικού έργου αναφοράς για τα θεμελιώδη δικαιώματα και το Συνταγματικό Δίκαιο.
Ο νέος τόμος των Εκδόσεων Σάκκουλα, που κυκλοφόρησε λίγες ημέρες μετά την παρουσίαση του συλλογικού έργου «Σύνταγμα – Ερμηνεία Κατ’ Άρθρο» της Νομικής Βιβλιοθήκης, έρχεται να εμπλουτίσει τη συνταγματική βιβλιογραφία, συμβάλλοντας στην εις βάθος κατανόηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και του τρόπου εφαρμογής τους στο σύγχρονο συνταγματικό πλαίσιο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
48 έγκριτοι νομικοί αναλύουν το Σύνταγμα άρθρο προς άρθροΤην εκδήλωση τίμησε με την παρουσία της η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, ενώ τον συντονισμό ανέλαβε ο Ευάγγελος Βενιζέλος, Ομότιμος Καθηγητής ΑΠΘ και πρώην Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης. Στην εκδήλωση απηύθυνε χαιρετισμό η Τζούλια Ηλιοπούλου-Στράγγα, Ομότιμη Καθηγήτρια ΕΚΠΑ.
Εισηγήσεις παρουσίασαν οι Κώστας Μαυριάς, Ομότιμος Καθηγητής ΕΚΠΑ και Πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής, Λίνος-Αλέξανδρος Σισιλιάνος, Καθηγητής ΕΚΠΑ και πρώην Πρόεδρος του ΕΔΔΑ, και Φίλιππος Σπυρόπουλος, Ομότιμος Καθηγητής ΕΚΠΑ. Στη συζήτηση παρενέβησαν η Λίνα Παπαδοπούλου και ο Χαράλαμπος Ανθόπουλος, αναδεικνύοντας τον ρόλο του ευρωπαϊκού συνταγματικού πολιτισμού και τον διάλογο μεταξύ των εθνικών και υπερεθνικών συνταγματικών τάξεων.
Το “NB Daily” παρακολούθησε την εκδήλωση, καταγράφοντας τις σημαντικές παρεμβάσεις και τις τοποθετήσεις των εισηγητών.
Ευάγγελος Βενιζέλος
«Μόνο την εβδομάδα που πέρασε, από την ορκωμοσία του νέου Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, στις 20 Ιανουαρίου μέχρι σήμερα, η παγκόσμια συζήτηση κινείται σχεδόν αποκλειστικά γύρω από τον άξονα των θεμελιωδών δικαιωμάτων»
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος, Ομότιμος Καθηγητής ΑΠΘ και πρώην Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, ανέφερε ότι σαράντα συγγραφείς, ανώτατοι δικαστικοί, ακαδημαϊκοί και νεότεροι διδάκτορες, συνέβαλαν στη δημιουργία ενός σημαντικού έργου που προσεγγίζεται ως μια πρόκληση για την πολυεπίπεδη προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την ανθεκτικότητα του εθνικού συντάγματος. Επισήμανε ότι η παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας προσδίδει κύρος στην παρουσίαση, ενώ οι δικαστικές αποφάσεις που περιλαμβάνονται στον τόμο αναδεικνύουν τη σημασία της συνταγματικής ερμηνείας.
Όπως τόνισε, η κατ’ άρθρο ερμηνεία, παρά τη σημασία της, μπορεί να δημιουργήσει την εσφαλμένη εντύπωση ότι το Σύνταγμα προσεγγίζεται αποκλειστικά μέσα από αυτό το πρίσμα. Εξήγησε ότι σήμερα η συνταγματική ερμηνεία αφορά συστήματα υπερεχόντων κανόνων δικαίου, είτε πρόκειται για το εθνικό Σύνταγμα, είτε για το διεθνές και ενωσιακό δίκαιο, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Αναφερόμενος στις διεθνείς εξελίξεις, επισήμανε ότι μέσα σε μία εβδομάδα η συζήτηση περιστράφηκε αποκλειστικά γύρω από τα θεμελιώδη δικαιώματα, με γεγονότα όπως η δήλωση περί ύπαρξης μόνο δύο φύλων, η απόσυρση των ΗΠΑ από τη συμφωνία για το κλίμα, η άρση περιορισμών στην ελευθερία του λόγου και η υποβάθμιση των εγγυήσεων στη δημόσια υγεία. Όπως υπογράμμισε, η σύγκρουση πολιτειών και ομοσπονδίας στις Ηνωμένες Πολιτείες θέτει νέες προκλήσεις για τον πολυεπίπεδο συνταγματισμό.
Στην ελληνική πραγματικότητα, ανέφερε ότι οι πρόσφατες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας για τον νέο Οικοδομικό Κανονισμό και του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου για τα αναδρομικά των συνταξιούχων αναδεικνύουν κρίσιμα ζητήματα συνταγματικής ερμηνείας. Τόνισε ότι η διαρκής επικαιρότητα των θεμελιωδών δικαιωμάτων απαιτεί μια δυναμική θεωρία της συνταγματικής πράξης, ικανή να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της σύγχρονης πραγματικότητας.
Τζούλια Ηλιοπούλου-Στράγγα
«Το ενωσιακό δίκαιο δεν υπονομεύει, αλλά αντιθέτως ενισχύει τη σημασία του εθνικού Συντάγματος»
Η Τζούλια Ηλιοπούλου-Στράγγα, Ομότιμη Καθηγήτρια του ΕΚΠΑ, ανέδειξε τη σημασία της έννοιας του «αυξημένου Συντάγματος», όπως προτείνεται από τον Ευάγγελο Βενιζέλο. Όπως σημείωσε, η έννοια αυτή περιγράφει το εθνικό Σύνταγμα που ενσωματώνει τις νέες διαστάσεις, οι οποίες προσθέτουν στη συνταγματική προστασία το διεθνές και το ενωσιακό δίκαιο, με ιδιαίτερη έμφαση στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.
Η Καθηγήτρια ανέλυσε τον όρο «πολυεπίπεδη προστασία», επισημαίνοντας τη διαρκή αλληλεπίδραση μεταξύ των εθνικών και υπερεθνικών κανόνων δικαίου. Όπως υπογράμμισε, το ίδιο το Σύνταγμα προβλέπει ρητά την ιεραρχία των κανόνων δικαίου για ένα μέρος του διεθνούς δικαίου, ενώ για το ενωσιακό δίκαιο αυτό δεν αναφέρεται ρητώς. Παράλληλα, περιλαμβάνει διατάξεις που στοχεύουν στη διαφύλαξή του, με χαρακτηριστικότερη τη «ρήτρα αιωνιότητας», η οποία υπογραμμίζει τη σημασία που αποδίδει το Σύνταγμα στην ύπαρξή του.
Αναφερόμενη στη σχέση εθνικού και ενωσιακού δικαίου, τόνισε ότι το ελληνικό Σύνταγμα αναγνωρίζει ρητά την υπερνομοθετική ισχύ των κανόνων που απορρέουν από διεθνείς συμβάσεις και γενικώς παραδεδεγμένους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Από την άλλη, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης θεωρεί την υπεροχή του ενωσιακού δικαίου θεμελιώδες στοιχείο της ύπαρξής του, γεγονός που έχει δημιουργήσει ένα διαρκές πεδίο διαπραγμάτευσης μεταξύ των δύο συστημάτων.
«Ήδη από τη δεκαετία του 1970, διάφορα εθνικά συνταγματικά δικαστήρια άρχισαν να θέτουν περιορισμούς στην απόλυτη υπεροχή του ενωσιακού δικαίου», σημείωσε, αναδεικνύοντας τις διαφορετικές προσεγγίσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στην Ελλάδα, οι απόψεις διίστανται σχετικά με το ζήτημα της υπεροχής, καθώς ήδη από τη δεκαετία του 1990 είχε διατυπωθεί η άποψη ότι το άρθρο 28 παράγραφοι 2 και 3 του Συντάγματος αποτελούν ειδικές αναθεωρητικές ρήτρες, επιτρέποντας την προσαρμογή του Συντάγματος στην ευρωπαϊκή έννομη τάξη.
Ολοκληρώνοντας την παρέμβασή της, τόνισε τη δυναμική αλληλεπίδραση μεταξύ των εθνικών και ενωσιακών κανόνων δικαίου, καταλήγοντας: «Το ενωσιακό δίκαιο δεν υπονομεύει, αλλά αντιθέτως ενισχύει τη σημασία του εθνικού Συντάγματος. Δεν το θέτει σε κίνδυνο, αλλά προσθέτει νέες διαστάσεις στη συνταγματική προστασία, ενσωματώνοντας εξελίξεις του διεθνούς και ευρωπαϊκού νομικού πλαισίου».
Κώστας Μαυριάς
«Ο ευρωπαϊκός πολιτισμός, ως εννοιολογικό γένος, αποτελείται από διακριτές πολιτισμικές συνιστώσες, οι οποίες οφείλουν να συνεχίσουν να υπάρχουν και να εξελίσσονται, διατηρώντας τη μοναδικότητα και την ιστορική τους συνέχεια»
Ο Κώστας Μαυριάς, Ομότιμος Καθηγητής του ΕΚΠΑ και Πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής, εξέφρασε επιφυλάξεις, όσον αφορά την πορεία των ευρωπαϊκών εξελίξεων, τονίζοντας ότι η έννοια του εθνικού Συντάγματος παραμένει κομβική, ακόμα και στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και του πολυεπίπεδου συνταγματισμού.
Στην ομιλία του, αναφέρθηκε στη μακρά παράδοση σχολιασμού των συνταγματικών κειμένων σε άλλες χώρες, επισημαίνοντας ότι στη Γερμανία κυκλοφορούν 16 μεγάλα έργα συνταγματικής ερμηνείας, με το πρώτο να εκδίδεται ήδη από το 1953. Στη Γαλλία υπάρχουν τρία μείζονα έργα και έξι μικρότερα, ενώ στην Ιταλία η βιβλιογραφία περιλαμβάνει δύο εκτεταμένα έργα και 25 μικρότερα. Στην Ισπανία, αντίστοιχα, υπάρχει ένα δίτομο έργο μεγάλης έκτασης, καθώς και άλλα μικρότερα, ενώ σημαντική είναι η παραγωγή σχετικών έργων και στη Λατινική Αμερική.
«Στη σύγχρονη εποχή, οφείλουμε στον Ευάγγελο Βενιζέλο και στον Βασίλη Σκουρή τον προσανατολισμό προς το “επαυξημένο Σύνταγμα” και τον “πολυεπίπεδο συνταγματισμό”», ανέφερε ο κ. Μαυριάς. Όπως εξήγησε, ο «πολυεπίπεδος συνταγματισμός», σύμφωνα με τον Βενιζέλο, συνίσταται στη συνύπαρξη και εναρμόνιση διαφορετικών νομικών συστημάτων «συνταγματικού» χαρακτήρα, τα οποία διεκδικούν υπεροχή, και των οποίων η κανονιστική ύλη διασταυρώνεται με αυτή του εθνικού Συντάγματος.
Ο Καθηγητής Μαυριάς επισήμανε ότι η διαρκής σημασία του εθνικού Συντάγματος μπορεί να γίνει κατανοητή και μέσα από τη νομοθετική παραγωγή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με τον ίδιο, η θεσμική και πολιτική δράση των Βρυξελλών, η οποία συχνά διεκδικεί υπερεθνική αρμοδιότητα, έρχεται αντιμέτωπη με την εθνική κυριαρχία, με σημείο αναφοράς το ίδιο το εθνικό Σύνταγμα.
Αναφερόμενος στις σύγχρονες προκλήσεις της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ο κ. Μαυριάς επεσήμανε ότι σημαντικές αλλαγές στη θεσμική αρχιτεκτονική της ΕΕ προωθούνται, χωρίς επαρκή δημοκρατική διαβούλευση. Υπενθύμισε το παράδειγμα των δημοψηφισμάτων στη Γαλλία και την Ολλανδία πριν από 20 χρόνια, όπου οι πολίτες απέρριψαν το Σύνταγμα της Ευρώπης, χωρίς όμως αυτό να αποτρέψει την εφαρμογή του, καθώς οι βασικές του διατάξεις επανήλθαν μέσω της Συνθήκης της Λισαβόνας.
Επιπλέον, έθιξε την έλλειψη ουσιαστικού διαλόγου για ζητήματα όπως η κατάργηση της αρχής της ομοφωνίας στα όργανα της ΕΕ και η μετάβαση του ευρώ σε ψηφιακή μορφή. Όπως προειδοποίησε, η υιοθέτηση του ψηφιακού ευρώ, αν και προβάλλεται ως εργαλείο διαφάνειας, ενέχει τον κίνδυνο βαθιάς διείσδυσης στον πυρήνα του θεμελιώδους δικαιώματος του ιδιωτικού βίου.
Στο τελευταίο μέρος της ομιλίας του, ο κ. Μαυριάς αναφέρθηκε στις πολιτισμικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο δυτικός κόσμος. Όπως σημείωσε, παράλληλα με τη διαρκή ενίσχυση της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο δυτικός πολιτισμός δίνει μάχη για τη διατήρηση των θεμελιωδών χαρακτηριστικών που τον διακρίνουν.
«Το κρίσιμο ερώτημα είναι πώς μπορούν να διασωθούν οι αξίες του δυτικού πολιτισμού, ως μετεξέλιξη του Διαφωτισμού, μέσα στις σημερινές συγκρουσιακές συνθήκες», υπογράμμισε, τονίζοντας ότι η απάντηση δεν μπορεί να είναι η πολιτιστική ομογενοποίηση. «Ο ευρωπαϊκός πολιτισμός, ως εννοιολογικό γένος, αποτελείται από διακριτές πολιτισμικές συνιστώσες, οι οποίες οφείλουν να συνεχίσουν να υπάρχουν και να εξελίσσονται, διατηρώντας τη μοναδικότητα και την ιστορική τους συνέχεια», κατέληξε.
Λίνος-Αλέξανδρος Σισιλιάνος
«Αν προσεγγίσουμε το ζήτημα με όρους υπεροχής έννομων τάξεων, δεν θα καταλήξουμε σε σαφές συμπέρασμα»
Ο Λίνος-Αλέξανδρος Σισιλιάνος, Καθηγητής του ΕΚΠΑ και πρώην Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), ανέδειξε το διακριτικό γνώρισμα του έργου, που παρουσιάστηκε: την εκτενή εισαγωγή του Ευάγγελου Βενιζέλου, η οποία δομείται σε 13 κεφάλαια. Σε αυτήν, θεμελιώνεται η θεωρητική επεξεργασία που υποστηρίζει την κατ’ άρθρο ερμηνεία του Συντάγματος, αποκρυσταλλώνοντας τη φιλοσοφία και την προσέγγιση του τόμου συνολικά.
Κατά την ανάλυση της εισαγωγής, ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε, μεταξύ άλλων, στη συνταγματοποίηση του διεθνούς δικαίου και στη διεθνοποίηση του εθνικού Συντάγματος, φαινόμενα που καταδεικνύουν τη διαρκή και προοδευτική ώσμωση των δύο. Ο κ. Σισιλιάνος υπογράμμισε ότι αυτή η αλληλεπίδραση δεν είναι θεωρητική, αλλά πρακτική και ουσιαστική.
Αναλύοντας την έννοια του κράτους δικαίου, ο κ. Σισιλιάνος ξεχώρισε την αναφορά στις ανεξάρτητες αρχές, ως θεμελιώδη συνιστώσα του κοινωνικού κράτους δικαίου. Η ύπαρξη και η λειτουργία των ανεξάρτητων αρχών δεν αποτελούν απλώς μια θεσμική καινοτομία, αλλά έναν μηχανισμό εγγύησης των συνταγματικών αξιών, διασφαλίζοντας την ορθή εφαρμογή των κανόνων δικαίου σε σύγχρονα κράτη με πολυεπίπεδη διακυβέρνηση.
Στο ίδιο πλαίσιο, ο κ. Σισιλιάνος αναφέρθηκε τόσο στη στενή αλληλεπίδραση μεταξύ του εθνικού και του διεθνούς δικαίου, υπογραμμίζοντας τη σημασία του «επαυξημένου Συντάγματος» και του «ερμηνευτικού μονισμού».
Όπως ανέφερε, ο Ευάγγελος Βενιζέλος περιγράφει αυτή τη σχέση ως μια διαδικασία ώσμωσης, κατά την οποία η διεθνής έννομη τάξη και οι εσωτερικές έννομες τάξεις αλληλεπιδρούν, επηρεάζοντας η μία την άλλη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της δυναμικής αποτελεί η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), η οποία επιδρά σε όλους τους κλάδους δικαίου, από το αστικό έως το χωροταξικό, ενώ ταυτόχρονα επηρεάζει όλες τις συνιστώσες που συγκροτούν τον πυρήνα της κρατικής εξουσίας.
Ο κ. Σισιλιάνος επισήμανε ότι η δυναμική της ώσμωσης αποτυπώνεται και στο γεγονός ότι το εθνικό δίκαιο αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της ΕΣΔΑ. Η ίδια η Σύμβαση αναφέρεται επανειλημμένως στο εθνικό δίκαιο, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι οι δύο έννομες τάξεις βρίσκονται σε συνεχή διάλογο.
«Αν προσεγγίσουμε το ζήτημα με όρους υπεροχής έννομων τάξεων, δεν θα καταλήξουμε σε σαφές συμπέρασμα», σημείωσε, υπογραμμίζοντας ότι το ποιο δίκαιο υπερέχει εξαρτάται από το ποιος το ερμηνεύει. Συνεπώς, η λύση δεν βρίσκεται στην αντιπαράθεση, αλλά στη σύνθεση των έννομων τάξεων.
«Η ερμηνεία του Συντάγματος πρέπει να γίνεται υπό το φως του διεθνούς και του ενωσιακού δικαίου, αλλά και η ερμηνεία του δικαίου της ΕΣΔΑ πρέπει να λαμβάνει υπόψη το εθνικό Σύνταγμα, το περιθώριο εκτίμησης που αυτό αναγνωρίζει και, εντέλει, το εθνικό δίκαιο συνολικά», κατέληξε.
Φίλιππος Σπυρόπουλος
«Χωρίς τη γενική συνταγματική θεωρία, η διανοητική πορεία των νομικών θα ήταν μια μάταιη, αδιέξοδη και άσκοπη περιπτωσιολογική περιπλάνηση»
Ο Φίλιππος Σπυρόπουλος, Ομότιμος Καθηγητής του ΕΚΠΑ και πρώην υπηρεσιακός Υπουργός Δικαιοσύνης, αναφερόμενος στην Κατερίνα Σακελλαροπούλου, Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, παρατήρησε ότι κατά τη διάρκεια της θητείας της κέρδισε ανεκτίμητα αντίδωρα των δικών της προσφορών και δώρων: τιμή, σεβασμό και αγάπη.
Στη συνέχεια, τόνισε ότι η δημοκρατία δεν συναρτάται με τη συγκρότηση και την οργάνωση του κράτους, που τελικά εκφράζουν την ισχύ και την οργανωμένη βία, αλλά με την πολιτεία, η οποία αποσκοπεί στην εμπέδωση της ειρήνης, της δικαιοσύνης και της φιλίας των λαών. Στο Σύνταγμα, η λαϊκή κυριαρχία έχει κυρίως συμβολική διάσταση, καθώς, πέρα από την κυριαρχία του νόμου, το συνταγματικό κράτος δεν αναγνωρίζει άλλες κυριαρχίες. Ανατρέχοντας στο τρίπτυχο της Γαλλικής Επανάστασης –ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα– επισήμανε ότι σήμερα αυτό έχει μετασχηματιστεί στο θεσμικό τρίπτυχο δημοκρατία, κράτος δικαίου και κοινωνικό κράτος. Ένα τρίπτυχο με ιστορικές ρίζες 235 ετών, που εκτείνονται ακόμα βαθύτερα, αν συμπεριλάβουμε τη μακρά διαδικασία διαμόρφωσής του. Η δημοκρατία εδράζεται στην αρχή της πλειοψηφίας, η ελευθερία στην προστασία της μειοψηφίας και το κοινωνικό κράτος στον περιορισμό της ελευθερίας, ιδίως της οικονομικής, προς ανακούφιση των ασθενέστερων και προς διαφύλαξη της κοινωνικής συνοχής. Οι τρεις αυτές έννοιες δεν είναι απολύτως συμβατές μεταξύ τους, καθώς θεμελιώνονται σε αρχές που επιτάσσουν διαφορετικά πράγματα. Ωστόσο, δεν αλληλοαναιρούνται, αλλά αλληλοπροσαρμόζονται και εναρμονίζονται μέσα από την κλασική νομική μεθοδολογία της πρακτικής συμφιλίωσης των αντιθέσεων. Η δημοκρατία, το κράτος δικαίου και το κοινωνικό κράτος συνυπάρχουν, αλλά και συναγωνίζονται, με την ιστορία να αποτυπώνει τεράστιες παλινωδίες και συγκρούσεις, στις οποίες δοκιμάστηκαν όχι μόνο οι ίδιες οι θεσμικές ισορροπίες, αλλά και η ελευθερία, η δημοκρατία και η ίδια η αξία του ανθρώπου. Παρά τις αναταράξεις αυτές, σε πολιτειακό επίπεδο παραμένουν αδιαίρετες, όπως και οι οργανωτικές τους εκφάνσεις. Άλλωστε, η ίδια η λέξη «δημοκρατία» θα ήταν κενή περιεχομένου, αν δεν ενσωμάτωνε την ελευθερία και την ανθρωπιά.
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του, αναφέρθηκε στην εισαγωγή του Ευάγγελου Βενιζέλου, υπογραμμίζοντας ότι χωρίς τη γενική θεωρία, η διανοητική πορεία των νομικών θα ήταν μια μάταιη, αδιέξοδη και άσκοπη περιπτωσιολογική περιπλάνηση.
Χαράλαμπος Ανθόπουλος
«Η ταυτόχρονη ισχύς τριών συνταγματικών καταλόγων αποκτά ουσιαστικό νόημα μόνο όταν ο ερμηνευτής και ο εφαρμοστής του δικαίου, αξιοποιώντας αυτήν την ώσμωση, επιλέγει εκείνη την ερμηνεία, εκείνη τη θεωρία και εκείνη τη νομολογία που διασφαλίζει την πληρέστερη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων»
Ο Χαράλαμπος Ανθόπουλος, Καθηγητής του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου, ανέδειξε την πολυεπίπεδη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων ως μια res vera, ένα πραγματικό γεγονός που υφίσταται στη νομική πραγματικότητα. Σήμερα, όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα, ισχύουν τρία ουσιαστικά συνταγματικά κείμενα. Η παράλληλη ύπαρξη τριών καταλόγων συνταγματικών δικαιωμάτων δεν είναι από μόνη της ούτε θετική, ούτε αρνητική εξέλιξη. Περισσότερα κείμενα σημαίνουν περισσότερους δικαστές, αλλά ενδέχεται να συνεπάγονται και μεγαλύτερη σύγχυση. Πέρα από αυτή την περιγραφική προσέγγιση της πολυεπίπεδης προστασίας, η νομική θεωρία οφείλει να της προσδώσει εννοιολογικό περιεχόμενο. Αυτό ακριβώς, όπως παρατήρησε, επιχειρεί ο Ευάγγελος Βενιζέλος στο εισαγωγικό του κείμενο, προτείνοντας μια θεωρία της πολυεπίπεδης προστασίας, η οποία βασίζεται στην αρχή της μεγιστοποίησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Η ταυτόχρονη ισχύς τριών συνταγματικών καταλόγων αποκτά ουσιαστικό νόημα, μόνο όταν ο ερμηνευτής και ο εφαρμοστής του δικαίου, αξιοποιώντας αυτήν την ώσμωση, επιλέγει εκείνη την ερμηνεία, εκείνη τη θεωρία και εκείνη τη νομολογία, που διασφαλίζει την πληρέστερη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Στο πλαίσιο αυτό, μνημονεύθηκε μια απόφαση του Ιταλικού Συνταγματικού Δικαστηρίου του 2009, σύμφωνα με την οποία, όταν σε μια συγκεκριμένη υπόθεση συνυπάρχουν τρεις συνταγματικές διατάξεις ή τρεις διαφορετικές συνταγματικές νομολογίες, δεν μπορεί να στερηθεί από το υποκείμενο των δικαιωμάτων η ευνοϊκότερη προστασία που προσφέρει μία εξ αυτών.
Εν συνεχεία, όπως σημείωσε, η απροθυμία ορισμένων επιστημονικών κύκλων να αποδεχθούν την αρχή της μεγιστοποίησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων αποδίδεται, κατά τον ίδιο, στη δυσπιστία τους απέναντι στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Αυτό που φαίνεται να ενοχλεί είναι ο εμπλουτισμός του εθνικού Συντάγματος, μέσω της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Χαρακτηριστική είναι, κατά τον ίδιο, η πρόσφατη υπόθεση Wałęsa του 2023, που ήρθε ενώπιον του ΕΔΔΑ και αφορούσε την παρέμβαση της τότε πολωνικής κυβέρνησης στη σύνθεση του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Το πολωνικό κράτος, ως εναγόμενο, υιοθέτησε στάση συνταγματικού πατριωτισμού, προβάλλοντας με αυτοπεποίθηση τον ισχυρισμό ότι το εθνικό του Σύνταγμα υπερέχει. Το ΕΔΔΑ, ωστόσο, απάντησε επικαλούμενο τη Σύμβαση της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών, υπενθυμίζοντας ότι κανένα κράτος δεν μπορεί να επικαλεστεί τον «ουσιώδη συνταγματικό του πυρήνα» απέναντι στη νομολογία του ΕΔΔΑ, εκτός αν η επίκληση αυτή συνδέεται με την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Λίνα Παπαδοπούλου
«Η μεγάλη παρακαταθήκη αυτής της συνταγματικής προστασίας είναι ο γόνιμος διάλογος που αναπτύσσεται μεταξύ των εθνικών και υπερεθνικών εννόμων τάξεων, εντός του συνταγματικού χώρου»
Η Λίνα Παπαδοπούλου, Καθηγήτρια του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, αναφέρθηκε στο τρίπτυχο δημοκρατία, κράτος δικαίου και κοινωνικό κράτος, το οποίο έχει πλέον αποκτήσει το νόημα του ευρωπαϊκού συνταγματικού πολιτισμού. Όπως σημείωσε, αυτός ο πολιτισμός, έχοντας θετικοποιηθεί και ενσωματωθεί στα εθνικά συντάγματα, αποτέλεσε εξαρχής τη βάση για τη συγκρότηση του ίδιου του ευρωπαϊκού συντάγματος. Έχει υποστηριχθεί μάλιστα από την ίδια ότι τα εθνικά συντάγματα συνιστούν προσυνταγματικούς συνταγματικούς κανόνες για την Ευρωπαϊκή Ένωση, από τους οποίους η ίδια δεν μπορεί να αποδράσει. Στις ίδιες θεμελιώδεις αξίες εδράζεται και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η οποία, όπως επεσήμανε, λειτουργεί ως κοινός συνδετικός κρίκος μεταξύ των εθνικών και υπερεθνικών εννόμων τάξεων.
Η κ. Παπαδοπούλου τόνισε ότι, παρά τον πολυεπίπεδο χαρακτήρα αυτής της προστασίας, ο πλούτος των συνταγματικών επιπέδων δεν οδηγεί σε σύγκρουση μεταξύ τους. Αντίθετα, όπως ανέφερε, λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων. «Η μεγάλη παρακαταθήκη αυτής της συνταγματικής προστασίας είναι ο γόνιμος διάλογος που αναπτύσσεται μεταξύ των εθνικών και υπερεθνικών εννόμων τάξεων, εντός του συνταγματικού χώρου», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Στην εκδήλωση παρευρέθηκαν, μεταξύ άλλων, ο πρώην υπηρεσιακός Πρωθυπουργός και Επίτιμος Πρόεδρος του ΣτΕ κ. Παναγιώτης Πικραμμένος, η πρώην υπηρεσιακή Πρωθυπουργός και Επίτιμη Πρόεδρος του ΑΠ κ. Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου, ο πρώην Υπουργός Δικαιοσύνης, Ακαδημαϊκός κ. Μιχάλης Σταθόπουλος, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας και Καθηγητής Νομικής Σχολής ΑΠΘ κ. Μιχάλης Πικραμένος, η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κ. Γεωργία Αδειλίνη, ο Πρόεδρος της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και Επίτιμος Πρόεδρος του ΣτΕ κ. Κωνσταντίνος Μενουδάκος, η Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού και Επίτιμη Πρόεδρος του ΣτΕ κ. Ειρήνη Σαρπ, ο πρώην Πρόεδρος του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ομότιμος Καθηγητής Νομικής Σχολής ΑΠΘ κ. Βασίλης Σκουρής, ο Επίτιμος Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας και πρώην υπηρεσιακός Υπουργός Δικαιοσύνης κ. Χρίστος Γεραρής, ο Επίτιμος Πρόεδρος του Αρείου Πάγου και πρώην Πρόεδρος του ΕΣΡ κ. Αθανάσιος Κουτρομάνος, ο Γενικός Επίτροπος Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων κ. Ιωάννης Συμεωνίδης, ο Επίτιμος Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κ. Ισίδωρος Ντογιάκος, καθώς και πλήθος ανώτερων δικαστικών λειτουργών και μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας.