fbpx

Ευρωπαϊκό Σύνταγμα: Η σκληρή αλήθεια 20 χρόνια μετά – Η εκδήλωση του EPLO με το Ίδρυμα Κυριαζή

Το όραμα για ένα κοινό Ευρωπαϊκό Σύνταγμα συνεχίζει να εγείρει ερωτήματα γύρω από την κυριαρχία και τις θεμελιώδεις αρχές της Ένωσης – Στο Συνέδριο με τίτλο «Σύνταγμα – Ευρώπη – Ελλάδα» το ζήτημα ήρθε εκ νέου στην επιφάνεια

Χρόνος ανάγνωσης 11 λεπτά
Χρόνος ανάγνωσης 11 λεπτά

Δείτε επίσης

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, κατά τη συνεδρίασή του στο Λάακεν στις 14 και 15 Δεκεμβρίου 2001, διαπίστωσε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση βρισκόταν σε μια κρίσιμη καμπή, υπαρξιακής σημασίας, και αποφάσισε τη σύγκληση της Ευρωπαϊκής Συνέλευσης για το μέλλον της Ευρώπης. Οι εργασίες της Συνέλευσης κατέληξαν στην εκπόνηση του σχεδίου για τη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με σκοπό τη θέσπιση ενός Ευρωπαϊκού Συντάγματος. Παρά τις μεγάλες προσδοκίες, η πορεία αυτή δεν καρποφόρησε και το σχέδιο του Ευρωπαϊκού Συντάγματος ναυάγησε, γεγονός που δημιούργησε πολλά σενάρια σχετικά με την πορεία και την κατάσταση στην οποία θα βρισκόταν η Ευρωπαϊκή Ένωση σήμερα, αν το εγχείρημα είχε προχωρήσει.

Το «Ευρωπαϊκό Σύνταγμα» βρέθηκε στο επίκεντρο της πρώτης ενότητας του συνεδρίου με τίτλο «Σύνταγμα – Ευρώπη – Ελλάδα», το οποίο διοργανώθηκε την Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2024 από το Ινστιτούτο για τη Δικαιοσύνη και την Ανάπτυξη του EPLO, σε συνεργασία με το Ίδρυμα Κωνσταντίνου και Αρτέμιδος Κυριαζή.

Το “NB Daily” βρέθηκε στην εκδήλωση παρακολουθώντας το σχετικό πάνελ, το οποίο συντόνισε ο Βασίλειος Σκουρής, πρώην Πρόεδρος του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ομότιμος Καθηγητής Διοικητικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Στο πάνελ συμμετείχαν οι: Ευάγγελος Βενιζέλος, πρώην Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Giuliano Amato, πρώην Πρωθυπουργός της Ιταλίας, Επίτιμος Πρόεδρος του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ιταλίας και Επίτιμος Πρόεδρος της Διεθνούς Πανεπιστημιακής Σχολής European Law & Governance School (ELGS) του EPLO, Anna Sarah Lind, Καθηγήτρια Δημοσίου Δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Ουψάλα, και Λίνα Παπαδοπούλου, Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου (Έδρα Jean Monnet) της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Ευάγγελος Βενιζέλος

«Τα εθνικά Συντάγματα ελέγχονται χωρίς κανένα ενδοιασμό από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου»

Ο πρώην Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Ευάγγελος Βενιζέλος, ανέδειξε στην ομιλία του τις σύγχρονες προκλήσεις της κυριαρχίας και του συνταγματισμού. Ο ίδιος επικεντρώθηκε στη σύνδεση του κράτους, του Συντάγματος και της κυριαρχίας, με έμφαση στις αλλαγές που επιφέρει η ένταξη κρατών σε υπερεθνικές δομές, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ο κ. Βενιζέλος τόνισε ότι το Σύνταγμα είναι ένα ιστορικό φαινόμενο στενά συνδεδεμένο με την κρατική κυριαρχία. Η συντακτική εξουσία, που αποτελεί την πιο ακραία μορφή κυριαρχίας, αναδεικνύεται ως θεμελιώδης έννοια για την ύπαρξη του κράτους. Όπως σημείωσε, η έννοια του Συντάγματος μετασχηματίζεται σε ένα περιβάλλον όπου τα κράτη, όπως αυτά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λειτουργούν πλέον ως οντότητες με «μειωμένη» ή «διαμοιρασμένη» κυριαρχία.

Ο Ευάγγελος Βενιζέλος, Πρώην Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης μιλάει κατα τη διάρκεια του Συνεδρίου του Ινστιτούτου EPLO με θέμα «Το Σύνταγμα – Ευρώπη – Ελλάδα». Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2024. ΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ/ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΕΜΠΑΠΗΣ

Σύμφωνα με τον κ. Βενιζέλο, η είσοδος κρατών σε υπερεθνικές δομές, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, οδηγεί στη σχετικοποίηση του εθνικού Συντάγματος. Τα Συντάγματα των κρατών-μελών χάνουν το μονοπώλιο της υπεροχής τους και καλούνται να συνομιλήσουν με άλλες έννομες τάξεις, όπως το διεθνές και το ενωσιακό δίκαιο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ανάγκη να προσαρμοστούν σε ένα νέο, «επαυξημένο» συνταγματικό πλαίσιο που λαμβάνει υπόψη τις διεθνείς δεσμεύσεις.

Ο πρώην Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης υπογράμμισε τη σημασία της «αλληλοπεριχώρησης», δηλαδή του αμοιβαίου σεβασμού και συντονισμού μεταξύ διαφορετικών έννομων τάξεων. Ωστόσο, επισήμανε ότι συχνά προκύπτουν συγκρούσεις, όπως φάνηκε από την απόφαση του Γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, όπου η εθνική συνταγματική τάξη αντιπαρατέθηκε με το ευρωπαϊκό δίκαιο.

Ο κ. Βενιζέλος στο ζήτημα της θέσπισης ενός Ευρωπαϊκού Συντάγματος, ανέφερε ότι σήμερα, ιδίως υπό τον παρόντα συσχετισμό δυνάμεων, επιβάλλονται «άλλες προτεραιότητες και άλλες ευαισθησίες», αφού ο ευρωπαϊκός συνταγματισμός και η κοινή ευρωπαϊκή συνταγματική παράδοση, που μνημονεύεται ρητά στις αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν δημιουργήσει μια πιο καθαρή εικόνα εν συγκρίσει με το παρελθόν.

Η ομιλία ολοκληρώθηκε με την παρατήρηση ότι η διεθνοποίηση των Συνταγμάτων και η συνταγματοποίηση του διεθνούς δικαίου είναι οι κύριες τάσεις της εποχής μας. Παρά τις εντάσεις που ενίοτε δημιουργούνται, οι εξελίξεις καθοδηγούνται από την ανάγκη προάσπισης της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτές οι αρχές, όπως υπογράμμισε ο κ. Βενιζέλος, είναι το μέτρο για το μέλλον του Συντάγματος, είτε σε εθνικό είτε σε υπερεθνικό επίπεδο.

Λίνα Παπαδοπούλου

«Το να ζητούμε από την Ευρωπαϊκή Ένωση να έχει οπωσδήποτε ένα τυπικό Σύνταγμα το οποίο πρέπει, οπωσδήποτε, για να είναι Σύνταγμα, να είναι προϊόν μιας συντακτικής εξουσίας που θα την ασκήσει ένας Ευρωπαϊκός λαός, είναι κάτι υπερβολικό»

Η δημιουργία ενός τυπικού Ευρωπαϊκού Συντάγματος, όπως το εννοούμε στα εθνικά κράτη, είναι αδύνατη, καθώς δεν υπάρχει ένας ενιαίος «Ευρωπαϊκός λαός» που να μπορεί να εκφράσει την βούλησή του μέσω μιας συντακτικής εξουσίας, όπως γίνεται σε εθνικό επίπεδο, τόνισε στην εισήγησή της η Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Λίνα Παπαδοπούλου.

Η Καθηγήτρια ανέφερε πως, παρά την έλλειψη μιας κλασικής συντακτικής εξουσίας, η ανάγκη για συνταγματική βάση στην ΕΕ παραμένει αναγκαία. Επεσήμανε πως η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα πολιτικό οικοδόμημα που στηρίζεται στην πολιτική συμφωνία των κρατών και των λαών τους, αλλά και στη συμμετοχή των πολιτών των κρατών-μελών, οι οποίοι νομιμοποιούν την εξουσία της ΕΕ.

Η Λίνα Παπαδοπούλου, Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου (Έδρα Jean Monnet) της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης μιλάει κατα τη διάρκεια του Συνεδρίου του Ινστιτούτου EPLO με θέμα «Το Σύνταγμα – Ευρώπη – Ελλάδα». Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2024. ΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ/ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΕΜΠΑΠΗΣ

Παρατηρώντας την πορεία της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης μέσα από το συνταγματικό πρίσμα, μπορούμε να δούμε ότι τόσο το Δικαστήριο όσο και οι θεωρητικοί που συνέβαλαν στην ανάπτυξη της συζήτησης για ένα Ευρωπαϊκό Σύνταγμα, ανέδειξαν το ιδεατό Σύνταγμα. «Δηλαδή, το Σύνταγμα που όχι μόνο καθορίζει ποιος ασκεί την εξουσία, αλλά και το Σύνταγμα που περιορίζει την εξουσία», όπως χαρακτηριστικά σημείωσε.

Το ερώτημα που τίθεται, σύμφωνα με την κ. Παπαδοπούλου, είναι αν μπορούμε σήμερα, σε μια εποχή που φαίνεται απογοητευτική για όσους ήλπιζαν σε μεγαλύτερη πρόοδο στην πορεία της συνταγματοποίησης ή ακόμα και της ομοσπονδιοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να προσθέσει κάτι επιπλέον η νομική κοινότητα. Σύμφωνα με την ίδια το επόμενο βήμα, το οποίο θα μπορούσε να είναι και πάλι δικαστικά διαμορφωμένο από το ΔΕΕ ή θεωρητικά επεξεργασμένο από ακαδημαϊκούς, θα ήταν να αναδειχθεί το Σύνταγμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως την τομή ανάμεσα στους τυπικούς κανόνες δικαίου, οι οποίοι είναι νομικά υπερέχοντες, και το ουσιαστικό στοιχείο, πάντα υπό το πρίσμα του ιδεατού Συντάγματος, δηλαδή των θεμελιωδών αξιών που είναι κοινές για τα κράτη-μέλη μεταξύ τους, αλλά και για τα κράτη-μέλη και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Υπό αυτή την έννοια, κατά τη γνώμη της, είναι πολύ σημαντικό να τονίζουμε αυτήν την αξιακή ομοιογένεια. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, άλλωστε, δημιουργήθηκε από τα κράτη-μέλη και, συνεπώς, δεν μπορούσε παρά να ενστερνίζεται και να ακολουθεί τις αξίες που τα ίδια τα κράτη-μέλη υποστηρίζουν, τουλάχιστον σε αυτή την ιδεατή μορφή, όπως τέλος εξήγησε.

Anna Sarah Lind

«Η Σουηδία ήταν αρχικά διστακτική στο να ενσωματώσει θεμελιώδεις συνθήκες για τα ανθρώπινα δικαιώματα»

Η Καθηγήτρια Δημοσίου Δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Ουψάλα, Anna Sarah Lind, ξεκίνησε την ομιλία της αναφέροντας την προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης -πριν από περισσότερα από 20 χρόνια- να δημιουργήσει ένα κοινό Ευρωπαϊκό Σύνταγμα. Η αρχική φιλοδοξία ήταν να καταρτιστεί ένα ενιαίο θεσμικό και πολιτικό πλαίσιο, το οποίο να αντικατοπτρίζει το όραμα ενός κοινού μέλλοντος για την Ευρώπη: «Ένας λαός, μια σημαία, μία Διακήρυξη Δικαιωμάτων και, τελικά, ένα Σύνταγμα», όπως παρατήρησε. Ωστόσο, αυτή η φιλοδοξία συνάντησε μεγάλες αντιδράσεις από χώρες, όπως η Ολλανδία και η Γαλλία, με τους πολίτες να μην πείθονται για την ανάγκη αυτού του Συντάγματος.

Η Anna Sarah Lind, Καθηγήτρια Δημοσίου Δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Ουψάλα μιλάει κατα τη διάρκεια του Συνεδρίου του Ινστιτούτου EPLO με θέμα «Το Σύνταγμα – Ευρώπη – Ελλάδα». Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2024. ΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ/ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΕΜΠΑΠΗΣ

Αναλογιζόμενη τη σημασία του Συντάγματος, η καθηγήτρια επεσήμανε ότι τα Συντάγματα δεν αποτελούν απλώς σύνολα κανόνων, αλλά θεμέλια του κράτους δικαίου, παρέχοντας σταθερότητα και ασφάλεια στους πολίτες. Στο Σύνταγμα καθορίζεται πώς λειτουργεί το πολιτικό σύστημα, περιορίζονται οι εξουσίες και προστατεύονται τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών.

Η Καθηγήτρια Lind αναφέρθηκε επίσης στην ιδιαίτερη πορεία της Σουηδίας στο συνταγματικό της σύστημα, σημειώνοντας ότι η χώρα δεν υπήρξε θύμα μεγάλων πολέμων ή επαναστάσεων κατά τον 20ο αιώνα, γεγονός που επηρέασε τις συνταγματικές της εξελίξεις. Η Σουηδία διαθέτει τέσσερα βασικά συντάγματα, τα οποία καθορίζουν τις δημοκρατικές διαδικασίες και την εξουσία της κυβέρνησης, με τα πρώτα να έχουν ρίζες στον 17ο αιώνα. Η έννοια της ελευθερίας του λόγου είναι επίσης θεμελιώδης στην Σουηδία, καθώς το Σουηδικό Σύνταγμα περιλαμβάνει νόμους που διασφαλίζουν την ελευθερία του τύπου και της έκφρασης, με ρίζες από το 1766.

Η Σουηδία, σύμφωνα με την καθηγήτρια Lind, υπήρξε πάντοτε αφοσιωμένη στη διαφάνεια, επιτρέποντας στους πολίτες να ζητούν δημόσια έγγραφα και να ενημερώνονται για τις διαδικασίες των τοπικών και κεντρικών κυβερνήσεων, κάτι που ενισχύει τη δικαιοσύνη και την ακεραιότητα του πολιτικού συστήματος.

Ο Βασίλειος Σκουρής, πρώην Πρόεδρος του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ομότιμος Καθηγητής Διοικητικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης μιλάει κατα τη διάρκεια του Συνεδρίου του Ινστιτούτου EPLO με θέμα «Το Σύνταγμα – Ευρώπη – Ελλάδα». Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2024. ΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ/ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΕΜΠΑΠΗΣ

«Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι η Σουηδία ήταν αρχικά διστακτική στο να ενσωματώσει θεμελιώδεις συνθήκες για τα ανθρώπινα δικαιώματα και το διεθνές δίκαιο», όπως χαρακτηριστικά παρατήρησε η κ. Lind, υπογραμμίζοντας ότι η τάση αυτή άλλαξε το 1995, όταν η Σουηδία υπέγραψε την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, εξαιτίας του γεγονότος ότι επρόκειτο να ενταχθεί η χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και υπήρχε η ανησυχία ότι η μη συμμόρφωση με αυτά τα πρότυπα θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ένταξη.

Περαιτέρω, όπως τόνισε, η Σουηδία, αν και αναθεωρεί το Σύνταγμά της συχνά (έχει προχωρήσει σε τρεις σημαντικές συνταγματικές αναθεωρήσεις: το 1979, το 1994 και το 2010), αποφεύγει τις μεγάλες ριζικές αλλαγές, εστιάζοντας σε πιο διαχειρίσιμες τροποποιήσεις που είναι κατανοητές και εφαρμόσιμες στην καθημερινή ζωή. Και όπως υπογράμμισε, η Σουηδία, παρά το γεγονός ότι δεν διαθέτει ένα συνταγματικό δικαστήριο με καθορισμένες εξουσίες δικαστικού ελέγχου, ακολουθεί ένα αποκεντρωμένο σύστημα δικαστικού ελέγχου, όπου όλα τα δικαστήρια και οι διοικητικές υπηρεσίες, ακόμα και τα πανεπιστήμια, έχουν την υποχρέωση να αρνηθούν την εφαρμογή ενός κανόνα που έρχεται σε σύγκρουση με ισχυρότερους κανόνες δικαίου, όπως είναι τα νομοθετικά κείμενα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Giuliano Amato

«Η πραγματική απειλή για τη Δημοκρατία δεν προέρχεται από εξωτερικούς εχθρούς, αλλά από εσωτερικούς παράγοντες, όπως τα πολιτικά συστήματα που συχνά καλλιεργούν την εχθρότητα και τη διχόνοια»

Ο Giuliano Amato, πρώην Πρωθυπουργός της Ιταλίας και Επίτιμος Πρόεδρος του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ιταλίας, αρχικά συνεχάρη την Ελλάδα για την επέτειο των 50 ετών από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, τονίζοντας ότι οι δημοκρατικοί θεσμοί έχουν εδραιωθεί και έχουν επιβιώσει, παρά τις πολιτικές και κοινωνικές αντιξοότητες των ετών.

Στη συνέχεια, ο κ. Amato ανέφερε πως η Δημοκρατία, ακόμα και στις πιο παραδοσιακά δημοκρατικές χώρες, είναι πιο ευάλωτη από ποτέ. Υπογράμμισε ότι η πραγματική απειλή για τη Δημοκρατία προέρχεται όχι από εξωτερικούς εχθρούς, αλλά από εσωτερικούς παράγοντες, όπως τα πολιτικά συστήματα που ενισχύουν την εχθρότητα και την πόλωση, αντί να προάγουν τη συνεργασία για το κοινό καλό. Ο πρώην Πρωθυπουργός τόνισε την επικινδυνότητα του αρνητικού «partisanship», το οποίο, αν και μπορεί να αποφέρει εκλογικές νίκες, βλάπτει μακροπρόθεσμα τη Δημοκρατία.

Ο Giuliano Amato, Πρώην Πρωθυπουργός της Ιταλίας, Επίτιμος Πρόεδρος του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ιταλίας, Επίτιμος Πρόεδρος της Διεθνούς Πανεπιστημιακής Σχολής European Law & Governance School (ELGS) του EPLO κατα τη διάρκεια του Συνεδρίου του Ινστιτούτου EPLO με θέμα «Το Σύνταγμα – Ευρώπη – Ελλάδα». Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2024. ΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ/ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΕΜΠΑΠΗΣ

Ο Amato επισήμανε ότι η πολιτική σήμερα επικεντρώνεται πιο συχνά στη δημιουργία διχασμού παρά στη συναίνεση, και πως αυτό αποτελεί σοβαρή απειλή για την ενότητα και τη συνοχή των κοινωνιών. Η Δημοκρατία, είπε, χρειάζεται συνεργασία και συνοχή, και πρόσθεσε ότι οι παγκόσμιες προκλήσεις, όπως η κλιματική αλλαγή, απαιτούν διεθνή συνεργασία και συνεργασία εντός των εθνικών κοινοτήτων.

Ωστόσο, παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν, ο Amato εξέφρασε την πεποίθηση ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει ένα ισχυρό θεσμικό πλαίσιο που μπορεί να ενισχύσει τη συνεργασία και την ενότητα των κρατών-μελών της. Αναφέρθηκε ιδιαίτερα στις θεμελιώδεις αρχές που θεσπίζονται από τη Συνθήκη της Λισαβώνας, τονίζοντας τη σημασία των κοινών αξιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ενίσχυση της Δημοκρατίας.

Κλείνοντας την ομιλία του, ο Amato κάλεσε τους πολίτες και τους ηγέτες της Ευρώπης να παραμείνουν πιστοί στις δημοκρατικές τους αξίες και να συνεχίσουν να εργάζονται για την προστασία της Δημοκρατίας και για έναν καλύτερο κόσμο.

- Διαφήμιση -

- Διαφήμιση -

Πρόσφατες αναρτήσεις

- Διαφήμιση -