Με την ΑΠ 1073/2021 επικαιροποιείται η νομολογία του Ακυρωτικού για την ανάγνωση μαρτυρικών καταθέσεων της προδικασίας, που δεν εμφανίστηκαν στην ακροαματική διαδικασία αν και δεν συνέτρεχαν οι όροι του άρθρου 363 παρ. 1 ΚΠΔ.
Σχετικές διατάξεις: Κατά τη διάταξη του άρθρου 363 §1 εδ. 1 του ΚΠΔ, στις περιπτώσεις που είναι αδύνατη η εμφάνιση ενός μάρτυρα στο ακροατήριο, εξαιτίας θανάτου, γήρατος, μακράς και σοβαρής ασθένειας, μη ανεύρεσής του, λόγω αδυναμίας εντοπισμού της διεύθυνσης κατοικίας του ή σε όσες άλλες περιπτώσεις ορίζει ο νόμος διαβάζεται στο ακροατήριο, αν υποβληθεί αίτηση ή αυτεπαγγέλτως, η ένορκη κατάθεσή του που δόθηκε στην προδικασία, εκτός αν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 354. Η ανάγνωση της ένορκης κατάθεσης της προδικασίας, χωρίς τη συνδρομή των ανωτέρων προϋποθέσεων, επιφέρει ακυρότητα της διαδικασίας.
Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η ακυρότητα της διαδικασίας κατά το άρθρο 172 § 1 του ΚΠΔ, εκ της οποίας ιδρύεται λόγος αναιρέσεως εκ του άρθρου 510 § 1 στοιχ. Β’ του ΚΠΔ, προκαλείται όταν, παρά την υποβολή σχετικής αιτήσεως από τον κατηγορούμενο ή τον εισαγγελέα, δεν αναγνώστηκε ένορκη κατά την προδικασία κατάθεση μάρτυρα, του οποίου η εμφάνιση στο ακροατήριο είναι αδύνατη και, επίσης, όταν ληφθεί υπόψη τέτοια κατάθεση παρά την εναντίωση του κατηγορουμένου και χωρίς να βεβαιώσει το δικαστήριο την αδυναμία εμφανίσεώς του, γιατί έτσι παραβιάζεται το δικαίωμα που παρέχεται σε κάθε κατηγορούμενο από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 3 εδ. δ’ της Ε.Σ.Δ.Α. και το άρθρο 14 παρ. 3 στοιχ. ε’ του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ν. 2462/1997) να εξετάζει και να ελέγχει τους μάρτυρες.
Δεν δημιουργείται, όμως, καμία ακυρότητα, όταν το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως ή μετά από αίτηση, αναγνώσει και λάβει υπόψη του ένορκη κατάθεση μάρτυρα κατά την προδικασία ακόμη και χωρίς να βεβαιώσει την αδυναμία εμφανίσεώς του, εφόσον ο κατηγορούμενος ή ο συνήγορος του δεν εναντιώθηκαν σχετικά.
Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 502 παρ. 1 εδ. γ’ του ΚΠΔ, σε κάθε περίπτωση διαβάζονται και λαμβάνονται υπόψη από το δικαστήριο τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης που περιέχουν τις καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάσθηκαν, οι ένορκες καταθέσεις που δόθηκαν στην προδικασία στις περιπτώσεις του άρθρου 363 και τα έγγραφα υπό τους όρους του άρθρου 362.
Κρίση του Αρείου Πάγου: Όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση και τα ενσωματωμένα σ’ αυτή πρακτικά, παραδεκτά επισκοπούμενα για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, μεταξύ των εγγράφων που ανεγνώσθησαν και στη δευτεροβάθμια δίκη μνημονεύονται και οι από 14-03-2006 (συμπληρωματικές) καταθέσεις του μάρτυρος Π. Σ., που ως πολιτικώς ενάγων εκπροσωπήθηκε στη δίκη από πληρεξούσιο δικηγόρο καθώς και της μάρτυρος Κ. Σ., οι οποίες, καταθέσεις, δόθηκαν κατά την προδικασία και για την ανάγνωση των οποίων δεν προεβλήθη καμία αντίρρηση από οποιοδήποτε παράγοντα της δίκης, ούτε βεβαιώθηκε η αδυναμία εμφάνισης του πρώτου, δεδομένου ότι η δεύτερη παρέστη και κατέθεσε στο ακροατήριο και πρωτοδίκως και στην κατ’ έφεση δίκη.
Από τα αυτά, όμως, ως άνω πρακτικά προκύπτει, περαιτέρω, ότι στην ίδια δευτεροβάθμια δίκη είχαν προηγουμένως αναγνωσθεί η πρωτόδικη απόφαση καθώς και τα πρακτικά της, από τα οποία αποδεικνύεται ότι στον κατάλογο των αναγνωσθέντων εγγράφων περιλαμβάνονται και οι ανωτέρω μαρτυρικές προανακριτικές καταθέσεις που είχαν αναγνωσθεί και πρωτοδίκως χωρίς εναντίωση της κατηγορουμένης. Η ανάγνωση αυτών των πρακτικών της πρωτοβάθμιας δίκης έχει την έννοια και της ανάγνωσης του περιεχομένου των εις αυτά αναφερομένων εγγράφων και, δεν προκύπτει εναντίωση της κατηγορουμένης ή του συνηγόρου της στην ανάγνωση των αναφερομένων στα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης εγγράφων και μάλιστα των εν λόγω ενόρκων προανακριτικών μαρτυρικών καταθέσεων.
Συνεπώς, ο σχετικός από το άρθρο 510 §1 στοιχ. Β’ του ΚΠΔ λόγος της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση λόγω σχετικής ακυρότητας, κατά το άρθρο 172 §1 του ΚΠΔ, διότι το Δικαστήριο της ουσίας ανέγνωσε τις ως άνω προανακριτικές μαρτυρικές καταθέσεις είναι αβάσιμος και απορριπτέος.
Περαιτέρω από την επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει, ότι μεταξύ των εγγράφων που αναγνώσθηκαν περιλαμβάνεται και η υπ’ αριθμ. 6427/2016 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, δίχως να γίνεται οποιαδήποτε μνεία περί του ότι η απόφαση αυτή είχε καταστεί αμετάκλητη.
Όμως η ανάγνωση και η λήψη υπόψη από το δικαστήριο, για τον σχηματισμό της δικανικής του πεποιθήσεως, αποφάσεως δικαστηρίου που δεν έχει καταστεί αμετάκλητη, κατά παράβαση της διατάξεως του άρθρου 362 παρ. 2 του Κ.Π.Δ., δεν επιφέρει ακυρότητα (Α.Π. 321/2011, Α.Π. 548/2010), ούτε εξάλλου προκύπτει από τα πρακτικά ότι προβλήθηκαν, από την πλευρά της υπερασπίσεως της αναιρεσείουσας – κατηγορουμένης, αντιρρήσεις για την ανάγνωση του ανωτέρω εγγράφου.
Πέραν τούτων η εν λόγω απόφαση συγκαταλέγεται μεταξύ των εγγράφων που αναγνώστηκαν και στην πρωτοβάθμια δίκη, όπου φέρει τον αριθμό 7 εκ των προσκομισθέντων και αναγνωσθέντων, χωρίς αντίρρηση, από την πλευρά του πληρεξουσίου της πολιτικής αγωγής, οπότε και επ’ αυτού του αναιρετικού λόγου ισχύουν, εκτός των ανωτέρω, και αυτά που αναφέρθηκαν για την ανάγνωση των ως άνω προανακριτικών μαρτυρικών καταθέσεων. Επομένως και ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Β’ και Θ’ του ΚΠΔ σχετικός λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως με τον οποίον πλήττεται η προσβαλλομένη απόφαση για σχετική ακυρότητα, που συνέβη κατά τη διαδικασία και για υπέρβαση εξουσίας, είναι αβάσιμος και ως εκ τούτου απορριπτέος.
* Ο κ. Δημήτριος Βαρελάς είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Διδάσκων στο Φροντιστήριο της Νομικής Βιβλιοθήκης.
Δείτε τα τμήματα προετοιμασίας για τις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών εδώ